Και στην Αθήνα, και συγκεκριμένα στο καφέ ΦΙΛΙΟΝ, στην οδό Σκουφά 34, δίπλα στον Αγιο Διονύσιο, παρουσιάστηκε (Δευτέρα 6 Μαΐου), μετά από τα Χανιά, το ξεχωριστό βιβλίο του Λεωνίδα Κακάρογλου “Ημερολόγιο Ατομικόν Γεωργίου Κακάρογλου – Εν Σμύρνη 1918-1919”, που κυκλοφορήθηκε τελευταία απ’ τις εκδόσεις “Ραδάμανθυς” του Χρίστου Τσαντή. Ενα βιβλίο – ντοκουμέντο, που εκτός από το “Ημερολόγιο” του θείου τού συγγραφέα (αδελφού του πατέρα του), που περιέχει πολλά άγνωστα στοιχεία από την καθημερινότητα της ζωής της Σμύρνης, πριν από 100 χρόνια, περιλαμβάνει ένα συγκινησιακά φορτισμένο ταξιδιωτικό χρονικό του συγγραφέα, στον γενέθλιο τόπο του πατέρα του, Ευαγγέλου Κακάρογλου, αφιερωμένο στη μνήμη του και μια συνέντευξη – ποταμό που μου έδωσε ο τελευταίος πριν από 20 χρόνια και δημοσιεύθηκε στην όντως μνημειώδη έκδοση “Μικρά Ασία, χαίρε”, των “Χανιώτικων νέων” και του Κοινωφελούς Ιδρύματος “Αγία Σοφία” (Τρίτη 13 Ιουλίου 1999). Μεταξύ των ωσεί παρόντων στην παρουσίαση κι εγώ. Στη μνήμη του Ιωνος Ευαγγέλου Λ. Κακάρογλου…
«Είμαι Ιων! Μην ξεχάσεις να το γράψεις αυτό…», μου είχε παραγγείλει ο Ευάγγελος Λ. Κακάρογλου, μεταξύ σοβαρού και αστείου, ενώ με αποχαιρετούσε όρθιος στην πόρτα του σπιτιού του, στις Κορακιές, στο τέλος της δεύτερης συνάντησης, που είχα μαζί του,για τις ανάγκες της περί ης ο λόγος συνέντευξης. Τον κοίταξα ίσια στα μάτια που τα είδα κάποιες φορές να θολώνουν, αλλά ποτέ να δακρύζουν και του το υποσχέθηκα: «Θα το γράψω κύριε Ευάγγελε!». Χαμογέλασε. Σχεδόν, όπως χαμογελούν τα παιδιά, όταν συνειδητοποιούν ότι θα τους δώσουν αυτό που τους χρωστάνε. «Είναι το λιγότερο που έχω να κάνω γι’ αυτόν τον αειθαλή, γέροντα των 99 χρόνων, που γεννήθηκε στη Μικρασία και ο δρόμος της προσφυγιάς τον έβγαλε μέχρι την πόλη μας», η σκέψη που είχα κάμει.
Ανοίγω παρένθεση. «Οι Αλτζήδες ήταν στα βουνά και είχαν πολλά πρόβατα, κτηνοτροφία. Ηταν πλούσια χωριά, όπως είναι εδώ τα Σφακιά. Ηταν με κερασιές, βυσσινιές, τέτοια πράγματα. Λοιπόν, πηγαίναμε και παραθερίζαμε, όμως εγώ δεν πήγαινα, με άφηναν με τη Μαριγώ και τη Δέσποινα στο σπίτι. Οχι, δεν ήταν υπηρέτριες, γιατί ο πατέρας μου απαγόρευε να τις λέμε υπηρέτριες ή δούλες, δεν το δεχότανε ποτέ. Γύριζαν και έλεγαν λοιπόν πως είχαν στα σπίτια τους εικόνες του Αγίου Γεωργίου και του Αγίου Δημητρίου. Στα σπίτια τους». Από τη συνέντευξη του Ευάγγελου Λ. Κακάρογλου στον γράφοντα. «Ονομάζομαι Γιώργος, γεννηθείς στην Φιλαδέλφεια της Μικράς Ασίας από γονείς Χριστιανούς Ορθόδοξους, που ονομάζονταν ο μεν πατέρας μου Ασλάν ως καταγόμενος από την οικογένεια των Κακάρογλου, η δε μητέρα μου Αννα ως καταγόμενη από την οικογένεια των Καντάρογλου, παλιών κατοίκων της Φιλαδέλφειας, το σωτήριον έτος… την… Θυμούμαι κάπως αμυδρά τις εντυπώσεις που μου προκαλούσαν τα διάφορα αντικείμενα κατά την νηπιακή μου ηλικία. Επίσης, κάπως ζωηρότερα θυμούμαι την μεγάλη μου χαρά και υπερηφάνεια, όταν άρχισα να πηγαίνω στο σχολείο και να μαθαίνω τα πρώτα ελληνικά γράμματα στο νηπιαγωγείο της πατρίδας μου». Από το “Ημερολόγιον” του Γεωργίου Κακάρογλου. «Η επόμενη δική μας επίσκεψη είναι το Αϊβαλί. Μπαίνουμε με ψιλόβροχο και μας πιάνει δυνατή μπόρα. Κάποια στιγμή το βαν σταματά. Ο οδηγός κάτι θέλει να αγοράσει. Βγαίνω κι εγώ έξω. Δεν ξέρω γιατί ή μάλλον ξέρω. Ο πολυαγαπημένος Βενέζης από κάπου θα βγει να τον συναντήσω. Αναπνέω μυρωδιά θάλασσας και νοτισμένου χώματος. Τα σπίτια μου θυμίζουν ανώνυμους δρόμους στη Λάρισα, στον Βόλο. Νεοκλασικά που ρίζωσαν στον χρόνο και χάθηκαν από τη μνήμη. Φεύγουμε με νεροποντή. Ο κόμπος στον λαιμό δεν λέει να μου φύγει. Κρύβω ένα μικρό σακουλάκι στην τσάντα που κρατώ. Οταν με ρωτά ο αδελφός μου· αποφεύγω την απάντηση. Το πρόσωπό μου έχει μουσκέψει όπως η νύχτα». Από το ταξιδιωτικό χρονικό του Λεωνίδα Κακάρογλου με τίτλο “Ταξιδεύοντας με τον πατέρα μου”. Κλείνω την παρένθεση.
“Μικρά Ασία, χαίρε!”. Αυτόν τον τίτλο σκέφτηκα αρχικά να βάλω στη σημερινή στάση, λίγο πριν πιάσω το μολύβι για να τη γράψω. Με το που το έπιασα, ωστόσο, άλλαξα γνώμη, καθώς κατοχή είχε κάνει στο μυαλό μου η φράση «Είμαι Ιων, να το γράψεις αυτό», του Ευάγγελου Κακάρογλου. «Είμαστε Ιωνες, αυτό να γράψεις», μου φάνηκε ότι τον άκουσα να μου “παραγγέλνει”. Και εκ μέρους του αδελφού του και του γιου του…
Είναι αξιοθαύμαστος κι άκρως συγκινητικός ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζει ο αγαπητός μας φίλος Ευάγγελος Κακατσάκης -ο νους και η ψυχή των “Χ.Ν.”- το ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ και τα συναισθήματα Ελλήνων συνανθρώπων μας -ζώντων και τεθνεώτων- των ” Αλησμόνητων ή Χαμένων Πατρίδων” της πάλαι ποτέ ευλογημένης, ιερής κι αιματοβαμμένης Μικρασιατικής γης [ΙΩΝΙΑ κ.λ.π]. ΑΛΛΑ, είναι και μοναδική η αναφορά που γίνεται στο πρόσωπο και το πνευματικό έργο του σεμνού και σπουδαίου Χανιώτη κι όχι μόνο ΛΕΩΝΙΔΑ ΚΑΚΑΡΟΓΛΟΥ. Η αναφορά αυτή περιποιεί τιμή σ’ όλους εμάς τους Χανιώτες και, βέβαια, ταξιδεύει τον νου και την καρδιά όλων ημών των προσφύγων στα ιερά χώματα των γονιών και παππούδων μας. Με αφορμή το ανωτέρω αξιόλογο άρθρο, θεωρώ ότι θα πρέπει να αναφερθώ, δι’ ολίγων, στο πρόσφατο ταξίδι [Αρχές του Απρίλη 2019] της Χανιώτικης παρέας μας στην πανέμορφη Κωνσταντινούπολη, στα Πριγκηπόννησα [Χάλκη, Πρίγκηπο] και την γραφική Προύσα [Bursa Τουρκ.] της πάλαι ποτέ ιστορικής Βιθυνίας. Είχα επισκεφθεί, ως νεαρός δικηγόρος, το 1973 την Πόλη και τα παραπάνω μέρη για μια υπόθεση μεγάλης ιδιοκτησίας στην Ημαθία συνανθρώπων μας που είχαν εξαιρεθεί της ανταλλαγής πληθυσμών κ.λ.π. και διαπίστωσα την μεγάλη αλλαγή [πληθυσμιακή έκρηξη και συγκέντρωση ανθρώπων στην Πόλη κι αλλού] σε τομείς κοινωνικούς και οικονομικής ανάπτυξης. Αναμφισβήτητα [έχω ταξιδέψει σε πολλά μέρη του πλανήτη μας], η Κωνσταντινούπολη είναι η ωραιότερη πόλη σε ολάκερη τη γη! Οι αρχαίοι Μεγαρείς κι άλλοι αρχαίοι Έλληνες μαγεύτηκαν από την ασυνήθιστη ομορφιά των τοπίων, της Προποντίδος και του Βοσπόρου κι αποίκησαν την περιοχή, όπου η Βασιλεύουσα Πόλη κράτησε τα σκήπτρα για πολλούς αιώνες. Και η Κωνσταντινούπολη, από τη Σιλυβρία ως την Νικομήδεια [Ισμίτ Τούρκ.], σχεδόν, χτισμένη με αρίθμητες πολυκατοικίες και πολλούς ουρανοξύστες στεγάζουν πάνω από 18 εκατομμύρια Τούρκους συνανθρώπους μας!! Παντού, απίστευτη καθαριότητα! Ούτε ένα τσιγάρο πεταμμένο στη γη, αφού αμέσως τα μαζεύουν άνθρωποι της καθαριότητας: και οι αμέτρητοι ανθόκηποι και οι λουλουδένιοι σχηματισμοί -απάνω και στους τοίχους ακόμα- προσθέτουν στην ομορφιά της Πόλης. Προσωπικώς, στην αγάπη των φίλων κι αναγνωστών των “Χ.Ν.” θα αναφέρω, ότι διατηρούσα την αίσθηση ότι δεν βρισκόμουν σε ξένο έδαφος!! Ίσως, επειδή στους τόπους αυτούς Πόλη, Νικομήδεια, Αντα-Παζάρ, Ηράκλεια του Σαγγάριου ποταμού] γεννήθηκαν οι γονείς και οι παππούδες μου. Μία συνταξιδιώτισσά μας -γεννήθηκε αυτή στην Πόλη- μάς διηγήθηκε ότι άκουσε γυναίκες της Πόλης -τούρκικης καταγωγής- να λένε: ” Έφυγαν οι Ρωμιοί – Έλληνες και χάθηκε το “μπερεκέτι” [bereket Τουρκ.] της Πόλης. Όλα αυτά, χωρίς ίχνος σοβινισμού και με απόλυτο σεβασμό στο πρόσωπο όλων των συνανθρώπων μας, ανεξαρτήτων των όποιων διαφορετικών τους υπαγωγών – καταβολών [γλώσσα, θρησκεία, καταγωγή, κουλτούρα, χρώμα κ.λ.π]. Δεν επιθυμώ να κάνω καμία νύξη της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης της γείτονος Τουρκίας, αλλά, θα προστέσω μόνο την αξιοπρόσεκτη βελτίωση της χώρας αυτής από το 1973 ως σήμερα. Το 1973, έδινες μία δραχμή και έπαιρνες δύο χάρτινες Τούρκικες λίρες: σήμερα, το ένα Ευρώ το ανταλλάσσεις με 6,3 Τούρκικες λίρες. Δεν χρειάζεται να έχει κάνει κάποιος σπουδές στην Οικονομία για να διαπιστώσει τη διαφορά. ΩΣΤΟΣΟ, τα πράγματα -κοινωνική και οικονομική πραγματικότητα- δεν αντανακλούν την αληθινή εικόνα στη γείτονα χώρα μας και η ανάλυση αυτού του οικονομικού φαινομένου δεν είναι του παρόντος. Τις ευχαριστίες μας στον αγαπητό μας Ευάγγελο Κακατσάκη και τις καλύτερες ευχές για περαιτέρω δημιουργική εργασία. Με φιλική αγάπη Γ. Καραγεωργίου, συντ/χος νομικός, κοινωνιολόγος, οικονομολόγος ΧΑΝΙΑ
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Να προστεθεί στην πέμπτη σειρά του σχολίου η λέξη: “Ποιητή” [και σπουδαίου Χανιώτη ΠΟΙΗΤΗ]
Αντί “ανεξαρτήτων” το ορθόν: ανεξαρτήτως -επίρρημα.
“Μπερεκέτι” σημαίνει: ευλογία, αφθονία αγαθών και δωρεών, πρόοδος, πλούτος εν γένει.