Τα ηλιακά εγκαύματα δεν είναι τόσο αθώα όσο πιστεύαμε πριν μερικές δεκαετίες. Σήμερα, ξέρουμε ότι το ξεφλούδισμα του καμένου από τον ήλιο δέρματος δεν είναι μόνο αντιαισθητικό, αλλά και επικίνδυνο. Υπεύθυνες για την πρόκληση εγκαύματος είναι οι ακτίνες UVB που διεισδύουν στα εξωτερικά στρώματα του δέρματος βλάπτοντας τα κύτταρα.
Οι υπεριώδεις ακτίνες Β ενοχοποιούνται, επίσης, για πάχυνση του δέρματος και ενίοτε για εμφάνιση καρκίνων, όπως το μελάνωμα.
Οι επιπτώσεις της υπερβολικής έκθεσης στον ήλιο είναι πλέον γνωστές, λίγο-πολύ, σε όλους και για το λόγο αυτό η χρήση αντηλιακών έχει αυξηθεί κατακόρυφα τα τελευταία χρόνια.
Μερικές φορές η βλάβη δεν είναι αποτέλεσμα αμέλειας, αλλά ατυχήματος. Λίγες ώρες παραπάνω κολύμπι και παράλειψη επανεφαρμογής του αντηλιακού στην πόλη ή στην παραλία αρκούν για την πρόκληση εγκαύματος. Και τέσσερις ώρες μετά τα ενοχλητικά συμπτώματα αρχίζουν να εμφανίζονται…
«Τα ηλιακά εγκαύματα προκαλούνται από την υπερβολική έκθεση στην υπεριώδη ακτινοβολία Β όταν η άμυνα του οργανισμού δεν επαρκεί για να προστατεύσει το δέρμα.
Πρόκειται, δηλαδή, για μια οξεία, φλεγμονώδη απόκριση, είτε στο ηλιακό φως, είτε σε τεχνητές πηγές, όπως το σολάριουμ. Η σοβαρότητα εξαρτάται από τον τύπο του δέρματος, την ατομική ευαισθησία στην υπεριώδη ακτινοβολία, γενετικούς παράγοντες, τη διάρκεια της έκθεσης και την ένταση της ηλιακής ακτινοβολίας», εξηγεί ο Δερματολόγος – Αφροδισιολόγος δρ Χρήστος Στάμου.
Όσοι παθαίνουν ηλιακά εγκαύματα πρώτου βαθμού, η επιδερμίδα τους κοκκινίζει και είναι ευαίσθητη στο άγγιγμα. Στα εγκαύματα δεύτερου βαθμού η βλάβη δεν περιορίζεται στην επιφανειακή στοιβάδα του δέρματος, αλλά έχει προχωρήσει στο χόριο. Η ευαισθησία είναι εντονότερη και ορισμένες φορές επώδυνη. Τα συμπτώματα είναι εντονότερα και συμπεριλαμβάνουν την παρουσία φουσκαλών με υγρό.
Αν και στην αρχή είναι ηπιότερα, επιδεινώνονται 24-36 ώρες μετά την έκθεση στον ήλιο και υποχωρούν σε περίπου 3-5 ημέρες, αναλόγως του βαθμού. Μερικές μέρες αργότερα (3-8) το σώμα προσπαθεί να απαλλαγεί από τα κατεστραμμένα κύτταρα και γι’ αυτό η επιδερμίδα αρχίζει να ξεφλουδίζει. Η επούλωση μπορεί να διαρκέσει από 2 έως 3 εβδομάδες.
Για την ταχύτερη επαναφορά του δέρματος απαιτείται εντατική φροντίδα, από τη στιγμή που γίνεται αντιληπτό το έγκαυμα. Το πρώτο βήμα είναι η απομάκρυνση από τον ήλιο και η παραμονή σε εσωτερικό χώρο και όχι κάτω από τη σκιά ομπρέλας.
Σύμφωνα με τον δρ Στάμου, στην υποχώρηση του πόνου, του οιδήματος και της ενόχλησης βοηθούν:
• Τα συχνά δροσερά ντους (το δέρμα πρέπει να σκουπίζεται ταμποναριστά)
• Η ενυδάτωση του δέρματος, όσο είναι ακόμα νωπό από το ντους και επανάληψη συχνά μέσα στη μέρα
• Η τοποθέτηση καθαρών, υγρών και δροσερών πανιών στο έγκαυμα
• Η λήψη παυσίπονων (ασπιρίνη ή ιβουπροφαίνη) εάν υπάρχει οίδημα, ενόχληση ή πόνος
• Η λήψη αντιισταμινικών, εάν ο κνησμός είναι έντονος όταν το δέρμα ξεφλουδίζει
• Η εφαρμογή καταπραϋντικών φαρμακευτικών κρεμών (π.χ. υδροκορτιζόνη 1%)
• Η κατανάλωση άφθονης ποσότητας νερού.
Πρέπει να αποφεύγονται:
• Η περαιτέρω έκθεση στον ήλιο, καθ’ όλη τη διάρκεια της επούλωσης
• Το σκάσιμο των φουσκαλών, διαφορετικά υπάρχει κίνδυνος μόλυνσης
• Η βίαιη απομάκρυνση του δέρματος που ξεφλουδίζει (π.χ. τρίψιμο με σφουγγάρι, απολέπιση, τράβηγμα με το χέρι).
Και στις δύο αυτές περιπτώσεις το δέρμα χρειάζεται φροντίδα και ενυδάτωση.
Όταν το έγκαυμα είναι σοβαρό, πρέπει να αναζητείται ιατρική φροντίδα, ιδίως όταν στα συμπτώματα περιλαμβάνονται ρίγη, πονοκέφαλος ή πυρετός.
«Αν και τα ηλιακά εγκαύματα είναι μια προσωρινή κατάσταση που υποχωρεί μετά από λίγες μέρες με την κατάλληλη φροντίδα, μπορεί να προκαλέσουν μακροχρόνια βλάβη στο δέρμα.
Η υπεριώδης ακτινοβολία υπηηδμπορεί να βλάψει το DNA και να προκαλέσει κυτταρικές αλλαγές, μεταλλάξεις και ανεξέλεγκτη κυτταρική ανάπτυξη. Το σώμα μπορεί να επιδιορθώσει μερικές από αυτές τις βλάβες.
Όσες δεν διορθώνονται συσσωρεύονται, αυξάνοντας τον κίνδυνο καρκίνου του δέρματος στο μέλλον», προειδοποιεί.
Όσο περισσότερο εκτίθεται, δηλαδή, κάποιος στον ήλιο κατά τη διάρκεια της ζωής του, τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος ανάπτυξης μελανώματος (της πιο θανατηφόρας μορφής καρκίνου του δέρματος). Αρκούν μόνο δύο μέτρια ηλιακά εγκαύματα για να διπλασιαστούν οι πιθανότητες εμφάνισής του.
Το μελάνωμα, όμως, δεν είναι ο μοναδικός καρκίνος που προκαλεί. Η παρατεταμένη έκθεση μπορεί να γίνει αιτία εμφάνισης βασικοκυτταρικού και ακανθοκυτταρικού καρκινώματος. Ιδιαίτερα πρέπει να προσέχουν όσοι ζουν σε περιοχές όπου η ακτινοβολία είναι ισχυρότερη και όσοι εκτίθενται υποχρεωτικά σε αυτή λόγω επαγγέλματος.
Επικίνδυνη είναι και η έκθεση σε ακτίνες UV σε σολάριουμ στα οποία καταφεύγουν πολλοί την άνοιξη, προτού βγουν στην παραλία, ή το φθινόπωρο, για τη διατήρηση του μαυρίσματος που απέκτησαν το καλοκαίρι.
Μια ανάλυση περισσότερων από 20 μελετών έδειξε ότι ο κίνδυνος μελανώματος αυξήθηκε κατά 75% στους νέους κάτω των 30 ετών που επιλέγουν να μαυρίζουν με αυτόν τον τρόπο. Για την αναχαίτιση των κρουσμάτων, τα τελευταία χρόνια αρκετές πολιτείες των ΗΠΑ έχουν απαγορεύσει τη χρήση σολάριουμ σε ανήλικα άτομα.
«Οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν την τάση να απορρίπτουν στο μυαλό τους την πιθανότητα να πάθουν καρκίνο του δέρματος ή νομίζουν ότι δεν είναι επικίνδυνος και εάν παρουσιαστεί θα χρειαστεί μόνο να αφαιρέσουν έναν σπίλο. Δυστυχώς, όμως, τα πράγματα δεν είναι έτσι. Η θεραπεία μπορεί να είναι επίπονη και χρονοβόρα, αφού ο καρκίνος μπορεί να εξαπλωθεί σε άλλα μέρη του σώματος και να καταστεί θανατηφόρος, εάν δεν διαγνωστεί πολύ γρήγορα μέσω αυτοεξέτασης και τακτικών δερματοσκοπήσεων.
Το καλό είναι ότι μπορεί να προληφθεί με αλλαγές στον τρόπο ζωής. Ο περιορισμός της έκθεσης στον ήλιο, η μη χρήση σολάριουμ, η χρήση προστατευτικών καπέλων με φαρδύ γείσο, ρούχων με μακριά μανίκια και μακριά παντελόνια, εμποδίζει την υπεριώδη ακτινοβολία και προφυλάσσει.
Το νούμερο ένα, όμως, μέτρο κατά των ηλιακών εγκαυμάτων και του καρκίνου του δέρματος είναι το αντηλιακό. Χρησιμοποιήστε το καθημερινά όλον τον χρόνο. Και μην κάνετε “εκπτώσεις” στην προστασία. Επιλέξτε αντηλιακά με SPF 30 ή 50 που καθυστερούν την πρόκληση εγκαύματος. Και να θυμάστε: το μαύρισμα δεν είναι της μόδας», καταλήγει ο δρ Στάμου.