Ο Γυµνασιάρχης – Λαογράφος Γιάννης Μαυρακάκης στο βιβλίο του «Τα ποιµενικά» 1985, αναφέρει:
«Κατά τη βοσκή, το πότισµα, το κούρτισµα και ξεκούρτισµα, την πρόσκληση και εκδίωξη, τον χωρισµό κ.λπ. των αιγοπροβάτων, χρησιµοποιεί ο βοσκός πάρα πολλές και ποικιλότατες επιφωνηµατικές και άλλες διάφορες εκφράσεις, που συνοδεύονται συχνότατα µε σφυρίγµατα, χειρονοµίες, ρίψεις λίθων και κυνηγητό των ζώων αυτών, από τον βοσκόσκυλο ή και τον ίδιο τον βοσκό. Οι ποικιλόµορφες αυτές εκφράσεις και εκδηλώσεις του βοσκού είναι κάπως δύσκολο να αποδοθούν γραπτώς. Στα προηγούµενα µέρη του βιβλίου αυτού υπάρχουν αρκετές τέτοιες εκφράσεις, και τολµώ να σηµειώσω και τις παρακάτω:
α) Κρίιο! κρίιο: Η λέξη αυτή απευθύνεται µε ι κάπως παρατεταµένο, στον κριό που οδηγεί το κουράδι τα πρόβατα, όταν πλησιάζει στην κούρτα, οπότε στο άκουσµά της ο κριός ξεχωρίζει από τα έγκαλα και τον ακολουθούν έξω από την κούρτα τα στείρα, ενώ µπαίνουν µέσα σ’ αυτήν τα έγκαλα για άρµεγµα. Στην ανατολική Κρήτη για να τεθεί επικεφαλής ο µπροστάρης κριός λέγουν: Κρίο: έχα! κρίο! ρνιώστο. Επίσης και πτρίου! Πτριούτσι.
β) Τζω πέρα τζω! Χώρισε! χώρισε! Ο µαντρατζής προσφωνεί έτσι τον τράγο για να χωρίσουν
οι στείρες από τις έγκαλες ή γαλατερές αίγες, όταν πρόκειται να µπουν στην κούρτα για το άρµεγµα. Στην ανατολική Κρήτη προτρέπουν τις αίγες να βαδίσουν µε τη λέξη: Τζω! Για να σταθούν λέγουν στις αίγες: Γκιώ! Στα πρόβατα: Τάι! Τάια!
γ) Στείρο! Στείρο! Στειρέ! Στειρέ! Σκε! Σκε! Χρησιµοποιούνται για να χωρίσουν τα στείρα από τα έγκαλα την ώρα του αρµέγµατος.
δ) Λάσω Λάσω! Λάσω γέρο λάσω! Η προσφώνηση αυτή γίνεται από τον µανδρατζή ή περίσσιο στον µπροστάρη κριό ή τράγο για να εισέλθει στην κούρτα και να τον ακολουθήσουν τα ωζά ή οι αίγες.
ε) Στήσω! Στήσω! Ισοδυναµεί ίσως µε το Λάσω! Λάσω! Και χρησιµοποιείται για να µπαίνουν µέσα στην κούρτα τα αιγοπρόβατα προς τα οποία απευθύνεται.
στ) Στήξω! Στήξω! (στην ανατολική Κρήτη: Λάξω! Λάξω!) Θα σηµαίνει: στάσου έξω στα έξω – έλα έξω, και λέγεται από τον µαντρατζή για να ξεκουρτίσουν – να βγουν έξω από την κούρτα τα ζώα.
ζ) Να! Να! Να! Να! Έλα πα! Να! Να! Να! – έλα τζοτζόνα µου, να! Μ’ αυτά προσκαλεί κοντά του ο βοσκός τις αίγες.
η) Να! έε! – Νάµπσου να! Οι εκφράσεις αυτές πολλές φορές συνοδευόµενες µε το Πούχιου – πούχιου µωρέ! που λέει ο βοσκός στον σκύλο του, συντελούν στην εκδίωξη των αιγοπροβάτων από ανεπιθύµητα του µέρη.
θ) Να τζοτζονά! Απευθύνεται στις αίγες (τζοτζόνα = αίγα) για τον προηγούµενο σκοπό, µε ισχυρότερο τονισµό της πρώτης και τελευταίας συλλαβής.
ι) Άαα! Ααα! Το επιφωνηµατικό αυτό α προσφέρεται µε κάποια υγρότητα και παράταση της φωνής, όταν φωνάζει ο βοσκός τα βρισκόµενα µακριά από αυτόν ζώα.
ια) Έεα! Έεα! Χρησιµοποιείται για τις αίγες, όπως και το προηγούµενο επιφώνηµα.
ιβ) Γκρος, Γκρος! Λέγεται τη στιγµή που φλουµίζουν τα αρνάκια.
ιγ) Να τσθ, – τσθ – να, να, τσθ. Η δυσκολοπρόφερτη αυτή έκφραση προφέρεται κατά το φλούµισµα των ριφιών.
ιδ) Μπέεε! Μπέε! Έτσι µε το ε παρατεταµένο και να µοιάζει µε το βέλασµα (το πρόβατο βελάζει) ανακράζει ο βοσκός τα ωζά του. Το αρνάκι γνωρίζει τη µητέρα του από το βέλασµά της – από το Μπέε, που κάνει, ενώ το ριφάκι δεν έχει την ικανότητα αυτή να γνωρίζει τη µάνα του από το Μπεε, που φωνάζει.
Ακόµη: Πτρούσο… Φώναζαν οι βοσκοί για να πλησιάσουν να πιουν νερό τα ζώα.»
Φυσικά κατά περιοχές υπήρχαν, και υπάρχουν, πάρα πολλές παραλλαγές και άλλες εκφράσεις.
Η… γλώσσα αυτή µαθευόταν βέβαια µόνο στο… πανεπιστήµιο της Μαδάρας και από γενιά σε γενιά.
Ήταν αφάνταστα γραφικό το θέαµα στα παλαιότερα χρόνια, όταν, το φθινόπωρο, οι βοσκοί κατέβαζαν από τα ορεινά τα αιγοπρόβατα και µε τις κατσούνες στην πλάτη περνούσαν µέσα από τα Χανιά ή κάποια µεγάλα χωριά, για να καταλήξουν στα χειµαδιά του Ακρωτηρίου, της Σπάθας και αλλού. Οι… συνεννοήσεις των µε τα συνεχή σφυρίγµατα και τις σχετικές κραυγές που γνώριζαν τα ζώα ήταν κάτι το µοναδικό. Τα ζώα «καταλάβαιναν» τους βοσκούς.
Σήµερα έµειναν τα οζά… αγράµµατα, αφού πλέον οι βοσκοί δεν τους “µιλάνε” ούτε τα κατευθύνουν πεζοί αλλά εποχούµενοι στα 4×4 και αντί για σφυριές χρησιµοποιούν τις κόρνες των φορτηγακιών!!!»