Η συμφωνία της (μικρότερης) συμφοράς – Περί «συνέχειας του κράτους»
Εντός των επόμενων ωρών, κατά πως φαίνεται, ένα ζήτημα που αποτελεί ανοιχτή πληγή στα βόρεια της χώρας αναμένεται να κλείσει, με τη συμφωνία που βρίσκεται τις τελευταίες ημέρες στο επίκεντρο της κριτικής.
Μία συμφωνία που έρχεται σχεδόν τριάντα χρόνια από την πρώτη προσπάθεια επίλυσης ενός ζητήματος, που με τις αναβολές φούντωσε και προσέφερε σε πλήθος πολιτικών και κομμάτων από τη μία και την άλλη πλευρά των συνόρων να χτίσουν τεράστιες πολιτικές καριέρες. Το διαπιστώνει εύκολα όποιος παρακολουθήσει ποιοι δίνουν τον τόνο στον δημόσιο διάλογο σε Ελλάδα και ΠΓΔΜ εδώ και πολλά χρόνια, που όλως τυχαίως προέρχονται και στις δυο χώρες από την πλευρά που θέλει σύγκρουση, που θέλει μη λύση.
Η άγνοια, η αμάθεια, η αδιαφορία, ο καιροσκοπισμός, η πατριδοκαπηλία, η ανευθυνότητα, οι αυταπάτες και μία σειρά από άλλους κακούς συμβούλους, κράτησαν τον ρόλο του διαπραγματευτή για περίοδο μεγαλύτερη από τη θητεία του Μάθιου Νίμιτς. Οι παράγοντες αυτοί ήταν παρόντες και περνούσαν τις θέσεις τους κάθε φορά που οι δύο πλευρές ανέβαλαν τη συζήτηση.
Διότι αυτό συνέβαινε τα προηγούμενα χρόνια. Τη δική μας χώρα ξεπέρασαν οι εξελίξεις και η ίδια η πραγματικότητα. Μία σειρά αποφάσεις και γεγονότα που απέδειξαν πως η στάση των προηγούμενων κυβερνήσεων ήταν επιζήμια για τα ελληνικά αιτήματα.
Όμως, δυστυχώς, ακόμα δεν έχει εφευρεθεί η χρονομηχανή, με συνέπεια να πρέπει να γίνονται αποδεκτά τα γεγονότα, είτε αυτά μας αρέσουν, είτε όχι. Είναι υποχρέωση όλων των πολιτικών και πολιτειακών παραγόντων να το εξηγήσουν αυτό στους πολίτες, διότι το ημερολόγιο γράφει 2018.
Η ιστορία -υποτίθεται- διδάσκει, και στην Ευρώπη έχουμε να δούμε πόλεμο από το 1950. Τυπικά έστω, γιατί «ατύπως» δεν έχουν περάσει ούτε 20 χρόνια από τον βομβαρδισμό της Γιουγκοσλαβίας από το ΝΑΤΟ.
Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία…
********
Ορφάνια λογικής – Πλήρεις ανευθυνότητας
Η συμφωνία, όμως, αυτή, δεν έρχεται σήμερα συνοδευόμενη μόνο από τους παραπάνω παράγοντες, αλλά υπό μία στενή κηδεμονία. ΗΠΑ και Ευρωπαϊκή Ένωση, για διαφορετικούς λόγους ο καθένας, βάζουν τα ρέστα τους για λύση. Οδηγώντας όλους σχεδόν τους πολιτικούς παράγοντες σε παράκρουση.
Ένα κόμμα «της Αριστεράς» που βρίσκεται στην κυβέρνηση δίνει αγώνα με τη φανέλα της διεύρυνσης του ΝΑΤΟ και «αυτής» της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Την ίδια ώρα, η παραδοσιακή δεξιά παράταξη της χώρας εμφανίζεται να αντιτίθεται σε δύο υπεροργανισμούς στους οποίους με τη δική της σφραγίδα έχει ενταχθεί και υπακούει πειθήνια εδώ και δεκαετίες η χώρα.
Ένα σημαντικό εθνικό θέμα με τόσο ισχυρό μανδύα διεθνών σχέσεων, είναι πράγματι ικανό να τυφλώσει τις μεγαλύτερες πολιτικές δυνάμεις του τόπου. Και τις έχει τυφλώσει.
Η μία, η κυβερνώσα, σφυρηλατεί τους δεσμούς της χώρας με δύο οργανισμούς που δεσμεύουν όλο και βαθύτερα τις πολιτικές της χώρας. Η δεύτερη, η αντιπολιτευόμενη, μετακινείται όλο και περισσότερο σε μία οξεία αντιδραστική ρητορική, χαλυβδώνοντας τα θεμέλια της ακροδεξιάς στη χώρα.
Οι ευθύνες για την πόλωση που υπάρχει σήμερα στην κοινωνία για ένα ζήτημα που όλος η διεθνής κοινότητα -καλώς ή κακώς- έχει εν πολλοίς διευθετήσει εδώ και χρόνια, είναι πολλές και μοιράζονται σε κάθε φορέα που εκφράζει δημόσιο λόγο. Ο κόσμος θα έπρεπε να γνωρίζει εδώ και πολλά χρόνια την πραγματικότητα για τις συμφωνίες της χώρας και τα τετελεσμένα που έχουν διαμορφωθεί.
Δυστυχώς, όπως συμβαίνει στη χώρα μας όταν έχει να κάνει με ευθύνες, μάλλον κανείς δεν θα τις αναλάβει. Ας ελπίσουμε να είναι οι μόνες που θα μείνουν ορφανές, και να μην υπάρξουν άλλες.
Ας ελπίσουμε…