Παρακολούθησα πρόσφατα στην τηλεοπτική οθόνη την εποικοδομητική συζήτηση παραγόντων, σχετικών με τις πυρκαγιές, όσον αφορά το φαράγγι της Σαμαριάς. Ευτυχώς τα τελευταία χρόνια τα μέτρα και το προσωπικό γι’ αυτό είναι σχετικά επαρκή αλλά ακόμη καλύτερα αν αυξηθούν. Αφ’ ότου καθιερώθηκε το εισιτήριο εισόδου, προσπαθούμε να μένουν όλες οι εισπράξεις στα Χανιά ώστε να καλύπτονται όλες ο αναγκαίες δαπάνες και να μην φθάνει το μέσον της περιόδου γι’ αυτό. Για την ιστορία, και να αντιληφθούν οι νεότεροι τις δυσκολίες των πρώτων ετών του Εθνικού Δρυμού, θα αναφερθώ στον πρώτο και μοναδικό φύλακα, μόλις καθιερώθηκε σαν Δρυμός. Τον αλησμόνητο φίλο Βαγγέλη Βίγλη, γένημα και θρέμμα της Σαμαριάς. Αμέτρητες ιστορίες, που δυστυχώς δεν κατέγραφα, είχε να μου διηγηθεί όταν, κάποιες φορές, έφθανα στο φυλάκιο του χωριού Σαμαριάς για να του κάνω παρέα. Μου έχει μείνει μόνο η πρώτη μου λαχτάρα, όταν, στον ύπνο, αισθάνθηκα κάτι να… τρέχει επάνω μου και στη φωνή μου με καθησύχασε ο Βαγγέλης ότι είναι ποντικάκια αλλά αυτός τα έχει… συνηθίσει. Ακόμη μου ανάφερε πως την προηγούμενη, “περιπολώντας” στο Φαράγγι, αντιλήφθηκε κοντά στον Αγιο Νικόλαο καπνό ανάμεσα σε πεύκα. Ηταν μια εστία από καρβουνιασμένα ξύλα που κάποιος τουρίστας είχε αφήσει μετά τη λαθραία διανυκτέρευσή του. Και πραγματοποιήθηκε ίσως η πρώτη κατάσβεση φωτιάς μετά τη δημιουργία του Δρυμού. Πώς νομίζετε; Μη έχοντας πλησίον νερό ή μέσον να φέρει από το ποτάμι, ο ηρωικός Βαγγέλης -με συγχωρείτε- ούρησε και έσβησε την μικροεστία αυτή. Αλλα χρόνια, άλλοι άνθρωποι. «Τση Σαμαριάς το πέρασμα μαγεύει και τρομάζει τη δύναμή του ο άνθρωπος εκειά τη δοκιμάζει».