Το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όπως είναι γνωστό, βρήκε την οικονομία της Ελλάδας κατεστραμμένη. Ειδικά η αγροτική οικονομία, ο στυλοβάτης της ελληνικής κοινωνίας, προσπαθούσε να συνέλθει και να εκσυγχρονιστεί. Στα πλαίσια αυτής της προσπάθειας εκδόθηκε το 1947 στο Ρέθυμνο η τοπική δεκαπενθήμερη επιθεώρηση «Αγροτική Αυγή» με τα αγροτικά νέα του νομού και πολύτιμες συμβουλές για τους αγρότες. Στο φύλλο της 9/4/1947 υπάρχει μια ενδιαφέρουσα πληροφορία για ένα είδος αγροτικής καλλιέργειας που δεν υπάρχει σήμερα στην Κρήτη, τη σηροτροφία.
Ο δημοσιογράφος αναφέρει ότι τον 19ο αιώνα η σηροτροφία αποτελούσε σημαντική πηγή εσόδων για το νησί και ειδικά για τον νομό Χανίων, ο οποίος στα τέλη το 19ου αιώνα παρήγαγε 200-300 τόνους κουκουλίων. Αυτή τη μεγάλη παραγωγή εκμεταλλευόταν ένα μεγάλο εργοστάσιο γαλλικών συμφερόντων, το οποίο είχε εγκατασταθεί στα Χανιά το 1875. Η κουκουλοπαραγωγή ελαττώθηκε στο τέλος του 19ου αιώνα λόγω της ασθένειας πιπερίτιδας, η οποία προκάλεσε μεγάλες ζημιές και σε άλλες χώρες, με αποτέλεσμα η Κρήτη να στραφεί στην αμπελουργία. Εντούτοις, με το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου η Κρήτη παρήγαγε 35 τόνους κουκουλίων και το 1938 είχε φτάσει τους 89 τόνους ετησίως. Βέβαια, η μεγάλη ποσότητα δεν συνδυάστηκε με καλύτερη ποιότητα, με αποτέλεσμα να διατίθεται σε χαμηλότερες τιμές στην εγχώρια αγορά σε σχέση με τα κουκούλια από άλλες περιοχές της Ελλάδας. Συνολικά η Ελλάδα το 1938 παρήγαγε ετησίως κατά μέσο 2.700 τόνους με πρώτη τη Μακεδονία (1300 τόνοι), δεύτερη την Θράκη (700 τόνοι), Θεσσαλία (320 τόνοι), Πελοπόννησο (250 τόνοι), Κρήτη (89 τόνοι), Εύβοια (30 τόνοι), Ήπειρος (10 τόνοι).
Στην παγκόσμια κατάταξη η Ελλάδα κατείχε την έβδομη θέση πίσω από την Κίνα (330.000 τόνοι), την Ιαπωνία (60.000 τόνοι), την Ιταλία (33.000 τόνοι), τη Ρωσία (20.000 τόνοι), την Κορέα (19.000 τόνοι) και την Ινδία (16.000 τόνοι). Στη συνέχεια, ο αρθρογράφος προτείνει μια σειρά μέτρων από το κράτος για την ενίσχυση τη σηροτροφίας. Έτσι, προτείνει την προμήθεια φτηνών κουκουλοσπόρων από τους παραγωγούς, χρηματική ενίσχυση των παραγωγών, δημιουργία φυτωρίων, περιορισμό στην εισαγωγή ανταγωνιστικών ειδών (ακρυλικό, νάιλον), δημιουργία βιοτεχνιών στους τόπους παραγωγής, αναδιοργάνωση της κρατικής σηροτροφικής υπηρεσίας και φυσικά τη δημιουργία σηροτροφικών συνεταιρισμών για την πώληση του προϊόντος και την κατασκευή σηροτροφικών μονάδων («Αγροτική Αυγή» 30/41947).
*Ο κ. Αγησίλαος Κ. Αλιγιζάκης είναι
ιατρός ορθοπεδικός, πολιτισμολόγος