Στις 22 Απριλίου “Παγκόσμια Ημέρα της Γης”, το μεσημέρι, “παρακολούθησα” από την COSMOTE TV1 το ντοκιμαντέρ: Bhopal (Μποπάλ): Μια προσευχή για τη βροχή, για την ασφάλεια των βιομηχανικών συγκροτημάτων που παρασκευάζουν “παρασιτοκτόνα (MIC)”.
H συγκλονιστική αυτή ταινία θίγει το θέμα της Αμερικάνικης πολυεθνικής εταιρείας Union Carbide, η οποία, στη δεκαετία του ’80, παρασκεύαζε στην Ινδία, το παρασιτοκτόνο MIC, με αποτέλεσμα να σημειωθεί διαρροή θανατηφόρου ισοκυανικού μεθυλενίου. Το εργοστάσιο αυτό βρισκόταν σε μια φτωχή περιοχή της Μποπάλ κοντά σε σχολεία και εμπορικά κέντρα.
Γι’ αυτό θεωρώ ότι για την επέτειο της “Ημέρας της Γης” αξίζει να αναφερθεί ένα κείμενο του διδακτικού βιβλίου του γράφοντος “ΑΡΧΕΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ” της Β’ τάξης Ενιαίου Λυκείου, Ο.ΕΔ.Β., που περιγράφει με ακρίβεια το δυστύχημα της Μποπάλ, ένα από τα σοβαρότερα επεισόδια βιασμού του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος από την “ανασφαλή” βιομηχανική δραστηριότητα. Η δραστηριότητα αυτή θέτει καυτά ερωτηματικά στις συνειδήσεις των λαών για την υποκριτική αναπτυξιακή πολιτική που εξυπηρετεί τη μεγιστοποίηση των κερδών των μονοπωλιακών βιομηχανικών συγκροτημάτων. Στην περίπτωση αυτή της Union Carbide, αξιόπιστες πληροφορίες -στη διάρκεια της διερευνητικής εξέτασης του συμβάντος- ανέφεραν την ανεπάρκεια των μέτρων ασφαλείας του εργοστασίου για την αποφυγή της θανατηφόρου διαρροής, παρόλο που ήταν γνωστοί οι “κίνδυνοι” που απειλούσαν τον ντόπιο πληθυσμό από την απουσία ή την αναποτελεσματικότητα των προληπτικών μέτρων.
Το κείμενο αυτό στο περιεχόμενο του βιβλίου, που ακολουθεί, κλείνοντας την αναφορά μου στην “Παγκόσμια Ημέρα της Γης”, αποτελεί έναυσμα κρίσης, προβληματισμού και συζήτησης για τους μαθητές του Λυκείου, αξιολογώντας το ζήτημα των ανθρωπογενών επιδράσεων, συνεπειών και αιτίων της βιομηχανικής ρύπανσης.
Μποπάλ
Έμοιαζε με εφιαλτική ταινία επιστημονικής φαντασίας. Εκατοντάδες άνθρωποι έτρεχαν στους δρόμους με μάτια δακρυσμένα και κατακόκκινα. Προσπαθούσαν μάταια να αναπνεύσουν ελεύθερα, σκόνταφταν ο ένας πάνω στον άλλο, μέσα στο σκοτάδι, έπεφταν κάτω και ξανασηκώνονταν, ή έμεναν εκεί και ξεψυχούσαν, παίρνοντας παράξενες στάσεις, σαν πουλιά που έπεσαν από τον ουρανό χτυπημένα από σκάγια κυνηγού. Έμοιαζε με εφιαλτική ταινία, αλλά ήταν πραγματικότητα. Η πραγματικότητα του βασανιστικού και άδικου θανάτου, που έπιασε στον ύπνο τους κατοίκους των εξαθλιωμένων συνοικιών, στις ακραίες περιοχές της ινδικής βιομηχανικής πόλης Μποπάλ, εκείνη τη Δεκεμβριάτικη παγερή, ξάστερη νύχτα.
Η αρχή του κακού έγινε όταν από έλλειψη επαρκών μέτρων ασφαλείας, σημειώθηκε απότομη αύξηση της πίεσης σε μια δεξαμενή του τοπικού εργοστασίου παραγωγής εντομοκτόνων, της αμερικανικής βιομηχανικής εταιρίας «Γιούνιον Καρμπάιντ».
Σε διάστημα μιας ώρας, μέσα από μια ελαττωματική βαλβίδα, 45 τόνοι ισοκυανικού μεθυλενίου, μιας πολύ επικίνδυνης δηλητηριώδους ουσίας, ξεχύθηκαν στην ατμόσφαιρα και σχημάτισαν ένα τεράστιο, πυκνό σύννεφο, που πήρε κατεύθυνση προς τη Μποπάλ και τις γύρω κωμοπόλεις.
Στο ύπουλο και αθόρυβο πέρασμά του, τύλιξε τις αχυροκαλύβες στο Τζαϊπρακάς και την Τσόλα, θανατώνοντας εκατοντάδες κοιμισμένους Ινδούς. Προχώρησε στην περιοχή του σιδηροδρομικού σταθμού Μποπάλ και έδωσε τέλος στα βάσανα του μπουλουκιού των ζητιάνων, που συγκεντρώνονταν εκεί τις νύχτες προσπαθώντας να φυλαχτούν από την παγωνιά, κολλημένοι ο ένας δίπλα στον άλλο. Απλώθηκε σε δρόμους και λίμνες, τεμένη και καταστήματα και καθώς η υγρασία, η παγωνιά και η σχε-δόν απόλυτη άπνοια εμπόδιζαν τη διάλυσή του, κατέλαβε έκταση 25 τετραγωνικών μιλίων, συνέχισε το απαίσιο έργο του και προκάλεσε τη μεγαλύτερη ως τώρα τραγωδία από βιομηχανικό ατύχημα που έχει γνωρίσει ο κόσμος.
Ώρα με την ώρα και μέρα με τη μέρα, ο αριθμός των νεκρών πολλαπλασιαζόταν.
Πριν συμπληρωθεί μια βδομάδα, έφτασε τους 2.500. Τουλάχιστον άλλοι χίλιοι υπολογίζεται ότι θα πεθάνουν τις επόμενες μέρες. Μερικές χιλιάδες θα μείνουν τυφλοί. Καθώς το αέριο προσβάλλει το αναπνευστικό σύστημα, τα περισσότερα θύματα είναι παιδιά και ηλικιωμένοι, που οι πνεύμονές τους ήταν πολύ μικροί ή εξασθενημένοι για να αντέξουν το δηλητήριο, γράφει το “Τάιμ” στο σχετικό πολυσέλιδο ρεπορτάζ του. Συνολικά 150 χιλιάδες άτομα οδηγήθηκαν στα νοσοκομεία της Μποπάλ και των γειτονικών πόλεων.
Τα πτώματα ανθρώπων και ζώων (χιλιάδες και από αυτά ξεκληρίστηκαν) έμειναν εκτεθειμένα στους δρόμους, ολόκληρες μέρες και γίνονταν βορά των όρνιων, των σκύλων και των ποντικών. Μπροστά στον κίνδυνο της χολέρας και της πανούκλας που υφίσταται ακόμη, ο στρατός χρησιμοποίησε γερανούς για να τα συγκεντρώσει και να τα μεταφέρει στους ομαδικούς τάφους και στις νεκρικές πυρές.
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 14.8.1984