Σάββατο, 10 Αυγούστου, 2024

Η Προϊστορία, το “Σύστημα των Τριών Εποχών” και η “βιβλική χρονολόγηση”

H στάση κληρικών, μη ειδικών, απέναντι στο τεράστιο πρόβλημα την πανδημίας, είναι η αφορμή που με ώθησε να γράψω αυτό το άρθρο. Για να γίνει στην συνέχεια η σύνδεση, θα ξεκινήσω με την παράθεση όρων που όλοι μας γνωρίζουμε αλλά τουλάχιστον σε μένα μέχρι πρότινος ήταν άγνωστη η προέλευσή τους. Πρόκειται για όρους που σχετίζονται με τις τρεις γνωστές πολιτισμικές εποχές του ανθρώπινου γένους: τις εποχές του λίθου, του χαλκού και του σιδήρου. Με τις εποχές αυτές σχετίζεται και ο όρος «παλαιολιθικός» που χαρακτηρίζει την απαρχή της προϊστορικής περιόδου. Εμφανίζεται στην βιβλιογραφία για πρώτη φορά στο βιβλίο του Sir John Lubbock (Λούμποκ) με τίτλο Prehistoric times as illustrated by ancient remains and the manners and customs οf modern savages που εκδόθηκε στο Λονδίνο το 1865 [1].

Ποιος ήταν όμως ο Sir John Lubbock?
Άγγλος τραπεζίτης, δικηγόρος, μαθηματικός, αστρονόμος, φυσιοδίφης, αρχαιολόγος…Γεννήθηκε στο Westminster, γιος του Sir John William Lubbock, της τράπεζας Lubbock & Co, που μετά την αποφοίτησή του από το Trinity College του Cambridge το 1825 ακολούθησε μια λαμπρή καριέρα: τραπεζίτη, επιστήμονα και πολιτικού. Η σχέση του με τον Δαρβίνο ήταν καθοριστική για την καριέρα του ως επιστήμονα. Αν και τους χώριζε μια γενιά, ο Δαρβίνος και ο Λούμποκ είχαν πολλά κοινά. Το πρώτο τους ήταν ότι και οι δύο γεννήθηκαν στην αναδυόμενη τότε εμπορική τάξη. Υπό την επίβλεψη του Δαρβίνου, ο νεαρός John Lubbock επρόκειτο να γίνει φυσιοδίφης, βοηθώντας πρώτα στις εικονογραφήσεις του μνημειώδους έργου του Δαρβίνου και στη συνέχεια δημοσιεύοντας τις πρώτες του εργασίες, βασισμένες στις συλλογές του Δαρβίνου, σε ηλικία μόλις 19 ετών. Τα επιτεύγματα του John Lubbock, στο πεδίο της επιστήμης δεν περιορίστηκαν στα μαθηματικά, αστρονομία και φυσική ιστορία. Έγινε σημαντική προσωπικότητα στην αρχαιολογία και την εθνολογία, βάζοντας τις βάσεις για την σύζευξη των δύο αυτών επιστημονικών κλάδων, χωρίς να θεωρείται αμελητέα η συμβολή του σε ζητήματα σχετικά με το τοπίο και την γεωμορφολογία, σε περιοχές της Αγγλίας και της Ελβετίας. Μέχρι το 1861, ο John Lubbock είχε αποκτήσει κύρος και μεγάλη εκτίμηση στην επιστημονική κοινότητα, που του επέτρεψαν να εκλεγεί στο Συμβούλιο της Βασιλικής Εταιρείας καθώς επίσης μαζί με τους Huxley, Busk και άλλους να υπηρετήσει ως εκδότης της επιθεώρησης Natural History.  Εκτός από τις απανωτές δημοσιεύσεις βρήκε χρόνο εκείνη τη χρονιά (1861) για δύο επισκέψεις στο εξωτερικό: μια επίσκεψη στις Άλπεις για αναρρίχηση με τον Huxley και τον φυσικό John Tyndall και μια επίσκεψη στη Δανία με τον George Busk [1]. Το διάστημα εκείνο οι Δανοί αρχαιολόγοι προσπάθησαν να κατανοήσουν και να χρονολογήσουν με μια άλλη μεθοδολογική προσέγγιση την ευρωπαϊκή προϊστορία. Ήδη από το 1819, τα εκθέματα στο Μουσείο Βορείων Αρχαιοτήτων στην Κοπεγχάγη (αργότερα Εθνικό Μουσείο της Δανίας) ήταν σχεδιασμένα σύμφωνα με το «Σύστημα των Τριών Εποχών» που παρουσίασε ο επιμελητής του Μουσείου, Christian Jürgensen Thomsen (Κρίστιαν Γιούργκενσεν Τόμσεν).

Ο Thomsen, βασιζόμενος στο έργο του ιστορικού Vedel-Simonsen αποδέχτηκε την άποψη ότι υπήρχαν τρεις διαφορετικές πολιτισμικές εποχές πριν από την αρχή των ιστορικών χρόνων στη Δανία: η Εποχή του Λίθου, η Εποχή του Χαλκού και η Εποχή του Σιδήρου. Αυτή ήταν η πρώτη ουσιαστική προσπάθεια κατανόησης μιας χρονολογικής αλληλουχίας της προϊστορικής Ευρώπης. Ταυτόχρονα αυτή η θεωρία των τριών εποχών αντιπροσώπευσε στην δεδομένη «χρονική στιγμή» μια προσπάθεια για μια συγκριτική χρονολόγηση του παρελθόντος του ανθρώπινου γένους, με πρακτικούς όρους, επίκαιρους, της εποχής: όρους «βιομηχανικών εξελικτικών σταδίων» σε αντιστοίχιση με τα κοινωνικοοικονομικά στάδια της αγριότητας, της βαρβαρότητας και του πολιτισμού. Στην θεωρητική άποψη που πρότεινε ο Thomsen χρησιμοποιήθηκε μια «χρονική τάξη» η οποία ήταν άγνωστο εάν ποτέ υπήρξε, επέτρεπε όμως να ταξινομηθούν, στις μεγάλες συλλογές των μουσείων της Δανίας, προϊστορικά τεχνουργήματα από πέτρα και μέταλλο. Ταυτόχρονα έδωσε στην προϊστορική αρχαιολογία, που το διάστημα εκείνο άρχισε να ασκείται σε επιστημονική βάση, για πρώτη φορά, την δυνατότητα να εντάξει την δοκιμασμένη και σε άλλες επιστήμες πρακτική της δοκιμής και της απόδειξης.
Το Σύστημα των Τριών Εποχών δεν ήταν όμως μια νέα ιδέα, μια νέα σύλληψη. Κλασικοί συγγραφείς επινόησαν το σύστημα αυτό, που αναβίωσε μέσω της αφύπνισης των ιδεών τους με την ανάδειξη του ουμανισμού στην Ιταλία και τα κλασικά και ρομαντικά ευρωπαϊκά κινήματα από τον δέκατο έβδομο αιώνα και μετά.
Αν και στην Ιλιάδα υπάρχουν αποσπάσματα που μπορούν να ερμηνευθούν ως αναγνώριση της διαδοχής του χαλκού από το σίδηρο, ο Ησίοδος, στο «Έργα και Ημέραι», του έβδομου αιώνα π.Χ., αναφέρεται διεξοδικά στην δημιουργία της ανθρωπότητας κατά γενιές. Από τα πέντε γένη που σταδιακά οδηγούνται σε κατάπτωση, τα τέσσερα αντιστοιχούν σε μέταλλα. Πριν το τελευταίο όμως παρεμβάλλεται το γένος των ηρώων, για να ενταχθούν σ᾽ αυτό οι ήρωες που σύμφωνα με τους μύθους των Ελλήνων πολέμησαν στη Θήβα και στην Τροία.

ΗΣΙΟΔΟΣ
15. – Ἔργα καὶ ἡμέραι 109-201 [4]

Στην συνέχεια ο Λουκρήτιος, στον πρώτο αιώνα π.Χ., στο De Rerum Natura δηλώνει ξεκάθαρα ότι ο άνθρωπος χρησιμοποίησε για να κατασκευάσει εργαλεία και όπλα πρώτα πέτρα, μετά μπρούντζο και τελευταίο από όλα σίδηρο.
Μέχρι τον 16ο αιώνα κάθε μαύρο αντικείμενο άγνωστης προέλευσης που έβρισκαν στην Ευρώπη θεωρήθηκε ότι έπεσε από τους ουρανούς, «χτυπημένο» από κεραυνούς εν μέσω καταιγίδας και για αυτό και τους δόθηκε το όνομα ceraunia. Τέτοια αντικείμενα συλλέχθηκαν από πολλά άτομα κατά τη διάρκεια των αιώνων, συμπεριλαμβανομένου του Michele Mercati, Επιθεωρητή του Βοτανικού Κήπου του Βατικανού στα τέλη του 16ου αιώνα, ο οποίος μετά από σύγκριση με λίθινα αντικείμενα ιθαγενών από τον Νέο Κόσμο εξέφρασε την άποψη ότι συγκεκριμένα caraunia της συλλογής του ήταν λίθινα τεχνουργήματα, από επεξεργασμένο πυριτόλιθο. Την άποψη του Mercati δεν φαίνεται να της «έδωσαν σημασία» εκείνη την εποχή. Παρόμοιες απόψεις, που δεν λήφθηκαν υπόψη, εξέφρασαν στην Αγγλία ο Robert Plot το 1686 και ο Sibbald το 1684 και στη Δανία ο Olaf Wurm το 1655.
Το 1813 ο Δανός ιστορικός Vedel-Simonsen υποστήριξε την άποψη ότι υπήρξαν τρεις περίοδοι στην αρχαιότητα της Σκανδιναβίας. Στη Σουηδία η πρόταση του Vedel-Simonsen έγινε δεκτή από τον Magnus Bruzelius και καταγράφηκε στο Specimen antiquitatum borealium που δημοσιεύτηκε το 1816. Ο J. Hodgson, το 1822, κάνει λόγο για «τον μπρούντζο, ως το πρώτο μέταλλο που βοήθησε στις τέχνες της πολιτισμένης ζωής… και το σίδηρο, ως μια πιο σύγχρονη ανακάλυψη». Λίγο αργότερα, στη Γερμανία, ο Biisching στο Abriss der deutschen Altherthumskunde (1824) μιλάει για τη διαδοχή πέτρας, μπρούτζου και σιδήρου που χρησιμοποιούνται για εργαλεία και όπλα [5].
Συμπερασματικά, ο Christian Jürgensen Thomsen δεν ήταν ο εμπνευστής του «Συστήματος των Τριών Εποχών», αλλά ήταν ο πρώτος που το παρουσίασε με τέτοια μορφή, που σε συνδυασμό με τη στρωματογραφική απόδειξη που παρείχαν οι ανασκαφές του Worsaae, πέτυχε τελικά το επιθυμητό, για πολλές δεκαετίες αποτέλεσμα: απόδειξε ότι η θεωρία έχει ισχύ.
Αυτή η προσέγγιση του Thomsen επηρέασε καθοριστικά τον Lubbock κατά την επίσκεψη του στη Δανία το 1861 και αυτό φάνηκε στο πρώτο του βιβλίο Prehistoric times as illustrated by ancient remains and the manners and customs οf modern savages που εκδόθηκε το 1865. Ξεκίνησε με μια επιμονή στη μακρινή περίοδο της προέλευσης του ανθρώπινου είδους, σε «…μια περίοδο τόσο μακρινή που ούτε η ιστορία, ούτε καν η παράδοση, δεν μπορούν να ρίξουν φως στην καταγωγή του, ή τον τρόπο ζωής του» και συνέχισε ορίζοντας τέσσερις «μεγάλες εποχές» στην ανθρώπινη προϊστορία: την Παλαιολιθική, την μεταγενέστερη Εποχή του Λίθου, την οποία ονόμασε Νεολιθική, την Εποχή του Χαλκού και την Εποχή του Σιδήρου. Με αυτές τις δηλώσεις στο πρώτο κεφάλαιο του πρώτου του βιβλίου, ο Lubbock ουσιαστικά ίδρυσε τα σύγχρονα όρια της προϊστορικής αρχαιολογίας και επινόησε τους βασικούς χρονολογικούς όρους γύρω από τους οποίους δομείται ο κλάδος ακόμη και σήμερα.

Εμμέσως υιοθέτησε την χρονολογική αλληλουχία του Συστήματος των Τριών Εποχών του Thomsen που ήταν μια σχετική χρονολόγηση: από μόνο του το σύστημα αυτό δεν παρείχε καμία πληροφορία για το χρονικό διάστημα που καλύπτεται από την Παλαιολιθική, τη Νεολιθική, την Εποχή του Χαλκού ή την Εποχή του Σιδήρου. Σε μια προσπάθεια να παράσχει κάποια ένδειξη απόλυτης χρονολόγησης, ο Lubbock στηρίχθηκε στη βοήθεια που του παρείχαν ιζηματολογικά δεδομένα, παραθέτοντας δύο μελέτες στην Ελβετία (μία από τον Morlot και την άλλη από τον Gilliéron) στις οποίες είχαν γίνει μετρήσεις του χρόνου συσσώρευσης ιζημάτων. Αυτές οι μελέτες υποδείκνυαν ότι η Νεολιθική εποχή στην Ελβετία ξεκίνησε πριν από περίπου 6.000 – 7.000 χρόνια και διήρκεσε περίπου μέχρι πριν από 4.200 χρόνια και ότι η εποχή του χαλκού στην Ελβετία τελείωσε περίπου πριν από 2.900 χρόνια, ηλικίες που επιβεβαιώθηκαν πολύ αργότερα με την εμφάνιση των επιστημονικών τεχνικών βαθμονόμησης στη δεκαετία του 1960 με δακτυλίους δέντρων και απόλυτης χρονολόγησης με ραδιενεργό άνθρακα [2].
Για να εδραιώσουν οι επίμονοι ερευνητές της εποχής εκείνης τα επιστημονικά αποτελέσματα είχαν να αντιμετωπίσουν και να ξεπεράσουν δεκάδες προβλήματα. Ένα από τα μεγαλύτερα που θα έπρεπε να αντιπαρέλθει στην πράξη η διατύπωση μιας συνεπούς θεωρίας για το παρελθόν του ανθρώπου, ήταν η «διόρθωση» της «βιβλικής χρονολόγησης», που επέτρεπε μόνο περίπου 6.000 χρόνια για την εξέλιξη του κόσμου. Αυτός ο περιορισμός προέκυψε μετά την δημοσίευση το 1650 της πραγματείας με τίτλο Annales Veteris Testamenti, a prima mundi origine deducti, una cum rerum Asiaticarum et Aegyptiacarum chronico, a temporis historici principio usque ad Maccabaicorum initia producto (“Annals of the Old Testament, deduced from the first origins of the world, the chronicle of Asiatic and Egyptian matters together produced from the beginning of historical time up to the beginnings of Maccabees”) του James Ussher (1581-1656), Αρχιεπίσκοπου του Armagh, Προκαθήμενου όλης της Ιρλανδίας και Αντιπρύτανη του Trinity College στο Δουβλίνο [7]. Βασισμένη σε έναν περίπλοκο συσχετισμό των ιστοριών της Μέσης Ανατολής, της Μεσογείου και της ιερής γραφής, η χρονολόγηση αυτή ενσωματώθηκε σε μια εξουσιοδοτημένη έκδοση της Βίβλου που τυπώθηκε το 1650, και έτσι κατέληξε να γίνεται αποδεκτή με αδιαμφισβήτητη ευλάβεια όσο και η ίδια η Βίβλος. Έχοντας καθορίσει την πρώτη ημέρα της δημιουργίας ως την Κυριακή 23 Οκτωβρίου 4004 π.Χ., ο Ussher υπολόγισε τις ημερομηνίες και άλλων βιβλικών γεγονότων, καταλήγοντας για παράδειγμα, ότι ο Αδάμ και η Εύα εκδιώχθηκαν από τον Παράδεισο τη Δευτέρα 10 Νοεμβρίου 4004 π.Χ., και ότι η κιβωτός έπεσε στο όρος Αραράτ στις 5 Μαΐου 2348 π.Χ. «την Τετάρτη» [7]. Η προτεινόμενη ημερομηνία του Ussher το 4004 π.Χ. διέφερε ελάχιστα από άλλες εκτιμήσεις που βασίζονται στη Βίβλο, όπως αυτές των Jose ben Halafta (3761 π.Χ.), Bede (3952 π.Χ.), του σχεδόν σύγχρονου του Ussher Scaliger (3949 π.Χ.), του Johannes Kepler (3992 π.Χ.), αλλά και του Sir Isaac Newton (περίπου 4000 π.Χ.).

Τα επιχειρήματα για την ανατροπή της θεολογικής στατικής αντίληψης για την «χρονολόγηση» της καταγωγής του ανθρώπου στηρίχτηκαν σε αρχές και νομοτέλειες μιας νεοσύστατης τότε επιστήμης, αυτής της Γεωλογίας. Για να ξεπεράσουν τον χρονικό φραγμό του Ussher στηρίχτηκαν:
Α) Στον νόμο της υπέρθεσης, μια κύρια αρχή της στρωματογραφίας που δηλώνει ότι: μέσα σε μια ακολουθία στρωμάτων ιζηματογενούς προέλευσης, το παλαιότερο στρώμα βρίσκεται στη βάση και τα ακόλουθα στρώματα είναι προοδευτικά νεότερα. Ο νόμος της υπέρθεσης διατυπώθηκε από τον Δανό γεωλόγο Nicolaus Steno (Νικόλαους Στένο) και περιγράφηκε στο βιβλίο του De Solido Intra Naturaliter Contento Dissertationis Prodomus (1669) – The Prodromus of Nicolaus Steno’s Dissertation Concerning a Solid Body Enclosed by Process of Nature Within a Solid). Ο νόμος αυτός είναι θεμελιώδης για την ερμηνεία της ιστορίας της Γης, γιατί σε οποιαδήποτε δεδομένη θέση υποδεικνύει τις σχετικές ηλικίες των στρωμάτων, των απολιθωμάτων αλλά και όλων των εγκλεισμάτων εντός αυτών [8].
Β) Στα τέλη της δεκαετίας του 1780, ο Σκωτσέζος επιστήμονας James Hutton (Τζέιμς Χάτον) με το σύγγραμμα του Theory of the Earth (Θεωρία της Γης) «εξαπέλυσε επίθεση» στο ισχύον γεωλογικό δόγμα που επηρεασμένο από την χρονολόγηση και την προσέγγιση του James Ussher θεωρούσε ότι η επικρατούσα διαμόρφωση της επιφάνειας της Γης σε μεγάλο βαθμό ήταν το αποτέλεσμα προηγούμενων καταστροφικών γεγονότων που δεν έχουν σύγχρονα ομόλογα.
Γ) Οι Αρχές της Γεωλογίας (Principles of Geology) του Sir Charles Lyell (Κάρολος Λάιελ), που δημοσιεύτηκαν σε τρεις τόμους μεταξύ 1830 και 1833 που εκτός από το ότι χαρακτηρίστηκαν μια από τις επιτυχημένες εκδόσεις του 19Ου αιώνα, είχαν εμπνεύσει τον Δαρβίνο στο ταξίδι του με το Beagle. Το έργο αυτό ήταν καθοριστικό
για την συνεισφορά του στο πεδίο της στρωματογραφίας, της μελέτης δηλαδή των διεργασιών για την τάξη και την θέση των γεωλογικών στρωμάτων στον χώρο. Στις αρχές αυτές στηρίχτηκε η «αρχή της ομοιομορφίας» (uniformitarianism), που αν και είναι «πνευματικό τέκνο» της Γεωλογίας έγινε δομικός λίθος του συνόλου της επιστημονικής σκέψης. Η θεώρηση αυτή που μπορεί να προσεγγοστεί με την απλή φράση «το παρόν είναι το κλειδί του παρελθόντος, άρα και του μέλλοντος» είναι αντίθετη με την «θεωρία του καταστροφισμού» (catastrophism) της γεωλογικής αντίληψης που συμβάδιζε με τις απόψεις τις βιβλικής χρονολόγησης σχετικά με την ηλικία της Γης [10].

Αντί επιλόγου
Επιστρέφοντας από την αχλή της προϊστορίας στο σήμερα, θα πρέπει να απαντήσουμε σε ποιά πολιτισμική περίοδο ζούμε σήμερα, θεωρώντας ότι έχουμε ξεπεράσει την εποχή του σιδήρου. Εάν σκεφτούμε ότι δεν υπάρχει μέταλλο που δεν το χρησιμοποιούμε στην καθημερινότητά μας, τότε δεν μπορούμε να μην αποδεχτούμε ότι ξεπεράσαμε το «Σύστημα των τριών Εποχών» και ζούμε σε μια νέα εποχή, ορίζοντάς την ολομεταλλική, με όλα τα θετικά και αρνητικά που αυτή συνδέεται. Πέρα από τις αναγκαίες δράσεις της πολιτείας, όποιος θέλει να αντιδράσει στα αρνητικά αυτής της εποχής να μην το ζητάει από τους άλλους, αλλά να αντιδράσει κατ΄ιδίαν και έμπρακτα: να καθιερώσει μια ημέρα που θα πηγαίνει με τα πόδια στην δουλειά του, ή να δημιουργήσει ή να συμμετάσχει σε συλλογικότητα που αγωνίζεται για ανθρώπινα μέσα μαζικής μεταφοράς όπως σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις (Ευρώπη δεν γίνεται να είμαστε μόνο στα λόγια). Να σβήνει συνειδητά ένα χρονικό διάστημα τα φώτα και να βγαίνει είτε έναν περίπατο, είτε στην βεράντα ώστε να απολαύσει την ομορφιά της νύχτας… Υπάρχουν τόσες δράσεις, ενάντια στην άπραγη και εκνευριστική γκρίνια, το εθνικό μας σπορ, ακόμα και στους χαλεπούς καιρούς της Covid 19. Μιας χρονικής περιόδου, που τις ώρες περιορισμού καλό θα ήταν να τις αξιοποιήσουμε, εκτός των άλλων, για να γνωρίσουμε όλους αυτούς που μας βοήθησαν να ξεπεράσουμε το «Σύστημα των Τριών Εποχών» αλλά και κάθε είδους «βιβλικών λύσεων», όχι πνευματικών, αλλά υλικών και πρακτικών επίκαιρων προβλημάτων.

*Ο Εμμανουήλ Μανούτσογλου είναι καθηγητής Σχολής
Μηχανικών Ορυκτών Πόρων
Πολυτεχνείου Κρήτης

Αντλήθηκαν στοιχεία, και αναδιατάχθηκαν τμήματα κειμένων κατόπιν μετάφρασης από:
[1]Mark Patton. Science, politics and business in the work of Sir John Lubbock: a man of universal mind. 2007. Aldershot: Ashgate
[2]https://commons.wikimedia.org/wiki/File:SIR_JOHN_LUBBOCK.jpg
[3]https://commons.wikimedia.org/wiki/File:Christian_J%C3%BCrgensen_Thomsen.jpg
[4]https://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/anthology/literature/browse.html?text_id=23
[5]https://doi.org/10.2307/3100819
[6]https://www.archaiologia.gr/wp-content/uploads/2011/07/58-4.pdf
[7]https://articles.adsabs.harvard.edu/pdf/1997IrAJ…24…73M
[8]https://www.nature.com/articles/220717b0.pdf
[9]https://www.britannica.com/science/geochronology/James-Huttons-recognition-of-the-geologic-cycle
[10]https://www.gutenberg.org/files/33224/33224-h/33224-h.htm#Page_232


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

1 Comment

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα