Αφιερωµένος στα Εισόδια της Θεοτόκου, ο καθεδρικός, µητροπολιτικός ναός της πόλης των Χανίων (Τριµάρτυρη) στα 150 χρόνια της ζωής του έχει καταξιωθεί ως ένα από τα αξιολογότερα ιστορικά µνηµεία της Κρήτης και σηµαντικό θρησκευτικό και πολιτισµικό µνηµείο της πόλεώς µας.
Οι “διαδροµές” επιχειρούν σήµερα, ένα “ταξίδι” στην ιστορία του Ναού, την πλούσια αγιογραφία του αλλά και την ιστορία της Πλατείας της Μητρόπολης, στο πέρασµα του χρόνου.
«Ο Ναός των Εισοδίων καθώς βρίσκεται στο κέντρο της πόλης µας, αποτελεί διαχρονικά φωτεινό ορόσηµο αναφοράς και προσανατολισµού στις αιώνιες αξίες της ζωής και της κοινωνίας, στην ίδια τη σωτηρία του ανθρώπου και του κόσµου» επισηµαίνει ο πρωτ. Ευτύχιος Πετράκης ιερατικός προϊστάµενος του Ιερού Καθεδρικού Ναού των Εισοδίων της Θεοτόκου, τονίζοντας ότι καθηµερινά τον επισκέπτονται χιλιάδες επισκέπτες, ντόπιοι και ξένοι, που εντυπωσιάζονται από την ιερότητα που εκπέµπει και την αρχιτεκτονική του οµορφιά.
Σύµφωνα µε ιστορικές µαρτυρίες στη θέση που βρίσκεται σήµερα ο ιερός καθεδρικός ναός, υπήρχε από τις αρχές του 11ου αιώνος µικρός Ναός αφιερωµένος στα Εισόδια της Παναγίας.
Τον µικρό αυτό Ναό γκρεµίζουν οι Ενετοί όπως έκαναν µε τους περισσότερους Ορθόδοξους Ναούς των Χανίων και της Κρήτης και στη θέση του κτίζουν µεγάλη αποθήκη για τις ανάγκες του Μοναστηριού τους, που βρίσκεται απέναντι, στην άλλη πλευρά της σηµερινής οδού Χάληδων.
Όταν οι Τούρκοι υποδούλωσαν την Κρήτη (1695) µετέτρεψαν την αποθήκη των Καθολικών σε σαπωνοποιείο το οποίο και λειτούργησε έως το 1850.
Αργότερα το σαπωνοποιείο περιέρχεται στην κυριότητα της Χριστιανικής Κοινότητας των Χανίων και οι Χριστιανοί το µετατρέπουν σε Ναό, τον οποίον εγκαινίασε ο Επίσκοπος Κυδωνίας Καλλίνικος κατά το έτος 1861 και από τότε λειτουργεί συνεχώς µέχρι σήµερα.
Η µικρή εικόνα των Εισοδίων της Θεοτόκου, µοναδικό αποµεινάρι του καταστραφέντος από τους Ενετούς µικρού Ναού, τοποθετείται επίσηµα από τότε, στη θέση που βρίσκεται και τώρα, στον αριστερό χώρο του Νάρθηκα του Ιερού Ναού.
ΤΡΙΑ ΚΛΙΤΗ
Ο Ναός των Εισοδίων είναι γνωστός και µε το χαρακτηρισµό Τριµάρτυρη επειδή απαρτίζεται από τρία κλίτη: Το κεντρικό όπου τιµώνται τα Εισόδια της Θεοτόκου, το δεξιό, όπου τιµώνται οι Τρεις µεγάλοι Ιεράρχες Πατέρες και προστάτες των Ελληνικών Γραµµάτων και το αριστερό εις το οποίο τιµάται ο Άγιος Νικόλαος προς αναπλήρωση του οµωνύµου Ναού της Σπλάνζιας τον οποίον οι Τούρκοι είχαν µετατρέψει τότε σε Τζαµί.
Μετά την ανέγερση του Επισκοπείου, της Επισκοπής και των Κοινοτικών Σχολείων γύρω από τον Ιερό Ναό των Εισοδίων, µεταφέρεται εκεί η έδρα του Επισκόπου και ο Ναός των Εισοδίων καθίσταται ο Καθεδρικός και Μητροπολιτικός Ναός της Πρωτεύουσας της Κρήτης, των Χανίων και αποτελεί έκτοτε το σηµαντικότερο θρησκευτικό και πολιτισµικό µνηµείο της Πόλεώς µας.
ΑΝΑΚΑΤΑΣΚΕΥΗ – ΑΝΑΚΑΙΝΙΣΗ ΤΟΥ ΝΑΟΥ
Στα 1850 ο Σουλτάνος Μετζίτ διορίζει τον Μουσταφά Πασά Μέγα Βεζίρη δηλ. Πρωθυπουργό της Τουρκίας. Τότε η Χριστιανική κοινότητα των Χανίων ζήτησε τον χώρο του σαπωνοποιείου για να µετατραπεί σε Ναό.
Ο Μουσταφά Πασάς δώρισε στη Χριστιανική κοινότητα των Χανίων τον ιδιόκτητο χώρο του σαπωνοποιείου του και ταυτόχρονα παραχώρησε και 100.000 γρόσια για ενίσχυση του έργου. Επίσης ο Βελής Πασάς, πρωτότοκος γιος του Μουσταφά Πασά, ως γενικός διοικητής Κρήτης εκείνο τον καιρό προσφέρει κι αυτός 30.000 γρόσια για τον ίδιο σκοπό.
Ωστόσο ο Αγγελής από τα Ρoδωπού µεταφέρει την Εικόνα των Εισοδίων της Θεοτόκου από το σπίτι του στον µέχρι τότε Μητροπολιτικό Ναό των Αγίων Αναργύρων.
Από το Ναό των Αγίων Αναργύρων µεταφέρεται η εικόνα µε θρησκευτική ποµπή προηγουµένου του Επισκόπου Κυδωνίας & Αποκορώνου Καλλίστου και ακολουθούντος όλου του πληρώµατος της Χριστιανικής Κοινότητας στον νέο Ναό όπου βρίσκεται µέχρι σήµερα χρυσοποίκιλτη µέσα σε κουβούκλιο τοποθετηµένη στο αριστερό προσκυνητάρι του Νάρθηκα.
Με αυτή την ανακατασκευή-ανακαίνιση και λειτουργία της Τριµάρτυρης δραστηριοποιούνται οι άνθρωποι της Χριστιανικής κοινότητας των Χανίων και αναδεικνύονται οι διάφορες κοινωνικές και επαγγελµατικές τάξεις καθώς και τα διάφορα συνδικάτα ως αυτό «των σανδαλοποιών και σκυτοτόµων ορθοδόξων Χριστιανών» ή το άλλο «συνάφειον παντοπωλών, ταβερναρέων και καφετζίδων της Πόλεως Χανίων» (αυτά για τα έτη 1861-1862).
Ο ποιητής της «Κρητηίδος» και της «Χρυσοµαλούσης των Σφακίων», Αντώνιος Αντωνιάδης, το 1861 συνέταξε το συµβολικό επίγραµµα που βρίσκεται χαραγµένο στην πρόσοψη και το ανώτατο αέτωµα του Ι. Ναού:
«Της Θεοµήτορος Ναόν ω διαβάτα βλέπεις
ον τέκνα ωκοδόµησαν πιστά της Εκκλησίας
προσφεύγοντα πτηνά δειλά εν µέσω τρικυµίας
υπ’ αυτήν την πτέρυγα της ουρανίας σκέπης».
ΑΓΙΟΓΡΑΦΙΑ
Στο Ναό υπάρχουν εικόνες αξιόλογων Κρητικών αγιογράφων του περασµένου αιώνα, ως του Ρεθύµνιου Αντωνίου Ρεβελάκη (εικόνες του Τέµπλου: του Χριστού, της Θεοτόκου, του Αγίου Ιωάννου, των Εισοδίων οι οποίες έχουν επαργυρωθεί κατά τρόπον τεχνικότατον από τον αργυροχρυσοχόον Καρυδάκη), του Κυδωνιάτη Αντωνίου Βιβιλάκη (εικόνες των Αγίων ∆έκα, του Αγίου Ιωάννου, του Αγίου Σπυρίδωνος), του Χανιώτη Ε. Τριπολιτάκη (εικόνες των Αγίου Στεφάνου και Μιχαήλ Αρχαγγέλου), του Κυθηραίου Ιωάννη Στάη (εικόνα της Μυρτιδιώτισσας) κ.ά.
Υπάρχουν και τοιχογραφίες άνω του Τέµπλου του µεσαίου κλίτους των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, ως και των Αγγελικών ∆υνάµεων, του ονοµαστού ζωγράφου Κοκότση.
Η ΑΥΛΗ ΤΟΥ ΝΑΟΥ
Ήταν ιδιοκτησία του Αγά Τσουρούνη. Φαίνεται ότι ο Ναός ενοχλούσε τον Αγά, γι’ αυτό και ζητούσε να µην χτυπούνε οι καµπάνες του. Στη συνέχεια άρχισε την ανέγερση τοίχου µπροστά από την πρόσοψη του Ναού και να παρεµποδίζει όσο περισσότερο µπορούσε τη λειτουργία του.
Η Χριστιανική Εφορεία των Χανίων, που αποτελούσε ένα είδος διευθυντηρίου των εκκλησιαστικών και εκπαιδευτικών ζητηµάτων, επιχείρησε να αγοράσει την αυλή. Ο ιδιοκτήτης αρχικά αρνείται κάθε συζήτηση πώλησης. Όµως µετά τη Σύµβαση της Χαλέπας στις 3 Οκτωβρίου 1878 αναγκάστηκε να συναινέσει στην πώλησή της.
Τότε βρίσκεται µια γυναίκα ευσεβής, καταγόµενη από την Κρήτη, που ζούσε στην Κωνσταντινούπολη, η Πηνελόπη Χαλδουβάκη, η οποία αγοράζει το κτήµα «Αυλή Τσουρούνη» µε το τίµηµα 4.000 χρυσών λιρών και το δωρίζει στη Χριστιανική κοινότητα των Χανίων.
Στο χώρο αυτό κτίζονται τα λεγόµενα καταστήµατα, δηλαδή το Επισκοπείο, και τα σχολεία των Χανίων τα οποία αποτεφρώθηκαν κατά τις σφαγές που έγιναν από τους Τούρκους στα Χανιά 23 και 24 Ιανουαρίου 1897.
Μετά τα κτήρια αυτά µαζί µε τη στοά που είχε αποκληθεί «στοά Πηνελόπη Χαλδουβάκη» αποκαθίστανται µε δαπάνη του Αυτοκράτορα Πασών των Ρωσιών Τσάρου Νικολάου του Β΄ και δωρήθηκαν στη Χριστιανική κοινότητα των Χανίων µε πρωτόκολλο το οποίο υπογράφεται από τον πρόξενο της Ρωσίας, τους προξένους των Μεγάλων ∆υνάµεων και από τον επίσκοπο Κυδωνίας & Αποκορώνου Νικηφόρο Ζαχαριάδη ως εκπρόσωπος της Χριστιανικής Κοινότητος προς την οποία έγινε η δωρεά.
ΚΑΛΑΙΣΘΗΤΗ ΕΚ∆ΟΣΗ
Αξίζει να σηµειωθεί ότι τα προαναφερθέντα ιστορικά στοιχεία αναγράφονται και στις καλαίσθητες εκδόσεις του ιστορικού του Ιερού Καθεδρικού Ναού των Εισοδίων της Θεοτόκου Χανίων, που κυκλοφορούν στις γλώσσες Ελληνικά, Αγγλικά, Γερµανικά, Γαλλικά, Πολωνικά, Ισπανικά, Ρωσικά, και Σέρβικα και διατίθενται στον Ναό.
Τα έσοδα βοηθούν στην υλοποίηση διαφόρων προγραµµάτων του Ναού, όπως τα συσσίτια, την συντήρηση – αποκατάσταση των εικόνων, στην καθαριότητα κ.λ.π όπως τονίζει ο πρωτ. Ευτ. Πετράκης.
Το δικηγορικό γραφείο του 23χρονου Ελ. Βενιζέλου
Στο στενό της οδού Εισοδίων οι διαβάτες της πλατείας Μητροπόλεως προσέχουν µια ταµπέλα στον τοίχο ενός µικρού καταστήµατος πώλησης ειδών λαϊκής τέχνης, στην οποία αναφέρεται ότι κάποτε στον χώρο αυτό που λειτουργούσε ως δικηγορικό γραφείο έκανε τα πρώτα του βήµατα στη δικηγορία ο µεγάλος πολιτικός Ελ. Βενιζέλος.
Ο Βενιζέλος άρχισε να δικηγορεί το Φθινόπωρο του 1877.
Στην αρχή το δικηγορικό του γραφείο ήταν στον λόφο Καστέλι, στην αρχή της οδού Κανεβάρο. Εν συνεχεία µετακόµισε στην οδό Εισοδίων δίπλα στη Μητρόπολη.
Προηγουµένως ο Βενιζέλος είχε δώσει εξετάσεις στο Εφετείο Κρήτης για να γίνει αναπληρωτής εφέτης.
∆εν πέτυχε στις εξετάσεις και τότε αποφάσισε να ασκήσει τη δικηγορία. Ο Βενιζέλος ήταν τότε µόλις 23 χρονών και ουσιαστικά ήταν το πρώτο του ξεκίνηµα.
Καταστήµατα χριστιανικής κοινότητας
«Ο καθεδρικός ναός της πόλης, είναι ένα οικοδόµηµα µε πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία» επισηµαίνει ο κ. Μανώλης Μανούσακας, ιστορικός ερευνητής. Ο ναός εγκαινιάστηκε το 1860 και λίγα χρόνια αργότερα κτίστηκαν και τα «καταστήµατα» της χριστιανικής κοινότητας, όπου συµπεριλαµβάνονταν η κατοικία του επισκόπου µετά τη µεταφορά της από τους Αγίους Αναργύρους και το Παρθεναγωγείο. Το τελευταίο που στέγασε και ∆ηµοτικό σχολείο αργότερα (είναι ο πρόγονος του 2ου ∆ηµοτικού «της βασίλισσας») ιδρύθηκε από το Ρεούφ πασά το 1871 όταν ήταν γενικός διοικητής Κρήτης και µαζί µε αυτό ίδρυσε άλλα 3 σχολεία, από ένα αρρένων και θηλέων για τη Μουσουλµανική και τη Χριστιανική κοινότητα.
Τα κτήρια σχηµάτιζαν µια κλειστή πλατεία µπροστά στον ναό και επικοινωνούσαν µε την οδό Χάληδων, µέσω µιας θολωτής στοάς. Κάηκαν στα γεγονότα του 1897 και ανοικοδοµήθηκαν σε αυστηρό νεοκλασικό ρυθµό από τον τσάρο Νικόλαο Ροµανώφ µετά το 1898, ο οποίος ξανάφτιαξε το «θόλο» και πρόσθεσε κι ένα ρολόι πάνω από την είσοδο.
Χωρίς να καταστραφεί κατά τους γερµανικούς βοµβαρδισµούς του 1941 (έπαθε µόνο ελαφριές ζηµιές) το κτηριακό συγκρότηµα άρχισε να γκρεµίζεται σταδιακά από το 1950 για να δηµιουργηθεί η σηµερινή πλατεία της µητρόπολης.