Μη χολοσκάς για ταύριο
Αφού δεν ήρθ’ ακόμα
Και λύπη και μετανιωμό
Μη νιώθεις για το χτες
Αφού κι’ αυτό δεν είναι πια
παρά μια χούφτα χώμα.
Το σήμερα που γύρω σου
Από ζωή γεμάτο
Κοίτα να ζήσεις!…
Αύριο θα ’ναι κι αυτό φευγάτο.
Μιχάλης Γρηγορακης, Οχτώμπρης του ’68 “ρίμες νοσταλγικές” (1)
ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗ ΛΗΘΗ
Μιχάλης Γρηγοράκης: εμβληματική μορφή, την Παρασκευή συμπληρώθηκαν εννιά χρόνια -πότε πέρασαν- από τον θάνατό του. Στην εποχή που έγραφε ο αείμνηστος Μ.Γ. τις “ρίμες νοσταλγικές”, αναφέρεται ο σπουδαίος φίλος της Κρήτης, Αντόνιο Ταμπούκι στο διήγημά του, “νύχτα θάλασσα ή απόσταση” (2) «ήθελε να είναι γιορταστική αλλά αποδείχτηκε ζοφερή είπε: Νοέμβριο του 1968, μήνα της πτώσης του σαλαζαρισμού (3). Ήταν παράξενο το πόσο ο Νοέμβριος έγινε ξαφνικά παρών με το άκουσμα εκείνο των λέξεων. Ήταν μια διάφανη μέρα του Οκτώβρη και την είχαν περάσει στην παραλία παίρνοντας…»
Ο Μιχάλης, σφυρηλατημένος στις αρχές του σοσιαλισμού, διώχτηκε από τη χούντα κατά τη διάρκειά της, επανήλθε στη μεταπολίτευση στην υπηρεσία του στη Δημοτική βιβλιοθήκη όπου με υπέρβαση ωραρίου, δούλευε και μετά τη συνταξιοδότησή του. Σε ερώτηση μου, οι άνθρωποι της βιβλιοθήκης που τον έζησαν, συνέταξαν ένα πυκνό κείμενο και μου το έδωσαν διά μέσου της διευθύντριας τους, κυρίας Βιβής Χουδαλάκη
Ανεβαίνοντας την κεντρική σκάλα της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Χανίων, στην αριστερή αίθουσα και άνωθεν της εισόδου της, αναγράφεται σε πλακέτα “Αίθουσα Μιχάλη Γρηγοράκη”. Ενας μικρός φόρος τιμής και μνήμης στον αγαπημένο μας και αλησμόνητο Μιχάλη.
Από τους πρωτεργάτες της συλλογής και οργάνωσης του αρχειακού υλικού της Βιβλιοθήκης. Αρχειακό υλικό ανεκτίμητης αξίας για τη Βιβλιοθήκη και τον τόπο μας. Προκηρύξεις της γερμανικής κατοχής, έγγραφα, χειρόγραφα, φωτογραφίες, αφίσες, λαογραφικά αντικείμενα, είναι αυτά που αναζητούσε ο Μιχάλης.
Ενας υπάλληλος χωρίς ωράριο εργασίας, με αγάπη για τη δουλειά του.
Η παρουσία και η προσφορά του στη Βιβλιοθήκη ήταν καθημερινή έως το τέλος. Συνέχιζε να οργανώνει αρχεία, να εμπλουτίζει τη συλλογή, συγκεντρώνοντας νέο υλικό.
Πάντα στο πλευρό μας ως δάσκαλος, φίλος, συμβουλάτορας να προσφέρει τις γνώσεις του. Άνθρωπος με ήθος, αξιοπρέπεια, απλός, σεμνός, αδιάφορος στη δημοσιότητα και στην προβολή του εαυτού του και του έργου του.
Αγαπημένα του θέματα η ιστορία, η λαογραφία, η κοινωνική ζωή της πόλης, η γλώσσα, πλούτισε την κρητική βιβλιογραφία με βιβλία και άρθρα σε περιοδικά και εφημερίδες.
Η απουσία του μεγάλη και αυτό που οφείλουμε να κάνουμε είναι να τον κρατάμε ζωντανό στη μνήμη μας.
Όλα τα βιβλία του βρίσκονται στη συλλογή της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Χανίων. Αναλυτικά:
– Λυρικά τραγούδια
– Μικρά λυρικά
– Ρίμες νοσταλγικές
– Τραγούδια της ζωής
– Ιδομενέας Παπαγρηγοράκης: Βιβλιογραφικά
– Χανιώτικος Τύπος: 1831-1981
– Εύθυμες κρητικές ιστορίες
– Κρητικά λαογραφικά για τους μήνες
– Χανιώτικα παραδοσιακά επαγγέλματα
– Φρασεολογικά: ή παροιμιακές φράσεις
– Τα Χανιά: όπως τα είδαν οι ξένοι
– Το Τυπογραφείο της μεγάλης κρητικής επανάστασης 1866-1869
– Χανιώτικες φυσιογνωμίες
ΤΑ ΦΑΚΕΛΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΜΙΓΡΗ
«Είχε κι ένα άλλο πάθος: τα βιβλία. Εδώ λοιπόν, πάνω στις ανοιχτές εταζέρες, βρισκόταν σε πυκνές σειρές ένας πραγματικός θησαυρός. Βιβλία σε όλους τους τοίχους, πράσινα, κόκκινα, με χρυσά γράμματα, με κίτρινο δέσιμο ή με μαύρο δέρμα, περιτριγύριζαν τον Λαριόσικ που βρισκόταν ακόμη στο “βιβλιοπωλείο” άλλοτε βαδίζοντας μπρος στους τοίχους τους σκεπασμένους με βιβλία, άλλοτε καθισμένος για να εξερευνήσει τις κάτω σειρές…» Από το 13ο κεφάλαιο του βιβλίου “Λευκή Φρουρά” του Μιχαήλ Μπουλκάκοφ (4)
“Γράμματα χρυσά” θυμήθηκα στο χωριό της μάνας μου το Κουστογέρακο , το γέρο θείο ΜυριζοΓιωργιό, τον αποκαλούμενο “Αίσωπο” λόγω της λαϊκής σοφίας του, που μου ελεγε το 1968… 1969 στην εφηβεία μου. «Ακου κοπέλι μου, υπάρχουν τριών λογιώ γράμματα, τα χρυσά, τα αργυρά και τα μπακιρένια, όχι γιατί φαίνονται έτσι αλλά γιατί υπάρχουν έτσι, δεν είναι σαν το κουτί του Δόγη (5) είναι έτσι γιατί αντέχουν στο χρόνο, τα μπακιρένια είναι εκείνα που δε σου λένε τίποτα με το που τα διαβάσεις τα ξεχνάς, τα αργυρά είναι εκείνα που είναι καλά αλλά τα διάβασες, τα… ξέχασες αφού δεν τα διασταυρώνεις και τέλος εκείνα τα χρυσά τα σπουδαία, τα βιωματικά, αυτά που μπαίνουν βαθιά στο νου και στην ψυχή για να τα χρησιμοποιήσεις για το καλό της κοινότητας.»
Το ήξερε αυτό ο Γρηγοράκης, ο “Μίγρης” για τους φιλότεχνους, νοιαζόταν συνεχώς για τους άλλους, της συνοικίας του, της αγαπημένης Νέας Χώρας, τους Χανιώτες, τους Κρητικούς, τους απανταχού Ελληνες. Κείμενα στον “Παρατηρητή”, στα “Χανιώτικα Νέα”, βιβλία με συστηματική γνώση, τεκμηρίωση και κυρίως, μεθοδική ταξινόμηση σε φακέλους, της γραπτής δημοσιευμένης γνώσης. Λες και σαν αντίδοτο στο φακέλωμα των Υπηρεσιών στα “κομουνιστικά του φρονήματα” ο βαθιά δημοκράτης Γρηγοράκης φακέλωνε για χρόνια πολλά με μεθοδικότητα τη δημοσιευμένη γνώση, τον θυμάμαι στο μεγάλο πασίγνωστο βιβλιοπωλείο “Σχήμα” του Γιάννη Βερυβάκη και του φίλου του Κυριάκου να αγοράζει τους κίτρινους ή άσπρους φακέλους των 32χ23 που διευκόλυναν να βάζει διπλωμένες τις σελίδες των εφημερίδων. Λειτουργούσε με το ιερό πάθος του συλλέκτη . Επιλέγω από το “Αποσυσκευάζω τη βιβλιοθήκη μου” (6 ) του περίφημου φιλοσόφου Walter Benjamin, «τη βαθύτερη σαγήνη τη νιώθει ο συλλέκτης όταν περικλείει τα μεμονωμένα αντικείμενα μέσα σε ένα μαγικό κύκλο όπου ακινητοποιούνται, ενώ τα διατρέχει το τελευταίο ρίγος, το ρίγος που συνοδεύει την απόκτηση τους. Ο,τι είναι μνήμη, σκέψη, συνείδηση, γίνεται βάθρο, πλαίσιο, στυλοβάτης, περίφραξη της περιουσίας του…». Βέβαια, αυτή η διάθεση για προσωπική συλλογή με συλλεκτικά χαρακτηριστικά δεν υπήρχε ούτε σαν πρόθεση ούτε σαν πράξη από το “Μίγρη” αφού εργαζόταν για δύο κανονικά αρχεία, τα αντίστοιχα της Δημοτικής Βιβλιοθήκης αλλά και εκείνα από τα “Χανιώτικα Νέα” που έχουν μια υποδειγματική αρχειοθέτηση, σε ειδικά έπιπλα ταξινομημένης φακελοποίησης που διατηρούν τα “Χ.Ν.” και μετά τον θάνατό του, προέκταση του μοναδικού πλούτου του Μουσείου Τυπογραφίας που στήριξε και στηρίζει (7) η οικογένεια Γαρεδάκη, ως ένα Μουσείο πρότυπο ανοιχτής προσβασιμότητας για το κοινό. Για τον Μιχάλη Γρηγοράκη που είχε ένα ακόμα πάθος, την αγάπη στην τοπική ζωγραφική και ήταν ένας διακριτικός συλλέκτης ζωγράφων, όπως οι Ζαχαράκης, Κελαϊδής, Κουνάλης, θα αναφερθούμε σε επόμενο κείμενο καθώς και για την εμπλοκή του και τον αγώνα του για την υλοποίηση της Δημοτικής Πινακοθήκης και την υποστήριξή του σε νέους καλλιτέχνες… Τελειώνω με την άποψη του Benjamin «διότι στα μύχια της ψυχής του ενοικούν πνεύματα, ή τουλάχιστον μικρά στοιχειά, που επενεργούν με τέτοιο τρόπο ώστε ο συλλέκτης -εννοώ τον γνήσιο συλλέκτη, όπως πρέπει να είναι- θεωρεί πως η κατοχή είναι η βαθύτερη όλων των σχέσεων που μπορεί να έχει κανείς εν γένει με τα αντικείμενα όχι πως αυτά θα ζωντάνευαν μέσα του΄ αντίθετα, αυτός κατοικεί μέσα τους…»
Στον Μιχάλη κλείνοντας, αφιερώνω τρεις στίχους χαϊκού που αυτοσχεδίασα:
Στη Νέα Χώρα
αθάνατη αιώρα
ως Μιγροκαλή.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1) Θυμάμαι που μου ’λεγε ο Μ. Γρηγοράκης όταν του μίλαγα για ποίηση «εγώ έγραψα και ποίηση αλλά δεν είμαι ποιητής. Η ιστοριογραφία και η κοινωνική αρθρογραφία μ’ ενδιαφέρει…».
2) Το διήγημα από τη συλλογή διηγημάτων με τον τίτλο “Μαύρος Άγγελος” εκδ. “Άγρα”, μετάφραση Ανταίος Χρυσοστομίδης.
3) Σαλαζαρισμός. Όρος από τη διακυβέρνηση της Πορτογαλίας από τον Αντόνιο ντε Ολιβέιρα (Σαλαζάρ) πρωθυπουργός από το 1932 έως το 1968 εγκαθίδρυσε το καθεστώς του νέου κράτους. Αμφιλεγόμενος.
4) “Λευκή φρουρά” του Μιχαήλ Μπουλκάνοφ, γράφτηκε το 1925 (αναφέρεται στο Γενάρη του 1919, εκδ. “Το Βήμα”, μεταφρ. Αντρέας Φραγκιάς. Άλλα σπουδαία έργα του συγγραφέα “Η καρδιά του σκύλου”, “Ο Μαιτρ και η Μαργαρίτα”.
5) Είναι γνωστή η αναφορά στον “Έμπορο της Βενετίας”, του Σαίξπηρ και η συμπληρωματική αναφορά στα “3 κουτιά” του Φρόιντ, εκδ. “Άγρα”.
6) “Αποσυσκευάζω την βιβλιοθήκη μου – λόγος για τη συλλεκτική δραστηριότητα”, μετάφραση για τη συλλεκτική δραστηριότητα εκδ. “Αγρα”, μετάφραση Βαγγέλης Μπιτσώρης.
7) Σε λίγες μέρες ξεκινούν οι δραστηριότητες του Μουσείου Τυπογραφίας που πιστοποιούν ότι η φήμη του έχει φύγει από τα σύνορα της χώρας.