Σάββατο, 26 Οκτωβρίου, 2024

Η ημέρα που άλλαξε τον κόσμο

Το ημερολόγιο έδειχνε 9 Νοεμβρίου 1989 και το ρολόι περίπου 18:30. Ο Χανς – Γιόχεν Σάιντλερ, από το νοσοκομείο, όπου εργαζόταν στο ανατολικό Βερολίνο, παρακολουθούσε από την τηλεόραση τον Γκίντερ Σαμπόφσκι -εκ των κορυφαίων στελεχών του ανατολικογερμανικού κομμουνιστικού κόμματος- να δίνει συνέντευξη στους ξένους ανταποκριτές και να κάνει το λάθος που έμελλε να αλλάξει τον ρου της Ιστορίας. Οι ταξιδιωτικοί περιορισμοί προς τη δυτική Γερμανία αίρονται, ανακοίνωσε ο ανώτατος αξιωματούχος του Χόνεκερ και σε ερώτηση δημοσιογράφου από πότε θα ίσχυε η ρύθμιση, απάντησε μάλλον αμήχανα: Από όσο ξέρω… από τώρα, αμέσως… Είχε παραβλέψει τα «ψιλά γράμματα», εκείνα που έλεγαν πως το άνοιγμα θα ίσχυε από τις 4 το απόγευμα τής επόμενης ημέρας. Σε λίγη ώρα, τα σημεία ελέγχου κατακλύστηκαν από κόσμο που ζητούσε να περάσει στην «αντίπερα όχθη», υπό το σαστισμένο βλέμμα των στρατιωτών, που δεν είχαν λάβει σχετικές διαταγές. Οι ουρές μεγάλωναν, το ίδιο και η ανυπομονησία του κόσμου να γκρεμίσει -με ό,τι μέσο είχε διαθέσιμο, ακόμη και με τα χέρια- το Τείχος. Αυτό που επί 28 χρόνια χώριζε Βερολινέζους από… Βερολινέζους. Είχε προηγηθεί, πέντε μέρες πριν, μαζική διαδήλωση στο ανατολικό Βερολίνο, με περίπου μισό εκατομμύριο ανθρώπους να ζητούν παραχώρηση ελευθεριών. Τώρα, στα 71 του χρόνια, έχοντας ζήσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στην ανατολική Γερμανία, ο Χανς – Γιόχεν Σάιντλερ, ο οποίος ξεναγεί σήμερα τους επισκέπτες στις φυλακές της Στάζι Hohenscönhausen, θυμάται εκείνη την ημέρα -αλλά και όσες προηγήθηκαν- σαν να ήταν χθες: «Εκείνες τις ημέρες, λίγο πριν από την πτώση του Τείχους, ήμασταν κολλημένοι στην τηλεόραση.

Συνήθως την ανοίγαμε μόνο τα βράδια, αλλά τις μέρες εκείνες την είχαμε ανοιχτή όλη μέρα. Είδαμε τον Σαμπόβσκι ζωντανά να μεταδίδει το μήνυμα που οδήγησε στο να ξεχυθούν χιλιάδες άνθρωποι στους δρόμους για να κατευθυνθούν προς το σημείο ελέγχου, στη γέφυρα. Όλα αυτά τα έβλεπα στην τηλεόραση και η αδελφή μου μού τηλεφωνούσε και με παρότρυνε να πάω κι εγώ εκεί. Αλλά δεν μπορούσα. Είχα υπηρεσία κι έπρεπε να μείνω στο νοσοκομείο. Έπρεπε να έχω πρόσβαση σε τηλέφωνο, προκειμένου να μπορούν να με βρουν και να μην κινδυνεύσει η ζωή κάποιου ασθενούς» αφηγείται στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και προσθέτει: «Απογοητεύτηκα που δεν μπορούσα να συμμετάσχω στα γεγονότα, σ’ αυτό το μεγάλο πάρτι. Αλλά δυο μέρες μετά, βρισκόμουν εκεί και αισθανόμουν πως όλα αυτά που ήθελα -να ταξιδέψω παντού- μπορούσαν τώρα να γίνουν πραγματικότητα». Τα συναισθήματα ήταν ανάμεικτα, χαρμολύπη θα έλεγε κανείς… «Αισθανόμουν ανείπωτη χαρά, αλλά ταυτόχρονα τα συναισθήματα ήταν ανάμεικτα, καθώς γνώριζα πως πολλοί πολίτες από τη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας θα βρίσκονταν αντιμέτωποι με διάφορα προβλήματα. Γιατί δεν είχαν συνηθίσει να παλεύουν για δουλειά και μισθό, δεν είχαν συνηθίσει να μην έχουν μέρος να μείνουν. Αυτά δεν τα γνωρίζαμε στην DDR (Deutsche Demokratische Republik). Ήξερα πως πολλοί φίλοι μου θα αντιμετώπιζαν αυτό το πρόβλημα. Εγώ και η γυναίκα μου, ωστόσο, βρήκαμε καλύτερη δουλειά, με μεγαλύτερες αποδοχές και λέμε πως ανήκουμε στους “νικητές” της επανένωσης» σημειώνει. Ο Χανς – Γιόχεν Σάιντλερ έχει ζήσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στην ανατολική Γερμανία. «Μόνο τα δύο πρώτα χρόνια του σχολικού μου βίου έζησα στο δυτικό κομμάτι. Όλη η οικογένειά μας ζούσε στη δυτική Γερμανία αλλά ο πατέρας μου -κομμουνιστής- εργαζόταν στο ανατολικό Βερολίνο και ήταν πολύ δύσκολο να ζεις στον δυτικό τομέα και να εργάζεσαι στον ανατολικό. Έτσι μετακομίσαμε στο ανατολικό Βερολίνο γι αυτό και το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου το πέρασα εκεί» σημειώνει.

Η ΖΩΗ «ΚΛΕΙΣΜΕΝΗ» ΣΤΟ ΤΕΙΧΟΣ

Θυμάται πως όταν χτιζόταν το Τείχος, το 1961, ήταν μια «φρικτή εμπειρία»… «Μόλις είχα τελειώσει το σχολείο κι ετοιμαζόμουν να βγω για τις πανεπιστημιακές μου σπουδές. Θυμάμαι πως σκόπευα να πάω να δω την Αγγλία με ωτοστόπ, αλλά ήρθε το Τείχος και όλα “έκλεισαν”. Δεν μπορούσα καν να επισκεφθώ τους παππούδες μου, τους θείους μου… Για χρόνια δεν μπορούσα να δω την οικογένειά μου, που κατοικούσε στο δυτικό Βερολίνο και ήταν πολύ σκληρό όλο αυτό. Ο πατέρας μου μού είχε πει: ας περιμένουμε να δούμε πώς θα κυλήσουν τα πράγματα. Σε λίγα χρόνια θα ανοίξουν τα σύνορα και θα μπορούμε να ταξιδεύουμε παντού, χωρίς πρόβλημα. Αλλά χρειάστηκε να περάσουν 28 χρόνια έκτοτε… Αυτό το συναίσθημα, όταν πήγαινα στα “σύνορα” και θυμόμουν πως όταν ήμουν νεότερος, μπορούσα να το περάσω με ποδήλατο ή με το τρένο, και τώρα (εκείνη την εποχή) υπήρχε ένα τείχος, με ακολουθεί ως σήμερα» αφηγείται με έντονη χροιά νοσταλγίας στη φωνή… Πολλοί ήταν αυτοί που προσπάθησαν να περάσουν το Τείχος και να «δραπετεύσουν» προς τον δυτικό τομέα. Και ο ίδιος είχε κάποιους φίλους που επιχείρησαν τη …μεγάλη φυγή, αλλά δεν τα κατάφεραν. Τούς έπιασαν και φυλακίστηκαν. Το ΑΠΕ-ΜΠΕ τον ρωτά πώς νομίζει ότι θα ήταν η ζωή του, αν δεν είχε ποτέ ανεγερθεί το Τείχος. «Θα ήταν πολύ διαφορετικά. Θα είχα περισσότερες ευκαιρίες στον τομέα των σπουδών. Όταν τελείωσα τις σπουδές μου, δεν μού δόθηκε καμιά ευκαιρία να εργαστώ ως φυσικός. Δεν υπήρχαν δουλειές στον συγκεκριμένο τομέα. Είχα το πτυχίο μου, αλλά δεν μπορούσα να το χρησιμοποιήσω. Γι αυτό και αναζήτησα και κατόρθωσα να βρω μια υποτροφία στην Πράγα. Ήμουν έτοιμος να πάω εκεί, αλλά με πρόλαβαν τα γεγονότα – η Άνοιξη της Πράγας» απαντά.

Η… ΖΩΗ ΜΕΤΑ

Η ζωή μετά την πτώση του Τείχους για τον Χανς – Γιόχεν Σάιντλερ και την οικογένειά του ήταν πολύ καλύτερη, όπως λέει ο ίδιος στο ΑΠΕ – ΜΠΕ. «Υπήρχαν καλύτερες συνθήκες διαβίωσης και εργασίας. Δεν είχες πρόβλημα στο να μπορείς να βρεις να αγοράσεις ό,τι θέλεις, αλλά το πιο σημαντικό ήταν πως ήμασταν ελεύθεροι να ταξιδέψουμε. Ήταν μια νέα ελευθερία αυτή για μένα – να δω κάθε σπιθαμή του κόσμου. Μάλιστα, η οικογένειά μας, που ζούσε στη δυτική πλευρά, συνηθίζει να μας λέει πως έχουμε πάει σε πολύ περισσότερα μέρη απ΄ αυτούς όλα αυτά τα χρόνια, μετά την πτώση του Τείχους!» λέει, χαμογελώντας.

Το σημάδι του χθες στο «πρόσωπο» του σημερινού Βερολίνου

Είκοσι πέντε χρόνια μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, ο κ. Σάιντλερ εκτιμά πως εξακολουθούν να υπάρχουν διαφορές ανάμεσα στην ανατολική και δυτική πλευρά της γερμανικής πρωτεύουσας και πως δεν έχει επιτευχθεί ακόμη ο στόχος της πλήρους ισότητας στις συνθήκες διαβίωσης των ανθρώπων μεταξύ των δύο πλευρών. Για να επουλώσει, μάλιστα, το Βερολίνο τις «πληγές» τού παρελθόντος θα πρέπει, όπως λέει, να περάσει ακόμη μια γενιά. «Βλέπω τις κόρες μου και τα εγγόνια μου πως έχουν φτάσει σε ένα σημείο που δεν αντιμετωπίζονται ως ανατολικοί ή δυτικοί. Αλλά εμείς, οι άνθρωποι της δικής μου γενιάς, νομίζω πως θα πεθάνουμε με αυτό…» τονίζει.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα