Οι χριστιανοί, και μάλιστα οι νέοι άνθρωποι, ρομαντικοί κι ενθουσιώδεις από τη φύση τους, κάθε Χριστούγεννα προσπαθούν με τη δυνατή φαντασία τους να αναπλάσουν την άρρηκτη φωτοχυσία εκείνης της Άγιας Νύχτας. Να αφουγκραστούν το αγγελικό, το γλυκό και ελπιδοφόρο “δόξα εν υψίστοις Θεώ”.
Λησμονούν όμως τη βασική προϋπόθεση αυτών των εξαίσιων γεγονότων της Άγιας Νύχτας. Πότε άνοιξε ο ουρανός και ξεχύθηκε το αμέτρητο πλήθος της ουράνιας στρατιάς. Πότε η γη άκουσε το “ωσαννά” και το “δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία”, ύμνους πρωτάκουστους, μυριόστομους; Πότε άλλοτε η νύχτα λούστηκε στο φως; Αυτά τα μεγάλα, τα πρωτόφαντα και πρωτάκουστα γεγονότα ακολούθησαν έπειτα από ένα άλλο γεγονός: τη βαθιά ταπείνωση του Χριστού και Κυρίου μας. Το ξέρω, πως η απροσμέτρητη ταπείνωση του Θεού, να γεννηθεί ως άνθρωπος στη γη, είναι μυστήριο για τα μέτρα του δικού μας λογικού. Γι’ αυτό και ο υμνωδός αναφωνεί: «Μυστήριον ξένον, ορώ και παράδοξον…». Το μυστήριο είναι η αποκλειστικότης του Θεού. Εμείς όμως δεν θα μπούμε στον γνόφο του μυστηρίου. Μπορούμε, και πρέπει να σταθούμε με σιγή και δέος στα ψηλαφητά, στα ολοφάνερα γεγονότα εκείνης της Άγιας Νύχτας και να τα επισημάνουμε. Ανερμήνευτος κι απερινόητος ο Θεός. Είναι ο Νομοθέτης. Ο Εξουσιαστής του κόσμου. Και όμως, ταπεινώνεται ακολουθώντας πιστά τους νόμους της δημιουργίας Του. Μπορούσε να έλθει στην γη αλλιώς ως άνθρωπος έστω, αλλά χωρίς να ταπεινωθεί μ’ αυτόν τον τρόπον.
Ωστόσο, γεννάται βρέφος γυμνό, ολότελα αδύνατο. Όλοι οι θνητοί έρχονται στον κόσμο σ’ ένα σπίτι, φτωχό ή πλούσιο, σε μια καλύβα έστω. Ο αθάνατος Θεός γεννάται σε μια σπηλιά, στην φάτνη των αλόγων. Η πρώτη του συντροφιά, εκτός από την Παρθένο και τον Ιωσήφ, είναι τα ζώα. Ήθελε μήπως να δείξει μ’ αυτόν τον τρόπο, πως οι άνθρωποι είχαν αποβάλλει κάθε τι το θείον, που τους έδωκε την ημέρα της δημιουργίας, και γίνανε άλογα ζώα;… Γεγονός πάντως είναι πως ο Θεός, που περιστοιχίζεται από αγγέλους και αρχαγγέλους, γεννήθηκε ανάμεσα σε κτήνη, που ούτε μιλούν, ούτε κρίνουν, ούτε καταλαβαίνουν τίποτε από το κοσμοϊστορικό γεγονός που συντελείται δίπλα τους. Αυτόν, που δεν μπορούν ούτε οι άγγελοι του ουρανού να ατενίσουν, τον βλέπουν γυμνό βρέφος με το ανέκφραστο, κρύο βλέμμα τους τα ζώα και συνεχίζουν αδιάφορα να μηρυκάζουν τον σανό τους μπροστά Του. Τι είναι αυτό, παρά ταπείνωση βαθιά του Θεού μας; Χριστός γεννάται: Σπάργανα πρόχειρα και φτωχά τυλίγουν το άγιο σωματάκι Του. Και όμως, Αυτός είναι που ντύνει και στολίζει με άφθαρτη χάρη, αφάνταστο πλούτο αμέτρητες ποικιλίες ειδών και χρωμάτων τα κρίνα του αγρού, την πλάση όλη. Η γη και ο ουρανός. Χριστός γεννάται: Έρχεται να ζεστάνει μέσα στην παγερή ατμόσφαιρα και μοναξιά και αδιαφορία κάθε ψυχή. Όμως, δεν διαμαρτυρήθηκε καθόλου γι’ αυτή μας την στάση την ώρα που μας πρωτοσυναντούσε. Η μόνη Του “διαμαρτυρία” ήταν η αθώα και συμπαθητική κραυγή κάθε νεογέννητου. Βαθιά η ταπείνωση του Σαρκωθέντος Θεού, τον οποίο ύμνησαν, και υμνούν, οι Άγγελοι ακαταπαύστως, και το κλάμα του Θείου βρέφους, θα σταματούσε τους θρήνους στην βασανισμένη και δακρύβρεχτη γη. Ο ερχομός Του τη γη άνοιξε στους ανθρώπους τον δρόμο του ουρανού. Εμείς οι άνθρωποι θέλουμε δόξα και τιμές! Διακρίσεις και επευφημίες! Πλούτη και υλικές απολαύσεις! Και όμως, έρχονται τα Χριστούγεννα που μας λένε ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος που να οδηγεί στη δόξα, έξω από τον δρόμο της ταπεινώσεως. Αφού κι Αυτός, ο αιωνίως δοξαζόμενος Χριστός, αυτόν τον δρόμο ακολούθησε, όταν ήλθε στη γη μας. Γιατί εμείς επιμένουμε να αναζητούμε άλλον; Χριστούγεννα: Ο Χριστός «εταπείνωσεν εαυτόν…» (Φιλιππ. 2, 8). Από, και δια της ταπεινώσεως, εδοξάσθη. Η δόξα και το στεφάνι μπορεί να αργήσουν. Δεν έχει σημασία. Το βέβαιο είναι ότι θα έλθουν.
*Αρχιμανδρίτης ΙΓΝΑΤΙΟΣ Θ. ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ Θεολόγος – τ. Λυκειάρχης