«Η Εικόνα δεν τιµάται ως υλικό, αλλά συνιστά ένα µέσον που συνδέει τη θύραθεν κοινωνία και τον άνθρωπο µε τον Θεό…». Η συγκεκριµένη φράση του διευθυντή της Ορθοδόξου Ακαδηµίας Κρήτης, είναι αρκετή, για να ξεκινήσει ένα ταξίδι λέξεων στον κόσµο της Αγιογραφίας και της προσφοράς της Ορθοδόξου Ακαδηµίας Κρήτης στην Τέχνη της.
Το Εργαστήριο Αγιογραφίας της ΟΑΚ ιδρύθηκε το 1995. «30 χρόνια αδιάκοπης λειτουργίας µεταδίδοντας µε αγάπη, την ιερή Τέχνη της Αγιογραφίας σε χιλιάδες επισκέπτες και συνέδρους από την Κρήτη, την Ελλάδα, αλλά και το εξωτερικό, όχι µόνο σε ότι αφορά τα υλικά της, την παραδοσιακή τεχνική της αυγοτέµπερας, αλλά και τη θεολογία, την ιστορία και το θεωρητικό υπόβαθρο της Εικόνας στην Ορθόδοξη Εκκλησία», αναφέρει στις “διαδροµές” η αγιογράφος και υπεύθυνη του Εργαστηρίου Κωνσταντίνα Στεφανάκη.
Η κα Στεφανάκη, αγιογράφησε αµέτρητες εικόνες, όλα αυτά τα χρόνια στο Εργαστήριο Αγιογραφίας, οι οποίες ταξίδεψαν, Κρήτη, Ελλάδα, εξωτερικό, σε ιδιώτες, ναούς και τοιχογραφίες. Η φήµη του Εργαστηρίου Αγιογραφίας της ΟΑΚ ταξίδεψε φέρνοντας αποτελέσµατα. «Με το πέρασµα του χρόνου οι επισκέψεις και το ενδιαφέρον των συµµετεχόντων πλήθαινε κι εµείς κάναµε το επόµενο βήµα, διοργάνωση σεµιναρίων αγιογραφίας προσφέροντας διάδοση της Τέχνης και ποιοτική εκπαίδευση. Από τότε οι συµµετέχοντες από όλο τον κόσµο έρχονται κάθε έτος για να ταξιδέψουν νοητά στη Xώρα του Aιωνίου, να βιώσουν ένα ταξίδι µέσα στον χρόνο µε τους Βυζαντινούς Μαΐστορες της Αγιογραφίας και τις ποικίλες στιλιστικές προτάσεις της ιερής Τέχνης, που διαρκεί ως τις µέρες µας. Επιδιώκουµε τον διάλογο µε την εικονογραφική παράδοση, διδάσκοντας τις απαιτούµενες γνώσεις, τη µελέτη και την άσκηση στην Τέχνη και προσπαθούµε να επισηµάνουµε, πως το Φως της Αγίας Γραφής, η παράδοση της Εκκλησίας και οι βίοι των Αγίων αποτελούν έµπνευση για την Ιερή Τέχνη», είπε, ενηµερώνοντας επίσης πως: «Παράλληλα µε την εκµάθηση της αγιογραφίας πραγµατοποιούνται εκδροµές σε τόπους άµεσα συνδεδεµένους µε την εικονογραφική παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ενώ υπάρχει συνέργεια µε την Περιφέρεια, συµµετοχές σε προγράµµατα, µε το ταξίδι της ιστόρησης των Εικόνων να µην περιορίζεται µόνο στην Κρήτη, καθώς δεχόµαστε συνεχώς προσκλήσεις για να µεταδώσουµε την ιερή Τέχνη στο εξωτερικό”.
Αλιεύσαµε από τον Κωνσταντίνο Ζορµπά, γενικό διευθυντή της ΟΑΚ στοιχεία για την Αγιογραφία που τη συνδέουν µε την Ορθοδοξία. Όπως µας είπε, η µετάβαση από την εθνική Εικονογραφία στην Ορθόδοξη Χριστιανική συνιστά ένα πολυδιάστατο φαινόµενο, το οποίο υπήρξε αµφιλεγόµενο έως και τον 8ο αιώνα, «…όταν και καθιερώθηκε η απόρριψη ειδωλολατρικών αποδόσεων προς τις ορθόδοξες Εικόνες. Θα έλεγε κανείς ότι το στοιχείο του Αρχαίου Ελληνισµού συνετέλεσε στην σύγχυση αυτή. Στην Ελληνική Εθνική Αρχαιότητα υπήρχε η πεποίθηση ότι τα είδωλα ενσάρκωναν θεϊκές δυνάµεις και θεωρούνταν υπερφυσικά. Η έλευση του Χριστιανισµού ωστόσο, ναι µεν διατήρησε την απεικόνιση της θεότητας, απέρριψε ωστόσο την λατρεία και την ιερότητα του υλικού ζητήµατος. Η Εικόνα στην Ορθοδοξία και τους πρώτους Χριστιανικούς αιώνες χρησιµοποιήθηκε ως πέρασµα προς την Χριστιανική πίστη µέσω της απλής απεικόνισης του Θείου».
Μαθαίνουµε από τον κ. Ζορµπά πως η χριστιανική Εικονογραφία «…ξεκίνησε από σύµβολα και πρόσωπα που απεικονίζονταν στις κατακόµβες κατά τους τρεις πρώτους Χριστιανικούς αιώνες, στοιχεία τα οποία συντελούσαν στο να σταλεί ένα µήνυµα πίστης προς την ανθρωπότητα και όχι στην λατρεία τους, συνιστώντας παράλληλα ένα βοήθηµα για προσευχή. Στους επόµενους αιώνες, οι Πατέρες της Εκκλησίας, όπως ο Ιωάννης ∆αµασκηνός, διατύπωσαν την θεωρία, ότι εφόσον ο Θεός ενσαρκώθηκε µε τη µορφή στου Χριστού, επιτρέπεται η ανθρώπινη απεικόνισή του. Εννοείται εδώ, πως η προσκύνηση µεταβαίνει προς το εικονιζόµενο πρόσωπο και όχι προς την Εικόνα του, η οποία έχει σαφώς και µόνο παραπεµπτικό χαρακτήρα. Με το πέρας των αιώνων η αντιπαράθεση των πιστών και της Εκκλησίας, για την ειδωλολατρική φύση των εικόνων καταρρίφθηκε, καθώς διατυπώθηκε η άποψη ότι η σχέση πιστών και εικόνων συνιστούν απλώς αρωγό προς την επικοινωνία µε τον Θεό και µετέπειτα και µε τους Αγίους».
Τι προσφέρει όµως η Αγιογραφία στον άνθρωπο, ρωτήσαµε τον κ. Ζορµπά. «Η Αγιογραφία προσφέρεται στον άνθρωπο, όχι µόνο ως Τέχνη αλλά και ως µια ενασχόληση (εργόχειρο ονοµάζεται στον µοναχισµό). Σίγουρα οι προσεγγίσεις είναι διαφορετικές στον κάθε καλλιτέχνη. Άλλος θα δει σε αυτήν ένα έργο Τέχνης και θα το εκτιµήσει µε εργαλείο ίσως την Αισθητική, που αναπτύχθηκε ως κλάδος της Φιλοσοφίας κυρίως από τον 19ο αιώνα. Άλλος θα εξετάσει τα τεχνικά στοιχεία του έργου. Άλλος θα φθάσει στην έννοια της Εικόνας, αναζητώντας µέσα από το παράθυρο της πίστης την ευλογία, ένα θείο δώρο, µια δύναµη, µια σταθερή βάση για να στηριχθεί υπαρξιακά, να ζήσει µια πνευµατική εµπειρία». Η Εικόνα, όπως είπε, «ανοίγει ένα διάλογο ανάµεσα στο πρόσωπο και στο απρόσωπο «και µας προσκαλεί να περάσουµε από το στάδιο του “κοιτάζω” στην ανώτερη βαθµίδα του “βλέπω”, δηλαδή στην απόκτηση συνείδησης και θρησκευτικής αυτοσυνειδησίας, ατοµικής και συλλογικής».
Είναι ελπιδοφόρο ότι υπάρχει παγκοσµίως µία ιδιαίτερη αύξηση για την Τέχνη της Αγιογραφίας, σύµφωνα µε την Κωνσταντίνα Στεφανάκη. «Πάντα υπήρχε µεγάλο ενδιαφέρον και αγάπη για την Εικονογραφία, απλώς στη σηµερινή εποχή και µε τα Μέσα Μαζικής Ενηµέρωσης, οι ενδιαφερόµενοι έχουν πιο εύκολη πρόσβαση και ενηµέρωση για τη διεξαγωγή µαθηµάτων. Το διαπιστώνουµε καθηµερινά στα σεµινάρια Αγιογραφίας και από το πρόγραµµα “Ζώσα Ορθοδοξία” που διεξάγονται στον χώρο της Ακαδηµίας».
Μάλιστα, ο µητροπολίτης Κισσάµου και Σελίνου κ. Αµφιλόχιος και πρόεδρος της ΟΑΚ αποφάσισε να εντάξει και Σχολή Αγιογραφίας στο Τσατσαρωνάκειο Πολύκεντρο της Μητροπόλεως, µε υπεύθυνη την κα Στεφανάκη. Στη δε ∆ιακοινοβουλευτική Συνέλευση Ορθοδοξίας, σε συνεργασία µε την Ακαδηµία, οργανώθηκε ∆ιεθνές Συµπόσιο Σύγχρονης Εικονογραφικής Τέχνης, µε συµµετοχή 35 αγιογράφων και ειδικών από 14 χώρες του κόσµου, απόδειξη µεταξύ πολλών άλλων, ότι υπάρχει πολλή αγάπη για την Αγιογραφία, σύµφωνα µε την κα Στεφανάκη, η οποία µιλώντας για τους σπουδαστές του εργαστηρίου, µας είπε: «Από τότε που ιδρύθηκε το Εργαστήριο Αγιογραφίας, κάθε χρόνο αυξάνονται οι ενδιαφερόµενοι, τόσο οι φέροντες το Σχήµα όσο και οι Λαϊκοί, από Ελλάδα και εξωτερικό.
Επίσης, δίνουµε ιδιαίτερη βαρύτητα στη νέα γενιά, µε την οργάνωση εκπαιδευτικών προγραµµάτων και τη συµµετοχή µας στα προγράµµατα διά βίου µάθησης στα σχολεία. Τα παιδιά που σήµερα εκπαιδεύονται, ίσως να γίνουν αύριο οι µελλοντικοί µας Αγιογράφοι. Επίσης στο Κέντρο Επιµόρφωσης και ∆ιά βίου Μάθησης του Πολυτεχνείου Κρήτης εντάχτηκε και σπουδή στη Βυζαντινή ζωγραφική, όπου µε προσκάλεσαν για τη διδασκαλία της Αγιογραφίας των σπουδαστών».
Ο Κωνσταντίνος Ζορµπάς µας εξηγεί για τις τεχνοτροπίες Ορθοδόξων, Καθολικών, που διαφέρουν. «Για τον πιστό, σύµφωνα µε τον Ιωάννη τον ∆αµασκηνό, η Εικόνα είναι τα βιβλία των αγραµµάτων. Στο χώρο της Καθολικής Εκκλησίας έχει αναπτυχθεί µια τέχνη Φυσιοκρατική. ∆ηλαδή παριστάνει την ασθενή φύση του ανθρώπου. Αυτό σιγά-σιγά αλλάζει κι έχουµε σήµερα, απέναντι στα τεράστια αγάλµατα και τους υπέροχους πίνακες ζωγραφικής (π.χ. ∆οµήνικος Θεοτοκόπουλος) των µεγάλων Καθολικών Ναών στη ∆ύση και την απλότητα µιας βυζαντινής Αγιογραφίας (κυρίως της Παναγίας). Η δηµιουργία ενός πορτραίτου στη Βυζαντινή ζωγραφική δεν αποσκοπεί να φτιάξει µια µίµηση της εξωτερικής µορφής του εικονιζόµενου, αλλά κυρίως στοχεύει να καταγράψει τη σχέση του εικονιζόµενου µε τον θεατή, να γράψει δηλαδή το “πώς” της κοινωνίας τους».
Είναι τελικά, κ. Ζορµπά, οι εικόνες τόσο δεµένες µε την καθηµερινότητα του Έλληνα; «Εικόνα και Έλληνας, όπως σε όλες τις ορθόδοξες Χώρες, είναι συνυφασµένες µε την παράδοση. ∆εν µπορώ να πω ότι οι Έλληνες είχαν πάντα ιδιαίτερη σχέση µε την Εικόνα, κυρίως ως Τέχνη… Φυσικά η Εικόνα συνδέεται άµεσα µε την πίστη, την προσευχή, το τάµα, αλλά και µε την εθνική ταυτότητα του εικονιζόµενου Αγίου. Παρά την οικουµενική διάσταση ενός Αγίου, υπάρχουν και Άγιοι µε τοπικές ενδυµασίες, τονίζοντας τον τοπικό χαρακτήρα µιας περιοχής. Αυτό είναι σηµαντικό διότι µπορεί να εορτάζεται ένας Άγιος από την Αλάσκα στην Ελλάδα και ένας Άγιος από την Κρήτη στην µακρινή Αφρική. Η ανάγκη να χαρούν οι άνθρωποι την παρουσία του Θεού, γεµίζει τον κάθε τόπο µε χιλιάδες ξωκλήσια, µε πανηγύρια και γιορτές. Ελλάδα, η χώρα γεµάτη από Αγίους, θαύµατα, εµπειρίες αυθεντικές και όχι φτιαχτές».
Σήµερα όµως, η ΑΙ τεχνητή νοηµοσύνη απειλεί την Τέχνη; «Με την Τεχνητή Νοηµοσύνη απειλείται ένα µεγάλο κοµµάτι χειρονακτικών επαγγελµάτων», εξηγεί ο κ. Ζορµπάς επισηµαίνοντας ότι: «Ο Αγιογράφος τι επιδιώκει να κάνει σε µία Εικόνα; Ένα τέλειο άνθρωπο ή έναν Άγιο στην τελειότητα; Ένας τέλειος άνθρωπος είναι ο ιδανικός, ο ολοκληρωµένος, ο αψεγάδιαστος… Αντίθετα, ο Άγιος δεν ξέρει ότι είναι Άγιος. Γιατί η αγιότητα δεν είναι τελειότητα αλλά αίσθηση αµαρτωλότητας. Η αγιότητα δεν είναι ένα προσωπικό κατόρθωµα, αλλά µια δωρεά. ∆εν βασίζεται στις γνώσεις και στα πτυχία αλλά στον προσωπικό, βιωµατικό αγώνα… Ο τέλειος άνθρωπος της Τέχνης των Νέων Τεχνολογιών µπορεί να φτάσει µέχρι τον “µετάνθρωπο”… ο Άγιος ανθρωποποιεί».
Είναι σωστό να πούµε πως, όλοι οι άνθρωποι µπροστά σε µία Εικόνα έχουν την ίδια ψυχική πατρίδα; Η κα Στεφανάκη βοήθησε στην απάντηση: «Το ενδιαφέρον των ξένων σπουδαστών για την εκµάθηση της Αγιογραφίας στους χώρους της ΟΑΚ είναι πολύ µεγάλο, µε κλεισµένες ηµεροµηνίες σεµιναρίων για τα επόµενα χρόνια. Υπάρχει τεράστιο διεθνές ενδιαφέρον παγκοσµίως για τη γνωριµία µε τις Βυζαντινές εικόνες στο εξωτερικό, ∆ύση, Βαλκανικές χώρες, Ινδία, Αµερική. Πάρα πολλοί ορθόδοξοι και από άλλες εθνικότητες φιλοξενούνται στην ΟΑΚ για την εκµάθηση της Αγιογραφίας. Όπως και σπουδαστές χωρίς καµία σχετική παράδοση, από τη Ρωµαιοκαθολική και Ευαγγελική Εκκλησία, που δείχνουν µεγάλο ζήλο για το ζωγραφικό σύστηµα της Βυζαντινής Αγιογραφίας, µα και Προτεστάντες που ήταν αντίθετοι µε την ύπαρξη των Εικόνων στους ναούς τους και γενικά στη ζωή τους. Συνεργαζόµαστε µε Ακαδηµίες στο εξωτερικό και προσκαλούµαστε για τη διδασκαλία της Βυζαντινής Αγιογραφίας».
Πόσο ακριβή είναι ως τέχνη η Αγιογραφία; Η κα Στεφανάκη κάνει λόγο για αύξηση στο κόστος των υλικών «…τα οποία απαρτίζονται από καλής ποιότητας πινέλα και εννοείται από τα φύλλα χρυσού και πολλά άλλα υλικά, τα οποία δεν γίνεται να παραλείψουµε. Οι σπουδαστές για αρχή, µέχρι την εκµάθηση της καλής χρήσης των πινέλων, µπορούν να χρησιµοποιούν και καλά πινέλα, τα οποία έχουν χαµηλότερο κόστος».
Το κόστος, δεν αξίζει να υπολογιστεί όταν κάποιος γνωρίζει ότι, «Η Αγιογραφία, ως Εικονιστική Θεολογία, δεν αποδίδει εξωτερικώς τη µορφή των Αγίων, αλλά παριστά τον πνευµατικό και άφθαρτο χαρακτήρα τους, στη Βασιλεία των Ουρανών», όπως µας λέει ο κ. Ζορµπάς. Αφαιρούµε το κόστος από την κουβέντα και δεχόµαστε ότι: «Μπορεί να εξελιχθεί η Αγιογραφία. ∆εν είναι λίγες οι φορές που παραµένουµε άφωνοι και βουβοί µπροστά σε ένα έργο Τέχνης. Άλλες φορές πάλι αδυνατούµε να εκφράσουµε λόγο, παραµένοντας άλαλοι. Αυτή η αφωνία όµως αποτελεί και αδυναµία του ίδιου του ανθρώπου να κατορθώσει να εκφράσει µε λόγια το µεγαλείο του Θεού», αναφέρει ο κ. Ζορµπάς και εµείς αναρωτιόµαστε… Αυτό το µεγαλείο µπορεί να αξιοποιηθεί µε άλλον τρόπο; «Ο προσκηνυµατικός τουρισµός είναι σηµαντικός και µπορεί να συνδεθεί µε όσα συζητάµε… ∆εν έχει σηµασία απλώς να µάθουν οι επισκέπτες την παράδοση (γαστρονοµία, οινοτουρισµός, ελαιοτουρισµός κ.λπ.) αλλά να δουν τον θεµατικό τουρισµό ως τρόπο ζωής και συµπεριφοράς. Η Κρήτη δεν είναι τόπος είναι τρόπος ζωής. Με την επίσκεψη σε Ιερούς Ναούς και Εργαστήρια Αγιογραφίας, Ιερές Μονές και εξωκκλήσια µπορούν να κατανοήσουν ότι η Αγιογραφία στοχεύει πρωτίστως στο να καταγράψει τη σχέση του εικονιζόµενου µε τον θεατή, να γράψει δηλαδή το “πώς” της κοινωνίας τους. Και αυτό το έχουµε ανάγκη στις ηµέρες µας».
Αγιογράφος, προσευχή, πνευµατική διάσταση, πινέλα. Υπάρχει άραγε εξάρτηση; «Πολλοί Αγιορείτες έχουν δηµιουργήσει σηµαντικές Σχολές Αγιογραφίας στηριζόµενοι στην παράδοση και φυσικά στην προσευχή. Όπως λέγει ο καθηγητής Γεώργιος Κόρδης “στη Βυζαντινή ζωγραφική δε ζωγραφίζουµε µε χρώµατα αλλά µε Φως”.
Η εικόνα δεν καταγράφει ένα αφηρηµένο νόηµα, ό,τι εικονίζεται είναι πραγµατικό. Στον αιώνα που διανύουµε, η Ορθόδοξος Θεολογία και συνάµα η Αγιογραφία, υπερβαίνοντας τις ποικίλες αγκυλώσεις του παρελθόντος, οφείλει να σταθεί “ενώπιος ενωπίω”, µε αυτοκριτική διάθεση, έτσι ώστε να αξιολογήσει σε ποιο βαθµό είναι και παραµένει µία συνεχής έκφραση του Ιερού και όχι απλώς Ορθόδοξη, µε την έννοια µιας στενά πολιτισµικής ή φολκλορικής επανάληψις», σύµφωνα µε τον Κωνσταντίνο Ζορµπά γενικό διευθυντή της ΟΑΚ.