Μία τρυφερή χριστουγεννιάτικη ιστορία του περασμένου αιώνα και πολύ προσωπική. Και κάθε Χριστούγεννα σαν ταινία μικρού μήκους ξετυλίγεται μπροστά μου και ζεσταίνονται οι σκέψεις μου. Ήμουν επτά χρονών· εκείνα τα Χριστούγεννα με στιγμάτισαν. Πώς λένε ότι τα παιδικά βιώματα μας στιγματίζουν; Έτσι.
Το χωριό μου κατάλευκο, είχε χιονίσει. Το χιόνι στους 30 πόντους και όλες οι καμινάδες κάπνιζαν. Οι νοικοκύρηδες ετοίμαζαν τα φαγητά για τις γιορτές. Η μαμά μου ζήτησε να πάω κάποια πράγματα που είχε ετοιμάσει στην κυρά-Πασχαλίνα που ζούσε μόνη σ’ ένα χαμηλό σπιτάκι. Χτυπημένη από τη μοίρα, είχε χάσει σύζυγο και παιδιά σε ατύχημα.
– Μαμά κρυώνω.
– Θα ζεσταθείς!
– Μα πώς; Άμα κάνει πολύ κρύο;
– Άκου με που σου λέω, θα ζεσταθείς. Φόρα τις γαλότσες και το καινούργιο ολόμαλλο ζακετάκι που σου έπλεξα και πήγαινε. Θα σου αρέσει να ακούς το χρατς-χρουτς, πατώντας το χιόνι.
Πήγα, ομολογώ, με μία ανεξήγητη χαρά και της είπα τα κάλαντα. Μου έδωσε ξερά σύκα και στραγάλια.
– Συγγνώμη που δεν έχω λεφτά να σου δώσω.
– Δεν πειράζει κυρά-Πασχαλίνα. Θέλω όμως να μου πεις κι εσύ τα κάλαντα.
Μου τα τα είπε με μια παιδιάστικη χαρά. Έβγαλα ένα διφραγκάκι που είχα στην τσέπη μου και της το έδωσα. Μ’ αγκάλιασε, με ευχαρίστησε με δάκρυα χαράς. Άφησα διακριτικά τα πράγματα, της ευχήθηκα καλές γιορτές κι έφυγα πετώντας κι απολαμβάνοντας το χιόνι.
– Μαμά!! Ζεστάθηκα!! Ζεστάθηκα, γιατί ζέστανα την καρδιά της κυρά-Πασχαλίνας.
Στα εφτά μου βίωσα το «αγάπα τον πλησίον σου», τη συμπόνοια και την αλληλεγγύη. Έμαθα πως δεν χρειάζονται μόνο συμβουλές και κηρύγματα απ’ τους γονείς αλλά… πράξεις. Τα παιδιά αντιγράφουν. Και ό,τι μικρομαθαίνεις δεν μεγαλοξεχνάς. Αν μ’ αγαπάς… μη μου το λες, δείξ’ το μου!
Εύχομαι ζεστές γιορτές· ζεστό το κάθε μέρα. Και στις πιο χαμηλές θερμοκρασίες ζεσταίνουν και ζεσταίνονται οι καρδιές με απλές πράξεις αγάπης.