Έχω και την θεία μου την Πώλενα στο χωριό που δεν έχει κοπέλια, κι ούλη μέρα μου τηλεφωνεί και γούζιεται..
– Ώφου παιδάκι μου και δεν έκλεισα αμάτι πάλι οψές το βράδυ.
– Ε πράμα θα σε πείραξε θεία… μπορεί να φταίνε κι οι χοχλιοί με τα κολοκύθια που έφαες.
– Όι χαρώτο δεν φταίνε οι χοχλιοί, παρά άκουα ούλη την νύχτα να τσαρχαλίζουνε οι ποντικοί στο ταβάνι και να γλακούνε πάνω κάτω να σκληρίζουνε… ω φωτιά να τσοι κάψει κι ίντα θα γεννώ η μαύροκακομοίρα, στο τέλος θα φάνε κι εμένα, του κερατά τα μιαρά επά που είμαι μοναχή μου… Κάμε παιδάκι μου πράμα να σε ξεμιστεύει ο θεός να τσοι ξεκάμεις,για θα με κουζουλάνουνε.
– Εντάξει θεία, αύριο θα σου φέρω ένα ειδικό ποντικολόγο από τα Χανιά να αμολάρει στο ταβάνι δυο τρεις κάτες να τσι φάνε.
– Ξάνοιξε όμως παιδάκι μου νάχεις την ευκή μου, να μου βρεις κιανένα μπολιασμένο μάστορα να μην μου κολλήσει κι εκείνο να τον γκολονοϊό να με ξεπαστρέψει κι εμένα.
– Ντα εσύ μού ’λεγες θεία πως τα φοβάσαι τα εμβόλια να μη σου γεμίσουνε μικρόβια την κοιλιά σου… εξεφοβήθηκες εδά;.
– Κλείσε μου αντράκι μου ίδια δα να το κάμω κι εγώ… κι είδα οψαργάς ένα κακό όνειρο με τον μακαρίτη τον Πώλο..!