Τρίτη, 3 Δεκεμβρίου, 2024

Η τουρκική οικονοµία σε πτώση

Η Τουρκία, την περίοδο του Ερντογάν, παρά τις προκλήσεις της ηγεσίας, αρχικά στηρίχθηκε στη δυναµική της ελεύθερης αγοράς από την εποχή του κεµαλισµού, και δηµιούργησε αξιόλογη ευηµερία την πρώτη δεκαετία την οποία δεν καρπώθηκε ο λαός. Τα τελευταία όµως χρόνια διακυβέρνησης η στροφή της ισλαµικής διακυβέρνησης του Ερντογάν µε επισφράγισµα την µετατροπή της Αγ. Σοφίας σε τζαµί, οδήγησε τον λαό του στις καταστροφικές συνέπειες του πληθωρισµού. Ωστόσο, πλέον, η ισλαµική αυταρχία έχει εξαντλήσει αυτή την πηγή ώθησης της οικονοµίας χωρίς να έχει τη δυνατότητα ανανέωσης.

Αυταρχικές κοινωνίες αδυνατούν να ανταγωνιστούν µε τις δηµοκρατίες της ελεύθερης αγοράς λόγω της υπερισχύουσας πολιτικής εξουσίας που παραβιάζει το κράτος δικαίου, το οποίο είναι ζωτικής σηµασίας για τη διαφύλαξη της ιδιωτικής ιδιοκτησίας. Αυτή η προϋπόθεση είναι απαραίτητη για την αποδοτικότητα και την καινοτοµία που χαρακτηρίζει την ελεύθερη αγορά στις προηγµένες χώρες. Αυταρχικές κουλτούρες αποδεικνύονται ανίκανες να στηρίξουν ή να διατηρήσουν έναν σύγχρονο πολιτισµό χωρίς τη συνεχή συµβολή του ανεπτυγµένου κόσµου µέσω των εισαγωγών και µεταφοράς τεχνογνωσίας από τον ανεπτυγµένο κόσµο. Από τα 54 ισλαµικά κράτη, µόνο αυτά που διαθέτουν τον πολυπόθητο πετρελαϊκό πλούτο δεν βρίσκονται σε κατάσταση ένδειας.
Ο ανεπτυγµένος κόσµος επιτυγχάνει λόγω της δέσµευσής του στην ελεύθερη αγορά, ενώ οι αυταρχικοί πολιτισµοί αποτυγχάνουν επειδή εγκαταλείπουν αυτή την αρχή.

Στις δηµοκρατίες ελεύθερης αγοράς, οι άνθρωποι παραµένουν ακόµη και κατά τη διάρκεια οικονοµικών υφέσεων, ενώ στις αυταρχικές χώρες, ιδιαίτερα τα άτοµα µε υψηλή εκπαίδευση και δυνατότητες πρόβλεψης του µέλλοντος, τείνουν να εγκαταλείπουν τη χώρα, οδηγώντας σε σηµαντική διαρροή εγκεφάλων.

Το 2022 πάνω από 2.700 Τούρκοι γιατροί είχαν ζητήσει πιστοποιητικά για να δουλέψουν στο εξωτερικό άλλα και πολλές άλλες ειδικότητες. Ήδη η νεολαία απλά αρνείται να εργαστεί σε µια απλή δουλειά όπως ένας σερβιτόρος ή ένας ταµίας δίνοντας στον επιχειρηµατία την µόνη επιλογή να προσλάβει έναν µετανάστη από τα εκατοµµύρια που φιλοξενεί για πολιτικούς λόγους. Η Τουρκία χάνει την πρόσβαση σε ανθρώπους που θα µπορούσαν   διαδραµατίζουν καίριο ρόλο στην ενίσχυση της οικονοµίας της, και η οικονοµική της κατάσταση επιδεινώνεται.

Και ενώ   ο πληθωρισµός είναι ένα ζήτηµα σε όλο τον κόσµο κοντά στο 3% σήµερα, στην Τουρκία έχει πλησιάσει το 85%. Οι καταναλωτές σύµφωνα µε το CNBC,   πληρώνουν 99% περισσότερο για τρόφιµα το 2023 από ό, τι το 2022. Το κόστος στέγασης έχει εκτοξευθεί κατά 85% και το κόστος µεταφοράς έχει αυξηθεί κατά 117%. Σε µια χώρα 85 εκατοµµυρίων ανθρώπων, έχοντας το κόστος   της ζωής – ειδικά σε αυτές τις βασικές περιοχές – να έχει πρακτικά διπλασιαστεί απλά δεν είναι βιώσιµη.

Η πολιτική του Ερντογάν πάντα περιστρεφόταν γύρω από τη διατήρηση των επιτοκίων όσο το δυνατόν χαµηλότερα, έτσι ώστε η χώρα, οι επιχειρήσεις και οι άνθρωποι να µπορούν να δανειστούν περισσότερα χρήµατα. Ο Ερντογάν υποστηρίζει επίσης ότι τα χαµηλότερα επιτόκια προσελκύουν επενδύσεις,   που τροφοδοτούν περαιτέρω την τουρκική οικονοµία. Προσφέροντας φθηνή χρηµατοδότηση, εξουσιοδοτούσε τον λαό της Τουρκίας να παίρνει δάνεια και να δαπανά περισσότερα.

Έτσι µε χαµηλά επιτόκια και υψηλό πληθωρισµό, οι εταιρείες που εξήγαγαν τα προϊόντα τους δεν µπορούν πλέον να το κάνουν επειδή η ζήτηση είναι τόσο υψηλή στην εγχώρια αγορά που µπορούν να πωλήσουν στο εσωτερικό σε υψηλότερη τιµή και περισσότερα από ό, τι εξήγαγαν.

Επίσης αυτή η υψηλότερη εγχώρια ζήτηση δηµιουργεί ένα περιβάλλον   στην οποία οι εταιρείες που προηγουµένως εξήγαγαν αγαθά µπορούν τώρα να απαιτήσουν υψηλότερες τιµές πουλώντας στο εσωτερικό. Ο πληθωρισµός εµφανίζεται – και συνεχίζει να εµφανίζεται – µέχρι να µειωθεί η ζήτηση.

Από το ρεκόρ επιτοκίου του 150,16% τον ∆εκέµβριο του 1999 – το οποίο έκανε τον δανεισµό   πρακτικά αδύνατο – οι πολιτικές του Ερντογάν οδήγησαν σε χαµηλά ποσοστά ρεκόρ 4,5% τον ∆εκέµβριο του 2013 και από το 2014 έως το 2018 περίπου στο 8% και πολύ χαµηλό πληθωρισµό την πρώτη δεκαετία διακυβέρνησης, µέχρι το 2016 ήταν κάτω από 10%.
Όλες οι επιτυχίες που επιτεύχθηκαν κατά την πρώτη δεκαετία του Ερντογάν στην εξουσία συρρικνώθηκαν κατά τη δεύτερη δεκαετία του. Από το 2017 και µετά, ο πληθωρισµός ξέφυγε σταθερά πάνω από το 10% φθάνοντας στο 85% το Νοέµβριο του 2022.

Το επιτόκιο έµεναν χαµηλότερα από τον πληθωρισµό. Από τον Μάρτιο όµως του 2023 από το 8,5% έχουν φθάσει στο 45% τον Μάρτιο του 2024. Η σκόπιµη καθήλωση των επιτοκίων κυρίως µεταξύ 2016 έως το Μάιο 2023 µαζί µε την εκτύπωση χρήµατος αύξησε την προσφορά χρήµατος πάνω από 10 φορές (ενώ το ΑΕΠ αυξήθηκε µόνο 4%) και τροφοδοτούσε τον πληθωρισµό.

Επειδή ο πληθωρισµός συνεχίζει να αυξάνεται και τα επιτόκια παραµένουν πολύ χαµηλότερα από τον πληθωρισµό, οι άνθρωποι τώρα δεν έχουν άλλη επιλογή από το να δανειστούν περισσότερα για να συνεχίσουν να πληρώνουν τα επιτόκια τους. Έτσι οι άνθρωποι αρχίσαν να τροφοδοτούν το σπιράλ του πληθωρισµού επειδή δανειζόταν χρήµατα για να κερδίσουν από την διαφορά πληθωρισµού-επιτοκίων.

Και αυτό ακριβώς συνέβαινε στην Τουρκία, από το 2017 έως το Μάιο του 2023 ενώ οι τιµές αυξήθηκαν ξεπερνώντας και το 80% το επιτόκιο παρέµεινε περίπου 8,5% µε εντολή Ερντογάν, αφού απέλυσε 4 διοικητές της κεντρικής τράπεζας, (µε πρόσκαιρες διακυµάνσεις έως το 24% το 2019 και µείωση στο 8,25% το 2020 και αύξηση στο 19% στις αρχές του 2022 και στην συνέχεια τα µείωση πριν τις εκλογές στο 8.5%).

Αυτό σηµαίνει ότι οι άνθρωποι έχουν ισχυρά κίνητρα για να δανειστούν. Στη συνέχεια, ξόδευαν αυτά τα χρήµατα σε αγαθά ακόµα κι αν αυτά τα αγαθά ήταν µαζικά υπερτιµηµένα. Αργότερα µεταπωλούν αυτά τα αγαθά σε µαζικά υψηλότερες τιµές για να εξοφλήσουν τα χρέη τους. Έτσι, προκαλούν ακόµη περισσότερο πληθωρισµό. ∆ηλαδή ένας κύκλος φανταστικών αποτιµήσεων αγαθών που πωλούνται και µεταπωλούνται σε συνεχώς αυξανόµενες τιµές και τα χρήµατα χάνουν όλο και περισσότερη αξία.

Οι τιµές των κατοικιών και των περιουσιακών στοιχείων εκρήγνυνται όταν υπάρχουν χαµηλά επιτόκια και υψηλός πληθωρισµός, επειδή οι πλούσιοι δανείζονται χρήµατα για να αγοράσουν περιουσιακά στοιχεία και σπίτια τα οποία ενοικιάζουν. ∆ανείζονται χρήµατα από τις τράπεζες για να αγοράσουν διαµερίσµατα και χρεώνουν τις δόσεις ως ενοίκιο. Όσο τα επιτόκια παραµέναν χαµηλά π.χ. για δέκα χρόνια, παίρνουν δωρεάν τα σπίτια τα οποί τα πληρώνουν µε πληθωριστικό χρηµα.

Εάν όµως προκύψουν υψηλά επιτόκια, οι δανειολήπτες θα χρεοκοπήσουν. Ο Edrogan ήταν στην εξουσία για να κρατήσει χαµηλά τα επιτόκια ώστε σε συνδυασµό µε τον υψηλό πληθωρισµό να βοηθά τους πλούσιους να αποκτήσουν µε δανεικά και άλλα περιουσιακά στοιχεία.

Ο υψηλός πληθωρισµός µε χαµηλά επιτόκια είναι ευλογία για τους πλούσιους, επειδή κάνει τους φτωχούς να µην έχουν αγοραστική δύναµη και αφήνουν στους πλούσιους τα οφέλη από την νοµισµατική επέκταση.

Μετά την επανεκλογή του, των Μάιο του 2023 ο Ερντογάν αθέτησε την υπόσχεση προς τους ψηφοφόρους του και αύξησε τα επιτόκια από 8,5% τον Μάιο του 2023 στο 45% τον Μάρτιο του 2024 κάνοντας το παιχνίδι του δανεισµού ριψοκίνδυνο. Οι χρεοκοπίες αυτών που έχουν δανειστεί µε χαµηλά επιτόκια είναι προ των πυλών.

Τα νέα δάνεια µε επιτόκια 45% δεν τα θέλει κανένας πλέον και πολύ περισσότερο αυτοί που δανειζόταν µε µόχλευση. Η κυβέρνηση συνεχίζει να τυπώνει χρήµα για να αναπληρώσει τα χρήµατα από τα δάνεια που δεν εισέρχονται πλέον στην αγορά εξ αιτίας των υψηλών επιτοκίων των δανείων.

Αυτή η αναπλήρωση συνεχίζει να τροφοδοτεί την ζήτηση και για αυτό ο πληθωρισµός εξακολουθεί να είναι πάνω από 67% σύµφωνα µε την κυβέρνηση.
Όπως είπε ο Μίλτον Φρίντµαν: «Ο πληθωρισµός είναι πάντα και παντού ένα νοµισµατικό φαινόµενο».

Εάν η κεντρική τράπεζα είχε αυξήσει τα επιτόκια, το αποπληθωριστικό αποτέλεσµα µπορεί να αντισταθµιστεί από την µείωση της προσφοράς χρήµατος. Όµως µε την πολιτική των χαµηλών επιτοκίων και την εκτύπωση χρήµατος, ακολούθησε επεκτατική νοµισµατική πολιτική, η οποία είναι πληθωριστική.

Η Τουρκία πρέπει να σταµατήσει να τυπώνει χρήµα, πράγµα που σηµαίνει ότι η κυβέρνηση πρέπει να σταµατήσει να ξοδεύει χρήµατα. Αυτός είναι ο µόνος τρόπος για να θεραπεύσουν τον πληθωρισµό τους.

Τα έξοδα της Τουρκίας να συντηρεί «στρατιωτική παρουσία» σε ξένα κράτη και σε φαραωνικά αµυντικά προγράµµατα είναι δυσθεώρητα και σε περίοδο κρίσης η εκτύπωση χρήµατος αυξάνεται καθώς τα έσοδα του κράτους µειώνονται, ακριβώς στην περίοδο που χρειάζονται πολλά περισσότερα χρήµατα για την αντιµετώπιση της κρίσης.

Ο λαός περαιτέρω διχάζεται από µια δεύτερη οικονοµία που έχει η Τουρκία. Πάνω από το 35% του ΑΕΠ της προέρχεται από εξαγωγές αγαθών και οι εξαγωγικές εταιρείες πληρώνονται σε δολάρια ΗΠΑ.

Οι ίδιες εταιρείες πληρώνουν τα γενικά έξοδα και τους µισθούς τους σε φθηνές λίρες. Έτσι ο πλούτος µεταφέρεται από τον λαό στους επιχειρηµατίες που εξάγουν. Ουσιαστικά, οι πλούσιοι στην Τουρκία ζουν µε το δολάριο και τα πάνε πολύ καλά. Οι φτωχοί είναι στη λίρα και είναι αρκετά χαµένοι. Οι εύποροι άνθρωποι έχουν τα µέσα να προστατευτούν από αυτά τα προβλήµατα. Μπορούν να αγοράσουν   ξένα νοµίσµατα, αγοράζουν περιουσιακά στοιχεία µε δάνεια καθώς έχουν τις εγγυήσεις για να λάβουν δάνεια, που αυξάνονται σε αξία µαζί µε τον πληθωρισµό – όπως η γη – και   επενδύουν σε εταιρείες του εξωτερικού.

Οι υπάλληλοι και οι µικρές επιχειρήσεις δεν έχουν αυτές τις επιλογές. Όλο και περισσότερα από τα χρήµατα τους πρέπει να πάνε για την πληρωµή των λογαριασµών, όπου ακόµη και τα βασικά αγαθά αρχίζουν να θεωρούνται είδη πολυτελείας.
Ο πληθωρισµός δεν κάνει άµεσα τη χώρα να καταρρεύσει, αλλά διαλύει την ίδια την κοινωνία, µε τους πλούσιους να γίνονται πολύ πλουσιότεροι και τους φτωχούς να γίνονται πολύ φτωχότεροι.

∆ηµιουργεί µια ατέρµονη αύξηση της εισοδηµατικής ανισότητας, µείωση του επιπέδου ζωής για την πλειοψηφία και µονοπώληση της αγοράς από τους ολιγάρχες. Σήµερα το κατά κεφαλή ΑΕΠ της Τουρκίας είναι µικρότερο από το 2008 στα περίπου $10.600 (στην Ελλάδα είναι διπλάσιο).

Όλα δείχνουν έναν ηγέτη που είναι τόσο κολληµένος στην   επιτυχία που κατάφερε µε µια ανορθόδοξη πολιτική χαµηλών επιτοκίων που αρχικά πέτυχε, να είναι τώρα η αιτία της πτώσης της οικονοµίας της Τουρκίας. Φαίνεται ότι δεν υπάρχει συγκεκριµένη στρατηγική που να ακολουθεί βέλτιστους κανόνες ανάπτυξης, που ακολουθούν οι προηγµένες χώρες, αλλά υπάρχει µια συναλλακτική βάση και όλα εξαρτώνται από το πως ο ίδιος θα ωφεληθεί πολιτικά ή προσωπικά.

Την Κυριακή 31/3/24 στις δηµοτικές εκλογές, η αντιπολίτευση και το κοσµικό κόµµα CHP κατανίκησαν απολύτως το ΑΚΡ του Ερντογάν κερδίζοντας τον έλεγχο σχεδόν όλων των µεγάλων πόλεων και περιοχών, συµπεριλαµβανοµένης της Άγκυρας, της Κωνσταντινούπολης, της Σµύρνης, της Αττάλειας και άλλων.

Ο λαός διαισθάνθηκε τι τον περιµένει και απέρριψε την οικονοµική πολιτική του Ερντογάν. Το ερώτηµα που τίθεται είναι εάν είναι προς το συµφέρον της ∆ύσης να «κρατήσει» την οικονοµία της Τουρκία σε καλή κατάσταση. Για την χώρα µας η Τουρκία γίνεται ακόµα πιο επικίνδυνη καθώς τα αυταρχικά κράτη «εξάγουν» την εσωτερική τους αναταραχή.

*Γιώργος Ατσαλάκης είναι οικονοµολόγος, αναπληρωτής καθηγητής
Πολυτεχνείου Κρήτης Εργαστήριο Ανάλυσης ∆εδοµένων και Πρόβλεψης


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα