Τον Εν.Φ.Ι.Α. επλήρωσα, μα και την Εφορία
και γύρισα στο σπίτι μου γεμάτη ευτυχία.
Ρεύμα, νερό, τηλέφωνο, τρόφιμα να αγοράσω
και τα υπόλοιπα λεφτά για να διασκεδάσω.
Την άλλη μέρα έτυχα σε μια γιορτή μεγάλη
και είδα τους επίσημους να στέκονται και πάλι.
Μα όλοι τους εθέλανε να φωτογραφηθούνε,
να τους τραβάει η κάμερα λιγάκι να χαρούνε.
Δεν μίλησαν για το έργο τους, γιατί πού να το βρούνε;
Δε κάνανε και τίποτα εμάς για να το πούνε.
Ο κόσμος δεν τους μούντζωσε για να μην τους ματιάσουν,
τους άφησαν ελεύθερους και πάλι να περάσουν.
Ήθελα και να ήξερα καθόλου εάν ντρέπεστε
γι’ αυτό τον τόπο όλοι σας όπου τον καταστρέψατε,
σαν αγαπάτε το λαό εις τη Βουλή που βγαίνετε,
να βγείτε να δηλώσετε για τον μισθό που παίρνετε,
σαν το δικό μας το μισθό και εσείς να πληρωθείτε,
να δείτε φίλοι μου καλοί πόσο θα αγαπηθείτε.
Να δω το “ΟΧΙ” όλοι τους πότε θε να το πούνε
στους Ευρωπαίους τους άχρηστους που μας ταλαιπωρούνε.