και η γέννηση του κορυφαίου ριζίτικου: «Απέστειλέ ’με ο Βασιλιάς…»|
(Κωνσταντίνος Παλαιολόγος)
Το ριζίτικο τραγούδι, είναι η ιερή φωνή που στέλνουν, από τα βάθη των αιώνων, οι γενιές και γενιές των προγόνων μας, για να μας θυμίζουν την βαριά ιστορική κληρονομιά που μας άφησαν.
Ξεκινά από τα χρόνια του Ομήρου, του Λεωνίδα και των Δωριέων, περνάει μέσα από τους βυζαντινούς Διγενήδες και φτάνει μέχρι τους ήρωες των είκοσι επτά επαναστάσεων εναντίων των Ενετών και των εννέα, εναντίον των Τούρκων. Το ριζίτικο τραγούδι κανείς δεν μπορεί να το ερμηνεύσει και να το αποδώσει σωστά, εάν πρώτα δεν έχει σκύψει να αφουγκραστεί, με δέος, ευλάβεια και σεβασμό την ιστορία μας και αν δεν έχει την απαιτούμενη αντίληψη, να κατανοήσει την τοπική διάλεκτο της Ρίζας και των Σφακίων, του ανεπηρέαστου και λακωνικού απόγονου, του πολεμικού λαού των Δωριέων, που δημιούργησε τα ριζίτικα και που διατήρησε τη διάλεκτό του, αναλλοίωτη δια μέσου των αιώνων.
Η ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ
18 Μαρτίου 1453. Από την Ενετοκρατούμενη Κρήτη και το λιμένα της Σούδας, αποπλέουν πέντε πλοία, με τριακόσιους ναύτες- πολεμιστές έκαστο, σύνολο 1500 εθελοντές που σπεύδουν προς βοήθεια της Βασιλεύουσας. Από τα πέντε πλοία τα τρία είναι ιδιοκτησίας του αρχηγού των Σφακίων και άρχοντα του Σελίνου Μανούσου Καλλικράτη. (Σημ: το χωριό δίνει το όνομα στο άτομο και όχι το άτομο στο χωριό – Γ.Μ. Μανουσέλης, Κανάκης Γερωνυμάκης και ο γράφων). Στο πρώτο καπετάνιος ήταν ο ίδιος, στο δεύτερο καπετάνιος ήταν ο Γρηγόρης Βατσιανός – Μανάκης, εξ Ασκύφου, στο τρίτο καπετάνιος ήταν ο Πέτρος Κάρχας ή Γραμματικός (και τα δύο είναι προσωνύμια) από την Κυδωνία (Χανιά). Στο τέταρτο καπετάνιος ήταν ο Ανδρέας Μακρής του Γιαννίκου από το Ρέθυμνο. Στο πέμπτο καπετάνιος ήταν ο Παυλής Καματερός από την Κίσσαμο. Οι πεντακόσιοι ναύτες-πολεμιστές προήρχοντο από την περιοχή του Ηρακλείου, οι λοιποί χίλιοι από το Ρέθυμνο και τα Χανιά. Διέπλευσαν το Αιγαίο ειρηνικώς, στην Προποντίδα όμως (Προκονήσι) έδωσαν σκληρή δεκάωρη ναυμαχία με εξήντα πλοία του Μωάμεθ του Β΄. Με στρατήγημα του ογδοντάχρονου Μ. Καλλικράτη και θυσία του ιδίου, τρία πλοία με εννιακόσιους πολεμιστές, κατάφεραν και μπήκαν στον Κεράτιο κόλπο (Πόλη), όπου στις 2-4-1453 τους έγινε μεγάλη υποδοχή από τον Αυτοκράτορα. Εκατόν σαράντα από αυτούς που ήσαν τραυματίες, προσκομίσθηκαν στα νοσοκομεία της Πόλης. Στους λοιπούς ανετέθει η φρούρηση του συγκροτήματος πύργων, Αλεξίου Λέοντος και Βασιλείου. Ακόμα κάποιοι από αυτούς τοποθετήθησαν στην Ωραία Πύλη (Μπαχτσέ Καπουσί). Από τις 6 Απριλίου, περίπου διακόσιες χιλιάδες Τούρκοι και εκατό πενήντα πλοία τους, αποκλείουν την Πόλη από στεριά και θάλασσα. Την Πόλη υπερασπιζόταν περίπου οκτώ χιλιάδες Έλληνες, Ενετοί και Γενουάτες. Είχαν και εικοσιπέντε πλοία. Περίπου δύο μήνες, γύρω από τα τείχη της Πόλης, γινόταν λυσσαλέες μάχες. Τη μεγάλη έφοδο ο Μωάμεθ Β΄ αποφάσισε να την κάνει στις 29 Μαΐου. Ο αυτοκράτορας το έμαθε και στις 28 Μαΐου κάλεσε τον αρχηγό των όπλων Γενουάτη Giovani Gustigniani και επιθεώρησαν τα τείχη και έδωσαν οδηγίες και διαταγές. Γύρω στις τέσσερις το απόγευμα, ο Κωνσταντίνος Δραγάσης – Παλαιολόγος του Εμμανουήλ, Δεσπότης του Μυστρά, ο Ια΄, ετών 48, συγκέντρωσε όλους, Έλληνες, Ενετούς και Γενουάτες. Τους μίλησε και τους εξήγησε ότι πρέπει να αγωνιστούν μέχρι θανάτου για πολλούς λόγους. Τους προέτρεψε να νικήσουν πολεμώντας επάξια, ως απόγονοι των Ελλήνων και των Ρωμαίων. (Μη ξεχνούμε ότι ο όρος Βυζάντιο είναι τεχνητός και οι αυτοκράτορες του Ανατολικού Ρωμαϊκού Κράτους, υπέγραφαν ως Πολιτεία Ρωμαίων). Είπε πολλά σε όλους και μεταξύ άλλων ότι: «εναποθέτω στα χέρια σας το ταπεινωμένο μου σκήπτρο για να το σώσεται» τότε όλοι φώναξαν : «αποθανόμεν υπέρ πίστεως και πατρίδος». Στην συνέχεια, πήγε να αποχαιρετήσει τα ανάκτορα και ζήτησε συγχώρεση από όλους τους γέροντες υπαλλήλους και υπηρέτες του. Γύρω στα μεσάνυκτα πήγαν όλοι στις θέσεις τους για λίγη ανάπαυση. Μόνον ο Βασιλιάς με τη συνοδεία του πιστού του Γεωργίου Φραντζή, συνέχισε την επιθεώρηση των τειχών και των πύργων, για να πειστεί ότι όλα ήταν εντάξει και οι φύλακες αγρυπνούσαν. (Γεώργιος Φραντζής-Κωνσταντίνος Παπαρηγόπουλος). Μόλις έφτασαν στους Καλιγάριους, φάνηκαν τα πρώτα σημάδια, από την κίνηση του Οσμανικού στρατοπέδου και στόλου. Η έφοδος ξέσπασε λίγο μετά τις δύο τα ξημερώματα. Το ξημέρωμα της 29ης Μαΐου, βρίσκει την αετοφόρο σημαία να κυματίζει στην πύλη του Αγίου Ρωμανού και το βασιλιά να φωνάζει : «συναγωνιστές και αδέρφια η νίκη είναι δική μας, ο θεός πολεμάει στο πλευρό μας». Την ίδια στιγμή ένα βέλος τραυματίζει τον Giovani Gustigniani, που αποχωρεί μαζί με τους άνδρες του με σοβαρό ηθικό αντίκτυπο και ο οποίος πεθαίνει λίγες μέρες αργότερα στη Χίο. Η Kερκόπορτα είχε ξεχαστεί ανοιχτή, αλλά δημιουργήθηκε και ρήγμα στα τείχη του Ρωμανού και η Πόλη γέμισε από ένα εχθρικό χείμαρρο. Το πιθανότερο είναι ότι η Κερκόπορτα είναι θρύλος και οι πραγματικοί λόγοι της πτώσεως της Πόλης, είναι πέραν της παρακμής και η αλλαγή τεχνικής του πολέμου. Περνούμε πλέον από την εποχή των πύργων και των τειχών, στην εποχή του πυροβολικού (πυρίτιδος). Άλλωστε το τεράστιο πυροβόλου του Μωάμεθ του Β΄ (Ουρβανού) μήκους εννέα μέτρων, έριχνε πέτρινα βόλια, βάρους τετρακοσίων κιλών. Μάλιστα κάποιος εφιάλτης υπέδειξε στους τούρκους πυροβολητές τις τριγωνικές βολές, με αποτέλεσμα τα τείχη να καταρρέουν ευκολότερα. Ο Βασιλιάς πολεμούσε πάνω από το άλογό του και το αίμα έτρεχε ποτάμι από τα χέρια και τα πόδια του. Έγινε τιτανομαχία, μαζί του πολεμούσαν οκτακόσιοι επίλεκτοι Έλληνες και Λατίνοι. Όταν οι περισσότεροι σκοτώθηκαν ο βασιλιάς φώναξε: «δεν υπάρχει Χριστιανός να μου πάρει το κεφάλι; Η Πόλη κυριεύεται και εγώ ακόμη ζω;». Πληγώθηκε στο πρόσωπο αλλά συνέχισε να αγωνίζεται. Δέχτηκε και άλλο χτύπημα από πίσω και έπεσε όπως και η Πόλη. Με την ανατολή του ηλίου, η ημισέληνος είχε στηθεί σε όλα τα τείχη, τους πύργους και τα κτήρια της Πόλης. Μέχρι τις δύο το μεσημέρι υπήρχε ένας πύργος που ούτε είχε κυριευθεί ούτε ήθελε να παραδοθεί. Ήταν ο ένας εκ των πύργων των Κρητικών. Όταν το έμαθε ο Σουλτάνος, θαύμασε την γενναιότητα των ανδρών, διέταξε να σταματήσει η επίθεση και να τους πουν ότι μπορούν να βγουν με πολεμικές τιμές: «είναι ελεύθεροι και αυτοί και το πλοίο τους και όλες οι αποσκευές τους» «και πάλι μόλις που τους έπεισαν να απομακρυνθούν από τον πύργο». (Γεώργιος Φραντζής, παροιμιώδης Κρητική περηφάνια και επιμονή). (Ή άλλως εγωισμός και πείσμα, ο γράφων). Είχαν μείνει μόλις εκατόν εβδομήντα Κρητικοί από τους χίλιους πεντακόσιους και οι περισσότεροι τραυματίες. Ανοίχτηκαν στο Αιγαίο και πρώτοι έδωσαν τη θλιβερή είδηση: «Η ΠΟΛΙΣ ΕΑΛΩ». Ο μόνος επιζήσας καπετάνιος, ήταν ο Πέτρος Κάρχας ή Γραμματικός από την Κυδωνία, βαριά τραυματισμένος, διέταξε και τον άφησαν στο Αγιο όρος στην Μονή Βατοπεδίου, όπου είχε θητεύσει παλαιότερα ως μοναχός και ήξερε ότι υπήρχε γιατρός, δι’ αυτό και εσώθει. Το πλοίο ανέθεσε στον Παναγή Χαρκούτση, από τον Χάνδακα και το γύρισε στην Κρήτη. Το ιστορικό της εκστρατείας των Κρητών, το έγραψε ο εξ Ανωπόλεως Σφακίων, μοναχός της Μονής Βατοπεδίου, Καλλίνικος, καθ’ υπαγόρευση του Πέτρου Κάρχα ή Γραμματικού. (Η εκστρατεία των Κρητών όπως και η Άλωση της Πόλης, εδώ περιγράφονται περιληπτικώς).
Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ 169 ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ
Γύρισαν στην Κρήτη με το θλιβερό μαντάτο (mantare – μήνυμα ενετικό κατάλοιπο) της Αλωσης της Βασιλεύουσας και διηγήθηκαν τα γεγονότα. Τα γεγονότα έμαθε η αθάνατη λαϊκή μούσα της Ρίζας και των Σφακίων, που αποτελούσαν την τάξιν των κατεξοχήν πολεμιστών και επαναστατών, που ήξεραν να πολεμούν να αγαπούν, να χαίρονται και να πεθαίνουν για την ελευθερία, σφιχταγκαλιασμένοι με το μπαρουτοκαπνισμένο τουφέκι τους και ΕΙΠΕ:
Απέστειλέ ’με ο Βασιλιάς, τσοι βίγλες να βιγλίσω,
κι ούλες τσοι βίγλες βίγλισα κι ούλες λαγόνεψά τσοι,
κι ούλες τσοι βρήκα ξυπνητές, κι ούλες τσοι παραβλέπα,
τη βίγλα τω Σαρακηνώ ήβρηκα και κοιμάτω.
Ξύπνα λουβοσαρακηνέ.
Στη συνέχεια, λέει η παράδοση, (εικάζεται και ελέγχεται) χωρίς βεβαίως να υπάρχει γραπτή απόδειξη τα παρακάτω, τα οποία στη δική μας μελέτη δεν αποτελούν κυρίαρχο θέμα. Ότι με την επιστροφή των 169 στην Κρήτη, χορεύτηκε για πρώτη φορά η κορωνίδα των Κρητικών χορών, ο χανιώτικος συρτός. Ακόμα στη μνήμη των 1370 Κρητικών που φονεύθηκαν κατά την εκστρατεία, στην μνήμη του αυτοκράτορα και της Άλωσης της Πόλης, οι Κρητικοί έβαλαν μαύρα πουκάμισα και μαύρα κεφαλομάντηλα εις ένδειξη πένθους. Τα κρόσσια στα κεφαλομάντηλα συμβολίζουν τα δάκρυα των Κρητικών για την Πόλη του Παλαιολόγου. Επίσης, τότε λέγεται ότι έφεραν και την εικόνα της Παναγίας του Φρε Αποκορώνου.
ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΡΙΖΙΤΙΚΟΥ
Καταρχάς το συγκεκριμένο ριζίτικο αναφέρεται σε ένα από τα σπουδαιότερα ιστορικά γεγονότα όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και της Ευρώπης. Για την Κρήτη αποτελεί μεγάλη τιμή και δόξα αφενός μεν για τη θυσία των 1370 Κρητικών για τη σωτηρία της Βασιλεύουσας, αφετέρου δε για την ανδρεία και τον ηρωισμό των 170 γενναίων μαχητών, που αψήφισαν τον θάνατο και δέχθηκαν να αποχωρήσουν από τον πύργο, μόνον όταν πήραν μαζί τα όπλα τους και τους αποδόθηκαν οι πρέπουσες στρατιωτικές τιμές, όπως λέμε σήμερα. Να ληφθεί υπ όψιν ότι ο Πορθητής Μωάμεθ ο Β΄, δεν ήταν καθόλου ένας τυχαίος άνθρωπος. Είχε Ευρωπαίους δασκάλους και συμβούλους, ήξερε καλά ιστορία και πέντε διαφορετικές γλώσσες. Ηταν από την Αδριανούπολη ήταν 26 ετών και η μητέρα του ήταν Ελληνίδα. Κανένας τυχαίος άνθρωπος δεν μπορεί να καταλάβει μια πόλη με χιλιετή ιστορία και τέτοιες οχυρώσεις. Η Πόλη βεβαίως βρισκόταν σε παρακμή. Το ριζίτικο καθαρά και γλαφυρά, με τη σωστή ελληνική λέξη, αναφέρεται στην αποστολή (απέστειλε) που ανέθεσε ο τελευταίος Βασιλιάς στους Κρήτες υπερασπιστές της Κωνσταντινούπολης. Άλλωστε η Κρήτη, τον μοναδικό βασιλιά που αναγνώρισε ανά τους αιώνες και που την συγκλόνισε, όπως και όλο τον ελληνισμό, ήταν ο Κωνσταντίνος Ια΄ Παλαιολόγος. Οι Κρήτες πολεμιστές ήταν εκεί, στα τείχη της Πόλης, επί των επάλξεων, μέρα και νύχτα, τις κρίσιμες ώρες και έβλεπαν τον Βασιλιά, όπου με τον G. Gustigniani και τον Γ. Φραντζή, έκαναν επιθεωρήσεις επί των τειχών και των πύργων, να δουν ότι όλα ήταν εντάξει και οι φύλακες αγρυπνούσαν.
Σε αυτήν την διήγηση, τον επιστρεψάντων 169, βασίστηκε ο λαϊκός ποιητής που συνέθεσε το ριζίτικο. Τώρα εξ όσων αφορά το «βιγλίζω», μην ξεχνούμε ότι ομιλούμε για το Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος όπου επίσημη γλώσσα ήταν πρώτα τα Λατινικά και στη συνέχεια τα Ελληνικά. Ακόμη ας ληφθεί υπ’ όψιν ότι το 1453 η Κρήτη βρισκόταν ήδη υπό Ενετική κυριαρχία 241 έτη, από το 1212. Δι’ αυτούς τους λόγους τα λατινικά δεν είναι ξενισμός. Viglare-Vigilare-Vigilia: Παρατηρητήριο σε υψηλή θέση- σκοπιά-φρουρά. Βίγλες στη προκειμένη περίπτωση, είναι τα ψηλά σημεία των τειχών και των πύργων της Κωνσταντινούπολης. (αποστολή ελέγχου των σκοπιών-στρ. περίπολο) Λαγονεύω = ψάχνω τον λαγό-ψάχνω με μεγάλη προσοχή – ελέγχω προσεκτικά το μέρος. Για τους Σαρακηνούς που αναφέρονται στο ριζίτικο, μπορεί να εξηγηθεί με διάφορους τρόπους. Πρώτον η Κωνσταντινούπολη εκείνη την εποχή, ήταν μια πληθυσμιακή πόλη, μέσα στην οποία υπήρχαν όλοι οι λαοί της περιοχής, οπότε σε κάποιους από τους πολυάριθμους πύργους των τειχών, (490) δεν αποκλείεται από τους 300 μισθοφόρους κάποιοι να ήταν Άραβες. Άλλωστε υπήρχαν και οι Τούρκοι υπερασπιστές της Πόλης, του Πρίγκιπα Ορχάν, που υπερασπιζόταν το λιμάνι του Ελευθερίου στη θάλασσα του Μαρμαρά. Έτσι και αλλιώς στους Κρήτες, οι Σαρακηνοί δεν ήταν συμπαθείς για πολλούς λόγους. Την πειρατεία, την επί 140 χρόνια κατοχή του νησιού, κυρίως στην περιοχή του Ηρακλείου και τη λέπρα (λούβα), καθόσον οι Κρήτες πίστευαν ότι την λέπρα την έφεραν στην Κρήτη οι Σαρακηνοί. Για κάποιο τώρα που παρασυρόμενος από τη λέξη Σαρακηνός, θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι το τραγούδι αναφέρεται στην περίοδο του Νικηφόρου Φωκά, δεν υπάρχει καμία περίπτωση για πολλούς λόγους. Πρώτον ο Νικηφόρος Φωκάς ήρθε στην Κρήτη το 961 μ.χ.. Χρονικά το παλαιότερο ελληνικό δημοτικό άσμα τοποθετείται στην άλωση της Αδριανούπολης (τα Χελιδόνια της Βλαχιάς 1361) και λίγο πιο παλαιά, το 1341, είναι το ριζίτικο της συζύγου του Μάρκου Καλλέργη. Το να προσθέσουμε στα 650 χρόνια από σήμερα, άλλα 400 είναι πέραν πάσης λογικής, τους σκοτεινούς εκείνους αιώνες. Δεύτερον τα γεγονότα με τον Νικηφόρο Φωκά εξελίχθησαν κυρίως στην περιοχή του Χάνδακα, σημερινό Ηράκλειο. Τρίτον ο Νικηφόρος Φωκάς ούτε βασιλιάς ήταν, όταν ήλθε στην Κρήτη, ούτε ποιος βασιλιάς τον έστειλε, ήταν γνωστό στο λαό. (Ρωμανός ο Β΄) Η Κρήτη στενούς δεσμούς απέκτησε με την Κωνσταντινούπολη ειδικά μετά το 1182 (Ισαάκιος Αλέξιου Κομνηνός) Αρχοντορωμαίος – ευγενής της αυτοκρατορίας (BUONTELMONTI 1415). O μόνος γνωστός βασιλιάς που εντυπωσίασε, που συγκίνησε, που συγκλόνισε και ενέπνευσε, τους Έλληνες ήταν ο Κ. Παλαιολόγος, εξ ου και «ο Μαρμαρωμένος Βασιλιάς», «η μεγάλη ιδέα», «τα μισοτηγανισμένα ψάρια», το «πάλι με χρόνια με καιρούς» και όλα τα συναφή. Συγκλόνισε λόγω του θάρρους, του ηρωισμού, της αξιοπρέπειας και της ανδρείας του. Δεν είχε μόνο να πολεμήσει τους Τούρκους, είχε και τους δικούς μας που όλοι φιλονικούσαν και μάλωναν μεταξύ τους. Λατίνοι, Έλληνες, Πάπας-Πατριάρχες-παπάδες-μητροπολιτάδες (ανθενωτικοί) και λοιποί. Θα πρέπει να ήταν ο πλέον απελπισμένος άνθρωπος όλων των εποχών. Παρόλα αυτά στάθηκε στο ύψος του και έπεσε με αξιοπρέπεια ως νέος Λεωνίδας. Τέλος, ας ληφθεί υπ όψιν ότι ο λαϊκός ποιητής, δεν είναι ιστορικός για να καταγράψει μέσα σε ελάχιστους στίχους επακριβώς και πλήρως τα ιστορικά γεγονότα. Αυτό φαίνεται και στα δύο παρακάτω ριζίτικα τα οποία αναφέρονται στον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο. α) Οντέν εδικονίζετο ο Κωνσταντής στα ξένα… β) Κάλεσμα κάνει ο Κωνσταντής, το γάμο του να κάμει… Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος όμως, ουδέποτε είχε μεταβεί «στα ξένα». Στην Ιταλία (στα ξένα) είχε μεταβεί, ο προηγούμενος αυτοκράτορας, ο αδερφός του, Ιωάννης Δ΄ Παλαιολόγος, στη σύνοδο της Φερράρας – Φλωρεντίας, το 1437 – 39, δια την ένωση των εκκλησιών. Εξ όσον τώρα αφορά το β) ριζίτικο, οι δύο πρώτες σύζυγοι του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, είχαν πεθάνει και σε τρίτη δεν είχε καταλήξει. Επίσης δεν είχε προβεί σε καμία ετοιμασία γάμου, αλλά όπως λέει και το ριζίτικο «τ’ απάντηξεν ο χάρος». Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος πέθανε χήρος και χωρίς να αφήσει κληρονόμους. Όμως, όπως είπαμε ο λαϊκός ποιητής, προσεγγίζει τα γεγονότα με τη φαντασία του και ποιητικά και όχι ιστορικά. Όμως τα δύο αυτά ριζίτικα είναι μια βαρυσήμαντη μαρτυρία, από την οποία μπορεί να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι: τον λαό της Κρήτης, τον συγκλόνισε και τον συγκίνησε «ο μαρμαρωμένος βασιλιάς», δι’ αυτό και ασχολήθηκε ποιητικά μαζί του, εξυμνώντας τον. Τώρα τοποθετώντας χρονικά το δικό μας ριζίτικο, πιστεύω ότι ανάγεται εις την αυτήν περίοδο με τα δύο παραπάνω. Αναμφισβητήτως και πέραν πάσης αμφιβολίας, το συγκεκριμένο ριζίτικο αναφέρεται εις τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, πέραν των άλλων, για ένα ακόμη λόγο. Την χρονική περίοδο της δημιουργίας των ριζίτικων τραγουδιών, οι γνωστοί στους Κρήτες βασιλείς ήσαν δύο, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος και ο Σουλτάνος. Εις έκαστον εξ ημών όμως, ευκόλως μπορεί να γίνει κατανοητό ότι, οι γνήσιοι απόγονοι των Δωριέων, οι σκληροτράχηλοι πολεμιστές της Ρίζας και των Σφακίων, εντολές και διαταγές, σίγουρα δεν εδέχοντο από το Σουλτάνο.
…………
Εγώ πασά δεν προσκυνώ, Σουλτάνο δεν γνωρίζω,
και στσοι μαδάρες τω Σφακιώ, θα πάω να γυρίζω.
………… (τραγούδι Δασκαλογιάννη)
Χιλιοτραγουδισμένα ιστορικά ριζίτικα
1. ΠΟΤΕ ΘΑ ΚΑΝΕΙ ΞΕΣΤΕΡΙΑ (Τραγούδι βεντέτας που κατέληξε σε επαναστατικό)
2. ΤΡΕΙΣ ΧΡΟΝΟΙ ΠΑΝΕ ΣΗΜΕΡΟ 1341
3. ΤΑ ΧΕΛΙΔΟΝΙΑ ΤΗΣ ΒΛΑΧΙΑΣ 1361
4. ΟΝΤΕΝ ΕΘΕΜΕΛΙΩΝΑΝΕ ΟΙ ΓΙ ΑΓΓΕΛΟΙ ΤΗ ΠΟΛΗ
5. ΟΝΤΕΝ ΕΔΙΚΟΝΙΖΕΤΟ Ο ΚΩΣΤΑΝΤΗΣ ΣΤΑ ΞΕΝΑ 1437
6. ΚΑΛΕΣΜΑ ΚΑΝΕΙ Ο ΚΩΣΤΑΝΤΗΣ 1450
7. ΑΠΕΣΤΕΙΛΕ ‘ΜΕ Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ 1453
8. ΟΥΛΕΣ ΟΙ ΧΩΡΕΣ ΧΑΙΡΟΥΝΤΑΙ 1522
9. ΚΑΣΤΡΟ ΚΑΙ ΠΟΥ ‘ΝΑΙ ΟΙ ΠΥΡΓΟΙ ΣΟΥ 1669
10. ΤΟ ΜΠΛΑΖΙΟ ΜΑΓΛΑΒΙΖΟΥΝΕ 1685
11. ΧΡΙΣΤΕ ΝΑ ΣΠΟΥΣΑΝ ΟΙ ΦΛΑΚΕΣ 1773
12. ΤΡΩΤΕ ΚΑΙ ΠΙΝΕΤ’ ΑΡΧΟΝΤΕΣ 1785
13. ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΚΡΗ ΤΩΝ ΑΚΡΙΩ 1798
14. ΠΑΙΔΙΑ ΚΙ ΙΝΤΑ ΝΑ ΓΙΝΗΚΕ 1821
15. ΧΡΙΣΤΕ ΚΑΙ ΝΑ ΞΕΔΗΛΙΕΝΕ 1898
16. ΕΣΙΓΑΝΕΨΑΝ ΟΙ ΚΑΙΡΟΙ 1913
ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ (ΟΙ ΚΡΗΤΟΤΟΥΡΚΟΙ)
Μην ξεχνούμε ότι από τον 11ο μέχρι τον 9ο πχ αιώνα, η Κρήτη κατακλύζεται από δωρικά φύλλα και ειδικά στη δυτική Κρήτη το δωρικό στοιχείο είναι πολύ έντονο. Οι ρίζες των ριζίτικων και στην ουσία και στη μορφή είναι περισσότερο δωρικές. Κάθε προσθήκη ξένης λέξης αποκαλείται ξενισμός. (…σήμερον ακούωμεν πολλά τραγούδια με παρεφθαρμένας τα μελωδίας ή και άλλας ακόμη ΠΑΡΑΛΛΑΓΑΣ. Αντιθέτως δυνάμεθα να είπωμεν ότι στα απόκεντρα και μεμονωμένα χωρία των ορεινών περιοχών των δυτικών νομών, όπου ελάχιστα επέδρασεν Ο ΞΕΝΙΣΜΟΣ, παρουσιάζεται σχετική ομοιομορφία. Ι.Κ. Μανιουδάκης πρόεδρος πανελ. συλ. καθηγητών μουσικής Δ.Ε. Αθήνα 1960). Μην ξεχνούμε ακόμη ότι στη συνέχεια από την Κρήτη πέρασαν Ρωμαίοι, Άραβες, Βυζαντινοί, Ενετοί και τελευταία (1645 και 1669) Τούρκοι. Οι Ενετοί (Ιταλοί) έκαμαν στην Κρήτη 450 έτη και οι Τούρκοι 250. Από τις λέξεις που χρησιμοποιεί η Κρητική γλώσσα – διάλεκτος, ένας αριθμός είναι ενετικές και αρκετές τούρκικες. Σήμερα βέβαια το φαινόμενο τείνει να εκλείψει. Παλαιότερα όμως 1650-1812, ορισμένες περιοχές της Κρήτης, που ένα μέρος του πληθυσμού άλλαξε θρησκεία και συνειδησιακά εθνότητα, η χρησιμοποίηση τούρκικων λέξεων πήρε κάποιες διαστάσεις.Οι εξωμότες γλώσσα βέβαια δεν άλλαξαν, αλλά τα ελληνικά τους τα διάνθησαν με κάποιες τούρκικες λέξεις. Αυτό φαίνεται και στις μαντινάδες και στα τραγούδια των Κρητοτούρκων. Εδώ πρέπει να σημειώσομε ότι ο ευδόκιμος όρος είναι «Κρητότουρκοι», καθ’ όσον πρώτα ήσαν κρητικοί και στη συνέχεια εξωμότησαν και έγιναν και μουσουλμάνοι και Τούρκοι. Οι γνήσιοι Τούρκοι στην Κρήτη ήταν ελάχιστοι γι’ αυτό οι τουρκικές αρχές με μεγάλη ευκολία εδέχοντο την εξωμοσία, ομαδική και μεγάλης έκτασης, από στοιχεία ζωηρά και ατίθασα συνήθως φονιάδες, ληστές, πειρατές, κακοποιούς και φυλακισμένους. Έπαιρναν αλλάζοντας θρησκεία και εθνική συνείδηση άφεση αμαρτιών και αποκτούσαν δικαιώματα επί της τιμής και της ιδιοκτησίας των Χριστιανών ομοχωρίων τους. Βλέπε υπόθεση Θοδωρομανώλη και πάμπολλες παρόμοιες. Όπως επίσης εξωμοσία γινόταν και για λόγους φορολογίας ή κληρονομιών. Πολλοί Κρήτες από Καθολικοί που είχαν γίνει, λόγω 450 ετών Ενετικής κατοχής έγιναν Μουσουλμάνοι, ειδικά για να μην χάσουν περιουσία και προνόμια. Είχαμε και τους Ενετούς άρχοντες και τιμαριούχους, όπου και αυτοί άλλαξαν θρήσκευμα και εθνότητα προς χάριν των προνομίων. Οι περιβόητοι Κρητότουρκοι έπαιρναν το χρίσμα του μουσουλμάνου τούρκου πολύ απλά και ανώδυνα και συχνά χωρίς περιτομή. Οι εξωμότες, πλην των χριστιανικών γιορτών, όλες τις άλλες τις είχαν κοινές με τους Κρήτες χριστιανούς συντοπίτες τους. Μάλιστα έπιναν κρασιά, τσικουδιές, έτρωγαν χοιρινό και είχαν τα ίδια μουσικά όργανα, τους ίδιους χορούς, μαντινάδες και ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ. Διάσημος χορευτής υπήρξε ο Σελινιώτης Κρητογιανίτσαρος Χουσεΐν Τζίνης, απόγονος εξισλαμισμένου Ενετού ευγενούς. Η παράδοση διέσωσε πως, όταν χόρευε το πεντοζάλι, ήταν ικανός να κρατά στο δεξί του χέρι, έναν τράγο σφαγμένο, που άλλοι τον έγδερναν. Επίσης η παρακάτω μαντινάδα είναι του Κρητότουρκου, δεξιοτέχνη στο μπουλγαρί, Μεχμέτ Μπέη Σταφιδάκη του Μουσταφά, (Χανιά 1878-1909) προς τη συζυγό του, όμορφη και πλούσια, από την Τουρκοκρητική οικογένεια των Βεργέρηδων, απογόνων Ενετών φεουδαρχών. Ο σεμπτάς σου μ’ άναψε γιαγκίνι στη καρδιά μου, Μα να τη σβήσει δε μπορεί, γκιούλ μπαξέ κερά μου. Σεμπτάς = έρωτας, γιαγκίνι = φωτιά, γκιούλ = τριαντ/λλο, μπαξέ = κήπος Οι Κρητότουρκοι, γνώριζαν από έξω τον Ερωτόκριτο. Ήταν τρομεροί σκοπευτές και καβαλάρηδες. Του Καζαλάκη Εμμ. Μ., εκ Λάκκων Κυδωνίας, τον παππού, τον γαμπρό τους Χαζηράκη και τον Μίνω Μάντακα, σε μάχη με Κρητότουρκους στην περιοχή του Πρασέ Κυδωνίας, τους δύο πρώτους τους φόνευσαν με μία σφαίρα στο δεξί μάτι έκαστο, του δε τρίτου η σφαίρα του έκοψε τη γλώσσα. Όπως επίσης το 1897, και ο Αθουσάκης Δ. στη Μακαρέλα Τσικαλαριών και ο Μαρκουλάκης ετών 16, στο Ανισαράκι Κανδάνου, εβλήθησαν υπό Κρητότουρκων στο μέτωπο . Στην περιοχή Βαμβακάδο-Σταυρός Κανδάνου, εφονεύθει πάλι από Κρητότουρκους, ο εγγονός του Δασκαλογιάννη, Γεώργιος ή Τσελεπής, κατά την επανάσταση του 1821(5-12). (βλέπε Χ΄΄ Οσμάν Πασάς «ο Πνιγάρης ή Παπαγιάννης»1812). Ένα Κρητότουρκο είχε συναντήσει τις περασμένες δεκαετίες ο αποκορωνιώτης δημοσιογράφος Ν. Αγγελής στα περίχωρα του Αϊβαλή και του έλεγε μεταξύ των άλλων: «εγώ είμαι ο Αλής, του Ισμαήλ Αργυράκη ο γιος, από την παντέρμη Κάντανο, πρίχου φύγω από την παντέρμη Κρήτη, εννόγουν πως εγώ Ρωμιός δεν είμαι. Επά στην ξενιθιά, εκατάλαβα πως μούδε Τούρκος είμαι. Ρωμιός δεν είμαι; Τούρκος δεν είμαι; Ήντα διάολο είμαι;». Αγρίεψε η θωριά του. Καταράστηκε τη μοίρα του τη μαύρη. Ύστερα σαν να φωτίστηκε το μυαλό του: «λέω ήντα διάολος είμαι. Σκέτος διάολος είμαι. Κρητικός είμαι!!». Επίσης ο Ι. Δ. Κονδυλάκης στις ανταποκρίσεις του σε Αθηναικό έντυπο, κατά την επανάσταση του 1897 από την Κρήτη γράφει: (απομνημονεύματα 1905, συγρ. Β.Φ. Τομαδάκη) σελ. 149 «….καθ’ οδόν υπό ψιλήν βροχήν γέρων Σελινιώτης μου διηγείτο περίεργα πράγματα περί της εξωμοσίας των Τούρκων του Σελίνου. Όλοι ήσαν απόγονοι εξωμοτών, πολλοί δε διετήρουν ελληνικά επώνυμα, Αργυράκης, Παπαδαλής (αλλ’ εις Παπαδάκης) και άλλα. Οι τελευταίοι εξωμόσαντες ήσαν οι κάτοικοι του χωρίου Στράτοι. ……………… -Ο θεός πρέπει, να μας παιδεύγη, γιατί βρεθήκανε Κρητικοί να αρνηστούνε την μπίστιν τως, είπεν ο γέρων. Και δείξας με μεγάλην χειρονομίαν την κοιλάδα του Κακοδικίου εστέναξεν. -αυτός ο τόπος θα ‘τανε παράδεισος, αν έλειπαν αυτοί (οι Κρητότουρκοι) και εδά ‘ναι κόλασις». σελ. 113 ……..το μίσος ήτο άγριο μεταξύ Σελινιωτών Τούρκων και χριστιανών… σελ. 173 (μετά την εκκένωση της Κανδάνου από τους Κρητότουρκους, Μάρτιος 1897 και καθ’ οδόν προς Χανιά) ……εις στην Σπίναν είδαμε μόνον μία γυναίκα καθήμενην παρά την οδόν, ήτις μας ηρώτησε τι απέγινεν εις την Κάνδανον. Μαθούσα ότι διεσώθησαν οι Τούρκοι, εκίνησεν την κεφαλήν και είπε: -Κουρέματα σας γι άντρες απού τσ’ αφήκετε!! (έδειξε αγανάκτηση γιατί δεν τους φόνευσαν οι χριστιανοί επαναστάτες). Κατά το τέλος του 1898 μαζί με σαράντα χιλιάδες τουρκικού στρατού, που αποχώρησε από την Κρήτη, απεχώρησαν οικειοθελώς και χωρίς κανένα πειθαναγκασμό και οι πρώτες σαράντα οκτώ χιλιάδες, από τους Κρητότουρκους, καθόσον χωρίς την παρουσία τουρκικού στρατού δεν αισθανόταν ασφαλείς. Στη συνέχεια το 1924 με την ανταλλαγή των πληθυσμών έφυγαν οι υπόλοιποι τριάντα τρεις χιλιάδες. Στις περιοχές που ζούσαν μαζί χριστιανοί και Κρητότουρκοι, είχαν «κολλήσει» τις τούρκικες λέξεις και στους χριστιανούς ομοχωρίους τους. Οι Κρήτες χριστιανοί εκείνες τις σκοτεινές εποχές δεν ήξεραν ποιες λέξεις είναι ελληνικές, ποιες ενετικές και ποιες τούρκικες, στους ελάχιστους που ήξεραν γραφή και ανάγνωση άλλαζαν το μικρό όνομα και τους αποκαλούσαν «Αναγνώστη». Μια τέτοια περιοχή όπου υπερτερούσαν οι Κρήτες μουσουλμάνοι, όπου και ολόκληρα χωριά είχαν εξισλαμισθεί ήταν το Σέλινο. Η Κάνδανος και ο Σπανιάκος είχαν τζαμί. Στο Σέλινο, όπου το συγκεκριμένο ριζίτικο το είχαν ακούσει, από τη Ρίζα ή τα Σφακιά, το προσάρμοσαν στην τότε δική τους πραγματικότητα, λέγοντας: Απόβγαλέ με ο Βασιλιάς τσοι βίγλες να μπαστίσω, και ούλες τσοι βίγλες μπάστισα, κι ούλες λαγώνεψα τσοι και ούλες τσοι βρήκα ξυπνητές κι ούλες τσοι παραβλέπα, τη βίγλα τω Σαρακηνών ήβρηκα κι κοιμάτω, ξύπνα γιούς μπιν Σαρακηνέ, ξύπνα παλιομουσούρο. (Περιοδικό Επετηρίς Εταιρείας Κρητικών Σπουδών, Τόμος Β΄ Σελ. 437 Αικατερίνη Κουρμούλη 1939)
ΤΙ ΕΝΝΟΟΥΣΑΝ ΟΤΑΝ ΤΟ ΕΛΕΓΑΝ;;
Η λέξη «απόβγαλε» στην πλειονότητα της κρητικής διαλέκτου σημαίνει διώχνω ή συνοδεύω κάπως δυσαρεστημένος και λιγότερο συνοδεύω ευδιάθετος. Ένας βασιλιάς ούτε συνοδεύει, ούτε αποχαιρετά, αλλά αναθέτει αποστολές. Τα μαύρα εκείνα χρόνια της κατοχής του νησιού για Χριστιανούς και Μουσουλμάνους βασιλιάς ήταν ο σουλτάνος, όπως λέει και το τραγούδι του Δασκαλογιάννη (1770): …………….. δε δίδω εγώ δοσήματα, δε δίδω εγώ χαράτσια κι ας μα σε πέψ’ ο Βασιλιάς χιλιάδες μπαϊράκια, ας μα σε πέψ’ ο Βασιλιάς ασκέρια και πασάδες, μα’ χουσιν άνδρες στα Σφακιά, άξιους πολεμιστάδες. ……………… Ακόμα ξεκάθαρα φαίνεται σε έγγραφο με σφραγίδα και ημερομηνία 9-4-1645, από πού πήγαζε η εξουσία του άλλου «πατριώτη» της Κρήτης: «τη βασιλική εξουσία, Αρχιεπίσκοπος Κρήτης Νεόφυτος Πατελάρος». Είχε διορισθεί κατευθείαν από τον Βασιλιά της Κων/λης, δηλ. το Σουλτάνο. Μπορούμε λοιπόν να είμαστε σίγουροι, ότι στην προσαρμογή, βασιλιά εννοούσαν τον σουλτάνο και ακόμη αντικαθιστώντας το «βιγλίζω» με το «μπαστίζω», προσέδιδαν στο ριζίτικο και πολεμικό ύφος. Η λέξη μπαστίζω είναι τούρκικη, το ρήμα είναι basmak και ο αόριστος του ρήματος bastim, που σημαίνει χτυπώ, επιτίθεμαι, τυπώνω. (συν. Ελλ. Μπιθιάζω) Επίσης, οι λέξεις γιούς μπιν (yüz bin) είναι τούρκικες και σημαίνουν χίλια πρόσωπα. Σαρακηνέ με τα χίλια πρόσωπα, δίμουρε, διπρόσωπε, καθ’ όσον άλλες φορές συνεργαζόταν με τους Σελινιώτες, κι άλλες τους λήστευαν, απήγαγαν τις γυναίκες τους και τα παρόμοια. Από ότι φαίνεται την εποχή εκείνη η περιοχή του Σελίνου είχε πρόβλημα νότια από τη θάλασσα, με τις επιδρομές των Σαρακηνών πειρατών και βόρια λόγω οροπεδίου Ομαλού, με τους κατοίκους της περιοχής των Μουσούρων, οι οποίες διαφορές θα ήταν κτηνοτροφικές, δηλαδή βοσκοτόπια και ζωοκλοπές.
Κάθε πρωί από αυτό το «παράθυρο» έδινε εντολές στους ραγιάδες για το που θα εργαστεί έκαστος στην τεράστια περιουσία του. Κρατούσε περίπου την μισή επαρχία Αποκορώνου. Εκεί του «κέντησαν» οι άριστοι σκοπευτές των Σφακίων, Μπούζος και Καραβάνος, ένα ανοιξιάτικο πρωινό του 1774. Παρόλο που τα πρωτόγονα όπλα των Σφακιανών δεν «πήραν φωτιά», κατόρθωσαν και τον «περιποιήθηκαν» καταλλήλως. Μετά που τον φόνευσαν, εντύπωση τους έκανε, όταν τον έγδυσαν, καθόσον του πήραν ακόμα και τα ρούχα, η «ασπράδα» του δέρματός του, που για Τούρκος δεν τους «κάθιζε». Όντως ήταν Ενετός εξωμότης. Άλλος περιβόητος εξωμότης, ήταν ο Κρητότουρκος Αγριολίδης, αρχηγός των Τούρκων του Μεγάλου Κάστρου. Όταν τον αποκεφάλισαν οι επαναστάτες στις 15 Αυγούστου 1828, εξοργίστηκαν τόσο οι μουσουλμάνοι του Μεγάλου Κάστρου, όπου στον «αρμπεντέ (σφαγή) του Αγριολίδη» έσφαξαν 800 χριστιανούς. Άλλος εξωμότης ήταν ο ναύαρχος του τουρκικού στόλου Χουσεΐν Πασάς Γο**άκης. Κλποι.
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗΣ ΤΟΥ ΡΙΖΙΤΙΚΟΥ
«Άσματα Κρητικά…» Αντ. Ν. Γιανναράκη 1876, το ριζίτικο δεν υπάρχει. «Συλλ.Ηρωικών Κρητικών ασμάτων» Π.Ι. Φαφουτάκη 1889, δεν υπάρχει. «Άσματα Λαϊκά Κρητών» Π.Γ. Βλαστού 1893, δεν υπάρχει. «Τραγούδια Κρητικά» Δ.Σ. Βουτετάκη 1904, δεν υπάρχει. «Κρητικά Άσματα» Αριστ. Κριάρη 1909, το ριζίτικο δεν υπάρχει. «Κρητικά δημοτικά τραγούδια» Αριστ. Κριάρη 1920, δεν υπάρχει. Υπάρχει στη συλλογή της Ειρ. Σπανδωνίδη (1916 με 1930) καταγραμμένο με τη λέξη «βιγλίζω» και τις λέξεις «διέταξε» ή «απέστειλε». Η λαογράφος Ειρήνη Σπανδωνίδη,(1895-1959) έκανε ενδελεχή έρευνα στην επαρχία Σφακίων και στην πέριξ των Χανίων περιοχή και ονομάζει τη συλλογή της «Κρητικά Τραγούδια –Σφακιανά Ριζίτικα» και εδημοσιεύθησαν το 1935. Γράφει η ίδια : «….σε γενικό κανόνα τα πήρα κατά προτίμηση από γέρους αγράμματους, βοσκούς και χωρικούς, ανθρώπους που βρίσκονται ακόμη κοντά στην προφορική παράδοση, ζουν μακριά από κόσμο ή που είναι μερακλήδες και καλλιτέχνες από φύση. …δεν αρκέστηκα να ακούσω ένα τραγούδι μία φορά. Έβαλα ως πέντε, δέκα, είκοσι άτομα να μου το πουν και ξαναπούν…». Αθήνα 28-06-1935. Εις την παραπάνω συλλογή πιθανόν το μεταγενέστερο «παλιομουσούρο», να σχετίζεται με τα «Μουσουρικά» των Αθηνών του 1841.(Βλέπε Κ. Μουσούρος-Πασάς, Κρητικής καταγωγής, συνεργάτης της Υψηλής Πύλης). «Δημοτικά τραγούδια Σελίνου» 1933 Ι.Ε.Μαθιουδάκη το ριζίτικο δεν υπάρχει. Η Αικατερίνη Κουρμούλη το 1939 που κατέγραψε το συγκεκριμένο ριζίτικο, το αποτύπωσε όπως της το υπαγόρευσε κάτοικος ή κάτοικοι μιας περιοχής του Σελίνου. Την εποχή εκείνη οι ηλικίες από πενήντα μέχρι ογδόντα ετών, που ζούσαν στο Σέλινο είχαν γεννηθεί από το 1860 μέχρι το 1890 και είχαν συνυπάρξει με τους αλλαξοπιστίσαντες συντοπίτες τους, από τριάντα μέχρι εξήντα χρόνια. Λογικό λοιπόν ήταν να είχαν ασπαστεί την Κρητοτουρκική προσαρμογή του ριζίτικου. «Ο Κρητικός Τραγουδιστής» Π.Π. Βαβουλές 1950, το ριζίτικο δεν υπάρχει. Στη συνέχεια, το αποτύπωσε ο Ιδ. Παπαγρηγοράκης το 1956-57, τοποθετώντας τη λέξη «απέστειλε» αντί της «απόβγαλε». Το υπόλοιπο το άφησε όπως της Αικατερίνης Κουρμούλη. Το 1961 στην Αθήνα, ο καθηγητής μουσικής Μιχαήλ Βλαζάκης, το κατέγραψε συνεργαζόμενος με επιτροπή Κρητών της Αθήνας αποτελούμενη από τους κάτωθι: Ιδ. Παπαγρηγοράκη, Βαβουλέ, Κατάκη, Παπαδεράκη, Κελαϊδή, Μυλωνάκη, και λοιποί. Απεφάνθη και αντέγραψε ακριβώς αυτό που είχε γράψει ο Ιδομενέας Παπαγρηγοράκης τέσσερα χρόνια πριν. Ο Μ. Βλαζάκης σαν καθηγητής μουσικής, είδε το θέμα μουσικά και μετέφερε στο πεντάγραμμο, τη μελωδία και το ρυθμό (σκοπό) εκάστου ριζίτικου τραγουδιού, σαφώς όπως του τον τραγούδησε η συσταθείσα υπ’ αυτού επιτροπή. Ο Ιδομενέας Παπαγρηγοράκης, εκ Ροδοβανίου Σελίνου, στο βιβλίο του με τίτλο «Τα Κρητικά ριζίτικα τραγούδια» στη σελίδα 19 μεταξύ των άλλων γράφει: «….γι’ αυτές κυρίως τις δύο συλλογές, Γιάνναρη (1852-1909) και Κριάρη (1858-1924) θα πραγματευτώ κάπως λεπτομερέστερα …..» «για εκείνες που δημοσιεύτηκαν ενδιάμεσα….. Ε.Φραντζεσκάκη (1883), Ε. Βαρδίδη (1888), Π. Βλαστού (1893), Δ. Βουτετάκη (1904), Μαθιουδάκη (1921), Σπανδωνίδου (1916-1930), Βαβουλέ (1950) και λοιπά, δεν κρίνω απαραίτητο να ασχοληθώ πολύ σαν δευτερεύουσες και όχι συστηματικές συλλογές». Το συγκεκριμένο όμως ριζίτικο που εμείς πραγματευόμαστε, στις συλλογές Αντ. Ν. Γιάνναρη εκ Λάκκων Κυδ. (1876) και Αρ. Κριάρη εξ Αζωγυρέ Σελίνου (1909 και 1920) δεν υπάρχει καταγεγραμμένο. Ο Ν. Καβρουλάκης στο βιβλίο του « Οι ρίζες των ριζίτικων τραγουδιών» (1966) γράφει: ότι το συγκεκριμένο ριζίτικο αναφέρεται «… ΙΣΩΣ (στη) βασιλεία του Ν. Φωκά» και λίγο παρακάτω «…είναι αδύνατο να βγάλομε συμπέρασμα θετικό» και αναγνωρίζει ότι ο στοίχος : « Ξύπνα γιούς μπιν Σαρακηνέ, ξύπνα παλιομουσούρο» είναι μεταγενέστερος και τον παραλείπει. Ξεκινά με το «απέστειλε», χρησιμοποιεί δύο φορές το «μπαστίσω», όπως η Κουρμούλη και ο Παπαγρηγοράκης, αλλά καταλήγει στο «λουβοσαρακηνέ». Ο Ν. Καβρουλάκης πλησίασε αρκετά, αλλά δεν πέρασαν απ’ το μυαλό του οι τούρκικες λέξεις και η λέξη « Βασιλιάς» να τα εξετάσει. Η «έκδοση» του Ν. Καβρουλάκη, είναι κατά κάποιο τρόπο η «ενδιάμεση», καθ’ όσον και το χωριό του τα Καράνου, είναι ενδιάμεσα Κυδωνίας και Σελίνου. Μέχρι και τους Λάκκους, το ριζίτικο τραγουδιέται κανονικά. Οδεύοντας προς το τέλος της συγκεκριμένης μελέτης, θέλω να παραθέσω τα αποτελέσματα της δικής μου έρευνας, κατά το καλοκαίρι του 2019, σε Σφακιά – Αποκόρωνα και Κυδωνία. Σε όλες τις παραπάνω περιοχές, χρησιμοποιούνται οι λέξεις «απέστειλε», «βιγλίζω» και το τραγούδι καταλήγει στο «λουβοσαρακηνέ». Δεν υπάρχουν οι λέξεις «διέταξε», «απόβγαλε», «basmak – bastim, yüz bin» και «παλιομουσούρο». Πιστεύω ότι κατά τον 20ο αιώνα, είναι αδύνατο να μην επηρεάστηκε το συγκεκριμένο ριζίτικο και στο τραγούδι (γλέντι) και στην καταγραφή, καθόσον σε Κρήτη και Ελλάδα είχαμε ένα πλήθος αρνητικών γεγονότων εν σχέση με το στέμμα. Όπως η ρήξη Εθνάρχη με πρίγκιπα Γεώργιο (κίνημα Θερίσου) και βασιλιά Κων/νο Α΄ (Εθν. Διχασμός), Μικρασιατική Καταστροφή, Εμφύλιο Πόλεμο κλπ, με αποτέλεσμα στην Κρήτη, η λέξη «βασιλιάς» να γίνει μισητή, και να αποτελεί ταμπού. Κρίνω σπουδαιότατα και άκρως ενδιαφέροντα, όλα τα παραπάνω, αλλά και από μουσικής πλευράς να το δει κάποιος γίνεται εύκολα κατανοητό, ότι με την επανάληψη των τεσσάρων λάμδα στο πρώτο δεκαπεντασύλλαβο στοίχο και πέντε λάμδα στο δεύτερο δεκαπεντασύλλαβο στοίχο, δημιουργείται παρήχηση του λάμδα και μια ευχάριστη αρμονία στο αυτί, εν αντιθέση με το πολύ κακό, βαρύ και βάρβαρο άκουσμα που έχει η τούρκικη λέξη μπαστίσω. Παραθέτω επίσης τη διήγηση του Καζαλάκη Εμμανουήλ του Μιχελή, ετών
86 εκ Λάκκων Κυδωνίας, ότι καθόσον συντέκνοι με τον αείμνηστο Κωνσταντίνο Κ. Μητσοτάκη, σε όλες τις γιορτινές συναντήσεις τους, άρεσε στον πρόεδρο να του τραγουδούν, μαζί με τον Γερουλάκη Ελευθέριο εκ Μαλάξης και λοιπούς Ριζίτες, το σχετικό ριζίτικο. Προφανώς ο Κ. Μητσοτάκης σαν παλαιός κρητικός, διαβασμένος και με υψηλό μορφωτικό επίπεδο, ήταν γνώστης και της ιστορίας και της αξίας του τραγουδιού. Επίσης παραθέτω την άποψη του εκ Σφακίων συγγραφέα και λαογράφου Κανάκη Γερονυμάκη ετών 93 ότι, οποιαδήποτε παρεκτροπή του ριζίτικου, εκ του αρχικού, το τραγούδι όχι μόνο το παραποιεί αλλά και το κακοποιεί. Τέλος ο σκοπός του τραγουδιού είναι ο αυτός με του : « εξορισέμε η μοίρα μου» ή « εκειά που σμίγουν οι καιροί». Ανακεφαλαιώνοντας τα ριζίτικα τραγούδια, είναι ο πολιτισμός και η φιλοσοφία των ανθρώπων που τα δημιούργησαν και τα διατήρησαν με σεβασμό και στοργή. Τιμή και δόξα, στις γενιές και γενιές των ανθρώπων εκείνων, που κράτησαν ψηλά την αιματοβαμμένη ιστορία μας και αναλλοίωτη την μακραίωνη παράδοσή μας. Νεότερες συλλογές ριζίτικων και γνωστές είναι και λόγος δεν υπάρχει να εξετασθούν, καθόσον είναι αντιγραφή των παλαιοτέρων. Άλλωστε ξεκάθαρο είναι, ότι το ριζίτικο τραγούδι έχει και είναι ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΗ. Η λέξης «νέο» είναι το αντίθετο και ο εχθρός της λέξης «παράδοση» και πέραν της λέξης «νέον» υπάρχει και αυτή της γελοιότητος ή γελοιοποίησης, την οποία «φρενάρει» η λέξης ευγένεια. Τα εν τω συνόλω τους, άνωθεν αναγραφόμενα, αποτελούν προσωπικές σκέψεις του γράψαντος, και είναι σύμφωνα με τα ιστορικά δεδομένα που είχε στη διάθεσή του και τα οποία έλαβε σοβαρά υπ’ όψιν του. Κατ’ ουδέ έναν τρόπο, σκοπό έχουν να διεκδικήσουν τη μοναδικότητα ή να πείσουν. Κατά τον γράφοντα αποτελούν αφορμή στο να κινηθεί η σκέψη των αναγνωστών – μελετητών και σε άλλες κατευθύνσεις, καθόσον φρονεί ότι στο συγκεκριμένο ριζίτικο είναι μοναδικό και το κορυφαίο που τιμά και δοξάζει την Κρήτη και την ιστορία της. Τα παραπάνω αφιερώνονται στη μνήμη του αρχηγού Σελίνου κατά το «μεγάλο σηκωμό» 1866-69, Κωνσταντή Κριάρη, καθόσον ήταν ο τελευταίος που παραδόθηκε (στο Μουστάκο Σελίνου) και αυτό μόνον όταν τραυματίστηκε, διαμπερές στη μέση, από Κρητότουρκους Σελινιώτες.
Ο εκ των Ριζών γράφων
Μιχάλης Κατσανεβάκης
Αρχιτέκτων Μηχανικός Ιστορικός Ερευνητής
Y.Γ. Το ανωτέρω κείμενο μπορεί να δημοσιοποιηθεί, εν τω συνόλω ή εν μέρει, τη συνοδεία του ονοματεπωνύμου του γράψαντος.