Η ειρηνική επίλυση των διαφορών και των συγκρούσεων των µαθητών που αξιοποιεί το φιλότιµο και την ευαισθησία τους, µε την παρέµβαση «ειρηνοποιών» συµµαθητών τους, µετά από άµεση ή έµµεση προτροπή των εκπαιδευτικών και της ∆ιεύθυνσης του σχολείου, ήταν ανέκαθεν µια άτυπη αποτελεσµατική πρακτική συµφιλίωσης των παιδιών και επαναφοράς του κλίµατος ηρεµίας στη σχολική µονάδα.
Σήµερα η συµφιλίωση αυτή επιτυγχάνεται µε τη βούλα της παιδαγωγικής επιστήµης και µε συγκεκριµένους ξεκάθαρους κανόνες µέσα από τη δοµηµένη διαδικασία της Σχολικής ∆ιαµεσολάβησης, η οποία αποτελεί ένα σύγχρονο εργαλείο αποτελεσµατικής στρατηγικής πρόληψης και ενίσχυσης των µοντέλων ειρηνικής επίλυσης των διαφορών των παιδιών.
Η ∆ΙΑ∆ΙΚΑΣΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΟΦΕΛΗ
Μαθητές και εποπτεύοντες εκπαιδευτικοί, µετά από κατάλληλη βιωµατική επιµόρφωση, αναλαµβάνουν το ρόλο του διαµεσολαβητή, µέσα από την εκπόνηση προγραµµάτων διαµεσολάβησης σε όλες τις σχολικές βαθµίδες, ακόµα και στο ∆ηµοτικό. Κατά τη διάρκεια των προγραµµάτων αντιπροσωπευτικός αριθµός παιδιών και εφήβων διαµεσολαβητών, ανάλογα µε το µέγεθος της σχολικής µονάδας, εκπαιδεύεται από τη συντονιστική οµάδα των εκπαιδευτικών που έχει αναλάβει το πρόγραµµα στην απόκτηση δεξιοτήτων επίλυσης των συγκρούσεων και στην ικανότητα να παρέχει συναισθηµατική και κοινωνική υποστήριξη σε συνοµηλίκους τους που βρίσκονται σε δύσκολη θέση. Απώτερος στόχος της διαµεσολάβησης είναι οι µαθητές να καταλήξουν σε µια συµφωνία προκειµένου να µην επαναληφθεί η προσβλητική ή επιθετική συµπεριφορά , αλλά και η αποκατάσταση της σχέσης.
Η ενεργητική ακρόαση, η ενσυναίσθηση, η υποµονή, η εχεµύθεια, ο εθελοντισµός, η διάθεση προσφοράς και η ευγένεια είναι µερικές από τις δεξιότητες που βοηθούν το διαµεσολαβητή να οδηγήσει τους διαφωνούντες στην επιλογή της ιδανικής για αυτούς λύσης, επιδιώκοντας τη µέγιστη ικανοποίηση των εµπλεκοµένων πλευρών µέσα από ένα δίκαιο αποτέλεσµα.
Οι διαµεσολαβητές είναι πρόσωπα αποδεκτά στη σχολική κοινότητα η οποία ευαισθητοποιείται κατάλληλα στο σύνολό της και εκείνη στο θεσµό της διαµεσολάβησης, ενώ η διαδικασία µπορεί να περιλαµβάνεται ως πρόταση επίλυσης συγκρούσεων και στον κανονισµό λειτουργίας της σχολικής µονάδας.
Η σχολική διαµεσολάβηση διευκολύνει τη µαθησιακή διαδικασία, βελτιώνει το κλίµα του σχολείου, αποτρέπει την κλιµάκωση της βίας, ενισχύει το πλαίσιο συνεργασίας µεταξύ των µαθητών και τονώνει τη δηµοκρατική λειτουργία του σχολείου.
Η ΥΠΑΡΧΟΥΣΑ ΕΜΠΕΙΡΙΑ
ΚΑΙ Η ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ
Προγράµµατα σχολικής διαµεσολάβησης εφαρµόζονται µε ιδιαίτερη επιτυχία από τη δεκαετία του 1980 σε πολλές χώρες της Ευρώπης, στην Αµερική, στην Αυστραλία και στη Νέα Ζηλανδία.
Σηµαντική εµπειρία καλών πρακτικών σχολικής διαµεσολάβησης έχει καταγραφεί και στη χώρα µας, από τα µέσα της δεκαετίας του 2000, µέσα από ένα δίκτυο για αυτό το σκοπό συνεργαζόµενων σχολείων.
Εµπειρία που αξίζει να αξιοποιηθεί µε τη διεύρυνση του θεσµού και την εφαρµογή του µε την κατάλληλη συστηµατική επιστηµονική παρακολούθηση σε περισσότερα σχολεία της χώρας µας, ως εναλλακτική πρακτική επίλυσης των συγκρούσεων η οποία αντικαθιστά σε αρκετές περιπτώσεις, χωρίς να είναι πανάκεια, το αυστηρό πειθαρχικό σύστηµα τιµωρίας. Σε συνδυασµό βεβαίως µε τη λήψη και άλλων αποτελεσµατικών µέτρων πρόληψης, στον αντίποδα των µέτρων της καταστολής και του αυστηρού ισχύοντος από φέτος νοµοθετικού πλαισίου το οποίο έχει δηµιουργήσει ήδη εκρηκτικές καταστάσεις σε πολλά σχολεία της χώρας µας.
*Η Μαρία Μαράκη είναι φιλόλογος, πρώην λυκειάρχης