Δευτέρα, 23 Δεκεμβρίου, 2024

Ιλιάδα: Μία επική προδρομική τραγωδία

«Τα ομηρικά έπη θεμελιώνουν την οικουμενικότητα πάνω στην έσχατη και απόλυτη άρνηση, το θάνατο»
Georg Hegel

Αν ρωτήσετε το μέσο φιλόλογο πότε και με ποιο τρόπο πρέπει να διδάσκεται το έπος της Ιλιάδας, η απάντηση θα εμπεριέχει για εκείνον μία ανάγκη προφανή.

Αποτελεί κοινοτοπία το πόσο πρώιμη είναι η διδασκαλία της Ιλιάδας στα παιδιά της Β’ Γυμνασίου σα να ήταν ένα παραδοσιακά ηρωικό έπος, ενώ άλλο πράγμα είναι ο Ιλιαδικός και άλλο ο Τρωικός πόλεμος. Έργο προδρομικό η Ιλιάδα, που άσκησε θηριώδη πνευματική αγωγή στην υπόλοιπη λογοτεχνία, νεωτερικό, σχεδόν παραβατικό, κατάστικτη από μικρές και μεγάλες παραβάσεις των ορίων, την ομηρική ″ύβριν″, βαθιά σημαδεμένη από το έσχατο όριο της ύπαρξης, το θάνατο, είναι μία αληθινή επική τραγωδία, και ως τέτοια πρέπει να διδάσκεται στις τελευταίες βέβαια τάξεις του Λυκείου.

Σύμφωνα με την γενική παραδοχή των κριτικών έγραφε ο Δρ. Johnson, ″ο πρώτος τίτλος μεγαλοφυΐας ανήκει στο συγγραφέα ενός επικού ποιήματος″. Ο τίτλος αυτός από πολύ παλιά ανήκε στον Όμηρο, που οι Έλληνες αποκαλούσαν απλώς ″ο ποιητής″.

Σε όλη την ιστορία της φιλολογίας, κανένας άλλος ποιητής δεν πήρε για παρόμοιο λόγο μια τέτοια θέση στη ζωή του λαού του, όπως ο Όμηρος. Ήταν το υπέροχο σύμβολο του έθνους, η αδιαμφισβήτητη αυθεντία της πρώτης τους ιστορίας και είναι αλήθεια ότι τα ομηρικά έπη αναγγέλλουν την συγκρότηση του ελληνικού κλασσικού κόσμου. Ήταν ο πιο αγαπημένος και πολυδιαβασμένος ποιητής, για τον οποίο ο Πλάτωνας λέει πως υπήρχαν Έλληνες που πίστευαν ότι ″μόρφωσε την Ελλάδα″.

Στα τέλη του 1953 ο Michael Ventris κατόρθωσε να αποκρυπτογραφήσει τη γραμμική γραφή Β των πήλινων πινακίδων, που βρέθηκαν στα ερείπια των ανακτόρων της Κνωσού στην Κρήτη, της Πύλου και των Μυκηνών. Η καταπληκτική είδηση αφορούσε τη γλώσσα των πινακίδων, η οποία ήταν μία αρχική μορφή της ελληνικής. Η ύπαρξη γραπτών κειμένων εκείνης της εποχής προσθέτει μία άλλη διάσταση ανυπολόγιστης αξίας.

Θα μπορούσε να διερωτηθεί ωστόσο κανείς, ποια η σχέση των παραπάνω με τον ομηρικό κόσμο; Η απάντηση εξαρτάται από το που τον τοποθετεί κανείς. Μπορεί να ταυτιστεί με τον κόσμο των Μυκηναίων βασιλιάδων και των ανακτόρων τους; Με τον κόσμο που έζησε ο Όμηρος πολλούς αιώνες αργότερα; Με κάποιον άλλο κόσμο ανάμεσα στους δύο, που ήταν ένας κόσμος της φαντασίας; Αυτό που προκύπτει από τις νέες πληροφορίες, που μπορούν να εξαχθούν από τα κείμενα της γραμμικής γραφής Β, είναι ότι η κοινωνία που αποκαλύπτεται στα ομηρικά έπη, ήταν εκείνη που ακολούθησε μετά την μυκηναϊκή εποχή και πριν από την ανάπτυξη της ελληνικής πόλης – κράτους. Αυτό που αποδείχθηκε από τα ερείπια είναι ότι ο μυκηναϊκός κόσμος καταστράφηκε ξαφνικά και ολοκληρωτικά.

Ακολούθησε η περίοδος που θεωρούμε σαν ελληνικό μεσαίωνα, με αξιόλογες μετακινήσεις λαών στην περιοχή του Αιγαίου, με χαμηλό βιοτικό επίπεδο, χωρίς γραφή. Όταν η Ελλάδα άρχισε να επανέρχεται, αναδύθηκε ένας καινούργιος πολιτισμός, που έμελλε να αποτελέσει τον κλασσικό ελληνικό κόσμο του Αισχύλου, του Ηροδότου και του Σωκράτη.

Ποιος ήταν ο Όμηρος, πού έζησε, είναι ερωτήματα, τα οποία δεν έχουν απαντηθεί με βεβαιότητα. Μαζί με τα ποιήματα του Ησιόδου αποτελούν τα πρώτα έργα της ελληνικής φιλολογίας, που διασώζονται. Οι Έλληνες, που όλοι σχεδόν πίστευαν, χωρίς εξαίρεση, απέδιδαν στον Όμηρο θεϊκή έμπνευση. Αυτός ο στενός δεσμός ανάμεσα στην ποίηση και τη θεϊκή γνώση του παρελθόντος και του μέλλοντος βρήκε την έκφραση του στον Ορφέα, το γλυκό τραγουδιστή των μύθων και όταν οι Έλληνες αποφάσισαν να δώσουν στον Όμηρο μία γενεαλογία, γύρισαν δέκα γενιές πίσω για να βρουν τους προγόνους του και έφτασαν στον ίδιο τον Ορφέα.

Σύμφωνα με την άποψη σύγχρονων μελετητών, η σύνθεση της Ιλιάδας, ίσως και της Οδύσσειας, έγινε σε ένα από τα νησιά του Αιγαίου πελάγους ή ακόμα ανατολικότερα στην Μικρά Ασία, σημερινή Τουρκία. Όσον αφορά τη χρονολόγηση της Ιλιάδας υφίσταται σήμερα σχεδόν ομοφωνία: πρόκειται για το δεύτερο ήμισυ του 8ου π.Χ. αιώνα, με πιθανότερη ημερομηνία το 720. Βαθύτερη ανάλυση της ελληνικής ιστορίας απέδειξε ότι ελληνόφωνα φύλα, που αγνοούσαν τη γραφή, παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά στο προσκήνιο γύρω στο 2000 π.Χ. Στα χρόνια του Πλάτωνα, ύστερα από δεκαπέντε αιώνες, τους βρίσκουμε διασκορπισμένους σε μία αχανή έκταση, από την Τραπεζούντα μέχρι τις μεσογειακές ακτές της Γαλλίας και της Βόρειας Αφρικής. Αυτοί δεν ήταν οι πρώτοι κάτοικοι της Ελλάδας, το δε επίπεδο της κοινωνικής και υλικής ανάπτυξης των προελληνικών πολιτισμών στην περιοχή αυτή ήταν πολύ ανώτερο από εκείνο των νεοφερμένων. Η προοδευτική διείσδυση του ελληνόφωνου λαού εξελίχθηκε σε μεγάλο και ιστορικό γεγονός.

Στην Οδύσσεια, υπάρχει μια έντονη ανάμνηση από αυτή την κατάσταση στο σημείο που ο Οδυσσέας, ανακατεύοντας ελληνικά και προελληνικά ονόματα μαζί, λέει: ″Μια χώρα, η Κρήτη, μέσα βρίσκεται στο πέλαο το κρασάτο, περίσσεια πλούσια, θαλασσόζωστη, πανώρια͘˙ πολιτείες έχει ενενήντα ˙ μύριοι, αρίφνητοι, ζουν πάνω άνθρωποι κι είναι πολλές οι γλώσσες τους, ανάκατες. Θρέφει Αχαιούς η Κρήτη, και βέρους Κρητικούς αντρόκαρδους, και Δωριείς, που ζούνε σε τρεις φυλές, κι ακόμα Κύδωνες και Πελασγούς αρχόντους.″

Το τελικό αποτέλεσμα όλων αυτών, ύστερα από χίλια χρόνια περίπου, ήταν ο ιστορικός λαός, που ονομάζονται Έλληνες και η χώρα ονομάζεται Ελλάδα.Ο Όμηρος ονομάζει τους Έλληνες Αργείους, Δαναούς και πιο συχνά Αχαιούς. Είναι ανώφελο να ψάχνουμε πότε ή γιατί, η λέξη Αχαιός άρχισε να δηλώνει όλους τους Έλληνες. Ωστόσο παρότι δεν ήταν το αποκλειστικό όνομα και διατηρήθηκε για μικρό διάστημα προτού αντικατασταθεί από το ″Έλλην″, η κοινή αυτή ονομασία συμβολίζει την έναρξη της καθαυτό ελληνικής ιστορίας και είναι γενικά παραδεκτό ότι η έναρξη αυτή σημειώνεται με την Ιλιάδα. Αν αληθεύει ότι η ευρωπαϊκή ιστορία άρχισε με τους Έλληνες, είναι εξίσου αληθινό ότι η ελληνική ιστορία άρχισε με τον κόσμο του Ομήρου. Είναι μία μοναδική περίοδος της ελληνικής ιστορίας και οι πληροφορίες μας για αυτήν προέρχονται από δύο ποιήματα, την Ιλιάδα και την Οδύσσεια.

Είναι αναγκαίο να πούμε ότι η Ιλιάδα παρότι είναι ένα κείμενο κλασσικό, μνημειώδες, που διαμόρφωσε την Ελλάδα, με τον μύθο και την εποποιία του Ιλιαδικού πολέμου – πόλεμοι, κατακλυσμοί, περιπέτειες στην ξηρά και στη θάλασσα, έρωτες, οικογενειακοί καυγάδες, γεννήσεις, γάμοι και θάνατοι – να προσφέρεται για συνεχή εκ νέου ανακάλυψη, εντούτοις το κείμενο αυτό δεν είναι ένα ιερό κείμενο, δεν είναι ούτε θρησκευτικό, ούτε προφητικό, αλλά απλά ένα κείμενο ποιητικό, αφιερωμένο σε μερικές ημέρες του δεκάχρονου πολέμου των Ελλήνων και των Τρώων. Ο συγγραφέας δεν είναι προφήτης, είναι ποιητής. Και ο ποιητής αυτός δεν παραπέμπει σε κάποιο γεγονός, δηλαδή στην αποκάλυψη, όπως συμβαίνει με τα ιερά κείμενα, τη Βίβλο για τους χριστιανούς, την παλαιά διαθήκη για τους Εβραίους και το Κοράνιο για τους μουσουλμάνους. Απλά λέγει το θρύλο, δηλαδή τον τρωικό κύκλο, το σύνολο των γεγονότων και των περιπετειών.

Όσον αφορά τον τρόπο σύνθεσης των επών, σήμερα επικρατεί η αντίληψη ότι βασίζονται σε μακρά προφορική παράδοση, η οποία επεκτείνεται ίσως σε αιώνες, πλασμένη και συντηρούμενη από αοιδούς – τραγουδιστές, που είχαν σχέση με τη λειτουργία της ποίησης.

Στον ελληνικό κόσμο η διάδοση των δύο ποιημάτων έγινε προφορικά, εφόσον ο ελληνικός κόσμος δεν ήξερε να διαβάζει τον 8ο και 9ο αιώνα π.Χ. Οι ραψωδοί, μετά τους αοιδούς, πλανόδιοι από κάποια στιγμή και μετά, περιηγούνται την Ελλάδα, απαγγέλλοντας τα έπη με τη συνοδεία έγχορδου οργάνου, στη διάρκεια πολυάριθμων θρησκευτικών εορτών. Η θέση όμως του Ομήρου ήταν κυρίως στις επίσημες εορτές, όπως ήταν οι ολυμπιακοί αγώνες και η γιορτή των Παναθηναίων στην Αθήνα. Πιθανότατα εκεί οριστικοποιήθηκε γραπτώς το κείμενο. Από τη στιγμή που τα έπη διατίθενται σε γραπτή μορφή, διδάσκονται στα σχολεία, πάνω στα οποία οι νέοι μαθαίνουν ανάγνωση και γραφή. Σημαντικό ρόλο στην πρώτη μετάδοση των ποιημάτων έπαιξε ίσως μία ομάδα αοιδών από τη Χίο, που αποκαλούσαν τους εαυτούς τους ″Ομηρίδες″. Έζησαν τουλάχιστον έως τον 4ο αιώνα π.Χ., εφόσον ο Πλάτωνας αναφέρεται σε αυτούς στο ″Φαίδρο″.

Ένα σημαντικό στοιχείο αφορά στην εποχή, στην οποία αναφέρονται τα ομηρικά έπη, η οποία δεν είναι κατ’ ανάγκην εκείνη στην οποία παραπέμπει ο θρύλος. Άλλωστε αυτό που μας απασχολεί είναι ο πραγματικός κόσμος που περιγράφουν. Σε ποια εποχή αναφέρονται. Ο Finley με πολύ ισχυρά επιχειρήματα προέβαλε την άποψη ότι τα έπη περιγράφουν την πραγματική κοινωνία της εποχής των αοιδών και όχι την εποχή του κληρονομημένου θρύλου, του οποίου έμεινε ο καμβάς, χωρίς όμως να ανήκει στην εποχή αυτή. Περιγράφουν την κοινωνία των σκοτεινών χρόνων της Ελλάδας, του ελληνικού μεσαίωνα, μεταξύ του 11ου και του 9ου – 8ου αιώνα. Την εποχή αυτή, η ανάμειξη των φυλών και του πολιτισμού είχε συντελεστεί. Είχε ξεχαστεί η καταστροφή που προκάλεσε η πτώση του μυκηναϊκού πολιτισμού. Είχε αρχίσει πια η ιστορία των Ελλήνων.

Περί τα τέλη της περιόδου αυτής και κατά την οριστική σύνθεση των επών εμφανίζεται μία νέα σύλληψη του κόσμου για τα ελληνικά φύλα μετά την εξαφάνιση του μυκηναϊκού πολιτισμού. Χαρακτηριστικό στοιχείο είναι η σημασία που αποδίδεται στον θάνατο και όλες οι άλλες σημασίες που ενσωματώνει. Η σημασία του θανάτου είναι παρούσα σε όλους τους στίχους της Ιλιάδας. Είναι η ουσία της ελληνικής θεώρησης του κόσμου, δηλαδή η τραγική σύλληψη του κόσμου. Η τραγική σύλληψη είναι δεδομένη από την εξιστόρηση όλων όσων περιγράφονται σε αυτή. Είναι η ίδια η δομή της ιστορίας, που – υπακούοντας σε μία σοφή οικονομία χώρου και χρόνου – αποπνέει τραγικότητα. Είναι αυτό που κατάλαβε ο Πλάτων, όταν στον ″Θεαίτητο″ ονόμασε τον Όμηρο τραγικό ποιητή.

Η Ιλιάδα είναι αναμφίβολα και κυριολεκτικά τραγωδία, με τους τραγικούς ήρωες, Αχιλλέα και Έκτορα, που ενώ αγαπούσαν με πάθος τη ζωή, γνώριζαν ότι έπρεπε μολαταύτα να υποταχθεί αυτή στην τιμή. Ήταν γραφτό να ζήσουν λίγο και το ήξεραν, γνώριζαν εξαρχής τι τους περιμένει. Αυτό ωστόσο δεν εμποδίζει την εκπληκτική συνύπαρξη αυτής της προκαταβολικής γνώσης με την αυθεντικότητα των αποφάσεων, που λαμβάνονται ελεύθερα, κατά τη διάρκεια της δράσης.

Όλη η ιστορία ανάγεται σε μία μικροσκοπική έριδα, που μεγαλώνει μετά, όταν ο Πάρις επέλεξε την Αφροδίτη και όχι την Ήρα ή την Αθηνά ως την ομορφότερη θεά και της πρόσφερε ένα μήλο. Η Ελένη, κόρη του Δία και της Λήδας, ήταν η ευνοούμενη της Αφροδίτης και χάρη στα δώρα της θεάς κατόρθωσε να περιπλέξει τους Τρώες και τους Αχαιούς σε ένα γιγάντιο διαφυλετικό αγώνα, εφόσον Ήρα και Αθηνά αναζητούν επιμόνως την καταστροφή του Πάριδος και της Τροίας. Αυτή η ασήμαντη έρις, αυτή η Έρις, είναι το σπέρμα της ιστορίας. Οντολογικά ο πόλεμος είναι αναπόφευκτος. Για τον Πάρη, εξιλέωση δεν υπήρχε.

Και πρώτα από όλα, υπήρξε Τρωικός πόλεμος; Μπορούμε να θεωρήσουμε σα δεδομένο ότι έγινε ένας Τρωικός πόλεμος. Οι πόλεμοι ήταν κάτι συνηθισμένο στους χρόνους εκείνους και η ιστορικότητα του ομηρικού μύθου ίσως να αποδείχθηκε με τη βοήθεια του Ερρίκου Σλήμαν, που από τις ανασκαφές του στην Μικρά Ασία ανακάλυψε την πόλη της Τροίας σε μία τοποθεσία, που σήμερα ονομάζεται Χισαρλίκ. Αργότερα οι Έλληνες υπολόγισαν, χωρίς να έχουν συμφωνήσει ολότελα, σα χρονολογία του Τρωικού πολέμου το 1200 π.Χ. περίπου και ότι ο Όμηρος έζησε τετρακόσια χρόνια αργότερα.

Στην Ιλιάδα, αυτό που προβάλλεται είναι ο αναπότρεπτος χαρακτήρας πραγματοποίησης του πεπρωμένου, της μοίρας, η οποία συνεχώς καθορίζεται από παραβάσεις, από την ύβριν. Το στοιχείο αυτό υπάρχει από την αρχή, ο Αγαμέμνων προσβάλλει τον υπηρέτη του Απόλλωνα.

Ο Απόλλων εξαπολύει επιδημία χολέρας στο στρατόπεδο των Ελλήνων. Όταν ο Αγαμέμνων υποχρεώνεται να επιστρέψει την Χρυσηίδα, που ανήκε στη λεία του, στον πατέρα της, κάνει μια υπέρβαση των δικαιωμάτων του παίρνοντας μια γυναίκα, τη Βρισηίδα, που ανήκε στη λεία του Αχιλλέα.

Η μήνις του Αχιλλέα, που κλωσσούσε για μέρες τον θυμό του και η πολεμική του αδράνεια επί δεκαπέντε ραψωδίες, εκφράζεται στον πρώτο στίχο της Ιλιάδας: ″θεά τραγούδα την οργή του Αχιλλέα, του γιου του Πηλέα″. Η πραγματική τραγωδία της Ιλιάδας άρχισε όταν ο Αχιλλέας αρνήθηκε τα δώρα του εξευμενισμού, που του πρόσφερε ο Αγαμέμνονας. Ο ήρωας δεν έκανε το λάθος στην αρχή, αλλά όταν αρνήθηκε τα δώρα, που αντιπροσώπευαν την τιμωρία του Αγαμέμνονα, η οποία άρνηση τον χαρακτήριζε όχι ως ήρωα, αλλά ως άνθρωπο απαράδεκτης υπερβολής. Έτσι στο προοίμιο της Ιλιάδας – τόσο σπάνιο – κατακεραυνώνεται ο κεντρικός της ήρωας, ο Αχιλλέας, και ο θύτης γίνεται θύμα.

Όταν όμως, οι Τρώες μπαίνουν τελικά στο στρατόπεδο των Ελλήνων, ο Αχιλλέας συγκινείται, στέλνει εναντίον τους τον Πάτροκλο, που προχωρούσε μπροστά με τους Μυρμιδόνες, υπερβαίνοντας τα όρια της διαταγής του Αχιλλέα, να μην επιτεθεί, απλά να απωθήσει τους Τρώες, οπότε επενέβη, τον απώθησε ο Απόλλωνας και έπεσε νεκρός από τον Έκτορα. Ανέβαλε πάντως το θάνατο του ωκύμωρου Αχιλλέα. Ο Αισχύλος, που έγραψε πολύ αργότερα από τον Όμηρο, μπόρεσε να επινοήσει μία σκηνή, όπου οι Μυρμιδόνες επαναστάτησαν κατά του Αχιλλέα, γιατί αρνήθηκε να πάρει μέρος στην μάχη.

Θα πρέπει να λεχθεί ωστόσο ότι τα έπη, που περιγράφουν έναν κόσμο ηρώων, εμπεριέχουν ταυτόχρονα και στοιχεία αμφισβήτησης του ηρωικού αυτού κόσμου. Τα λόγια του Αχιλλέα απαντώντας στον Αγαμέμνονα στη ραψωδία Ι της Ιλιάδας ότι ο πόλεμος αυτός δεν έχει νόημα, τίποτε δεν αξίζει περισσότερο από τη ζωή, τίποτε δεν είναι ″ψυχῆς ἀντάξιον″, όπως επίσης και τα λόγια του Αχιλλέα προς τον Λυκάονα και η ικεσία αυτού να μην τον σκοτώσει στη ραψωδία Φ, ενταγμένα σε ένα ηρωικό πλαίσιο, είναι ασύλληπτα, γιατί το νόημα της ηρωικής πράξης είναι ο πόλεμος.

Όσο κι αν προσπαθήσει κανείς να προσαρμόσει τις αρχαϊκές, ελληνικές αξίες σε ένα περισσότερο εξευγενισμένο κώδικα ηθικής, η Ιλιάδα, προπάντων, δεν παύει να είναι βουτηγμένη στο αίμα, γεγονός που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί, εφόσον η αφαίρεση της ζωής του αντιπάλου αποτελούσε τιμή υψίστης αξίας. Σε αυτό αναφερόταν ο Νίτσε όταν περιέγραφε το σκληρό χαρακτήρα του ελληνικού ηρωικού κόσμου.

Αυτή η σύλληψη του θανάτου, όπως προκύπτει από τα λόγια του Αχιλλέα, μπορεί να φαίνεται κοινότοπη, ωστόσο αυτό που προκύπτει είναι ότι ενώ η ανθρωπότητα χάνει το χρόνο της με ιστορίες αθανασίας, οι Έλληνες ανακάλυψαν πρώτοι το γεγονός ότι υπάρχει ένας τελειωτικός θάνατος ″τέλος θανάτοιο″ επαναλαμβάνεται συνεχώς στην Ιλιάδα. Ο άνθρωπος είναι θνητός, με την οριστική και τελική έννοια και αυτό ούτε μετουσιώνεται, ούτε ωραιοποιείται. Και φθάνουμε στις πιο προχωρημένες θέσεις της σύγχρονης φιλοσοφίας, του Χάιντεγκερ, για τον οποίο ο άνθρωπος είναι το μοναδικό ζώο, που γνωρίζει ότι θα πεθάνει. Η ενθαδική ύπαρξη είναι η ύπαρξη προς το θάνατο.

Ωστόσο, ενώ ο Αχιλλέας γνωρίζει ότι τίποτα δεν αξίζει, όσο η ζωή, εντούτοις δεν επιστρέφει στη φθία, αλλά στο τέλος του εσωτερικού διαλόγου της ψυχής με τον εαυτό της κατά την έκφραση του Σωκράτη και του Πλάτωνα, προχωρά προς τη μάχη, σίγουρος ότι θα βρει τη δόξα, αλλά και το θάνατο.

Ο Πολυδάμαντας, ο Πρίαμος, όπως και η Εκάβη, συμβούλευαν τον Έκτορα να μη μονομαχήσει με τον Αχιλλέα, εφόσον η έκβαση της σύγκρουσης ήταν βέβαιη. Ο Έκτορας θα σκοτωνόταν και η Τροία θα καταστρεφόταν. Ο Έκτορας απέρριψε την παράκλησή τους και προτίμησε τον ένδοξο θάνατο και την καταστροφή της πόλης και του λαού της λέγοντας: ″εἶς οἰωνός ἄριστος ἀμύνεσθαι περί πάτρης″. Άλλη μία μορφή κριτικής της ηρωικής κοινωνίας στον Όμηρο βρίσκουμε στο περίφημο διάλογο – ακριβέστερα καυγά – του Θερσίτη, ενός ανθρώπου της ανώνυμης μάζας με τον Οδυσσέα, στη ραψωδία Β της Ιλιάδας, όπου ο Θερσίτης ασκεί κριτική στον Αγαμέμνονα για τη διεύθυνση των πολεμικών επιχειρήσεων. Ενδεχομένως να έχουμε την πρώτη γραπτή μαρτυρία ότι τα κατώτερα στρώματα προσπαθούν να μετατρέψουν ένα διαφυλετικό ιμπεριαλιστικό πόλεμο σε εμφύλιο.

Ο Οδυσσέας τον χτυπά, ο Θερσίτης κλαίει, το πλήθος γελά. Πρόκειται για την αριστοκρατική αντίληψη του κόσμου, που υπάρχει στα ομηρικά έπη, ένα σύνορο αξίας μεταξύ των ηρώων και των πολλών.

Ο όρος μοίρα επανέρχεται συχνά, κυρίως στην Ιλιάδα, η μοίρα του ανθρώπου είναι ο μόρος, δηλαδή ο θάνατος. Συγγενείς ομηρικές εκφράσεις είναι το μόρσιμον ἦμαρ ή το αίσιμον ἦμαρ, προσδιοριστικές της μοιραίας ημέρας, της ημέρας του θανάτου ενός εκ των ηρώων. Την εικονογράφηση της ομηρικής μοίρας, τη βρίσκουμε σε δύο καθοριστικές σκηνές της Ιλιάδας.

Την πρώτη φορά, στην ραψωδία Θ, όταν έχει αναζωπυρωθεί η μάχη μεταξύ Αχαιών και Τρώων, ο Δίας ξετυλίγει τη χρυσή πλάστιγγα προκειμένου να ζυγίσει τα πεπρωμένα  – τις κῆρες- των δύο στρατευμάτων και ο δείκτης καταδικάζει τους Αχαιούς. Το ίδιο επαναλαμβάνεται στην ραψωδία Χ. Ο Έκτωρ καταδιώκεται από τον Αχιλλέα, έχουν κάνει ήδη τέσσερις φορές το γύρο της Τροίας και καθώς περνούν μπροστά από τις ιερές κρήνες,  ο Δίας ξετυλίγει και πάλι τη χρυσή πλάστιγγα και τότε ο δίσκος, που περιέχει την μοιραία μέρα του Έκτορα, κατεβαίνει μέχρι που χάνεται στον Άδη. Βίαιος φόνος του Πάτροκλου από τον Έκτορα, του Έκτορα από τον Αχιλλέα και εν τέλει αμφίρροπος ο χαρακτήρας του Ιλιαδικού έπους. Χωρίς νικητές και νικημένους. Το βασίλειο των ορίων – μοίρας – είναι ο όρος που βαραίνει σε όλη τη φιλοσοφία και το κεντρικό όριο είναι φυσικά ο θάνατος, ο μόρος.

Στο εσωτερικό όμως των ορίων υπάρχουν και άλλα στοιχεία, των οποίων η μοίρα εγγυάται το απαράβατο και στα οποία αντιστοιχεί η ομηρική έκφραση  υπέρ μόρον. Στη ραψωδία Π της Ιλιάδας, ο Πάτροκλος, παρά τις προειδοποιήσεις του Αχιλλέα, συνεχίζει μία ξέφρενη πορεία, επελαύνοντας κατά των τειχών της Τροίας και τη μέρα εκείνη, όπως μας λέει ο Όμηρος, η πόλη με τις υψηλές πύλες θα είχε πέσει, αν ο Απόλλων δεν ήταν εκεί για να αποκρούσει τις επιθέσεις του Πάτροκλου. Ο Πάτροκλος καταλαβαίνει ότι έχει επιδοθεί σε υπέρ μόρον αγώνα, αλλά είναι πλέον αργά και θα σκοτωθεί.

Το άλλο επεισόδιο βρίσκεται στην αρχή της Οδύσσειας. Οι θεοί συγκεντρώνονται για να αποφασίσουν για την τύχη του Οδυσσέα, κρατούμενου της Καλυψούς, αλλά ο Δίας αρχίζει τη συνεδρία, αναφερόμενος στην οργή και στην τρέλα του Αιγίσθου, που τον είχε ωστόσο προειδοποιήσει ο Ερμής ότι θα τον σκότωνε ο Ορέστης, αν γινόταν εραστής της Κλυταιμνήστρας και δολοφόνος του Αγαμέμνονα. Επομένως ο Αίγισθος, έμπλεος αυτής της λυσσαλέας επιθυμίας υπέρβασης των ορίων, επέσυρε τις συμφορές, που τον απειλούσαν.

Ο Αγαμέμνων – πραγματικό πρόσωπο – αποτελεί μία εντελώς ξεχωριστή προσωπικότητα, από την περιγραφή της οποίας διαφαίνεται μία πρώτη κριτική του πολιτεύματος της βασιλείας. Και είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του σημαντικού ρόλου, που έπαιζε η κοινωνική θέση. Είναι η κοινωνική θέση αυτή, που δεν άφησε τον προσβεβλημένο Αχιλλέα να αντιδράσει με άλλο τρόπο, παρά μόνο με μία παθητική μορφή οργής. Αυτό μας βοηθά να γίνει κατανοητό ένα περίπλοκο κοινωνικό σύστημα και οι αξίες του. Στο ίδιο σύστημα ήταν ενταγμένο και το πάθος της θεϊκής καταγωγής, που απέδιδαν σε κάθε αριστοκρατική οικογένεια. Ήταν μία επικύρωση των αριστοκρατικών προνομίων και μίας ιδεολογίας, που κανείς δεν θεωρούσε παραλογισμό.

Ο Ξενοφάνης τον 6ο αιώνα π.Χ. ύψωνε τη φωνή του για να διαμαρτυρηθεί κατά της ομηρικής άποψης για τους Θεούς. Τις πολλές θεϊκές παρεμβάσεις και τις πρωτόγονες δοξασίες. Αυτό που σαφώς δεν ήταν πρωτόγονο ήταν ο τέλειος ανθρωπομορφισμός. Ο θεός ήταν πλασμένος κατ’ εικόνα του ανθρώπου και ολόκληρη η ηρωική κοινωνία με τα προβλήματα και τις αποχρώσεις της αναπαραστήθηκε πάνω στον Όλυμπο. Ο κόσμος των Θεών είναι ένας κοινωνικός κόσμος, με μία ιστορία, πήραν την εξουσία με αγώνες και οικογενειακή κληρονομιά, όπως οι άνθρωποι.

Στην Ιλιάδα δε χρησιμοποιείται καθόλου η λέξη θεοσεβής. Οι άνθρωποι της Ιλιάδας δεν έβρισκαν ηθική υποστήριξη στους θεούς, αλλά στους συνανθρώπους τους, στους θεσμούς και τα έθιμα, που ρύθμιζαν τη ζωή τους. Η περίπτωση της θεϊκής αδικίας στην Ιλιάδα είναι χαρακτηριστική. Ο Πάρις πρόσβαλλε το Μενέλαο και οι δύο παρατάξεις – Αχαιοί και Τρώες – ήταν αποφασισμένοι να λυθεί το θέμα αυτό μέσω της μονομαχίας μεταξύ των δύο ηρώων.

Νικητής αναδείχτηκε ο Μενέλαος και ο πόλεμος θα τελείωνε με την επιστροφή της Ελένης και την πληρωμή δώρων εξευμενισμού. Η Ήρα, όμως, και η Αθηνά δε θα ήταν ευχαριστημένες μέχρι που θα κυριευόταν το Ίλιο και θα σκοτώνονταν όλοι οι άνδρες του. Η επιμονή αυτή προκάλεσε την πτώση της Τροίας. Περισσότερο ενδιαφέρον ωστόσο από την εξαφάνιση της Τροίας παρουσιάζει ο καθολικός αφανισμός των ίδιων των Τρώων, όπως και των Μυρμιδόνων του Αχιλλέα.

Στο τέλος, ο Ησίοδος ήταν αυτός που οργάνωσε τους θεούς σ’ ένα σύστημα Θεογονίας και μετέτρεψε την δικαιοσύνη σε κύριο πρόβλημα της ανθρώπινης και θεϊκής ύπαρξης. Το θαύμα, που λεγόταν Ελλάδα, αναπτύχθηκε στους αιώνες, που ακολούθησαν.

Ο Έκτορας και η Ανδρομάχη ήταν φανταστικά πρόσωπα. Και άλλοι ομηρικοί ήρωες ήταν φανταστικά πρόσωπα. Η περίπτωση της Ελένης είναι ακόμη πιο αινιγματική και συγκινητική.

Νοσταλγεί βέβαια την πατρίδα της, αλλά συγχρόνως δεν επιθυμεί την καταστροφή της Τροίας. Αγαπά το Μενέλαο, αλλά τον εγκατέλειψε για τον Πάρη, τον οποίο αντιπαθεί. Εδώ ο Όμηρος έπλασε μια πολύ σύγχρονη προσωπικότητα, μυστηριώδη, αμφιταλαντευόμενη και αμφίθυμη. Στη συνέχεια της ιστορίας, που δεν βρίσκεται στην Ιλιάδα, θα βοηθήσει τον Οδυσσέα, όταν αυτός εισέλθει στην Τροία.

Θα πρέπει εδώ να προσεγγίσουμε τις έννοιες της οικουμενικότητας και της αμεροληψίας, σημαντικές σημασίες, που περιέχονται στην Ιλιάδα. Η Χάνα Άρεντ σε μία συνέντευξη της υποστήριξε ότι η έννοια της αμεροληψίας εμφανίστηκε στον κόσμο μαζί με τον Όμηρο. Αυτό αληθεύει πράγματι, εφόσον ο Όμηρος δεν κάνει καμιά αξιολογική διάκριση μεταξύ Αχαιών και Τρώων. Οι διαφορές τους δε συνεπάγονται για τον Όμηρο καμιά ιεράρχηση.

Έχει γίνει κατανοητό εδώ και πολύ καιρό ότι ο πραγματικός ήρωας της Ιλιάδας θα μπορούσε να είναι ο Έκτορας και όχι ο Αχιλλέας. Πρόκειται σε κάθε περίπτωση για την πιο συγκινητική προσωπικότητα, κυριολεκτικά τραγική, με την οποία είναι αδύνατον να μην ταυτιστεί ο αναγνώστης. Σε μία από τις δύο πιο συγκινητικές σκηνές της Ιλιάδας, ο Έκτορας αποχαιρετά την Ανδρομάχη. Αυτός ο τρομερός πολεμιστής σκέφτεται το θάνατο του, τα αναφιλητά της γυναίκας του μπερδεύονται με τα γέλια του γιου του. Όταν η Ανδρομάχη έμαθε το θάνατο του Έκτορα, με βαθιά οδύνη θρηνούσε για την μοίρα, που περίμενε το μικρό Αστυάνακτα, διότι γνώριζε ότι επρόκειτο για έναν κόσμο ανδρών και όχι γυναικών και παιδιών. Στο επεισόδιο αυτό, ο ποιητής αποδίδει όλο τον ανθρωπισμό στην πλευρά των Τρώων. Στην τελευταία ραψωδία, νύκτα ο Πρίαμος πηγαίνει να ικετεύσει τον Αχιλλέα, να του παραδώσει την σορό του γιου του Έκτορα, ώστε να μπορέσει να τον ενταφιάσει αξιοπρεπώς. Εδώ ο ανθρωπισμός κατανέμεται ισομερώς, μεταξύ Αχιλλέα και Πριάμου, μορφή απολύτως συγκινητική, γεμάτη αλήθεια.

Τέλος, η ομηρική οικουμενικότητα είναι μαζί με την αμεροληψία το στοιχείο, που επιτρέπει τις έντονες συγκινητικές στιγμές και κινήσεις ταύτισης με τον άλλον, συμπάθειας και εμπάθειας, συναισθήματα συγκλονιστικά, που προκαλούν οι πολλαπλές ταυτίσεις με τους δύο πρωταγωνιστές, Έκτορα και Ανδρομάχη, τη στιγμή του συγκινητικού χωρισμού. Και ακόμα πιο πολύ στη ραψωδία Ω της Ιλιάδας, εμφανής ταύτιση όταν ο Πρίαμος λέει στον Αχιλλέα: ‟και εσύ Αχιλλέα έχεις γέρο πατέρα, σαν εμένα, που σε περιμένει, χωρίς να γνωρίζει με σιγουριά αν είσαι ζωντανός ή νεκρός‟. Η ικεσία αυτή του Πριάμου υποδηλώνει ότι ο Αχιλλέας καλείται να μπει για λίγο στη θέση του νεκρού Έκτορα, ο οποίος θα ήθελε ο πατέρας του να παραλάβει το πτώμα του. Αυτός ο υπέροχος τρόπος των πολλαπλών ταυτίσεων, αυτή η εμπάθεια – συμπάθεια, που είναι παρούσα στην ραψωδία Ω, δεν θα μπορούσε να υπάρχει χωρίς το στοιχείο της οικουμενοποίησης του ανθρώπου, που σκηνοθετεί ο Όμηρος.

Στην τελευταία ραψωδία, αίρεται η διαφυλετική έρις και κατά κάποιο τρόπο, οι εχθροί ταυτίζονται και ο καθένας θα μπει στη θέση του άλλου. Ο βασιλιάς της Τροίας, Πρίαμος, στη θέση του Πηλέα και ο Αχιλλέας θα ταυτιστεί με τον Έκτορα, τον εχθρό που μόλις σκότωσε.

Το υπόβαθρο όλων αυτών, με την πιο εμφανή μορφή, στην τελευταία αυτή σκηνή, παραπέμπει στο γεγονός ότι όλοι πρόκειται να πεθάνουμε. Ο θάνατος είναι το κυρίαρχο οικουμενικό στοιχείο, που καταργώντας όλες τις φαινομενικές διαφορές, προσδιορίζει την ταυτότητα της ανθρώπινης μοίρας και διευκολύνει την πρόσβαση στην οικουμενικότητα.

Αυτό που πρέπει να επισημανθεί είναι ότι το τέλος της Ιλιάδας δεν αποτελεί κάθαρση. Η θαυμάσια ραψωδία Ω εμπεριέχει επικοινωνία σημασιών και συναισθημάτων, που οδηγεί σε μία παράδοξη συμφιλίωση. Η κορύφωση του αμοιβαίου πένθους αντιστρέφει την εμπάθεια σε συμπάθεια, όταν ο Αχιλλέας δέχεται να παραδώσει την σορό του Έκτορα στον Πρίαμο και ενώ στέκονται αντικριστά, κλαίνε μαζί στη σκηνή αυτή για τη μοίρα των ανθρώπων. Ο ένας, σκεπτόμενος το γιο του Έκτορα, και ο άλλος, τον Πάτροκλο και το γέρο πατέρα του. Ο Όμηρος δεν θα μπορούσε να κλείσει την αφήγηση του με το θάνατο του Έκτορα στα χέρια του Αχιλλέα, γιατί τότε θα μας άφηνε με τον εξοργισμένο Αχιλλέα και όχι με το λυτρωμένο ήρωα. Έτσι τα πάθη του έσβησαν. Αυτή η συμφιλίωση, που μοιάζει με προσέγγιση αντίπαλων μέχρι τότε στρατοπέδων, με την οποία κλείνει το έπος, ακυρώνει το κλισέ νικητή και νικημένου.

Οι ανταγωνιστές συνέρχονται, συμβάλλονται και Τρώες και Αχαιοί ταυτίζονται, υπακούοντας στην υπέροχη εσωτερική αναγκαιότητα ενός αμοιβαίου θρήνου. Και αυτό δεν είναι οξύμωρο. Η συγκλονιστική σκηνή στο τέλος της ραψωδίας Δ είναι αποκαλυπτική: ‟Τι πλήθος, πεσμένοι πίστομα πάνω στη σκόνη, Τρώες και Αργίτες, αξεχώριστοι‟.

 


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

7 Comments

  1. Συγχαρητήρια, κυρία Τσουρουπάκη! Βάλατε γυαλιά σε πολλούς φιλολόγους.
    Ως προς την ηλικία των μαθητών η οποία είναι η πιο κατάλληλη για τη διδασκαλία τής Ιλιάδας, θα πω μόνον ότι ένα έργο πανανθρώπινης αξίας μπορεί να “μιλήσει” σε κάθε ηλικία. Υπό την προϋπόθεση ότι ο “διαμεσολαβητής” (εν προκειμένω ο φιλόλογος) είναι σε θέση να αντεπεξέλθει στην υψηλή αποστολή του.

  2. Αγαπητέ, κύριε Διευθυντά,
    είναι αλήθεια ότι από χαρακτήρα μου συχνά υπερβάλλω κοινωνικώς, όσο αφορά τα συναισθήματά μου απέναντι στους συνανθρώπους μας: Και πώς να μην υπερβάλλω στις εκτιμήσεις και τις όποιες αξιολογήσεις πάνω σε σπουδαία δημιουργικά – πνευματικά έργα τόσο πολλών κι αξιόλογων συμπολιτών μας και όχι μόνο: Και συνεχώς διαψεύδομαι οσημέραι -μέρα τη μέρα- στην εκτίμησή μου ότι ” μέχρι σήμερα δεν δημοσιεύτηκε παρόμοια αριστουργηματική εργασία κ.λ.π” Ωστόσο, αυτός -ας τον πούμε υπερβολικό- ο ενθουσιασμός μου τιθασεύεται και καλμάρει, όταν αναλογίζομαι πως και η αληθινή, η έμπονη κι αυτοθυσιαστική ΑΓΑΠΗ είναι υπερβολική.
    Η αγαπητή μας ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΜΠΕΖΑ – ΤΣΟΥΡΟΥΠΑΚΗ, συμπατριώτισσά μου από την “ΕΡΑΤΕΙΝΗ” Ημαθία και διακεκριμένη Συμβολαιογράφος Χανίων, με το ανωτέρω συγκλονιστικό δοκίμιο -“ΠΟΤΑΜΟΣ”, στα “Χ.Ν.” “Ιλιάδα: Μία επική προδρομική τραγωδία” ξεπέρασε, θαρρώ, κάθε προσδοκία εμάς των γνωστών, φίλων και συμπολιτών μας και όχι μόνο: Ένα πλήρες κι αριστουργηματικό δοκίμιο, με άριστη αφηγηματική ροή, συνέπεια και συνέχεια και άπτεται όλων, σχεδόν, των Κοινωνικών Επιστημών και τη γνωστή καθαρόαιμη Ελληνική γλώσσα και γραφή. Και πώς να μην είμαι υπερβολικός, αγαπητέ κ. Διευθυντά, όταν δημοσιεύονται στην Εφημερίδα μας τέτοιες αριστουργηματικές δημιουργίες που τις μοιραζόμαστε απλόχερα κι αφειδώλευτα!! Και πώς να μη χαίρομαι όταν στον τόπο μας συνυπάρχουμε με τόσο αξιόλογους ανθρώπους, που μοιράζονται μαζί μας τα δημιουργικά – πνευματικά τους έργα;
    Θα μπορούσα να γράψω εκτενές σχόλιο, αλλά δεν αφήνει περιθώρια το ανωτέρω σύνθετο, περιεκτικότατο άκρως επιστημονικό δοκίμιο της Αικατερίνης Μπέζα – Τσουρουπάκη.
    ΩΣΤΟΣΟ, αγαπητέ, κ. Διευθυντά, δεν είναι υπερβολικός ο ισχυρισμός και η πεποίθησή μου, ότι δεν τυχαίο το ανωτέρω σπάνιο δοκίμιο της εκλεκτής συνεργάτιδας των “Χ.Ν.”
    Ας ενημερώσουμε λοιπόν τους φίλους και αναγνώστες των “Χ.Ν.”, ότι ανάμεσα στη γενέθλια κωμόπολη της αρθρογράφου και της Αρχαίας Μίεζας – Νάουσας ΥΠΗΡΧΕ η Σχολή “Νυμφαίον” της αρχαίας Μίεζας -Ναούσης και του μεγάλου μας Φιλόσοφου Αριστοτέλη, που εκεί [“Νυμφαίον”] δίδαξε στον Μεγαλέξανδρο Ιστορία, Ηθική και Τέχνες, ενώ λίγα χρόνια πρωτύτερα πέρασε και ο μέγας Ιστορικός και πανεπιστήμων ΗΡΟΔΟΤΟΣ που εξεπλάγην από τη φυσική ομορφιά της Ημαθίας και την ονόμασε “ΕΡΑΤΕΙΝΉ”, πίνοντας και το μοναδικό κόκκινο κρασί της Μίεζας – Νάουσας. Κι όταν ο μεγάλος Δάσκαλος Ηρόδοτος πέρασε και από τη Βέροια και από τη σημερινή γνωστή τοποθεσία της Βεροίας “Εληά” αγνάντεψε την ατελείωτη και πανέμορφη Βεροιώτικη – Ρουμλουκιώτικη φύση, κόντεψε ο δάσκαλος να χάσει τα μυαλά του από την εξαίσια φυσική ομορφιά, ως κάτω στον Λουδία ποταμό κι ακόμα παραπέρα ως την Καμπανία [Αξιός ποταμός] και τον Αλιάκμονα ποταμό, φίδι ζωντανό, απαράλλαχτα ασημένια κορδέλα στις αναμεσάδες πράσινου και ταπεινών αγροτικών οικισμών! Όταν έχεις βυθιστεί, κ. Διευθυντά μέσα σε τέτοια φυσική ομορφιά από τα παιδικά σου ακόμη χρόνια, πώς να μην είσαι υπερβολικός στην έκφραση συναισθημάτων αγάπης, αλληλεγγύης και συμπάθειας στους συνανθρώπους μου!
    Όμως, στάθηκα στην αναφορά της δοκιμιογράφου στον σπουδαίο Γκέοργκ Χέγκελ [Georg Hegel]: ” Τα ομηρικά έπη θεμελιώνουν την οικουμενικότητα πάνω στην έσχατη και απόλυτη άρνηση, το θάνατο”. Και πώς να μην επαναλάβουμε την τελευταία άκρως αριστουργηματική παράγραφο του δοκιμίου; “Οι ανταγωνιστές συνέρχονται, συμβάλλονται και Τρώες και Αχαιοί ταυτίζονται, υπακούοντας στην υπέροχη εσωτερική αναγκαιότητα ενός αμοιβαίου θρήνου…… Η συγκλονιστική σκηνή στο τέλος της ραψωδίας Δ΄ είναι αποκαλυπτική: ” Τί πλήθος, πεσμένοι πίστομα πάνω στη σκόνη, Τρώες και Αργίτες, αξεχώριστοι…” Αλλά και η ενθαρρυντική διαπίστωση: ” Αν αληθεύει ότι η ευρωπαϊκή ιστορία άρχισε με τους Έλληνες, είναι εξίσου αληθινό ότι η Ελληνική ιστορία άρχισε με τον κόσμο του Ομήρου”,
    Με τα πιο θερμά μας συγχαρητήρια και τις ευχαριστίες μας, χαιρόμαστε που για μια φορά ακόμη η αξιόλογος αρθρογράφος Αικατερίνη Μπέζα – Τσουρουπάκη μοιράστηκε μαζί μας από τα ωραιότερα και περιεκτικότερα δημιουργικά της πονήματα. ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ και καλή υγεία σε όλον τον κόσμο. Με φιλική εκτίμηση, περηφάνια κι αγάπη: Γιώργος Καραγεωργίου, συντ/χος νομικός, κοινωνιολόγος ΧΑΝΙΑ.

  3. Επανερχομαι για να προσθεσω το ρημα ειναι [δεν ειναι τυχαιο…]
    και να συμληρωσω με μικρο σχολιο, οσο αφορα την αναφορα της αρθρογραφου για τις ελευθερες αοφασεις των κεντρικων – βασικων πρωταγωνιστων του Ομηρικου επους της Ιλιαδας:
    Απο τοτε [Ομηρικα επη] ως και τις μερες μας, σε Οικουμενικη κλιμακα, τιποτα δεν ειναι πιο αποφασιστικης σημασιας απο τις ελευθερες ραξεις εκλογης – επιλογης που γινονται απο προσωπα προικισμενα με λογο και συνειδηση. Εντυπωσιαζει το γεγονος, οτι οι ιστορικοι πρωταγωνιστες της Ιλιαδας σαν ανθρωπινες κι αδυναμες υπαρξεις επηρεαστηκαν απο το περιβαλλον, τις προκαταληψεις, τις τοτε συνηθειες και τις ασυνειδητες διαθεσεις τους, εντουτοις, ποτε δεν υποδουλωθηκαν τελειωτικα σ αυτες τις καταστασεις και σ αυτα τα πραγματα! Παρεμειναν ως το τελος ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ!!… Ευχαριστω Γ. Καραγεωργιου ΧΑΝΙΑ.

  4. Με το αξιόλογο αυτό άρθρο της η κα Αικατερίνη Μπέζα κατάφερε να αποδείξει πως τα δύο ομηρικά έπη είναι έργα λογοτεχνίας – ποίησης και όχι ιστορίας ή χρονογραφίας. Πράγματι η μεγαλειώδης αυτή ποιητική δημιουργία, μέσα από μια «πανελλήνιου χαρακτήρα» προοπτική επιτρέπει στους Έλληνες του 8ου π. Χ. αιώνα να διηγηθούν πως έβλεπαν στα «σκοτεινά χρόνια» το ένδοξο παρελθόν τους. Ο Όμηρος αναδεικνύεται ο θεμελιωτής της ευρωπαϊκής κειμενικότητας. Και είναι εκπληκτική η αποκάλυψη του Πρόκλου ότι η «τυφλότης του Ομήρου είναι συμβολική μιας και ο ποιητής μας φανερώνει ύψιστες θεολογικές και κοσμολογικές έννοιες, για την απόκτηση των οποίων δεν χρειάζονται οι αισθήσεις μας, αλλά μόνο η νόησή μας» . Θα συμφωνήσω τέλος απόλυτα με την κατακλείδα της αρθρογράφου πως «Ο θάνατος είναι το κυρίαρχο οικουμενικό στοιχείο, που καταργώντας όλες τις φαινομενικές διαφορές, προσδιορίζει την ταυτότητα της ανθρώπινης μοίρας και διευκολύνει την πρόσβαση στην οικουμενικότητα». Τα θερμά μου συγχαρητήρια

  5. Αγαπητε φιλε Βαγγελη, ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ, με καλη παντα υγεια.
    Που εισαι; Σε χασαμε!
    Ωστοσο, συμφωνω απολυτα με το εξαιρετικο ανωτερω σχολιο σου: αντιλαμβανομαι οτι προσκρουω στο ταπεινο, σοβαρο κι αληθινο προσωπο σου, αλλα δεν μπορω -ειμαι και μισο-Ποντιος- να πω και γραψω οτι δεν τυγχανεις μονο εκ των αριστων ειδικων Γεωπονων της Κρητης και οχι μονο, αλλα και το υφος και η δομη του λογου σου -εκαστοτε- εντυπωσιαζει με τη λιτοτητα, πυκνοτητα, το ακριβοδικαιο και εμπεριστατωμενο των αποψεων, γνωσεων και θεωρησεων επι παντος επιστατου. Ειναι αληθεια οτι η συμπατριωτισσα μου Αικατερινη Μπεζα – Τσουρουπακη γραφει παντα πολυ σπουδαια αρθρα και αφορουν ολες τις εκφανσεις της κοινωνικης πολιτιστικης ζωης εμας των Ελληνων πολιτων. Αυτο που εισημανες, φιλε Βαγγελη, ακριβως αυτο ηταν το πολυτιμο κατασταλλαγμα του αξιολογου δοκιμιου της Αικατερινης. Και, βεβαια, χαιρομαι διπλα, προς τουτο. Φιλικα Γ. Καραγεωργιου [Και μην ξεχναμε την ΕΡΑΤΕΙΝΗ Ημαθια!!

  6. Παρακαλω αντι: επιστατου, διαβαστε το ορθον: Επιστητου. Ευχαριστω Γ.Κ.

  7. ΩΣΤΟΣΟ, αγαπητε φιλε Βαγγελη, οσο αφορα το ζητημα του ΘΑΝΑΤΟΥ, οι σκεψεις, αποψεις, φιλοσοφικοι στοχασμοι που αναφερονται προσφυως απο την αρθρογραφο, ΑΦΟΡΟΥΝ εκεινην την εποχη των Ομηρικων επων, κυριως, και προσελαβαν μαλιστα και ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ, μολαταυτα, εκατονταδες χρονια αργοτερα αυτο το μεγιστο κοινωνικο προβλημα του ΘΑΝΑΤΟΥ, προσελαβε αλλες διαστασεις, θεωρησεις και πραγματικοτητες μετα την ΘΕΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑ του Κυριου Ιησου Χριστου. Μακαρι να ημουν Θεολογος για την καλυτερη και πληρεστερη ενημερωση, αλλα ζωντες εμεις οι πιστοι Χριστιανοι μεσα στην αγια και αγαπητικη κοινωνια της Εκκλησιας του Χριστου εχουμε και τη δυνατοτητα της αποκτησης της Γνωσης της Αληθειας για τον Θεανθρωπο Χριστο, το αληθινο ανθρωπινο προσωπο και και την βιωματικη σχεση του Θεου με τον ανθρωπο, του ανθρωπου με τους συνανθρωπους του και ολα τα αλλα δημιουργηματα της πλασης ολακερης, με τον ΑΠΟΦΑΤΙΚΟ τροπο γνωσεως της Αληθειας, που δεν αρκειται ουτε βασιζεται μονο στην ΔΙΑΤΥΠΩΣΗ του ορισμου μιας -οποιας- αληθειας, αλλα στην ανωτερω αληθινη βιωματικη σχεση αγαπης, εξοικειωσης του Θεανθρωπου Χριστου με τον ανθρωπο και τα δημιουργηματα του.
    Καποτε ρωτηθηκε ο μεγας ασκητης και αγιος ο Ισαακ ο Συρος -ισως απο τις μεγαλυτερες Πατερικες μορφες της Χριστιανικης Ορθοδοξιας- ¨Τι εστιν η γνωσις;΄΄ Και απαντησε: Αισθησις της ζωης της αθανατου.
    Και ξαναρωτηθηκε: ¨ Και τι εστιν η ζωη η αθανατος;¨ Και ο μεγας Φιλοσοφος της Χριστιανικης Θεολογιας απαντησε: ¨ Αισθησις εν τω Θεω. ¨ Βεβαια, εδω προκειται για την Τεχνικη η Φυσικη γνωση και την αλλη που πηγαζει απο την αληθινη πιστη, δηλαδη την πνευματικη γνωση [Εμεις οι ανθρωποι για την … ευκολια μας την ονομαζουμε ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ].
    Κι ως γνωστον, το κυριο γνωρισμα της τεχνικης – φυσικης γνσεως ειναι οτι ΣΤΗΡΙΖΕΤΑΙ στην ΕΞΕΤΑΣΗ και την ΕΡΕΥΝΑ και τις ΜΕΘΟΔΟΥΣ τους. Αλλα αυτο δεν σημαινει ΣΗΜΕΙΟ – ΣΗΜΑΔΙ δισταγμου περι της ΑΛΗΘΕΙΑΣ;
    Αντιθετα, η πιστη – πνευματικη γνωση, επιζητει το καθαρο και απλο φρονημα, το οποιο ειναι μακρια απο καθε πανουργια και απο τους τροπους και τις μεθοδους της ερευνας.
    ΩΣΤΟΣΟ, κατα τον αγιο Ισαακ τον Συρο, η φυσικη – τεχνικη γνωση δεν ειναι ¨ψεκτη¨ και απορριπτεα: μονο που η πνευματικη γνωση – Πιστη ειναι ¨ υψηλοτερα αυτης¨.
    Τα ανωτερω επρεπε να τα αναφερω, για μια διαφορετικη και ελευθερη προσεγγιση της πραγματικοητας του θανατου. Ελπιζω να ειμαι κατανοητος και να μην θεωρηθω οτι δεν …. αναγνωριζω η δεν παραδεχομαι τον ΘΑΝΑΤΟ. Τα θεματα αυτα, φιλε Ευαγγελε, ειναι τεραστια κι ατελειωτα, αλλα με την αποφατικη γνωση της αληθειας, οπως αυτη εκφραζεται και βιωνεται απο την Ορθοδοξη Χριστιανικη Εκκλησια και την παραδοση της, το ζητημα του ΘΑΝΑΤΟΥ αντιμετωπιζεται θαρραλεα απο τον πιστο Χριστιανο, αφου αυτος βιωνει την βεβαιοτητα της νικης του ΚΑΤΑΠΑΝΩ στον ΘΑΝΑΤΟ, με τη διδασκαλια, την Σταυρωση, τον Θανατο και την ΑΝΑΣΤΑΣΗ του Θεανθρωπου Χριστου που εξαφανισε την αμαρτια, τον θανατο [πνευματικο] και τον διαβολο. Η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ μας δεν ειναι ψευδαισθησεις, αλλα μια στρατηγικη που ολοι οι ανθρωποι ΕΛΕΥΘΕΡΑ να διαλεξουν – ακολουθησουν. Αυτα και ευχομαστε με την Αφροδιτη να ειστε παντα υγιεις. Με φιλικη εκτιμηση. Γ. Καραγεωργιου

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα