Γιάννης Αναστασίου Φίλης
Ηλεκτρολόγος μηχανολόγος Ε.Μ.Π και επιστήμη συστημάτων στο Πανεπιστήμιο UKLA της Καλιφόρνιας. Δίδαξε στο ίδιο Πανεπιστήμιο
και στο Πανεπιστήμιο Βοστώνης
Καθηγητής στο Πολυτεχνείο Κρήτης
και πρ. Πρύτανής του επί δωδεκαετία
Εκδόσεις Έναστρον,
σειρά Ελληνική Λογοτεχνία
επιμέλεια έκδοσης Έφη Ριζά-Σκύφα
εξώφυλλο Βάσω Καυκούλα
παράλληλα με σελιδοποίηση
Γραφιστική επιμέλεια επιμέλεια κειμένου
Αριστέα Ηλιοπούλου
Ανδρέας Βλαζάκης
εκδ. τέλος 2016
Ένα μυθιστόρημα που συνδέει τα θεμέλια της γραφής με όλους τους μετασχηματισμούς της. Για να φθάσει σε μια βαθιά διάσταση της σύγχρονης έκφρασης από εκείνης του παλιότερου και άμεσου παρελθόντος.
Η ακόμα και του παρόντος που, όμως, συναρτάται με το παρελθόν. Για να είναι η σημερινή γραφή μια διασπασμένη αγχωτική μορφή που εκφράζει τον παγκοσμιοποιημένο, πλην πολυδιασπασμένο, κόσμο μιας συνεχούς καταστροφής στο χώρο και στο χρόνο. Eνός πολιτισμού με «σπασμένα πρόσωπα, που αποζητά την επανασυγκόλησή τους μέσα στη σύγχρονη άβυσσο που εκφράζονται τα κοινά δεινά, αλλά και οι κοινές διαμαρτυρίες στο μυθιστόρημα «Ημέρες στο Οριέντε» του Γιάννη Φίλη.
ΑΛΛΑ, ΠΩΣ ΘΑ ΗΤΑΝ ΣΗΜΕΡΑ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΧΩΡΙΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΕΙΔΟΣ;
Συνεχίζοντας – στο τρίτο κείμενό μας – την εκδιήγηση από το ταξίδι στην Εσπανιόλα, ο συγγραφέας λέει: … «κάτω χαμηλά η θάλασσα άγρια ορμούσε ανάμεσα στους βράχους εγκαταλελλειμένους από το ηφαίστειο, και μέσα από μικρά ανοίγματα εκτόξευε πίδακες τριάντα μέτρα ύψος που τους έπαιρνε ο άνεμος κι έλουζε όλο το νησί.
…. Η Σελέστε μου έδειχνε. Είχα αφήσει ξοπίσω μου πολλά. Εκείνα όμως με είχαν αφήσει; Η Σελέστε κρατούσε σημειώσεις στα Ισπανικά. «Πως θα ήταν άραγε όλος ο κόσμος σήμερα χωρίς το ανθρώπινο είδος» τη ρώτησα. Με κοίταξε με χαμόγελο και τη γνώριμη σκιά μελαγχολίας. Δεν είπε τίποτα…..
Αργότερα τη ρώτησα «τι σχέδια έχεις μετά από εδώ;.» Τίποτα λεπτομερές. Αύριο λέω να φύγω για το Οριέντε, εσύ;»
ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΜΕΡΙΚΕΣ ΔΕΚΑΔΕΣ ΥΠΟΘΕΤΙΚΕΣ ΖΩΕΣ!!
Την κοίταξα πραγματικά. Καλή ιδέα το Οριέντε. Θα μ’ έπαιρνες για συνοδό σου;»
Δεν έδειξε να ξαφνιάζεται. Μάλλον περίμενε την πρότασή μου. «Θα σ’ έπαιρνα, αλλά σε προειδοποιώ, είμαι δύσκολος άνθρωπος.» «Ελπίζω αύριο να έχουν θέσεις για δύο αργοπορημένους στο αεροπλάνο.»
Ήταν μεσάνυχτα όταν φτάσαμε στο ξενοδοχείο, την κοίταξα βαθιά στα μάτια και της έπιασα το χέρι. Εκείνη μ’αγκάλιασε και με φίλησε με πάθος στο στόμα. Κάτω από το έντονο φως του δωματίου με τράβηξε στο κρεβάτι. Πρόσεξα κάποια βαθιά σημάδια στο στήθος της. Έκλεισε το φως και μ’ αγκάλιασε…. Λίγο προτού με πάρει ο ύπνος μου ψιθύρισε, «αύριο για το Οριέντε».. Αλλά, τι είναι οι τροπικοί; Ο ήλιος, το νερό, η ξαφνική νεροποντή, οι φωνές του δάσους;
Μετά από μερικές χιλιάδες βιβλία, μερικές δεκάδες υποθετικές ζωές αποφάσισα να μπω στον πραγματικό κόσμο. Εκείνον που θα χωρούσε στη δική μου φαντασία. Γιατί τι άλλο είναι ο κόσμος για τον αφηγητή παρά ένα κράμα ανάμνησης και φαντασίας.
ΜΙΑ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΗ ΕΚΔΙΗΓΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ
«Ημέρες του ΟΡΙΕΝΤΕ» μια συγκλονιστική εκδιήγηση για την καταστροφική πορεία του κόσμου μας, με ύψιστη δικαιολογία, του συντελούμενου παραναλώματος, την… ΠΡΟΟΔΟ, την ανάπτυξη, το υπερκέρδος, την πολεμικότητα, την ανέλεγκτη ανθρώπινη τραγωδία. Με ισοπέδωση και εξόντωση κάθε αντίδρασης στην «υπερμηχανή της πανανθρώπινης και της περιβαλλοντικής καταστροφής» Αυτή η ολική καταστροφή εξελίσσεται με μαγική μυθιστορηματική μορφή, στις «Ημέρες στο Οριέντε». Με πρωταγωνιστές σ’όλο το μυθιστόρημα, να είναι ένας Πανεπιστημιακός που νόμιζε πως η γνώση ήταν αυτοσκοπός ενώ, έχει μετατραπεί σε θεραπαινίδα της «πάνσοφης αγοράς» που βλέπει τα πάντα ως εμπόρευμα, μέσω και της χρησιμικής παιδείας.
Δεύτερο πρόσωπο είναι η Μελαχρινή, μελαγχολική Χιλιανή βιολόγος ΣΕΛΕΣΤΕ, ο ανθρωπολόγος ΕΚΤΟΡ που είναι από τη Μεγάλη Φυλή των Πουέμπλος Ιντίχενας, ο βοηθός του, η γυναίκα του και το περιβάλλον τους.
ΟΙ ΙΘΑΓΕΝΕΙΣ ΔΙΑΔΗΛΩΝΑΝ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΟ ΩΡΑΙΟ ΚΤΙΡΙΟ ΤΗΣ ΑΠΟΙΚΙΟΚΡΑΤΙΑΣ
Προχωρώντας βαθιά στο Οριέντε όλα είχαν την τροπική τους μορφή της φύσης, που ήταν ανακατεμένη με τη βαριά μυρωδιά του πετρελαίου. Με κυρίαρχο το όνομα ΠΕΤΡΕ, ΠΕΤΡΕ….,ΠΕΤΡΕ…. ΛΑΟΥΜ.
«Εκείνες τις μέρες (όπως αναφέρεται στο πέμπτο μέρος του βιβλίου) οι ιθαγενείς διαδήλωναν έξω από το Κυβερνητικό Παλάσο στην Πλάζα Σεντράλε, το ωραίο κτίριο της αποικιοκρατίας. Με περίτεχνη σιδερόπορτα κλειδωμένη. Ο φρουρός ανέκφραστος κρατώντας κοντάρι από μπαμπού…… «Δύσκολη γη» συλλογίστηκα. «Και τη δέρνει σκόνη», «πιστεύεις ότι έχετε ελπίδα;» ρώτησα τον Έκτορα.
«Αν έχουμε ελπίδα;» είπε συλλογισμένος. «Όλοι οι Ιθαγενείς θα ξεσηκωθούμε. Θα βγούμε στους δρόμους. Κι όταν αυτό γίνει δεν υπάρχει κυβέρνηση να μας σταματήσει. Όχι άλλο, πετρέλαιο στο Οριέντε… Λένε ότι δεν υπάρχουν Ιθαγενείς που δεν έχουν έρθει σ’ επαφή με τον σύγχρονο πολιτισμό (επειδή το Σύνταγμα απαγορεύει την εκμετάλλευση της γης των ΑΝΕΠΑΦΩΝ.
ΓΙΑ ΝΑ ΣΒΥΣΟΥΝ ΟΙ ΗΧΟΙ ΤΗΣ ΖΟΥΓΚΛΑΣ
Εξαφάνισαν το εμπόδιο επί χάρτου με δύο λέξεις. Η Κυβέρνηση λέει ψέματα.
Σκέφτομαι: Δεν είναι τραγικό που η πολιτική γίνεται με ευφημισμούς, αλλά που οι ευφημισμοί γίνονται με λέξεις.
Σκέφτομαι: Οι άνθρωποι γράφουν και ξαναγράφουν την ιστορία. Το κάνουν τούτη την ώρα. Ξεριζώνουν στρατόπεδα του θανάτου, ξεθεμελιώνουν χωριά, τόπους βασανιστηρίων, ομαδικούς τάφους, σβύνουν πρόσωπα, καυτηριάζουν τη μνήμη. Αλλά, η ιστορία ξαναγράφει τα πρόσωπα;
Από το έκτο ως το ενδέκατο κεφάλαιο του βιβλίου «Ημέρες στο Οριέντε» η εκδιήγηση αναφέρεται σ’ αυτά που γίνονται για να σβύσουν οι ήχοι της ζούγκλας. Η Σελέστε έλεγε πως είναι η πιο κυριολεκτική όψη του κόσμου. Πρέπει όμως να έχει ευαίσθητο αυτί για ν’ακούσεις όσα παραλείπουν. Εκεί ανάμεσα στον ένα ήχο και στον άλλο βρίσκεται η μικρή ή η μεγάλη σιγή της γέννησης και του θανάτου.
Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΑΓΡΙΟΤΗΤΑ ΠΟΥ ΕΞΑΦΑΝΙΣΕ ΤΗΝ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ
Για χιλιάδες χρόνια μόνο οι φωνές του Δάσους ακούγονταν στο Οριέντε….με την πιο ανεπαίσθητη αλλαγή ν’ αρκεί για να ανατρέψει την ισορροπία, τόσο καλά κρυμμένη σ’ αυτά τα μέρη….
Όμως, αυτή η ισορροπία χάθηκε με τη μεγαλύτερη αγριότητα που ακολούθησε με την κερδοσκοπική εξαφάνιση των δασών, με την ανέγερση μεγαλοπρεπούς διυλιστηρίου με τη συστηματική δηλητηρίαση όλης της φύσης. Αλλά και την ανέπαφην που ανήκαν σε μικρές φυλές και δεν θέλουν επαφή με τον έξω κόσμο…. Αυτοί οι γυμνοί ανάμεσα στη γη, και, στον ουρανό (αλλά που ποτέ δεν προσβλέπουν σ’αυτόν), όμως, κρατούν στη μνήμη λίγα πράγματα. Θυμούνται πως ποτέ δεν χρειάστηκε να εγκαταλείψουν δάσος τους και ενθυμούνται τα φυτά ένα-ένα τους νεκρούς τους και τα κατορθώματά τους.