Πέμπτη, 19 Δεκεμβρίου, 2024

∆ΙΗΓΗΜΑ: Τηγανητές πατάτες

Ο Γιώργος Π. και η Υβόννη ήταν συµφοιτητές στην Ιατρική.
Ο Γιώργος Π. ήταν πλουσιόπαιδο και η Υβόννη από φτωχή οικογένεια.
Ήταν δυο διαφορετικοί κόσµοι, αλλά στον Γιώργο άρεσε πολύ η Υβόννη.
Ο πατέρας του Γιώργου ήταν µεγαλογιατρός, ο πατέρας της Υβόννης ένας υδραυλικός.
Γνωρίστηκαν σε µια συντροφιά φοιτητών και ο Γιώργος έκανε ένα µικρό σόου µε εξαλλοσύνες για να τον προσέξει η Υβόννη.
Και πράγµατι, όλο το ενδιαφέρον της Υβόννης στράφηκε στον όµορφο Γιώργο.
«Καλά το φυσάει το µπικικίνι ο µπαµπακούλης του», έλεγαν στην Υβόννη οι φίλες της.
Και η Υβόννη και ο Γιώργος ήταν ευτυχισµένοι, παρότι είχαν συναντηθεί µία µόνο φορά.
Ήταν και οι δύο νέοι, όµορφοι, αεράτοι, η ζωή ανοιγόταν µε όλες τις προοπτικές µπροστά τους.
Είχαν συναντηθεί µόνο µία φορά· και ο Γιώργος Π. έκανε διάφορες εξαλλοσύνες.
Η πόλη που σπούδαζαν ήταν µία πλούσια πόλη µε τη µόνη διαφορά ότι η Υβόννη ήταν φτωχή.
Παρά ταύτα οι φίλες της ήταν κονοµηµένες, η Υβόννη τις βοηθούσε στα µαθήµατα και έκανε και αυτή καλή ζωή.
Οι φίλες της έλεγαν στην Υβόννη ότι όλες ψάχνουν τον πλούσιο γαµπρό και αυτή τον βρήκε χωρίς να κουνήσει το µικρό της δαχτυλάκι.
Είχε µια µέση όµως λιανή σαν βέργα.
Μια µέρα στο Πανεπιστήµιο που τα “αίµατα είχαν ανάψει”, η Τερέζα είπε στην Υβόννη: «Να τονε τον γαµπρό, πήγαινε να του µιλήσεις τώρα».
Τι να κάνει η Υβόννη, πλησίασε τον Γιώργο και του είπε ένα σκέτο «Γεια!».
«Κούκλα µου, της απαντά, πάµε να φύγουµε από εδώ, πάµε µια βόλτα;»
Τον ακολούθησε έξω από το Πανεπιστήµιο σαν υπνωτισµένη.
«Πού θες να πάµε;» τη ρώτησε ο Γιώργος
«Πάµε να ψωνίσουµε να πάµε σπίτι να σου µαγειρέψω», απάντησε η όµορφη Υβόννη.
«Τι θες να µαγειρέψεις;»
«Θα σου τηγανίσω πατάτες µε αυγά».
Ο “ψιλοστόµαχος” δεν είχε φάει ποτέ.
«Εντάξει, ό,τι θέλει το κορίτσι µου», της είπε ο Γιώργος.
Πήγαν ψώνισαν, πήραν και µπίρες και αναψυκτικά και µε το αυτοκίνητο του Γιώργου πήγαν στο σπίτι της Υβόννης.
Καλό σπίτι, όλο του το εισόδηµα ο πατέρας της το έδινε για να της νοικιάζει αυτό το δυαράκι.
Μπήκαν µέσα και ο Γιώργος πήγε να την αγκαλιάσει.
«Όχι τέτοια από τώρα», του λέει η Υβόννη.
«Οκέι, ό,τι πει το κορίτσι!»
«Φέρε τα πράγµατα στην κουζίνα να καθαρίσω τις πατάτες, για να µαγειρέψω να φάµε».
«Στις διαταγές σας…».
Καθαρίζει τις πατάτες η Υβόννη, άλλες λάθος άλλες σωστά, βάζει λάδι στο τηγάνι, από αφηρηµάδα κι έρωτα βάζει και ξίδι µαζί µε το λάδι στο τηγάνι, πετάγεται και λέει: «Ωχ, τι έκανα, θα τηγανίσω µε το ξίδι».
Αφηνίασε ο Γιώργος.
«Καλά, άσχετη είσαι;» της λέει.
Κοκκινίζει η Υβόννη, νευριάζει, αρχίζει να τηγανίζει και µετά από πέντε λεπτά πετά τις µισοτηγανισµένες πατάτες στον νεροχύτη.
«Είσαι ένας βλάκας και µισός», του λέει.
«Με σύγχυσες κι εσύ και τα λεφτά του µπαµπά σου».
«Είσαι µία άσχετη», της λέει ο Γιώργος Π.
Σηκώνεται να φύγει ο Γιώργος, τον αγκαλιάζει, τον φιλά η Υβόννη και του ψιθυρίζει στο αυτί «το ξίδι αγάπη µου, όταν τηγανίζεται, εξατµίζεται».

 


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα