Μαζί με το “Κήρυγμα του Αγίου Μάρκου” του Λαττάντσιο από το Ρίμινι (Lattanzio da Rimini), τη “Σύλληψη του Αγίου Μάρκου” του Τζιοβάννι Μανσουέτι (Giovanni Mansueti) και ένα ακόμη απροσδιόριστο έργο, η “Ιαση του υποδηματοποιού Ανιάνου” ανήκει σε μια σειρά πινάκων που αντλούν έμπνευση από τον βίο του αγίου – προστάτη της Γαληνοτάτης και προορίζονταν για τη διακόσμηση του παρεκκλησίου του Ευαγγελισμού στην εκκλησία Σάντα Μαρία ντεϊ Κροτσικιέρι (Santa Maria dei Crocicchieri) στη Βενετία.
Το επεισόδιο που καλείται να εικονογραφήσει ο πίνακας του Τσίμα διαδραματίζεται, όπως αναφέρεται στον “Χρυσό Θρύλο” του Γιάκοπο ντε Βορατζίνε (Jacopo de Voragine), στην κεντρική πλατεία της Αλεξάνδρειας.
Εκεί ο Απόστολος Μάρκος θα γιατρέψει το χέρι του Ανιάνου, ενός υποδηματοποιού που είχε τραυματιστεί εν ώρα εργασίας με ένα αιχμηρό αντικείμενο – όργανο της δουλειάς του.
Ο Ανιάνος μπρος στο συντελούμενο θαύμα θα βιώσει τη μεταστροφή του στη χριστιανική πίστη, δεχόμενος το βάπτισμα, ενώ αργότερα έμελλε και να καθήσει στον επισκοπικό θρόνο της Αλεξάνδρειας.
Ο Τσίμα μένει πιστός στο κείμενο θέτοντας στο επίκεντρο της σύνθεσης τους δύο πρωταγωνιστές εν μέσω μιας συγκεντρωμένης ομήγυρης – κοινωνού του θαύματος, αποτελούμενης από εκπροσώπους διαφόρων φυλών (στο βάθος αριστερά από το κεφάλι του Αγίου Μάρκου διακρίνεται το κεφάλι ενός νέγρου) φέροντες ως επί το πλείστον πολύχρωμες φορεσιές από πολύτιμα υφάσματα και το σήμα κατατεθέν τής ανατολίτικης προέλευσής τους, τα λευκά τουρμπάνια.
Η αρχιτεκτονική του τρουλαίου ναού που διακρίνεται στο φόντο μιμείται αντίθετα αρχιτεκτονικές φόρμες της πρώιμης Αναγέννησης στη Βενετία και αλλού. Την τεχνοτροπία του Τσίμα, που μνημονεύεται στα βενετσιάνικα νοταριακά έγγραφα για πρώτη φορά στα 1492 και ο οποίος είχε μαθητεύσει κοντά στο σημαντικό Βενετό ζωγράφο Βιβαρίνι (Vivarini), έχοντας λάβει όμως ταυτόχρονα επιρροές και από το Τζεντίλε Μπελλίνι (Gentile Bellini), χαρακτηρίζουν μια αυστηρή διάταξη του προοπτικά αποδοσμένου χώρου δράσης, η σίγουρη αν και κάπως “στεγνή” σχεδιαστική απόδοση των μορφών εχουσών κλασικές αναλογίες και η χρήση ακολουθώντας κατά πόδας τα βενετσιάνικα πρότυπα μιας φωτεινής
-αν και στο τελικό αποτέλεσμα σαφώς ψυχρότερης, συγκρινόμενης με την αντίστοιχη ενός Τισιανού- χρωματικής παλέτας.