«Πεθαίνοντας» τους συνταξιούχους – Και σκοτώνοντας κάθε διάλογο
Τη μία ο πρωθυπουργός «εύχεται να πεθάνουν οι συνταξιούχοι». Την άλλη, ο υπουργός Οικονομικών «ενώνει τη φωνή του με του Τσίπρα για τον θάνατο των συνταξιούχων». Η «πολιτική» αντιπαράθεση και η κριτική της αντιπολίτευσης περιστρέφεται γύρω από ένα ζήτημα, μνημείο λαϊκισμού και σίγουρα, ήσσονος σημασίας.
Διότι, σε κάθε περίπτωση, τέτοια είναι η συζήτηση για τον τρόπο με τον οποίο ο Αλέξης Τσίπρας και ο Ευκλείδης Τσακαλώτος περιγράφουν σε αγορές και δανειστές τι σημαίνουν οι περικοπές, ζητώντας να μην εφαρμοστούν. Στην πραγματικότητα, κανένας από τους δύο δεν ευχήθηκε.
Έχει αποδειχτεί από την αρχή της κρίσης και των μνημονίων. Είτε πίσω από κλειστές πόρτες, είτε πίσω από μικρόφωνα, ο τρόπος με τον οποίο γίνονται οι διαπραγματεύσεις με τους δανειστές ξεχειλίζουν κυνισμό. Απλώς σήμερα η «διαπραγμάτευση» γίνεται με τις αγορές και την διαμορφώνουν δημόσιες δηλώσεις.
Πράγματι, και οι δύο, περιέγραψαν πως οι περικοπές που έχουν συμφωνηθεί δεν αποτελούν μέτρα που θα κρίνουν την πορεία του ασφαλιστικού συστήματος. Αντιθέτως, αφορούν ανθρώπους στη δύση της ζωής τους, με ότι αυτό συνεπάγεται σε βάθος χρόνου.
Κυνικό μα αληθές.
********
Η ανακάλυψη του τροχού – Μνημονιακή (επιλεκτική) τύφλωση
Σήμερα, οι παλιοί και νέοι συνταξιούχοι βρίσκονται από καιρό στο χειρουργικό τραπέζι δανειστών και υπουργών Οικονομικών. (Και) ο νόμος Κατρούγκαλου έχει ψαλιδίσει σχεδόν κάθε είδος σύνταξης. Δεκάδες χιλιάδες συνταξιούχοι περιμένουν εδώ και καιρό τον υπολογισμό των συντάξεών τους, ενώ έρχονται περικοπές (και) στο αφορολόγητο σε ένα έτος, με ότι αυτό συνεπάγεται για την τελική φορολόγηση των συνταξιούχων.
Αυτή την ώρα, είναι πραγματική δυστυχία, η κριτική της αξιωματικής και της μείζονος αντιπολίτευσης να αναλώνεται με τέτοιο μένος σε μια φράση. Η οποία, σε τελική ανάλυση, έχει και πραγματική βάση.
Το έχουμε ξαναγράψει σε τούτη τη γωνιά. Ο δημόσιος λόγος στη χώρα έχει από καιρό αρρωστήσει. Και με τις διακηρύξεις για «άγρια προεκλογική περίοδο», η πραγματική μάχη θα δοθεί για να κρατηθεί σε ένα αξιοπρεπές επίπεδο.
********
Το «τίποτα»… και η πολύ φασαρία
Τόσο στην Κρήτη και τα Χανιά, όσο και στην υπόλοιπη χώρα, η απόφαση με την οποία περισσότερα από 10.000 ακίνητα του δημοσίου πέρασαν στην κυριότητα του νέου Υπερταμείου έριξε… πολύ κόσμο από τα σύννεφα. Βοήθησε, βέβαια, και το γεγονός πως μεταξύ αυτών, βρέθηκαν ουκ ολίγα μνημεία, μουσεία και αρχαιολογικοί χώροι σε όλη την επικράτεια.
«Το αστείο που λεγόταν παλιότερα
-αυτοί είναι ικανοί να πουλήσουν και την Ακρόπολη- σήμερα δεν είναι καθόλου αστείο. Οι δανειστές μας εξασφαλίστηκαν όσο γινόταν καλύτερα. Και οι όροι της εξασφάλισής είναι εγγυημένοι με τον δημόσιο πλούτο». Η παραπάνω δήλωση δεν ανήκει στην αντιπολίτευση, αλλά στον σημερινό πρωθυπουργό. Παρότι θα μπορούσε να έχει ειπωθεί στις ημέρες μας, αυτή έρχεται από το… μακρινό 2011. Ήταν τότε, που χιλιάδες ακίνητα του δημοσίου περνούσαν στην κυριότητα του -τότε- Υπερταμείου.
Οι αντιδράσεις εύλογες, αν και όχι όλες δικαιολογημένες. Πριν από τα σημερινά, περί τα 70.000 ακίνητα είχαν φύγει από το κράτος για να «αξιοποιηθούν», έργο των προηγούμενων μνημονιακών κυβερνήσεων που σήμερα βρίσκονται στην αντιπολίτευση. Σύμφωνα δε με την απάντηση του υπουργού Σταθάκη, η κυβέρνηση έχει προβλέψει για την «επιστροφή των ακινήτων που έχουν ιδιαίτερο πολιτιστικό, ιστορικό ή περιβαλλοντικό ενδιαφέρον». Μάλιστα σχολίασε ότι «πολύ κακό για το τίποτα». Ας ελπίσουμε πως έχει δίκιο, διότι η υπουργός Ζορμπά δήλωσε άγνοια.
Εκείνοι που εχτές διαφήμιζαν την «αξιοποίηση» της δημόσιας περιουσίας, σήμερα κάνουν λόγο για ξεπούλημα, ενώ αυτοί που μέχρι εχτές διαμαρτύρονταν για την «παράδοση της χώρας στους δανειστές», τώρα υπερηφανεύονται για την… ανάπτυξη που θα φέρουν τα ακίνητα.
Σε κάθε περίπτωση, και αυτό δεν πρέπει να το παραβλέπει ούτε η σημερινή ούτε οι χθεσινές κυβερνήσεις, είμαστε και άλλοι παρόντες σε όσα συμβαίνουν στη χώρα. Βιώσαμε την πολιτική των πρώτων μνημονιακών κυβερνήσεων και παρακολουθήσαμε τη μνημονιακή στροφή των εσχάτων.
Προς όλους τους προαναφερόμενους: Λίγη σοβαρότητα δεν βλάπτει. Λίγη σοβαρότητα και λίγη συστολή. Κατά προτίμηση σε μεγαλύτερες ποσότητες, αλλά έστω, ένα δείγμα…