Γαλλία 14ος αιώνας. Σε ένα μικρό παρεκκλήσι, της πόλης Λιρύ (Lirey) κοντά στην πόλη Τρουά (Troyes) της Γαλλίας, ήρθε στο φως ένα κομμάτι ύφασμα, όπου κανείς μέχρι τότε δεν θα αναλογιζόταν τις απορίες, τις αμφισβητήσεις και τη μεγάλη διαμάχη που θα δημιουργούσε, ανάμεσα στον Εκκλησιαστικό και Επιστημονικό κόσμο. Σήμερα λοιπόν θα αναφερθούμε στην Σινδόνη του Τορίνο ή την Ιερά Σινδόνη. Πρόκειται για ένα σεντόνι, ένα λινό ύφασμα μήκους 4,30 μέτρων και πλάτους 1,10 μέτρων, κατασκευασμένο από επιτηδευμένο κέντημα, ψαροκόκαλο, με όμοια πλέξη τρία (3) προς ένα (1), τεχνική που πρωτοεμφανίστηκε στον Ευρωπαϊκό χώρο, αρχές του 14ου αιώνα. Γιατί, προκαλεί για αιώνες σημείο διαμάχης ανάμεσα στο Θρησκευτικό και Επιστημονικό κόσμο; Απλούστατα, διότι σύμφωνα με την Θρησκευτική Κοινότητα, η Σινδόνη του Τορίνο ήταν το ύφασμα με το οποίο τυλίχτηκε το σώμα του Ιησού Χριστού, μετά την αποκαθήλωση του από το σταυρό, ενώ υποστηρίζεται ότι ενταφιάστηκε επίσης με αυτό. Εν αντιθέση, η Επιστημονική Κοινότητα αρνείται τον παραπάνω ισχυρισμό, παρουσιάζοντας έρευνες, μελέτες και αποτελέσματα, τα οποία δεν ταυτίζουν χρονολογικά την ύπαρξη της Σινδόνης με την αποκαθήλωση του Ιησού. Ιστορικά, νωρίτερα από το 1357 η προέλευση της Σινδόνης αποτελεί ένα αναπάντητο ερώτημα, με τις απαντήσεις απλά να πιθανολογούν την τοποθεσία αυτής στην Κωνσταντινούπολη και έπειτα από λεηλασία των Σταυροφόρων το έτος 1204, μεταφέρθηκε στη χώρα μας. Επιβεβαιώνεται όμως, ότι κατά το πρώτο μισό του 15ου αίωνα παραδόθηκε σε παρεκκλήσι της Κωμόπολης Λιρύ (Lirey) κοντά στην πόλη Τρουά (Troyes) της Γαλλίας, από την Ζαν ντε Βερζί χήρα του Γάλλου Ιππότη Τζέφρεϋ ντε Σαρνέ. Η Σινδόνη χαρακτηρίστηκε ως πλαστή από τον Επίσκοπο της περιοχής και το ύφασμα, πουλήθηκε τελικά στον Δούκα της Σαβοΐας τον Λουδοβίκο (Louis Ier de Savoie, 24-02- 1413 – 29-01-1465). Ο τελευταίος προχώρησε στη κατασκευή παρεκκλησίου στο Σαμπερύ της Γαλλίας το έτος 1464 και τοποθέτησε το σεντόνι, δείχνοντας την δέουσα σημασία του υφάσματος. Σήμερα η Ιερή Σινδόνη βρίσκεται στο Τορίνο της Ιταλίας. Η αποκάλυψη έγινε το έτος 1898 κατά την 15η επέτειο του Συντάγματος της Σαρδηνίας. Ήταν ο νεαρός Ιταλός φωτογράφος Secondo Piaο, ο οποίος για πρώτη φορά φωτογράφησε την Σινδόνη. Οι αρνητικές πλάκες κατά την εμφάνιση των φωτογραφιών έδειξαν αντίθετους τόνους, οι οποίοι δημιούργησαν μια φυσική εικόνα με τα ανασηκωμένα σημεία από τα μέλη του σώματος να είναι φωτεινότερα, από τα σημεία του σώματος τα οποία έρχονταν σε επαφή με το σεντόνι. Ξεκάθαρα στη Σινδόνη εμφανίζεται ένας γενειοφόρος άνδρας, ηλικιακά προσδιοριζόμενος στα 33 έτη κατά προσέγγιση, ύψους 1,80 και περίπου 77 κιλά. Εντύπωση προκαλεί ότι σε όλο το μήκος σχεδόν της Σινδόνης έχουν βρεθεί κηλίδες αίματος και ίχνη από μαστίγωμα στο στήθος και στην πλάτη, σημάδια από καρφιά, ενώ πληγές καλύπτουν την περιφέρεια του κεφαλιού, που πιθανότατα έχουν προκληθεί από στεφάνι κατασκευασμένο από μυτερά αγκάθια. Ταυτόχρονα, στην πλάτη παρατηρήθηκαν μελανιασμένα σημεία που αποδίδονται σε κάποιο βαρύ αντικείμενο ενώ στη δεξιά θωρακική περιοχή βρέθηκαν σημάδια από αίμα. Ο λόγος της διαμάχης οπότε, είναι εμφανής. Στην επιφάνεια της Σινδόνης έπειτα από αναλύσεις που πραγματοποιήθηκαν το έτος 1999, τόσο από Ισραηλινής όσο και Ελβετικής καταγωγής επιστήμονες, βρέθηκε σημαντικός αριθμός κόκκων γύρης από δέντρα που υπάρχουν σε μεγάλο αριθμό στην περιοχή του Ισραήλ. Οι προσπάθειες χρονολόγησης σε πρώτο βαθμό έδωσαν σημαντικές απαντήσεις. Νωρίτερα στα τέλη του 19ου αιώνα και ειδικότερα το έτος 1988 πραγματοποιήθηκαν έρευνες επίσης από τα Πανεπιστήμια της Οξφόρδης και της Αριζόνα όπως και το Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Ελβετίας. Τα αποτελέσματα προβλημάτισαν. Η μέθοδος χρονολόγησης που χρησιμοποιήθηκε ήταν η ραδιοχρονολόγηση με ραδιοάνθρακα, η οποία βασίζεται στο γεγονός ότι όλα τα ζωντανά υλικά όπως το δέντρο, τα φυτά και ο άνθρωπος απορροφούν διοξείδιο του άνθρακα. (Λυριτζής, 1994, Αρχαιομετρία, Μέθοδοι Χρονολόγησης στην Αρχαιολογία, εκδ. Καρδαμίτσα.). Με την ως άνω μέθοδο αποδείχτηκε η μεσαιωνική κατασκευή της Σινδόνης η οποία χρονικά τοποθετήθηκε μεταξύ 1260 και 1390. Το Βατικανό προς απάντηση ανήγγειλε της εξ νέου μελέτη, της ως άνω χρονικής τοποθέτησης της Σινδόνης από την Ε.Ν.Ε.Α. (Εθνική Υπηρεσία Νέων Τεχνολογιών, Ενέργειας και Βιώσιμης Οικονομικής Ανάπτυξης), η οποία αποφάνθηκε ότι η εικόνα στο σεντόνι είναι αποτέλεσμα υπερφυσικής λάμψης φωτός. Το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης εναντιώθηκε και επέμεινε ότι η μελέτη του παραμένει πέρα από κάθε αμφιβολία, ορθή. Το 2015 ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Πάδοβα αποφάνθηκαν αρχικά στην προέλευση της Σινδόνης από τη Μεσόγειο. Πιο συγκεκριμένα έδωσαν έμφαση για ακόμη φορά στη γύρη που βρέθηκε στη Σινδόνη καταλήγοντας ότι προέρχεται από φυτά της Μεσογείου ενώ υποστηρίχθηκε ότι κατασκευάστηκε στην Ινδία. Πρόσφατα, το Ερευνητικό Τμήμα του ίδιου Πανεπιστημίου, στην αδιάλειπτη του προσπάθεια να χρονολογήσει την Σινδόνη, προχώρησε στη χρήση ηλεκτρονικού μικροσκοπίου με περιβαλλοντική σάρωση και έναν φασματογράφο αχτίνων Χ. Τα αποτελέσματα προβλημάτισαν για ακόμη φορά τη διεθνή κοινότητα καθώς εντοπίστηκε ήλεκτρο ενός μείγματος χρυσού και αργυρίου με μόλυβδο. Οι ερευνητές Τζούλιο Φάντι και Κλαούντιο Φουρλάν, μεταξύ άλλων σύγκριναν την συγκεκριμένη ποσότητα με Βυζαντινά νομίσματα του 11ου και 12ου αιώνα με το ποσοτικό αποτέλεσμα να είναι αυτούσιο. Η συσχέτιση της Σινδόνης με το Βυζάντιο, επιβεβαίωσε τις θεωρίες προέλευσης της, αντέκρουσε τα αποτελέσματα των ερευνών του 1988, ενώ ενίσχυσε την υπόθεση της δημιουργίας στάμπας πάνω στο λινό, με το πάτημα ενός νομίσματος στο ύφασμα, για προσωπικούς λατρευτικούς λόγους (ΑΠΕ-ΜΠΕ / Γιώργης-Βύρων Δάβος, με πληροφορίες από «Corriere della Sera» και «La Repubblica». Τόσο η έρευνα όσο και τα αποτελέσματα αυτής, παρουσιάστηκαν στον Καναδά στη Σύνοδο για τη Σινδόνη και δημοσιεύτηκαν από το περιοδικό Journal of Cultural Heritage. Πηγές, Ian Wilson, 2010, The Shroud, Random House / Λυριτζής,2007, Φυσικές Επιστήμες Στην Αρχαιολογία, εκδ. ΤΥΠΩΘΗΤΩ-ΓΙΩΡΓΟΣ ΔΑΡΔΑΝΟΣ & archaiologia.gr. *Ο Νίκος Κοτσαύτης είναι απόφοιτος Τμημάτων Αρχαιολογίας και Νομικής