Τα μεγάλα περιβαλλοντικά και κοινωνικά προβλήματα που χαρακτηρίζουν τις σύγχρονες βιομηχανικές κοινωνίες έχουν αυξήσει το προβληματισμό και την αμφισβήτηση του καθιερωμένου μοντέλου ανάπτυξης που έχει επικρατήσει στις ανεπτυγμένες χώρες του πλανήτη.
Η συνεχής αύξηση της παραγωγής προιόντων και υπηρεσιών που απαιτείται για να συντηρηθεί ένα διαρκώς αυξανόμενο καταναλωτικό επίπεδο για όλο και περισσότερους ανθρώπους απαιτεί την όλο και μεγαλύτερη χρήση εξαντλήσιμων και μη φυσικών πόρων πέρα από τα όρια αντοχής του πλανήτη μας. Ταυτόχρονα η ανάπτυξη αυτή είναι συνυφασμένη με όλο και μεγαλύτερη παραγωγή πάσης φύσεως αποβλήτων τα οποία διατιθέμενα σε διάφορους αποδέκτες υποβαθμίζουν συνεχώς τα οικοσυστήματα του πλανήτη.
Η γραμμική οικονομία (linear economy) αποτελεί σήμερα το κυρίαρχο πρότυπο με το οποίο λειτουργούν οι σύγχρονες οικονομίες και βασίζεται στη χρήση πρώτων υλών και ενέργειας για τη παραγωγή διαφόρων προιόντων και υπηρεσιών ενώ κατά τη διαδικασία παραγωγής τους δημιουργούνται απόβλητα τα οποία διατίθενται στο περιβάλλον, τα δε παραγόμενα προιόντα μετά τη χρήση τους, διατίθενται και αυτά στο περιβάλλον. Το κυρίαρχο αυτό πρότυπο με το οποίο λειτουργεί μέχρι σήμερα η οικονομία χαρακτηρίζεται από
Α) Μεγάλη χρήση φυσικών πόρων εκ των οποίων πολλοί είναι εξαντλήσιμοι (π.χ. ορυκτά) ή ανανεώσιμοι οι οποίοι, λόγω του τρόπου διαχείρισης τους, μετατρέπονται σε εξαντλήσιμους ( π.χ. δάση),
Β) Μεγάλη χρήση μη ανανεώσιμων ενεργειακών πόρων (π.χ. ορυκτά καύσιμα), και
Γ) Διάθεση αποβλήτων στο περιβάλλον τα οποία υποβαθμίζουν και καταστρέφουν τα οικοσυστήματα.
Είναι προφανές λοιπόν ότι το κυρίαρχο μέχρι σήμερα μοντέλο της γραμμικής οικονομίας δεν συμβάλλει στην επίτευξη της αειφορίας που αποτελεί διακυρηγμένο στόχο της Ευρωπαικής Ενωσης αλλά και πολλών χωρών του πλανήτη. Για το λόγο αυτό θεωρείται επιβεβλημένη η μετάβαση σε ένα διαφορετικό μοντέλο/πρότυπο, εκείνο της κυκλικής οικονομίας (circular economy),το οποίο διαφέρει από το προηγούμενο και μπορεί να συμβάλλει αποτελεσματικά στην επίτευξη της αειφορίας. Το πρότυπο της κυκλικής οικονομίας χαρακτηρίζεται από :
1. Όσον το δυνατόν καλύτερη και αποτελεσματικότερη αξιοποίηση των φυσικών πόρων με έμφαση στη χρήση ανανεώσιμων φυσικών πόρων, και
2. Την επαναχρησιμοποίηση/ανακύκλωση διαφόρων προιόντων, παραπροιόντων και αποβλήτων όπου αυτό είναι δυνατόν.
Η φιλοσοφία της κυκλικής οικονομίας μπορεί να περιγραφεί καλύτερα λαμβάνοντας υπ όψη ότι
Α) Η κυκλική οικονομία δεν παράγει απόβλητα. Ο σχεδιασμός των προιόντων γίνεται με τέτοιο τρόπο ούτως ώστε αυτά να μπορούν να επαναχρησιμοποιηθούν και να ανακυκλωθούν,
Β) Τα υλικά με τα οποία παράγονται τα διάφορα προιόντα μπορεί να είναι είτε βιο-αποικοδομήσιμα τα οποία μπορούν να διασπασθούν/ανακυκλωθούν με φυσικό τρόπο (π.χ. χαρτί, οργανικές ουσίες) ή μη βιο-αποικοδομήσιμα (π.χ. μέταλλα, πλαστικά) τα οποία δεν μπορούν να αποικοδομηθούν με φυσικό τρόπο αλλά μπορούν να επαναχρησιμοποιηθούν/ανακυκλωθούν με τη χρήση κατάλληλων τεχνολογιών,
Γ) Η ενέργεια που χρησιμοποιείται για τη παραγωγή διαφόρων προιόντων και υπηρεσιών θα πρέπει να προέρχεται στο μεγαλύτερο μέρος της από ανανεώσιμες ενεργειακές πηγές, και
Δ) Οι αγοραστές/πελάτες των διαφόρων προιόντων δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλέον ιδιοκτήτες αλλά μόνο χρήστες τους. Τα προιόντα μετά τη χρήση τους θα πρέπει να επιστρέφονται στους παραγωγούς/εταιρείες παραγωγής τους οι οποίοι/ες θα μεριμνούν για την ανακύκλωση και την επαναχρησιμοποίηση τους. Συνεπώς ο πελάτης/καταναλωτής δεν θα αγοράζει πλέον το προιόν αλλά μόνο τη χρήση ή το διαμοιρασμό του. Στα πλαίσια αυτά είναι φανερό ότι οι παραγωγοί προιόντων θα πρέπει να τα ανασχεδιάσουν και βεβαίως να αλλάξουν το τρόπο παραγωγής καθώς και τα υλικά που χρησιμοποιούν στα προιόντα που παράγουν. Ο ανασχεδιασμός τους και τα υλικά που θα χρησιμοποιούνται θα λαμβάνουν υπ όψη το τρόπο με τον οποίο τα προιόντα θα ανακυκλώνονται/επαναχρησιμοποιούνται μετά από κάποιο διάστημα όταν πλέον δεν θα είναι χρήσιμα στους χρήστες/καταναλωτές τους.
Συνεπώς η μετάβαση από το κυρίαρχο σήμερα μοντέλο της γραμμικής οικονομίας στο νέο μοντέλο της κυκλικής οικονομίας προυποθέτει ορισμένες σημαντικές αλλαγές, όπως
1. Τον ανασχεδιασμό των παραγόμενων προιόντων και τη παραγωγή τους με κατάλληλα υλικά ούτως ώστε να μπορούν μετά από κάποιο διάστημα να επαναχρησιμοποιηθούν ή/και να ανακυκλωθούν,
2. Την ανάπτυξη νέων μεθόδων και τεχνολογιών ανακύκλωσης/επαναχρησιμοποίησης όσο το δυνατόν περισσότερων μη βιο-αποικοδομήσιμων υλικών, και
3. Την αλλαγή της σχέσης των καταναλωτών με τα προιόντα που χρησιμοποιούν και οι οποίοι θα μετατραπούν πλέον από ιδιοκτήτες σε χρήστες τους.
Οι αλλαγές λοιπόν θα αφορούν το τρόπο με τον οποίο παράγονται τα προιόντα, την ανάπτυξη τεχνολογιών επαναχρησιμοποίησης και ανακύκλωσης τους καθώς και την αλλαγή της συμπεριφοράς των καταναλωτών οι οποίοι θα αγοράζουν πλέον τη χρήση του προιόντος αντί να αγοράζουν το προιόν αυτό καθ’ εαυτό.
Η σκέψη για την ανάπτυξη της κυκλικής οικονομίας έχει επηρεασθεί από σχολές σκέψης που σχετίζονται με τη θεωρία των συστημάτων , τημίμηση της φύσης και τη βιομηχανική οικολογία. Η σχολή της θεωρίας των συστημάτων αντιλαμβάνεται ένα αντικείμενο, όχι ανεξάρτητα, αλλά μέσα στο σύστημα στο οποίο ανήκει και λαμβάνει υπ όψη τις αλληλεπιδράσεις του αντικειμένου με ότι βρίσκεται γύρο του. Η σχολή της μίμησης της φύσης θεωρεί ότι η μελέτη των διεργασιών της φύσης, οι οποίες ανακυκλώνουν την ύλη, μπορεί να συμβάλλει στην επίλυση των προβλημάτων στις ανθρώπινες κοινωνίες. Η σχολή της βιομηχανικής οικολογίας μελετά τη ροή υλικών και ενέργειας στις βιομηχανικές διεργασίες προσπαθώντας να εφαρμόσει τις αρχές λειτουργίας των βιολογικών συστημάτων στα βιομηχανικά συστήματα. Επιδιώκει την επαναχρησιμοποίηση των αποβλήτων και παραπροιόντων μίας βιομηχανίας σε μία άλλη βιομηχανία για την οποία αυτά θα αποτελούν χρήσιμη πρώτη ύλη.
Στα πλαίσια αυτά το 2012 η Ευρωπαική Ένωση εξέδωσε μία έκθεση στην οποία δήλωνε τη πρόθεση της να προωθήσει μία συστημική αλλαγή προς τη κατεύθυνση της αποδοτικότερης χρήσης των φυσικών πόρων και της ανάπτυξης της κυκλικής οικονομίας. Λίγα χρόνια αργότερα, το 2015, η Ευρωπαική Ένωση ανέπτυξε περισσότερο τη πολιτική της στο θέμα αυτό θεωρώντας ότι η κυκλική οικονομία θα προωθήσει τη καινοτομία, τις επενδύσεις και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Στα πλαίσια αυτά έχει πρόσφατα παρουσιάσει και το σχέδιο δράσης για τη προώθηση της κυκλικής οικονομίας (EU Action Plan for the Circular Economy). Επομένως η προώθηση της εκτός από το περιβαλλοντικό όφελος θα τονώσει την ανάπτυξη και θα συμβάλλει στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας που ενδιαφέρει ιδιαιτέρως και τη χώρα μας. Η πολιτική αυτή σήμερα εστιάζεται σε δύο πυλώνες. Ο πρώτος αφορά τη δημιουργία κανονιστικού πλαισίου το οποίο υποχρεώνει στην ανακύκλωση διαφόρων προιόντων και στη χρησιμοποίηση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Το κανονιστικό πλαίσιο ενσωματώνεται σταδιακά στη νομοθεσία των κρατών-μελών της. Επιδιώκει δε τη πιο αποδοτική αξιοποίηση των υπαρχόντων πόρων. Ταυτόχρονα χρηματοδοτεί την έρευνα και προωθεί τη καινοτομία για την επινόηση πιο αποτελεσματικών τρόπων και νέας τεχνολογίας αξιοποίησης των φυσικών πόρων και της ανακύκλωσης/επαναχρησιμοποίησης των παραπροϊόντων/αποβλήτων.
Μέχρι σήμερα οι εφαρμογές της κυκλικής οικονομίας στη Κρήτη είναι περιορισμένες και επικεντρώνονται στην ανακύκλωση και επαναχρησιμοποίηση διαφόρων προιόντων. Εξ άλλου η βιομηχανική ανάπτυξη και η παραγωγή σύνθετων προιόντων στη Κρήτη είναι περιορισμένη επομένως και ο επανασχεδιασμός τους με τη προοπτική της ανακύκλωσης τους έχει ελάσσονα σημασία. Τα τελευταία χρόνια η ανακύκλωση πολλών προιόντων στη Κρήτη έχει λάβει μεγάλη διάσταση. Το χαρτί, διάφορα μέταλλα, πλαστικά, υλικά καταδάφισης κτιρίων, ελαστικά και μπαταρίες οχημάτων και πολλά άλλα είδη ανακυκλώνονται πλέον. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι παλαιότερα τα πλαστικά καλύμματα θερμοκηπίων στη Κρήτη μετά τη χρήση τους διατίθεντο χωρίς καμία μέριμνα στο περιβάλλον με αποτέλεσμα τη ρύπανση των περιοχών όπου αυτά ευρίσκοντο. Η ανάπτυξη τεχνικών επαναχρησιμοποίησης τους για παραγωγή χρήσιμων προϊόντων στις βιομηχανίες πλαστικών επέτρεψε την οργανωμένη συλλογή και την επεξεργασία τους με ταυτόχρονη περιβαλλοντική αναβάθμιση πρώην υποβαθμισμένων περιοχών. Εξάλλου σε περιοχές της νοτιο-ανατολικής Μεσογείου με έλλειψη επαρκών υδάτινων πόρων η επαναχρησιμοποίηση/ανακύκλωση των επεξεργασμένων αστικών λυμάτων για άρδευση καλλιεργειών παρουσιάζεται σαν ιδιαίτερα ελκυστική λύση, έναντι της απόρριψης τους σε κάποιο αποδέκτη, και η οποία εφαρμόζεται όλο και περισσότερο.
Συνεπώς η σταδιακή μετάβαση από τη γραμμική στη κυκλική οικονομία θα αλλάξει το τρόπο με τον οποίο σχεδιάζουμε, παράγουμε και χρησιμοποιούμε τα διάφορα προϊόντα και θα δημιουργήσει νέες προοπτικές και προκλήσεις για την ανάπτυξη νέων τεχνολογιών και νέων θέσεων εργασίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά και στη χώρα μας.