Το φαινόμενο της ενασχόλησης πολλών ιατρών με την Τέχνη του Λόγου αλλά και με εικαστικές δημιουργίες είχε πάντοτε αξιόλογη έκταση, σε διαφορετικούς τόπους και χρόνους. Το γεγονός ασφαλώς δεν είναι τυχαίο και αντανακλά την ανάγκη επεξεργασίας ισχυρών κοινωνικών ερεθισμάτων και συνακόλουθων συναισθημάτων.
Μέσα στην προηγούμενη διετία ο Ηλίας Γ. Γαβριλάκης, εκλεκτός συνάδελφος στον χώρο της επιστήμης του Ασκληπιού και της συγγραφής, έφερε στο φως της δημοσιότητας τρία έργα του, όλα από τις εκδόσεις “ΚΛΕΙΔΑΡΙΘΜΟΣ”. Πρόκειται για τα βιβλία με τίτλο:
– “ΛΑΘΟΣ ΔΡΟΜΟΣ: Χρονογραφήματα του Γης” (2018), που περιλαμβάνει κείμενα σχετικά με την τρέχουσα κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα από το 1980 μέχρι το 2007
-”ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΕΝΟΣ ΕΦΕΔΡΟΥ ΛΟΧΙΑ 1920-1924” (2018), ένα “Τετράδιο που εμπεριέχει ολόκληρον τον στρατιωτικό βίον του εφέδρου λοχίου Γ. Γαβριλάκη”, όπως σημειώνει στην ετικέτα του τετραδίου/ημερολογίου ο ίδιος ο συγγραφέας, πατέρας του Ηλία Γαβριλάκη, και
-”ΟΙ ΔΡΟΜΟΙ ΜΟΥ” (2019), αναπόληση και αποτίμηση της διαδρομής μιας ζωής.
Στο βιβλίο “ΛΑΘΟΣ ΔΡΟΜΟΣ” περιλαμβάνονται χρονογραφήματα τα οποία έχουν δημοσιευθεί στην καθημερινή εφημερίδα “ΚΗΡΥΞ” των Χανίων, ενώ έχουν αναδημοσιευθεί και σε άλλες εφημερίδες της Κρήτης, καθώς επίσης στην ημερήσια “ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΗ” των Αθηνών. Τα κείμενα φέρουν την υπογραφή “Γης” (Γαβριλάκης Ηλίας Συντάσσει), και αναφέρονται σε πλείστα όσα θέματα της ελληνικής και διεθνούς επικαιρότητας. Πάγια χαρακτηριστικά τους είναι η συνεκτικότητα και συνέπεια ύφους και περιεχομένου, η ανθρωποκεντρική ματιά, ο πνευματώδης σπινθήρας (εκεί που χρειάζεται και “τόσο όσο”), οι χρωματικοί τόνοι της ενσυναίσθησης αλλά και της νοσταλγικής αναπόλησης. Με λόγο εύστοχο, καίριο και θαρρετό, ο συγγραφέας αναφέρεται σε θέματα της κοινωνίας και πολιτικής (σε εγχώρια και σε διεθνή κλίμακα) και κατορθώνει να καταστήσει τον αναγνώστη συνταξιδιώτη στο τοπίο του εκάστοτε χρονογραφήματος.
Κάποια κείμενα του βιβλίου αναφέρονται, με ιδιαίτερη ευαισθησία και ευλαβική αγάπη, στην οικογένεια που ο Ηλίας Γαβριλάκης δημιούργησε με την εκλεκτή της καρδιάς του και σύντροφο της ζωής του Μίκα Πολιτώφ. Προμετωπίδα του βιβλίου αυτού, αλλά και συγκινητική δημόσια εξομολόγηση, η αφιέρωση “Στη Μίκα, στη Σίσσυ και την Τάνια, που ακόμα και σήμερα συντονίζουν την ηχώ των σκέψεών μου και των προβληματισμών μου”.
Το “ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΕΝΟΣ ΕΦΕΔΡΟΥ ΛΟΧΙΑ 1920-1924”, γραμμένο από έναν μαχητή της πρώτης γραμμής του Μετώπου, αποτελεί ένα ακόμα πολύτιμο ντοκουμέντο της προσωπικής μαρτυρίας η οποία μετατρέπεται σε συλλογική μνήμη, καθώς αποτυπώνει και διασώζει με ευκρίνεια και αξιοπιστία τα γεγονότα των χρόνων της γιγάντωσης της “Μεγάλης Ιδέας”, με απόληξη τη Μικρασιατική Καταστροφή. Πρόκειται για τη λιτή, εκφραστική και συγκλονιστική γραπτή βιωματική αφήγηση ενός από τους ανώνυμους ήρωες των χρόνων εκείνων, ο οποίος αγωνίστηκε επί δύο χρόνια στην πρώτη γραμμή του πυρός, κινούμενος μόνο από το προς την πατρίδα καθήκον, όπως ο ίδιος ο μαχητής επισημαίνει σε επιστολή του.
Είναι αλήθεια. Το ευγενικό όραμα για μια ελεύθερη πατρίδα υπήρξε το μόνο κίνητρο των ψυχωμένων ανθρώπων της βιοπάλης, οι οποίοι στρατεύτηκαν στον αγώνα για τη Μεγάλη Ιδέα. Εγκατέλειψαν τη γαλήνη της ειρηνικής καθημερινότητας, παραμέρισαν κρίσιμες οικογενειακές υποχρεώσεις, μόνο και μόνο για να είναι εκεί στον αγώνα, ο οποίος ενσάρκωνε μακραίωνα παλλαϊκά όνειρα και μύχιους πόθους για ανάκτηση της εδαφικής κυριαρχίας και της εθνικής αξιοπρέπειας.
Πόσο πολύτιμες, εκείνες οι σημειώσεις που κάποτε γράφονταν “στο γόνατο”, σε κάποιο μικρό χαρτάκι, για να ανασυνταχθούν αργότερα, σε ένα σημειωματάριο, οι μνήμες που διασώθηκαν! Οι βιωματικές αυτές αφηγήσεις αποτελούν πολύτιμο υλικό, θησαυρό και καθρέφτη της ιστορικής, κοινωνικής και πολιτισμικής διαδρομής ενός λαού. Συνθέτουν, με τρόπο απαράμιλλα γνήσιο και αυθεντικό, το Έπος της Ψυχής των Ελλήνων, οι οποίοι, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, βρέθηκαν, τη μια στιγμή να χαίρονται για μοναδικά επιτεύγματα και την άλλη στιγμή να θρηνούν για απώλειες και καταστροφές. Αυτή ήταν, ίσως, η μοίρα ενός λαού που ρίζωσε και βλάστησε, που άνθισε και έδωσε λαμπρούς καρπούς ζωής και πολιτισμού στην ανθρωπότητα, σε έναν τόπο που έμελλε να είναι παντοτινά το “Μήλον της Έριδος” για τις επεκτατικές βλέψεις των εκάστοτε αντιπάλων.
Στον πρόλογο του βιβλίου ο Ηλίας Γαβριλάκης σημειώνει, αναφερόμενος στον πατέρα του:
“…Ο Γεώργιος Γαβριλάκης γύρισε από το Μέτωπο ένας άλλος άνθρωπος.Φορτωμένος με τις αναμνήσεις ενός σκληρού και ανελέητου πολέμου, ενός πολέμου στον οποίον χάθηκαν χιλιάδες άνδρες, πολλοί φίλοι του, συναγωνιστές,συνοδοιπόροι, συμπολεμιστές του. Ενός πολέμου που στο πέρασμά του ξερίζωσε εστίες, οικογένειες, περιουσίες, ιδανικά, “πιστεύω”…
Αγωνίστηκε σκληρά, στα επόμενα χρόνια, να ξαναβρεί τον εαυτό του και να χαράξει μια νέα πορεία ζωής…
Προσπάθησε να απαλλαγεί από τις εικόνες της φρίκης, του ολέθρου, της απόλυτης καταστροφής…”
Επισημαίνει, επίσης, ότι, ενώ ο πατέρας του, τα πρώτα χρόνια μετά την επάνοδό του από το Μέτωπο, δεν παρέλειπε να αναφέρεται στα όσα βίωσε εκεί, στη συνέχεια σιώπησε παντελώς. Αυτή η περιγραφή αποτυπώνει τη φυσιολογική αντίδραση ενός ανθρώπου απέναντι σε μια μαζική απώλεια, σε ένα προσωπικό και συλλογικό πένθος, όπου, μετά τον εντονότατο κλονισμό, ακολουθεί η προσπάθεια “επεξεργασίας” των γεγονότων, μέσα από ένα στάδιο οργής, οδύνης και απελπισίας, για να έρθει, στη συνέχεια, η βαριά θλίψη και η αποδοχή, με τη συνακόλουθη σιωπή, και να ακολουθήσει η προσπάθεια για ανασυγκρότηση και επαναπροσδιορισμό στόχων ζωής.
Στο ίδιο προλογικό κείμενο διαβάζουμε: “Με την έκδοση του στρατιωτικού ημερολογίου του πατέρα μου, καταθέτω ένα μικρό δείγμα του χρέους που έχω σε αυτόν τον σπουδαίο άνθρωπο που μου χάρισε την ζωή, την καταγωγή μου, την ηθική μου υπόσταση, την υπερηφάνεια και την ταυτότητά μου”.
Στο βιβλίο αυτό εξιστορούνται τα απίστευτα (αλλά απόλυτα αληθινά) που διαδραματίστηκαν τα χρόνια εκείνα, σε μια εκστρατεία από την οποία συχνά έμοιαζε να απουσιάζει παντελώς η οργανωτική ματιά και η αυτογνωσία, με αποτέλεσμα ανακόλουθες και αλλοπρόσαλλες εξελίξεις. Καταγράφεται, επίσης,-και αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό- το απαράμιλλο πατριωτικό φρόνημα των αγωνιστών του Μετώπου, οι οποίοι κάτω από συνθήκες εξαθλίωσης πορεύονταν όπου και όπως ήθελε υποδειχθεί από τους ανωτέρους. Ας μην τους σκεπάσει ο ίσκιος της Λήθης.
Το πιο πρόσφατο από τα τρία βιβλία, με τίτλο “ΟΙ ΔΡΟΜΟΙ ΜΟΥ” συνιστά αναστοχασμό ζωής. Ο πρόλογος του βιβλίου μας οδηγεί σε μέλλοντα χρόνο. Εκεί μας παρουσιάζει το κεντρικό πρόσωπο της αυτοβιογραφίας σε ώριμη ηλικία:
“Ο Αλέξης, έπειτα από μια ενδιαφέρουσα πορεία, οδεύει σιγά – σιγά προς το τέλος της ζωής του. Καθισμένος στο γραφείο του, στην αγαπημένη του πολυθρόνα, και αγναντεύοντας το βαθύ πέλαγος, προσπαθεί να συνδέσει κομμάτι – κομμάτι τις μνήμες του. Γνωρίζει ότι το τέλος πλησιάζει…”
Έτσι ξεκινά η αναστοχαστική περιπλάνηση. Με αφορμή κάθε φορά ένα “μεταβατικό αντικείμενο” που μπορεί να είναι πρόσωπο, δέντρο, κατοικία, παιχνίδι, ο συγγραφέας πραγματοποιεί μια αναδρομή στο Χτες. Το διαπεραστικό αγνάντεμα σε βάθος χρόνου συναντά, πρώτα απ’ όλα, τις μορφές των γεννητόρων, όπως και τις ώρες (“…λίγο πριν σημάνουν οι σειρήνες του πολέμου…”) ενός εξαιρετικά δύσκολου τοκετού, στον οποίο απειλήθηκε η ζωή της μητέρας και ο οποίος επέφερε μεγάλο κλονισμό της υγείας του πατέρα και οικονομική εξάντληση της οικογένειας. Συναντά, αργότερα, την ερευνητική ματιά και την ευρηματικότητα του μικρού Αλέξη, που προβληματιζόταν, καθώς μεγάλωνε, για απλά ή δυσεπίλυτα ζητήματα υγείας σε ανθρώπους γύρω του. Ανταμώνει τα διλήμματά του σε θέματα ιεράρχησης αξιών. Αναβιώνει τις υπαρξιακές αγωνίες που με διάφορες μορφές κυκλώνουν τον άνθρωπο στη διαδρομή της ζωής του, όπως η αγωνία της ελεύθερης επιλογής, η αγωνία της φθοράς και του θανάτου, η αγωνία της μοναξιάς.
Η ενσυναίσθηση είχε από νωρίς ριζοβολήσει στην καρδιά του και οι ανθρωποκεντρικές επιστήμες ήταν εκείνες που θα προσείλκυαν το ενδιαφέρον του. Η πρώιμη έγνοια του να εφαρμόσει πιο αποτελεσματικές θεραπευτικές μεθόδους περιγράφεται πολύ όμορφα στο αφήγημα με τίτλο “Ο μικρός Φλέμινγκ”. Ο Ηλίας Γαβριλάκης είχε ήδη αποφασίσει να συνδράμει τον ανθρώπινο πόνο και να καταστήσει λιγότερο τυραννική τη διαδρομή της ασθένειας. Κύρια, όμως, είχε αποφασίσει να ανοίγει, για τις επερχόμενες γενεές, δρόμο ζωής και ελπίδας. Είχε ορκιστεί να μην συμβάλει ποτέ στην απώλεια κάποιας από τις κυοφορούμενες ζωές. Τον όρκο εκείνο τον τήρησε ευλαβικά, όπως ο ίδιος επισημαίνει.
Η σπονδυλωτή δομή της όλης εξιστόρησης και η αφηγηματική δεξιότητα του συγγραφέα είναι στοιχεία που καθιστούν ιδιαίτερα ενδιαφέρον το βιβλίο αυτό, με το οποίο ολοκληρώνεται το “ψηφιδωτό” μιας ζωής που υπήρξε συνθετικό αποτέλεσμα αρχών, αξιών και αεί παρούσης περισυλλογής.
Η αφιέρωση αναφέρεται στη νεότερη γενιά της οικογένειας: “Στη Σίσσυ και στην Τάνια, για να χτίσουν τις δικές τους μνήμες…”, ενώ οι πολλαπλές αναφορές στο πρόσωπο της συζύγου και των θυγατέρων του συγγραφέα ενισχύουν τον συναισθηματικό πλούτο αυτής της αυτοβιογραφίας.
Είναι ενδεικτική βαθύτερων προβληματισμών, ίσως, η επανάληψη της λέξης “ΔΡΟΜΟΣ” σε δύο από τα τρία βιβλία που αναφέρονται. Καθόλου παράξενο, αφού ο αναστοχασμός συνάδει με την αποτίμηση της εγκυρότητας δρόμων στους οποίους έχουμε επιλέξει να βαδίσουμε. Άλλωστε, από τα χρόνια της αρχαιότητας, οι λέξεις “ Δρόμος” και “Πύλη” είχαν ιδιαίτερα βαρύνοντα συμβολισμό.
Ο συγγραφέας εκπληρώνει διττό χρέος. Το πρώτο προς τους γονείς του, καθώς επισημαίνει τα συναισθηματικά κίνητρα που πυροδότησαν την αναπόλησή του:¨”Το αποχαιρετιστήριο προς τον πατέρα και τη μητέρα μου το εξέφρασα όπως το ένιωθα”. Παράλληλα, διεκπεραιώνει την εκπλήρωση του άλλου χρέους, που είναι η ευχαριστιακή αναγνώριση του παρόντος και η αρμονική σύνδεσή του με το παρελθόν και το μέλλον. Το μέλλον που πάντοτε υπάρχει εκεί, όσο η ανθρώπινη ύπαρξη εξακολουθεί να οραματίζεται νέα δημιουργικά βήματα, νέα ειρηνικά έργα.
Αγαπητέ Ηλία, σε ευχαριστώ θερμά που μου έδωσες τη δυνατότητα να σε γνωρίσω πολύ καλύτερα, μέσα από τα κείμενά σου, τα οποία χαρακτηρίζει η σαφήνεια, η αμεσότητα και το (τόσο πολύτιμο) ουσιαστικό φορτίο. Εύχομαι σε σένα και την οικογένειά σου υγεία και κάθε καλό, πάντα όμορφα πνευματικά ταξίδια κάτω από ολόφωτο έναστρο ουρανό.