Ζει ορισμένες στιγμές ο άνθρωπος που όσο καλά κι αν τις κρύβει στα μύχια της ψυχής του, τις φανερώνει πότε η χαρούμενη και πότε η θλιμμένη του όψη, μοιάζουν σαν την ευωδία των λουλουδιών που κανένας δεν τη θωρεί όμως όλοι την αισθανόμαστε.
Δεν είναι λίγες οι φορές που όλοι μας, λίγο – πολύ, έχουμε αντιληφθεί την απότομη αλλαγή στην όψη ενός φιλικού μας προσώπου και πολύ περισσότερο ενός ανθρώπου του στενού μας οικογενειακού περιβάλλοντος που μας προβληματίζει μεν, όχι όμως στο βαθμό που θα έπρεπε π.χ. βλέπουμε ξαφνικά την όψη ενός γείτονα μας θλιμμένη και σκόπιμα πολλές φορές αποφεύγουμε να τον πλησιάσουμε και να τον ρωτήσουμε τι τον βασανίζει, δικαιολογώντας τον εαυτό μας λέγοντας «να τον ρωτήσω τι του συμβαίνει, κι αν δεν θέλει να μου πει; Αν πάλι δεν τον ρωτήσω και θυμώσει για την αδιαφορία μου αυτή και ψυχρανθούνε οι άριστες μέχρι τώρα σχέσεις μας;» Με λίγα λόγια δυσκολευόμαστε να πάρουμε μιαν απόφαση γιατί δεν ξέρουμε ποια είναι η σωστή και έχουμε δίκιο για τον προβληματισμό μας αυτό γιατί δεν είναι λίγες οι φορές που έχουμε βρεθεί σε δύσκολη θέση προσπαθώντας να βοηθήσουμε μια δυσάρεστη κατάσταση,
Βέβαια, κάποιες φορές το ενδιαφέρον μας έχει φέρει άριστα αποτελέσματα σε διάφορες περιπτώσεις και έχουμε χαρεί γι’ αυτό αλλά σε άλλες έχουμε μετανιώσει για το ενδιαφέρον που δείξαμε. Βέβαια πιο εύκολη είναι η πρόσβαση μας σε ένα συγγενικό μας πρόσωπο ή φιλικό μας όταν βλέπουμε την όψη του χαρούμενη. Εγώ λέω δίχως να θέλω να σας επηρεάσω με αυτό που θα σας πω, ότι όταν πιστεύουμε ότι γνωρίζουμε πολύ καλά το προβληματισμένο άτομο καλό θα ήταν να προσπαθήσουμε να το πλησιάσουμε, με διακριτικότητα και όχι με περιέργεια, να τον ρωτήσουμε, όχι βέβαια ποιο είναι το πρόβλημα που τον βασανίζει αλλά αν επιθυμεί να τον βοηθήσουμε και σε τι μπορούμε να του φανούμε χρήσιμοι. Όμως εδώ ήθελα να προσθέσω και τα πιο κάτω: ο σοφός λαός μας λέει ότι για να γνωρίσεις καλά τον διπλανό σου πρέπει να καταναλώσεις ένα καράβι αλάτι μαζί του, πράγμα που δεν πρόκειται να γίνει ποτέ αυτό. Τώρα, εσείς κάνετε αυτό που σε κάθε περίπτωση νομίζετε ότι είναι σωστό. Εκεί που πρέπει να επιμείνουμε έως ότου πάρουμε μιαν απάντηση που θα μας ικανοποιήσει απόλυτα, είναι στην παρατήρηση της όποιας αλλαγής της όψης ενός παιδιού, έστω κι αν αυτή είναι ανεπαίσθητη και το λέω αυτό γιατί η όψη ενός παιδιού δεν αλλάζει δίχως σοβαρή αφορμή. Όλοι γνωρίζουμε ότι τα παιδιά λένε ψέματα προκειμένου να καλύψουν κάτι σοβαρό που τα απασχολεί ή κάτι σοβαρό που τους έχει συμβεί. Έχοντας υπόψη μας αυτά, εμείς οι μεγαλύτεροι πιστεύω ότι όχι απλά να το ρωτήσουμε τι του συμβαίνει αλλά πρέπει να επιμείνουμε να μάθουμε την αιτία της αλλαγής της όψης του. Κι αν αυτό που θα μας πει δεν μας ικανοποιεί ή δεν μπορούμε να του αποσπάσουμε όλη την αλήθεια, έχουμε χρέος να προβούμε και σε παραπέρα ενέργειες ώσπου να πετύχουμε το ποθητό αποτέλεσμα. Σε αυτές τις περιπτώσεις εκείνοι που θα βοηθήσουν το παιδί πρώτα, κι έπειτα εμάς είναι οι ειδικοί επιστήμονες, είναι η επιστήμη που έχουν σπουδάσει πάνω σε αυτά τα λεπτά θέματα, είναι οι παιδοψυχίατροι, κι άλλοι επιστήμονες που ασχολούνται με τα προβλήματα των παιδιών, που εκείνοι ξέρουν πως θα αντιμετωπίσουν κάθε πρόβλημα που απασχολεί το παιδί. Εκείνοι θα χαράξουν με τις γνώσεις τους καινούργια πορεία στο παιδί και θα το βγάλουν από την όποια πορεία που το οδηγεί στις συμπληγάδες που σίγουρα αν δεν το προλάβουμε θα το συνθλίψουν και έχουμε χρέος ν’ ακολουθήσουμε τις πολύτιμες συμβουλές τους.
Τελειώνοντας το σημερινό άρθρο μου θέλω ν’ απευθυνθώ προς όλες τις μητέρες και να τις υπενθυμίσω ότι εκείνες είναι οι πρώτες που θ’ αντιληφθούν την όποια αλλαγή του παιδιού τους στην αρχή της. Πολλές όμως μητέρες δεν δίνουν την απαιτούμενη προσοχή και δεν δείχνουν την απαιτούμενη σοβαρότητα στο όποιο πρόβλημα που εντοπίζουν π.χ. στην αλλαγή της συμπεριφοράς του παιδιού τους ή στην αλλαγή των συνηθειών του κ.α.π. Μπορεί να το εντοπίζουν το πρόβλημα αλλά νομίζουν πολλές φορές ότι με την απέραντη αγάπη που τρέφουν γι’ αυτά, θα μπορέσουν μόνες τους να λύσουν το πρόβλημα που το απασχολεί. Αυτό κατά την δική μου γνώμη είναι λάθος. Πρέπει να το πούνε στον άντρα τους και να το συζητήσουν το θέμα πολύ σοβαρά οι δυο τους αλλά και πάλι πρέπει να το πάνε το παιδί στους ειδικούς επιστήμονες όπως προαναφέρω και κείνοι θα βρουν τον τρόπο να βοηθήσουν το παιδί αλλά θα συμβουλέψουν και τους ίδιους πως πρέπει ν’ αντιμετωπίσουν το πρόβλημα του παιδιού τους. Δεν είναι όμως λίγοι οι γονείς που προσπαθούν να λύσουν τα προβλήματα των παιδιών τους μόνοι τους λέγοντας ότι αν το μάθουν π.χ. οι γείτονες τι θα πουν ή τι θα πει ο κόσμος γενικότερα. Εδώ πάντα, κατά τη δική μου γνώμη εστιάζεται το μεγάλο λάθος τους. Το πρόβλημα, όποιο κι αν είναι αυτό αν δεν το λύσουμε έγκαιρα θα διογκωθεί κι αναγκαστικά κάποτε θα φανερωθεί από μόνο του. Όταν όμως το αφήσουμε να κάνει την εμφάνισή του από μόνο του τότε δύσκολα πιστεύω ότι θα βρούμε τη λύση του.