Παρασκευή, 15 Νοεμβρίου, 2024

Η θεραπεία των αναμνήσεων

Η υπόθεση του τελευταίου μυθιστορήματος του Χρήστου Αστερίου, με τον κατατοπιστικό και ακριβή τίτλο Η θεραπεία των αναμνήσεων, που αφορά την ιστορία του Μιχάλη Μπουζιάνη, ενός μεσήλικα άντρα αντιμέτωπου με μια προσωπική κρίση, θα ήταν από μόνη της αρκετή για να μου προκαλέσει την επιθυμία να διαβάσω το βιβλίο αυτό. Πρόκειται άλλωστε για κοινό τόπο αρκετών μυθιστορημάτων σε διάφορες παραλλαγές και μια σεναριακή κατηγορία στην οποία ανήκουν αρκετά από τα αγαπημένα μου μυθιστορήματα. Πρόσθετο στοιχείο έξαψης των αναγνωστικών μου προσδοκιών αποτέλεσε η λεπτομέρεια πως ο ήρωας είναι ένας διάσημος συγγραφέας, και τα βιβλία με θέμα τη λογοτεχνία διαθέτουν πάντα κάτι ξεχωριστά μεταλογοτεχνικό.
Εκείνο όμως που έκανε το βιβλίο του Αστερίου τελικά να ξεχωρίσει και να διαφέρει από άλλα αντίστοιχα της κατηγορίας του ήταν πως ο Μιχάλης Μπουζιάνης υπήρξε στα νιάτα του κωμικός και αργότερα, όταν πέρασε στη συγγραφή, τα βιβλία που έγραφε ήταν χιουμοριστικά. Και είναι αυτό το στοιχείο ταυτότητας του ήρωα σημαντικό γιατί εγείρει ένα ενδιαφέρον ερώτημα: πώς αντιδράει ένας κωμικός, ένας επαγγελματίας της ψυχαγωγίας, απέναντι στις δυσκολίες της δικής του ζωής; Ας θυμηθούμε τον Χανς Σνηρ, στο Οι απόψεις ενός κλόουν του Χάινριχ Μπελ, που τον έχει εγκαταλείψει η Μαρί, που το ψυγείο του είναι άδειο, που η καριέρα του είναι σε πτώση, για να μην αναφερθούμε στο ζοφερό πολιτικό περιβάλλον της περιόδου. Ο Μπουζιάνης κάποια στιγμή σκέφτεται:

Αρκετές φορές τα τελευταία χρόνια, όταν η ζωή μου έφτανε στα πρόθυρα της κατάρρευσης και τα στηρίγματά της γκρεμίζονταν σαν ξύλινα στρατιωτάκια σε παράταξη προκαλώντας μου αισθήματα πικρίας και θλίψης, θα έπρεπε να αντιδρώ με τον τρόπο ενός κωμικού: να στέκομαι πάνω από τα συντρίμμια και να ξεσπάω σ’ ένα ασταμάτητο καρναβαλικό γέλιο που θα ξόρκιζε το κακό και θα με διατηρούσε αλώβητο. Δεν εννοώ ένα γέλιο με σκοπό την πρόσκαιρη διασκέδαση, αλλά ένα γέλιο ηχηρότερο και πιο βαθύ.

Με τον τρόπο ενός κωμικού, έτσι λέει, σαν να μην υπήρξε ποτέ ο ίδιος κάτι τέτοιο, σαν να μην ήταν ποτέ αυτό αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητάς του, του τρόπου με τον οποίο κινούνταν στον κόσμο. Οι Γερμανοί λένε: χιούμορ είναι όταν παρ’ όλ’ αυτά γελάς. Απλώς καμιά φορά χρειάζεται κάποιος να βαφτίσει το χιούμορ χιούμορ για να λειτουργήσει. Εκεί συχνά εμφανίζεται ο κωμικός, με το οξυμένο αισθητήριο πρόσληψης και ερμηνείας της πραγματικότητας, που θα ψαρέψει το σκουπίδι από τον βούρκο, θα μας το δείξει σηκώνοντάς το όσο πιο ψηλά μπορεί, και θα κάνει το σχόλιο εκείνο που θα λειτουργήσει ως “παρ’ όλ’ αυτά”, που θα παραμερίσει τη θλίψη, την οργή ή και την αηδία ακόμα, και θα κάνει χώρο σε ένα γέλιο βαθύ που θα μας τραντάξει. Και δεν χρειάζεται να είναι κάποιος επαγγελματίας που γεμίζει θέατρα, μπορεί να είναι ένας λιγομίλητος στην παρέα φίλος.
Εγκιβωτισμένη στο μυθιστόρημα υπάρχει και η αυτοβιογραφία που γράφει ο Μπουζιάνης, κάτι το οποίο λειτουργεί αρκετά ικανοποιητικά στο συνολικό αποτέλεσμα, όπως πετυχημένη είναι και η ένταξη στην κεντρική ιστορία κάποιων στιγμιότυπων του παλιού ελληνικού κινηματογράφου. Το στήσιμο της πλοκής και η κατασκευή του κεντρικού χαρακτήρα είναι υψηλού επιπέδου. Ο Μπουζιάνης αναδύεται στο συναισθηματικά νεκρό σημείο του αναγνώστη, δεν γίνεται δηλαδή ούτε απόλυτα συμπαθής, ούτε όμως και αντιπαθής, παρότι φλερτάρει έντονα με διάφορα στερεότυπα. Η θεραπεία των αναμνήσεων περιλαμβάνει και αρκετά, αναγκαία για την πλοκή, κλισέ και κάποιες ανατροπές που -ίσως έχουν στόχο να- μετριάζουν τελικώς την εσωτερικότητα αυτού του χορταστικού μυθιστορήματος.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα