Στο κατεξοχήν επιστημονικό μέρος του, με ιδιαίτερα σημαντικές ανακοινώσεις που καλύπτουν την προϊστορική, ιστορική, βυζαντινή και νεότερη ιστορία της Κρήτης και με πολύ μεγάλη συμμετοχή συνέδρων και κοινού, έχει ήδη περάσει το ΙΓ΄ Διεθνές Κρητολογικό Συνέδριο. Σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση, πρόκειται για ένα «μεγάλο στοίχημα που φαίνεται ότι κερδίζεται κι αυτό ήταν η ομαλή απευθείας διαδικτυακή μετάδοση των εργασιών του Συνεδρίου, στην πλήρη ανάπτυξή του σε έξι παράλληλες συνεδρίες, ένα τεχνικό εγχείρημα ιδιαίτερα απαιτητικό που στέφεται με επιτυχία και συγκεντρώνει έναν σημαντικό αριθμό επισκεπτών μέσω της ιστοσελίδας του Συνεδρίου, που παρακολουθούν ελεύθερα τις εργασίες του».
Όπως σημειώνεται, η Παλαιολιθική, Νεολιθική περίοδος και η Εποχή του Χαλκού με τον αρχιτεκτονικό και οικιστικό της αντίκτυπο, η Υγεία και Ασθένεια στις ανθρώπινες κοινότητες ως ένας βασικός άξονας του ΙΓ’ ΔΚΣ, η Γεωμετρική-Ελληνιστική περίοδος αλλά και η Ρωμαϊκή και Πρωτοβυζαντινή Αρχαιότητα, η Βυζαντινή και Βενετική Κρήτη με τους ανθρώπους και τα μνημεία της, η ζωγραφική στη Βενετική Κρήτη, ιστορικά θέματα από τα νεότερα χρόνια, η Αντίσταση και η Κατοχή, Εθνογραφικά και Γλωσσολογικά ζητήματα αλλά και ιδιαίτερα σημαντικά Εργαστήρια που αναφέρονται στην κρητική αρχαιότητα πήραν σήμερα τη σκυτάλη των κρητολογικών ανακοινώσεων.
Ειδικότερα, σήμερα, σημειώνεται πως τρίτος προσκεκλημένος ομιλητής ήταν ο καθηγητής Αρχαιολογίας στο Καθολικό Πανεπιστήμιο της Λουβαίν, πρώην διευθυντής της Βελγικής Σχολής Αθηνών Jan Driessen, ο οποίος μίλησε με θέμα «Επανάσταση. Ανθρωπογενείς καταστροφές στην αρχαιολογία του Αιγαίου». Ο κ. Driessen αναφέρθηκε στο διαχρονικό θέμα των καταστροφών και στα στρώματα καταστροφής τα οποία, όπως ανέφερε, αγαπούν να ερευνούν οι αρχαιολόγοι καθώς συνοψίζουν άριστα χρονολογικές ακολουθίες και κεραμικές τυπολογίες. «Ειδικότερα στην κρητική αρχαιολογία, οι σεισμοί αλλά και τα τσουνάμι, αποτελούν τους συνήθεις υπόπτους για την ερμηνεία εκτεταμένων στρωμάτων καταστροφής, ενώ μικρότερη έμφαση δίνεται στις ανθρωπογενείς καταστροφές μετά από συρράξεις. Η συνδυαστική παρουσία ιχνών από πυρκαγιές, ενδείξεων λεηλασίας και της παρουσίας ανθρώπινων λειψάνων σε τέτοια στρώματα, μαζί με χαρακτηριστικά όπως τα ίχνη μιας λεηλασίας που προηγείται και όχι έπεται μιας καταστροφής, θα μπορούσαν να ερμηνευτούν ως πρακτικές που θα συνόδευαν μια ανθρωπογενή καταστροφή». Ο Jan Driessen, από το σύνολο των καταστροφών που προκάλεσαν ασυνέχειες στην κατοίκηση της Μινωικής Κρήτης, απομονώνει αυτές της Πρωτομινωικής ΙΙΒ (περίπου 2400 π.Χ.). «Οι καταστροφές αυτής της περιόδου ήταν βίαιες και σε αρκετές περιπτώσεις οριστικές. Μύρτος Φούρνου Κορυφή, Μύρτος Πύργος, Βασιλική, Σίσσι και άλλες θέσεις καταστρέφονται από πυρκαγιές και συχνά έχουμε στρώματα καταστροφής τα οποία περιλαμβάνουν το σύνολο του υλικού πολιτισμού (που φαίνεται πως μένει στις θέσεις) αλλά με την απουσία μεταλλικών αντικειμένων, γεγονός που συνηγορεί στην εκδοχή της λεηλασίας, εφόσον μάλιστα οι θέσεις εγκαταλείπονται, είτε οριστικά είτε για μεγάλο διάστημα. Και άλλες θέσεις φαίνεται να αντιμετωπίζουν προβλήματα στην περίοδο αυτή αλλά δεν μπορούμε να αναγνωρίσουμε διαφοροποιήσεις ή ενδείξεις καταστροφών που ακολούθησαν μετά από ενδογενείς κοινωνικές αναταραχές», συμπλήρωσε.
Ο Jan Driessen καταλήγει ότι «οι καταστροφές είναι συχνότερα αποτέλεσμα πολιτικών επιταγών παρά στρατιωτικών αναγκών. Κάθε κτίριο διαθέτει μία ταυτότητα και ακόμα και τα ερείπια μπορούν πολλές φορές να είναι ιδεολογικά φορτισμένα. Αρα, με την ισοπέδωση ενός κτιρίου γίνεται συχνά μια απόπειρα να σβηστεί η μνήμη της πρότερης ακμής του και κοινωνικής λειτουργίας του, χωρίς όμως να εξαλείφει η συναισθηματική του αξία, κάτι που ισχύει τόσο για την Κνωσό και άλλες μινωικές θέσεις όσο και για την Τροία την Καρχηδόνα, τη Βαστίλη και το Τείχος του Βερολίνου».