Νάτη φτάνει και φωνάζει, σήκω σκλάβε, σήκω πια,
άρπαξε το γιαταγάνι για να βρεις τη λευτεριά.
Σήκω γιε του Αλεξάνδρου, του Σωκράτη, του Χριστού,
να σκορπίσεις στους αιθέρες τη φωτιά του λυτρωμού.
Σηκωθείτε Λεωνίδες απ’ τα ένδοξα στενά,
τα παιδιά σας για να δείτε πόσο μοιάζουνε με σάς.
Ποια ’ναι κείνη που κραυγάζει στα λαγκάδια, στα βουνά,
σπάσετε τις αλυσίδες, διώξτε τη γενιτσαριά.
Είμαι πρώτη στον αγώνα, πρώτη στην Τριπολιτσά,
στο Μανιάκι και στο Σούλι, στα τρανά Βασιλικά.
Πρώτη εις τα Δερβενάκια, Ύδρα, Σπέτσες και Ψαρά,
Καρπενήσι και στο Πέτα και στο Χάνι της Γραβιάς.
Πρώτη εις το καριοφίλι, πρώτη στα πυρπολικά,
με το ναύαρχο Κανάρη και το γέρο του Μοριά.
Πρώτη στο Μεγάλο Κάστρο, Ρέθεμνο και στα Σφακιά,
στο τρανό το Μελιδόνι, στο μπαρούτι στη φωτιά.
Εις τον Άγιο τση Κρήτης, Μίλατο και στα Χανιά,
στη Γεράπετρο, στη Στεία, με τ’ ατρόμητα παιδιά.
Εις τη Χίο και στη Σάμο, τση Καρπάθου τα βουνά
αγωνίστηκα με πάθος, για τιμή, για λευτεριά.
Πρώτη και στο Μεσολόγγι, με το Βύρωνα μπροστά,
να σαλπίζει στους γενναίους να συντρίψουν την Τουρκιά.
Είναι όραμα η νέα με σπαθί και με φτερά,
γοργοπόδαρη, γενναία κι ακατάβλητη ματιά.
Είμαι η Ελευθερία, είμαι η πιο τρανή Θεά,
απ’ τα κόκκαλα βγαλμένη, των Ελλήνων τα Ιερά!