Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024

Υγεία- Βότανα: Λυκίσκος

Bιότοπος – περιγραφή

Λυκίσκος
H λατινική του ονομασία είναι HUMULUS lupulus (Λυκίσκος το ζυθοβότανο). Ανήκει στην οικογένεια των Κνιδωδών. Το συναντούμε με τις ονομασίες Λυκίσκος, Ζυθοβότανο ή Αγριόκλιμα.

Είναι γνωστό αναρριχώμενο ζυθοβότανο που ευδοκιμεί σε όλη την Ευρώπη. Στη χώρα μας το συναντούμε αυτοφυές στη Μακεδονία.
Είναι πολύχρονη πόα με βλαστούς γωνιώδεις, κοίλους, αναρριχώμενους και μπορεί να φτάσει τα 6 μέτρα. Φύλλα κατανεμημένα αντίθετα, αποτελούμενα από 3 – 7 οδοντωτούς λοβούς. Τα άνθη του βγαίνουν ξεχωριστά σε θηλυκά, στροβιλοκώνοι, οι οποίοι είναι καλυμμένοι με μία λεπτή σκόνη και αρσενικά σε μικρά τσαμπιά στο ίδιο φυτό. Οι στροβιλοκώνοι χρησιμοποιούνται στη φαρμακευτική, αλλά και στην παραγωγή μπύρας σαν κύριο αρωματικό και συντηρητικό (300 γραμμ. σε ένα τόνο μπύρας).

Ιστορικά στοιχεία
Βότανο γνωστό από την αρχαιότητα. Ο Πλίνιος παρατηρώντας την τάση του λυκίσκου να περιπλέκεται γύρω από τις ιτιές είχε ονομάσει το βότανο “λύκο της ιτιάς” εκ του οποίου βγήκε και η λατινική του ονομασία Lupulus.
Αν και η χρήση του λυκίσκου στη διαδικασία της ζύμωσης ήταν γνωστή από τα ρωμαϊκά χρόνια, η εξάπλωση του εμποδίστηκε, ιδιαίτερα στην Αγγλία μέχρι τον 17ο αιώνα. Αρχικά νόμιζαν ότι ενθαρρύνει τη μελαγχολική διάθεση και ότι ο πολύς λυκίσκος στη Γερμανική μπύρα ήταν «κακός για το κεφάλι». Πίστευαν, όμως, ακόμη ότι έδιωχνε τη χολερική διάθεση και την υπεραιμία και ότι ήταν πιο φυσικό ποτό από τον αγγλικό ζύθο.
Στη διάρκεια της Βασιλείας του Ερρίκου του 8ου, υπεβλήθη επίσημη αίτηση στο κοινοβούλιο κατά του λυκίσκου ως «αχρείου ζιζανίου που κατέστρεφε τη γεύση του ποτού και θα έβαζε σε κίνδυνο την υγεία των ανθρώπων». Μετά την εισαγωγή του λυκίσκου στη ζυθοποιία, το ποτό που παρασκευάζονταν με τον παλιό τρόπο, με την χρησιμοποίηση φυτών όπως το χρυσάνθεμο ή ο κισσός ήταν γνωστό ως ale, ενώ αυτό που παραγόταν από λυκίσκο, δόθηκε το γερμανικό όνομα bier.
Από παλιά ήταν γνωστές οι ιδιότητες του βοτάνου. Το χρησιμοποιούσαν ως θεραπευτικό βότανο από την εποχή που το χρησιμοποιούσαν και στη ζυθοποιία. Τα άνθη του ήταν φημισμένα για τις υπνωτικές και ηρεμιστικές τους ιδιότητες, είτε λαμβάνοντάς τα ως τσάι, είτε κοιμώμενοι σε ένα μαξιλάρι διαποτισμένο με λυκίσκο (κάτι που πιθανότατα οφειλόταν στην παρουσία βαλεριανικού οξέως, ρητίνης και ελαίου). Τα πτητικά έλαια που απελευθερώνονται κατά τη διάρκεια του ύπνου από ένα μαξιλάρι εμποτισμένο σε λυκίσκο επιδρούν κατ ευθείαν στον εγκέφαλο μέσω του οσφρητικού κέντρου.

Συστατικά – χαρακτήρας
Περιέχει πτητικό έλαιο μέχρι 1% (το οποίο αποτελείται κυρίως από χουμουλίνη, μυρκίνη, β-καρυοφυλλίνη και φαρνεσίνη) και άλλες 100 περίπου χημικές συνθέσεις μεταξύ των οποίων γερανιόλη, λιναλοόλη, κιτράλη, λινιονίνη και σερονιδόλη. Ακόμα ένα πικρό σύμπλεγμα ρητίνης (3 – 12%) που περιέχει βαλεριανικό οξύ, λουμουλίνη και λουπουλίνη. Το έλαιο μαζί με τις πικρές ουσίες είναι γνωστά ως λουπουλίνη. Επιπλέον περιέχει συμπυκνωμένες τανίνες, φυτικά χρωστικά γλυκοζίδια (αστραλαγίνη, κουερτιτρίνη, ρπυτίνη), λίπη, αμινοξέα και οιστρογόνες ουσίες, ασπαραγίνη.
Ο χαρακτήρας του φυτού μεταβάλλεται σημαντικά με την ηλικία καθώς τα συστατικά του οξειδώνονται.

Aνθιση – Xρησιμοποιούμενα μέρη – Συλλογή
Το βότανο ανθίζει από τα μέσα του καλοκαιριού μέχρι τα μέσα του φθινοπώρου.
Από το βότανο χρησιμοποιούνται οι ανθοταξίες τους που συλλέγονται πριν ωριμάσουν τελείως Αύγουστο και Σεπτέμβριο.

Θεραπευτικές ιδιότητες
και ενδείξεις
Η δράση του είναι ηρεμιστική, υπνωτική, αντισηπτική, στυπτική.
Η έντονη χαλαρωτική του δράση στο κεντρικό νευρικό σύστημα το κάνει ωφέλιμο στη θεραπεία της αϋπνίας. Καταπραΰνει την ένταση και το άγχος και μπορεί να χρησιμοποιηθεί όταν αυτή η ένταση καταλήγει σε ανησυχία, πονοκεφάλους και ίσως δυσπεψία. Σαν στυπτικό χορηγείται στη βλεννώδη κολίτιδα. Το αποφεύγουμε όμως όταν υπάρχει έντονη κατάθλιψη, γιατί μπορεί να την επιδεινώσει.
Για την αϋπνία συνδυάζεται με Βαλεριάνα και Πασσιφλόρα.
Σύγχρονες έρευνες απέδειξαν ότι αποστάγματα λυκίσκου χαλαρώνουν του μαλακούς μυώνες, ιδίως αυτούς του πεπτικού σωλήνα. Ο λυκίσκος συνεπώς χρησιμοποιείται μαζί με άλλα βότανα για τη θεραπεία διαταραχών όπως το σύνδρομο του ευερέθιστου εντέρου, η ασθένεια Crohn και η νεύρωση στομάχου. Η ικανότητα του βοτάνου να χαλαρώνει και να καταπραΰνει συμπληρώνεται από την αντιβακτηριακή δράση συστατικών όπως η λουπουλίνη και η χουμουλίνη, που ελαττώνουν τις φλεγμονές και από τη συνολική τονωτική δράση ολόκληρου του φυτού.
Ο Λυκίσκος έχει μεγάλα αποθέματα οιστρογόνων με αποτέλεσμα η υπερβολική κατανάλωση μπύρας να μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια λίμπιντο στους άνδρες.
Οι κώνοι είναι καλύτερο να χρησιμοποιούνται φρέσκοι για την αϋπνία και οι αποξηραμένοι κώνοι που χρησιμοποιούνται στα μαξιλάρια για την έλλειψη ύπνου πρέπει να αντικαθιστώνται κάθε λίγους μήνες γιατί οι παλαιοί αποξηραμένοι κώνοι μπορεί να είναι διεγερτικοί.

Παρασκευή και δοσολογία
Παρασκευάζεται ως έγχυμα. Ρίχνουμε ένα φλιτζάνι βραστό νερό σε 1 κουταλιά του τσαγιού ξηρά άνθη και το αφήνουμε 10 – 15 λεπτά. Πίνουμε ένα φλιτζάνι το βράδυ για τον ύπνο.
Σε βάμμα η δόση είναι 1-4 ml βάμματος τρεις φορές την ημέρα.

Προφυλάξεις
Οι γυναίκες που μαζεύουν λυκίσκο μπορεί να εμφανίσουν διαταραχές ή και πλήρη διακοπή της εμμηνορρυσίας, πράγμα που οφείλεται στην απορρόφηση του ελαίου από τα χέρια. Υπεύθυνα για αυτό είναι τα οιστρογόνα που περιέχει το φυτό και που επίσης ευθύνονται για την αναφροδισιακή επίδραση τους στους άνδρες. Οι στροβιλοκώνοι σε υπερβολική δόση γίνονται τοξικοί και προκαλούν πονοκεφάλους, δυσπεψία, εμετούς, αδυναμία, πόνους στην κοιλιά και την καρδιά.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα