Eνώ όλοι μας βιώνουμε μια ανελέητη επίθεση, ανοιχτή και κρυφή, που μας ταλανίζει καθημερινά με έννοιες και δράσεις που με ευκολία οι περισσότερες θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν «σκουπίδια», σε ελάχιστους είναι γνωστή η έννοια της αντιπερίστασης του Αριστοτέλη: φιλόσοφοι, ιστορικοί των επιστημών, ψαγμένοι φυσικοί, μαθηματικοί, φιλόλογοι, εκπαιδευτικοί, μια απειροελάχιστη σκλήθρα από το κοινωνικό δένδρο, που πάνω του λυσσομανάνε καθημερινά οι άνεμοι της φθοράς, αντιστέκονται και μας παρέχουν το χρήσιμο επιστημονικό υλικό για την ενημέρωση σχετικά με την πάντα επίκαιρη, διαχρονικά σημαίνουσα αυτή έννοια.
Ας ξεκινήσουμε το ταξίδι (με στάσεις) για την αντιπερίσταση με μια ενδιαφέρουσα άποψη, ότι τα έργα του Αριστοτέλη που έφτασαν στις ημέρες μας είναι «.. οι προσωπικές του σημειώσεις επάνω στις οποίες στήριζε τη διδασκαλία στους μαθητές του»[1]. Σκεφθείτε να είχαμε και λεπτομερείς επεξηγήσεις, ερμηνείες και αναλύσεις του σε όλες αυτές τις σκέψεις, τους προβληματισμούς, τις πνευματικές αναζητήσεις και τις προσεγγίσεις του… Τα έργα αυτά, μετά από την περιπετειώδη διάσωσή τους και την επιστροφή τους στην Αθήνα από την Σκήψη της Mικράς Aσίας, όπου έμειναν θαμμένα σε κάποια σπηλιά και ξεχασμένα για περισσότερο από 200 χρόνια, άρχισαν να συζητούνται και να σχολιάζονται συστηματικά σε όλη την ύστερη ελληνική αρχαιότητα.
Αν και διανύοντας την βυζαντινή περίοδο είναι αυτονόητη η συνέχιση και η επικράτειά τους στον ελληνικό χώρο μέχρι τις ημέρες μας, η εξάπλωση του έργου του οφείλεται «στην κυριαρχική του θέση στη φιλοσοφία των Αράβων και του Δυτικού Μεσαίωνα» αφού τα βασικά του έργα μεταφράστηκαν στα αραβικά ήδη από τον 9ο αιώνα μ.Χ. και έγιναν γνωστά μέσω των Αράβων στη Λατινική Δύση κατά τον 12ο αιώνα μ.Χ., τότε που «…θα επιχειρηθεί η σύνθεση χριστιανικής θεολογίας και αριστοτελικής φιλοσοφίας στο Σχολαστικό σύστημα. Με τον Θωμά τον Ακινάτη (13ος αιώνας) η αίγλη του Αριστοτέλη θα φτάσει στο απόγειό της και το αριστοτελικό σύστημα θα αποτελέσει τη βάση της εκπαίδευσης στα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια μέχρι τον 17ο αιώνα μ.Χ.»[1].
Ας κάνουμε μια «πρώτη στάση» και ας αναλογιστούμε την επίκαιρη κατάσταση (το χάλι μας δηλαδή), κοινωνικά και ακαδημαϊκά: μπορείς να ιδρύσεις spin off εταιρία με αυτήν την έννοια; μάλλον όχι! έ..τότε άστην στην άκρη… ότι δεν φέρνει χρήμα τελεί στις μέρες μας υπό διωγμό, ακόμα και στα ΑΕΙ…
Η λέξη αντιπερίσταση, (γνωστή επίσης και ως αντιπερίστασις, antiparistasis και ἀντιπεριίστασις) που έχει τις ρίζες της, σύμφωνα με ορισμένους ερευνητές, εννοιολογικά και όχι ετυμολογικά στην πλατωνική λέξη περίωση (Τίμαιος 79A-80C)[2], χρησιμοποιήθηκε για πολλούς αιώνες στο να εξηγήσει μια ποικιλία φυσικών φαινομένων. Στην πιο συνηθισμένη «εφαρμογή» της, μπορεί να εκφραστεί ως εξής: Η ζέστη και το ψύχος, το καθένα όταν περιβάλλεται από το αντίθετό του, αποκτούν μια αυτοενισχυόμενη δύναμη[3]. Στο λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας Liddell/Scott, υπάρχει το ρήμα «αντιπεριίστημι» που επεξηγείται ως: περιβάλλω και συμπιέζω προς τα έσω πανταχόθεν, και το ουσιαστικό αντιπερίστασις που επεξηγείται ως: 1) συμπίεσις πανταχόθεν, 2) αμοιβαία εναλλαγή δύο ουσιών (Αριστοτέλη Φυσ. Μετεωρολογικά)[4]. Ο όρος αυτός εμφανίζεται σε διάφορα τμήματα του αριστοτελικού έργου, μεταξύ των οποίων και στα Μετεωρολογικά (347a35-b7)[5], όπου χρησιμοποιείται για να περιγραφεί η συμπίεση της ψυχρής, ανώτερης, υγρής, αέριας μάζας από τον θερμό κατώτερο αέρα. Υπάρχουν ερευνητές που δέχονται ότι η έννοια ἀντιπεριίστασις έχει σημαντική θέση στη φιλοσοφική σκέψη του Αριστοτέλη αλλά και των διαδόχων του και επισημαίνουν την χρήση της στην προσπάθεια κατανόησης των αντιθέσεων φυσικών καταστάσεων όπως στην «σύγκρουση θερμοῦ ‒ ψυχροῦ»: «..Η ψυχρή ύλη συγκρούεται με τη θερμή ύλη και τα αντίστροφο, με σκοπό να περιορίσει την επέκταση και να πάρει η μία τη θέση της άλλης. Για να συμβεί αυτό, η μια ύλη πιέζει την άλλη και την περικλείει από όλες τις πλευρές της. Περιορίζοντάς την όμως τοπικά, ενισχύει ταυτόχρονα τη λειτουργία ισχύος της και την καθιστά πιο ισχυρή»[6].
Το εξώφυλλο από λατινική έκδοση των Μετεωρολογικών του Αριστοτέλη[5]
Δεύτερη στάση: Μήπως ο Αριστοτέλης εκτός από φυσικά φαινόμενα περιέγραψε την σκληρή καθημερινότητα και κατ΄επέκταση πολιτικές καταστάσεις;
Οι αριστοτελικοί υπερασπίστηκαν διαχρονικά και έντονα μέχρι την Αναγέννηση την έννοια αυτή, επιστρατεύοντας και παραθέτοντας παραδείγματα από διάφορα φυσικά φαινόμενα και παρατηρήσεις: τη καλοκαιρινή χαλαζόπτωση, την αυξημένη θερμοκρασία των υπογείων υδάτων και των υπόγειων χώρων όπως ορυχεία και κελάρια τον χειμώνα, και τη μειωμένη θερμοκρασία το καλοκαίρι. Έγινε από πολύ νωρίς αντιληπτό ότι αυτή η έννοια χρησιμοποιήθηκε ποικιλοτρόπως από τον Αριστοτέλη όπως άλλωστε και η ομόλογη πλατωνική έκφραση περίωση με αναφορά σε μια σειρά από φυσικά φαινόμενα όπως: η δράση της ιατρικής βεντούζας, η ακουστική, η κίνηση ρευμάτων νερού, η εκδήλωση κεραυνών, αλλά ακόμα και οι ιδιαίτερες ιδιότητες έλξης του κεχριμπαριού. Κυρίως όμως χρησιμοποιήθηκε με δύο διαφορετικές έννοιες, που σχετίζονται και οι δύο με τη δυναμική:
Α) Η πρώτη όπως αναφέρθηκε αφορά τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ των ενεργών ιδιοτήτων, θερμών και ψυχρών και περιγράφει τη διαδικασία με την οποία συγκεντρώνεται και εντείνεται μια ποιότητα που περιβάλλεται από το αντίθετο.
Β) Η δεύτερη έννοια εκφράζει στην δυναμική της κίνησης την ανακατανομή τμημάτων ενός ρευστού, όπως ο αέρας και το νερό, προκειμένου να αποτραπεί ο σχηματισμός κενού.
Πορτραίτο του Ρόμπερτ Μπόιλ
(Robert William Boyle)[7].
Αιώνες αργότερα από την διατύπωσή της έννοιας αυτής με την πολλαπλή εφαρμογή της, ο Ρόμπερτ Μπόιλ (Robert Boyle, 1627-1691) ένας Άγγλο-Ιρλανδός φιλόσοφος, χημικός, φυσικός και εφευρέτης[7], μία από τις πιο εμβληματικές μορφές επιστημόνων – φιλοσόφων της νεότερης ιστορίας, που θεωρείται και ως ο πρώτος σύγχρονος Χημικός, δεχόμενος ότι το ψύχος αποτελεί έλλειψη θερμότητας, δηλαδή κίνησης των σωματιδίων των σωμάτων, έθεσε υπό εξέταση την αντιπερίσταση με την πρώτη έννοια, αυτή που περιγράφτηκε στα Μετεωρολογικά για να εξηγήσει την δημιουργία χιονιού, πάχνης, βροχής και χαλαζιού. Ο Boyle, προσπαθώντας να αντικρούσει τα αριστοτελικά επιχειρήματα, χρησιμοποίησε όχι μόνο παρατηρήσεις σε φυσικά θερμά και ψυχρά φαινόμενα, αλλά έδωσε ιδιαίτερη σημασία στα πειράματα που σχεδίασε με τη χρήση θερμοσκοπίων[8], σε μία μακρά περίοδο (1650-1665), τα αποτελέσματα των οποίων δημοσιεύτηκαν στην πραγματεία του με τίτλο New Experiments and Observations Touching Cold, or an Experimental History of Cold. Η συζήτηση σχετικά με την αντιπερίσταση σε διακριτό κεφάλαιο της πραγματείας του, αποτέλεσε τη συμβολή του Boyle σε μία προβληματική της εποχής του, που η εμπειρική επιβεβαίωσή της μέσω ορισμένων φαινομένων κρατούσε την αντιπερίσταση ζωντανή ως διαμάχη[8]. Ο Αριστοτέλης, οι αριστοτελικοί και ο Boyle, στο διάβα των αιώνων, για να φτάσουν στο αντίθετο, το ψύχος, χρησιμοποίησαν ο καθένας τα δικά του επιχειρήματα, δίνοντας παραδείγματα για την ύπαρξη ηφαιστείων, θέσεων έκλυσης θερμών ατμών που αναδύονταν από το εσωτερικό της γης, περιγράφοντας υπόγεια ύδατα αυξημένης θερμοκρασίας, καθώς και την αυξημένη θερμοκρασία σε βαθειά ορυχεία, σε βάθη μεγαλύτερα (δηλ. κάτω από την περιοχή του εδάφους που επηρεάζεται από την ημερήσια και εποχιακή θερμοκρασιακή διακύμανση), φυσικά δηλαδή φαινόμενα που σχετίζονται με γηγενή θερμότητα, γεωθερμική βαθμίδα, επίκαιρες επιστημονικές έννοιες στενά συνδεδεμένες με την επιστήμη της Γεωθερμίας. Στις περιπτώσεις αυτές όμως η προσέγγιση της σχέσης των Γεωεπιστημών με την έννοια της αντιπερίστασης είναι έμμεση.
Μια άμεση σχέση μεταξύ της έννοιας της αντιπερίστασης και των Γεωεπιστημών υπάρχει και είναι συνδεδεμένη με την διερεύνηση ενός φυσικού χαρακτηριστικού των σπηλαίων, της θερμοκρασίας τους. Τα σπήλαια είναι γεωμεορφολογικοί σχηματισμοί ιδιαίτερου φυσικού κάλους, με σπάνιους εσωτερικούς διάκοσμους που δημιουργήθηκαν κάτω από ιδιαίτερες και μοναδικές για το κάθε σπήλαιο μορφοτεκτονικές συνθήκες. Κατοικήθηκαν από τα πρώτα ανθρωποιειδή και στη συνέχεια τους πρώτους ανθρώπους σε όλα τα σημεία του πλανήτη. Στην χώρα μας ήταν χώροι των χθόνιων θεών, αλλά πολλά από αυτά ακόμα και σήμερα φιλοξενούν ιερούς ναούς. Αν και υπάρχουν πολλές δεκάδες χιλιάδες στην ελληνική επικράτεια η πλειονότητά τους κατανέμεται στους νομούς της Κρήτης, με τα Χανιά να έχουν το μεγαλύτερο ποσοστό. Σε όλον τον κόσμο τα σπήλαια με τις ιδιαιτερότητες τους είναι τόπος περιηγητών, επιστημόνων αλλά και επαγγελματιών. Στην χώρα μας όσα δεν αξιοποιούνται τουριστικά, ή δεν ανασκάπτονται από τις διάφορες Αρχαιολογικές Εφορίες, δηλαδή η συντριπτική πλειοψηφία τους, είναι είτε εγκαταλειμμένα, είτε χρησιμοποιούνται ως στάνες. Σε άλλες χώρες π.χ. στην Γαλλία αρκετά σπήλαια χρησιμοποιήθηκαν εδώ και πολλούς αιώνες από κτηνοτρόφους όχι για ενσταυλισμό, αλλά για την παρασκευή τυριών, όπως το πασίγνωστο ροκφόρ (roquefort) που ωριμάζει στα σπήλαια της περιοχής, αξιοποιώντας τις σταθερές συνθήκες θερμοκρασίας και υγρασίας του εσωτερικού των σπηλαίων. Η μελέτη των φυσικών χαρακτηριστικών των σπηλαίων άρχισε στην Ευρώπη εδώ και αιώνες.
Τρίτη στάση: H Ευρώπη εδώ και δεκαετίες μας παίρνει μέρος του ΦΠΑ μας για να μας συντονίσει. Γνωρίζοντας τις προτάσεις της (οι οποίες και υιοθετήθηκαν) για την διαχείριση των υπόγειων υδάτων (να γίνεται με κριτήρια επίγειων υδάτων, δηλ. σε επίπεδο υδρολογικής λεκάνης), θα εμπιστευτούμε τυχόν προτάσεις της για την διαχείριση των σπηλαίων;
Ο γιατρός και φυσιοδίφης Nicolaus Steno (1638–86) είναι ο πρώτος γεωεπιστήμονας που στα πλαίσια των φυσιολατρικών του ερευνών σύζευξε την έννοια της αντιπερίστασης στη μελέτη σπηλαίων. Ο Steno που η αγάπη του για τα φυσικά φαινόμενα, τα ταξίδια, οι ανατομικές του μελέτες σε ζώντες οργανισμούς (ανατομία σε κεφάλι καρχαρία) τον οδήγησε στα όμορφα μονοπάτια της Παλαιοντολογίας, εμβάθυνε με τις μελέτες του την συστηματική της αναζήτησης και μελέτης απολιθωμάτων και αυτό τον ώθησε να ορίσει τις τέσσερεις βασικές και ακόμα εν ισχύ αρχές της Στρωματογραφίας: της υπέρθεσης, αρχικής οριζοντιότητας, αρχικής πλευρικής συνέχειας και των σχέσεων εγκάρσιας διάτμησης καθώς και την, επίσης εν ισχύ, πρώτη αρχή της Κρυσταλλογραφίας, γνωστή ως νόμος του Steno, ή νόμος σταθερών γωνιών[9].
Ο Δανός επιστήμονας Niels Steensen γνωστός και ως Nicholas Steno (1638 – 1686) ήταν πρωτοπόρος τόσο στον χώρο της Ανατομίας όσο και στον χώρο της Γεωλογίας[9]
Μερικά χρόνια αργότερα και ανεξάρτητα από τα πειράματα του Boyle, το καλοκαίρι του 1671, κατευθύνθηκε βόρεια προς τις Άλπεις εξοπλισμένος με επιστημονικά όργανα για να μετρήσει χωρικά στοιχεία και θερμοκρασίες σπηλαίων. Εξουσιοδοτημένος από την Accademia del Cimento και τον Cosimo III de’ Medici (1642–1723), Μεγάλο Δούκα της Τοσκάνης, ξεκίνησε να ελέγξει την επιστημονική έννοια της αντιπερίστασης στα παγωμένα σπήλαια Γκρέστα (Τρεντίνο) και Μονκοντένο (Λομβαρδία). Στόχος του να ελέγξει τις αναφορές (δηλ. στο κατά πόσο ισχύει) ότι οι αλπικές σπηλιές παράγουν τον πάγο τους κατά τους καλοκαιρινούς μήνες λόγω αντιπερίστασης. Αυτό το φαινόμενο κέντρισε το ενδιαφέρον του Steno και τον παρακίνησε να κάνει τις δικές του επιτόπιες παρατηρήσεις. Στην άμεση επικοινωνία που διατηρούσε με τον Cosimo του έστειλε σκίτσα του παγοσπηλαίου Moncodeno, συμπεριλαμβανομένων δύο λεπτομερών γεωλογικών τομών που συνοδευόταν από επεξηγηματικές αναφορές. Οι λεπτομερείς έρευνες και οι επιτόπιες μετρήσεις που διεξήγαγε ενίσχυσαν το επιχείρημά του κατά της αντιπερίστασης, αφού κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η χαμηλή θερμοκρασία στο εσωτερικό του σπηλαίου προκλήθηκε από τη συσσώρευση χιονιού στην είσοδο και δεν οφειλόταν στην αλληλεπίδραση της συγκέντρωσης ψυχρού αέρα στο εσωτερικό με τον θερμό αέρα στο εξωτερικό των σπηλαίων[10], ένα συμπέρασμα ούτε καθολικό, ούτε μονοσήμαντο.
Τέταρτη στάση: Η πρώτη σύζευξη της αριστοτελικής έννοιας αντιπερίσταση με γεωεπιστημονικό φαινόμενο, την θερμοκρασία σπηλαίων, ένα θέμα που ακόμα παραμένει αντικείμενο μελέτης. Μέχρι το ξεκίνημα της Αναγέννησης χρησιμοποιήθηκε συστηματικά ο Αριστοτέλης, σε σημείο που οι απόψεις του να θεωρηθούν δόγμα. Πόσοι από τους σημερινούς επιστήμονες θεωρείτε ότι γνωρίζουν όχι το συνολικό του έργο, αλλά τις απόψεις του για τα στενά ερευνητικά τους γνωστικά πεδία;
Ένα παράδειγμα της «μετοίκησης» αυτής της έννοιας σε ένα άλλο επιστημονικό πεδίο αποτελεί η χρήση της στην ερμηνεία των διεργασιών που σχετίζονται με την κίνηση των σωμάτων και τα είδη των κινήσεων: (α) ἀλλοίωσις (η ποιοτική μεταβολή των σωμάτων), (β) αὔξησις καὶ φθίσις (ποσοτική μεταβολή των σωμάτων) και (γ) φορά (μετατόπιση) (Φυσ. 201a10-15). Ο Αριστοτέλης όρισε σε ένα άλλο σημείο του έργου του (Φυσ. 1350, 31-35) την αντιπερίσταση ως εξής: ἀντιπερίστασις δέ ἐστιν, ὅταν ἐξωθουμένου τινὸς σώματος ὑπὸ σώματος ἀνταλλαγὴ γένηται τῶν τόπων, καὶ τὸ μὲν ἐξωθῆσαν ἐν τῷ τοῦ ἐξωθηθέντος στῇ τόπῳ, τὸ δὲ ἐξωθηθὲν τὸ προσεχὲς ἐξωθῇ καὶ ἐκεῖνο τὸ ἐχόμενον, ὅταν πλείονα ᾖ, ἕως ἂν τὸ ἔσχατον ἐν τῷ τόπῳ γένηται τοῦ πρώτου ἐξωθήσαντος[6].
Σύμφωνα με αυτή λοιπόν, όταν ένα ριπτόμενο αντικείμενο, πέτρα, βόλι, βέλος… (το κινητό, αυτό που κινείται) αποσπαστεί από το χέρι ή τόξο…, η κίνηση του υποστηρίζεται από το κινούν, το υγρό ή τον αέρα, εντός του οποίου πραγματοποιείται η κίνηση. Στην περίπτωση κίνησης εντός του αέρα, ο αέρας απωθούμενος από το εμπρός τμήμα του κινητού θεωρήθηκε ότι δημιουργεί κενό. Έντονος πολέμιος του κενού ο Αριστοτέλης θεώρησε ότι το κινούμενο σώμα θέλοντας να κλείσει το κενό που δημιουργεί στο εμπρός του μέρος, ωθεί τον αέρα προς το πίσω τμήμα του. Με τον τρόπο αυτόν, με την κίνηση που δημιουργείται για να καλυφθεί το κενό, μεταδίδει και την ιδιότητα στο μέσον (στην προκειμένη περίπτωση στον αέρα) να προκαλεί κίνηση, αναλαμβάνοντας τον ρόλο του κινούντος (αυτού που κινεί). Ο αέρας που συγκεντρώνεται στο πίσω μέρος του αντικειμένου δεν έχει μόνο μια παθητική λειτουργία πλήρωσης: έχει επίσης έναν ενεργό, προωθητικό σκοπό, ο οποίος, για περιορισμένο χρονικό διάστημα, ωθεί τον κινούμενο προς μια κατεύθυνση[11]. Για να λειτουργεί η «ανακύκλωση» του αέρα που περιέγραψε ο Αριστοτέλης, οι κινήσεις των σωμάτων δεν μπορεί να είναι συνεχείς αλλά διαδοχικές. Η «κινητήρια δύναμη» που μεταδίδεται στο μέσον από την ανακύκλωση του αέρα για την κάλυψη του κενού, μειώνεται σταδιακά με κάθε διαδοχική κίνηση και κάποτε σταματά.
Αν και σήμερα γνωρίζουμε ότι δεν καλύπτεται κανένα κενό, ο Αριστοτέλης περιέγραψε με τον τρόπο αυτόν την έννοια της τυρβώδους ροής που προηγήθηκε πολλούς αιώνες της ακριβώς αντίθετης, της νευτώνιας ροής. Μόνο που κάθε είδος ροής π.χ. η ροή του αέρα όπως και κάθε σώμα που την προκαλεί όταν κινείται εντός αυτού, όπως τώρα γνωρίζουμε, ανήκει στο κινητό και όχι στο κινούν.
Περιγραφική αναπαράσταση
της αρχής μιας εκ των δύο βασικών εννοιών της αντιπερίστασης.
Κίνηση του βέλους από δεξιά
προς τα αριστερά.
Αυτή ακριβώς η αδυναμία της προσέγγισης του Αριστοτέλη εντοπίστηκε και δέχθηκε κριτική από τον Ιωάννη τον Φιλόπονο τον 7ο μ. Χ. αιώνα, από την εισήγησή του περί ύπαρξης μιας κινητικής ενέργειας που μεταδίδεται στο κινητό από το κινούν (“λέγω δὴ ὅτι ἑνέργειά τις ἀσώματος κινητικὴ ἑνδίδοται ὑπὸ τοῦ ῥιπτοῦντος τῷ ῥιπτουμένῳ)[12]. Με την εισήγηση αυτής της έννοιας άνοιξε τον δρόμο για τον νεότερο διανυσματικό όρο «ορμή», τoν βαθμιδωτό όρο «κινητική ενέργεια», αλλά και φυσικούς όρους, όπως η αδράνεια, η ωθητική δύναμη, η ποσότητα κίνησης, ο συσχετισμός της κινούσας δύναμης και της ταχύτητας, η αντίσταση του υλικού μέσου, κ.ά..[13]. Εξελίσσοντας ο Ιωάννης Μπουριντάν (Jean Buridan) τον 14ο αιώνα τη σκέψη του Φιλόπονου, έδωσε το όνομα Impetus (ρύμη ή όρμηση) στο αίτιο της κίνησης των βλημάτων και συνόψισε μια νέα θεωρία που αντικατέστησε την Αριστοτελική τουλάχιστον για δύο αιώνες. Έναν αιώνα αργότερα ο φιλόσοφος Albert of Saxony έδωσε μια λεπτομερή προσέγγιση της πλάγιας βολής ενός σώματος στηριζόμενος στη θεωρία του Buridan, ενώ η έννοια Impetus, βοήθησε καθοριστικά τον Νεύτωνα να διατυπώσει τους τρεις νόμους του, που αποτέλεσαν και την αφετηρία της σύγχρονης Φυσικής.
Τελευταία στάση: Με απλά λόγια η αντιπερίσταση, αν και αυτονόητα και αναγκαία δέχτηκε κριτική και διαχρονικές τροποποιήσεις, παρέμεινε ενεργή στο φιλοσοφικό και μετέπειτα επιστημονικό προσκήνιο, για πολλούς αιώνες και παραμένει στον πυρήνα των νόμων του Νεύτωνα, επικαιροποιημένη και επενδυμένη με τον καθοριστικό για την γένεση των μοντέρνων επιστημών μαθηματικό μανδύα τεκμηρίωσής της…και ας αφήσουμε τους Ευρωπαίους να επαίρονται….
Αναφορές
[1]https://www.eleto.gr/download/Conferences/ 7th%20Conference/7th_00a-KalfasVassilis_Aristotle%27s-Language2_V02.pdf
[2]https://www.academia.edu/4396507/Antiperistasis_A_Platonic_Theory_in_Aurelio_P%C3%A9rez_Jim%C3%A9nez_Jos%C3%A9_Garc%C3%ADa_L%C3%B3pez_Rosa_Aguilar_ed_Plutarco_Plat%C3%B3n_y_Arist%C3%B3teles_Actas_del_V_Congreso_Internacional_de_la_I_P_S_Madrid_Cuenca_4_7_de_mayo_de_1999_p_417_430
[3] https://zs.thulb.uni-jena.de/receive/jportal_jparticle_00280362?XSL.q=zur%20Geschichte%20der%20antiperistasis
[4] https://myria.math.aegean.gr/lds/web/
[5]https://commons.wikimedia.org/w/index.php?curid=36512770
[6] https://www.didaktorika.gr/eadd/handle/10442/46235
[7]https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A1%CF%8C%CE%BC%CF%80%CE%B5%CF%81%CF%84_%CE%9C%CF%80%CF%8C%CE%B9%CE%BB
[8] https://www.didaktorika.gr/eadd/handle/10442/23057
[9]https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9D%CE%B9%CE%BA%CF%8C%CE%BB%CE%B1%CE%BF%CF%82_%CE%A3%CF%84%CE%AD%CE%BD%CE%BF
[10] https://www.cambridge.org/core/journals/british-journal-for-the-history-of-science/article/abs/mapping-the-invisible-knowledge-credibility-and-visions-of-earth-in-early-modern-cave-maps/9A626594DED16EB9785EDA54E150EF2B
[11] https://journals.uco.es/index.php/refime/article/view/15134
[12] https://en.wikipedia.org/wiki/John_Philoponus
[13] http://ikee.lib.auth.gr/record/326452/files/GRI-2021-29615.pdf
*Ο Μανόλης Μανούτσογλου,
είναι καθηγητής και τ. κοσμήτορας της Σχολής Μηχανικών Ορυκτών Πόρων του Πολυτεχνείου Κρήτης