Βιότοπος – περιγραφή
Η λατινική ονοµασία του βοτάνου είναι Inula Helenium (Ίνουλα η ελένια) και στη χώρα µας το συναντούµε µε τις ονοµασίες Αγριοσκάρφι, Άρκτιο, Κόνυζα, Ακόνιζα, Ψιλόχορτο, Αψυλίθρα, Ψιλίστρα ή Ώµονο.
Φυτό σπάνιο που απαντάται στην Ευρώπη και τη ∆υτική Ασία. Στη χώρα µας βρίσκεται σε περιοχές ορεινές και σκιερές.
Είναι πολυετής πόα που φτάνει σε ύψος τα 2 µέτρα. Το στέλεχος είναι ευθύ, δυνατό κυλινδρικό, πολύκλαδο τριχωτό. Τα φύλλα του φτάνουν σε µήκος τα 70 εκατοστά. Είναι αντίθετα, µεγάλα, παχιά, ελλειπτικά οδοντωτά, χνουδωτά µε χρώµα ωχροπράσινο. Τα άνθη του, µοιάζουν µε µαργαρίτα, σχηµατίζουν κεφάλιο µε διάµετρο 6-8 εκατοστά µε ζωηρό κίτρινο χρώµα. Η ρίζα του είναι αρωµατική, χοντρή, σαρκώδης, κοκκινωπή εξωτερικά και λευκή από µέσα.
Ιστορικά στοιχεία
Το λατινικό όνοµα Elecampane προέρχεται από την ωραία Ελένη του Τρωικού πολέµου, από τα δάκρυα της οποίας λέγεται ότι φύτρωσε. Ο µύθος δίνει µία ένδειξη για την πανάρχαια χρήση αυτού του βοτάνου που είναι εµµηναγωγό και θεωρείται κατάλληλο για την θεραπεία της αναιµίας. Ωστόσο η βασική χρήση του φυτού αφορά το αναπνευστικό.
Η Ίνουλα η ελένια πιθανά ταυτίζεται µε το Πάνακες Χερώνειον, ένα από τα πλέον γνωστά βότανα του Χείρωνα. Από την εποχή του Ιπποκράτη την χρησιµοποιούσαν ως τονωτικό , διεγερτικό, εµµηναγωγό και για αναπνευστικά προβλήµατα.
Ήταν από τα πλέον σηµαντικά βότανα για τους αρχαίους Έλληνες και τους Ρωµαίους. Το θεωρούσαν καθολικό γιατρικό για παθήσεις πολύ διαφορετικές όπως υδρωπικία, πεπτικές και εµµηνορροϊκές διαταραχές και ισχιαλγία.
Οι Αγγλοσάξωνες το χρησιµοποιούσαν για δερµατικές νόσους, νευραλγίες, ηπατικά προβλήµατα και τον βήχα.
Στην Κρήτη το βότανο ονοµάζεται Ακονυζά. Οι χωρικοί την χρησιµοποιούσαν στα κοτέτσια λόγω της δυσοσµίας της για να ψοφούν οι ορνιθόψειρες. Την κρεµούσαν ακόµη από τα δοκάρια του σπιτιού για να κάθονται οι µύγες και να κολάνε λόγω της ιξώδους ύλης που έχει. Στη συνέχεια την νύχτα έκαιγαν τα κλαδιά µαζί µε τις µύγες. Επίσης κάρφωναν Ακονυζά, δίπλα στις ντοµατιές για να µην πάει ο περτσίκουρας (πρασοκουρίς) και φάει την ρίζα της ντοµατιάς. Το ελαφρό αφέψηµα του βοτάνου το χρησιµοποιούσαν κατά της διάρροιας, ενώ κοπανισµένη Ακονυζά επέθεταν στο υπογάστριο για τους πόνους της περιόδου.
Συστατικά – χαρακτήρας
Η ρίζα του βοτάνου περιέχει πτητικό έλαιο 4% (αλαντολακτόνη, ισοαλαντολακτόνη και αζουλίνη), ινουλίνη έως 44%, στερόλες, ρητίνη, σαπωνοειδείς ουσίες, γλίσχρασµα, βιταµίνη Ε, καροτίνη και φυτική κόλα.
Άνθιση – χρησιµοποιούµενα µέρη – συλλογή
Το φυτό ανθίζει στα µέσα του καλοκαιριού µέχρι το φθινόπωρο. Για θεραπευτικούς σκοπούς χρησιµοποιείται η ρίζα, η οποία συλλέγεται τον Σεπτέµβριο και Οκτώβριο. Στην κινέζικη βοτανοθεραπεία προτιµώνται τα άνθη του φυτού.
Θεραπευτικές ιδιότητες και ενδείξεις
∆ρα ως αποχρεµπτικό, αντιβηχικό, εφιδρωτικό, στοµαχικό και αντιβακτηριδιακό.
Έρευνες που έχουν διεξαχθεί σε 105 λακτόνες του φυτού απεκάλυψαν την ισχυρή αντιβακτηριακή δράση της αλαντολακτόνης και της ισοαλαντολακτόνης. Τα δραστικά στοιχεία ελενίνη και αλαντολακτόνη που περιέχει το βότανο αποτελούν ισχυρά αντισηπτικά και βακτηριοκτόνα. Η δράση της Ίνουλας στους πνεύµονες είναι θερµαντική και αποχρεµπτική. Επίσης τα πτητικά έλαια που περιέχει το βότανο βοηθούν στην αποβολή συγκεντρωµένου φλέγµατος από το αναπνευστικό.
Η Ίνουλα είναι ειδικό ίαµα για τον ερεθιστικό βρογχικό βήχα, ιδιαίτερα στα παιδιά. Μπορεί να χρησιµοποιηθεί όπου υπάρχει έντονη καταρροή όπως στη βρογχίτιδα ή το εµφύσηµα. Το γλίσχρασµα έχει µια χαλαρωτική επίδραση που συνοδεύεται από τη διεγερτική δράση του αιθέριου ελαίου. Έτσι η απόχρεµψη συνοδεύεται από µια καταπραϋντική επίδραση, η οποία στο συγκεκριµένο βότανο συνδυάζεται και µε µια αντιµικροβιακή δράση.
Μπορεί να χρησιµοποιηθεί στο άσθµα και το βρογχικό άσθµα. Η Ίνουλα χρησιµοποιείται από τους βοτανοθεραπευτές και για την βελτίωση της πέψης. Το δραστικό συστατικό ινουλίνη (µέχρι 44%) βελτιώνει την απορρόφηση ασβεστίου και µαγνήσιου από τον οργανισµό ενώ ταυτόχρονα ευνοεί την ανάπτυξη απαραίτητων βακτηριδίων του πεπτικού συστήµατος. Η ινουλίνη είναι φυτική ίνα και κατατάσσεται από πολλούς ειδικούς στα προβιοτικά.
Το πικρό στοιχείο που περιέχει διεγείρει την πέψη και ανοίγει την όρεξη. Οι πικρές τονωτικές ιδιότητες του βοτάνου διεγείρουν και οµαλοποιούν τη διαταραγµένη ή άτονη δυσπεψία, αυξάνοντας την έκκριση της χολής. Η αλαντολακτόνη εκβάλλει τα σκουλήκια, ενώ εξωτερικά χρησιµοποιείται κατά της ψωρίασης, του έρπητα και άλλων δερµατικών παθήσεων.
Η Ίνουλα συνδυάζεται καλά µε το Μαρρούβιο, το Βήχιο, την Ασκληπιάδα και την Αχιλλέα για τα αναπνευστικά προβλήµατα.
Παρασκευή και δοσολογία
Παρασκευάζεται ως έγχυµα. Ρίχνουµε ένα φλιτζάνι κρύο νερό σε 1 κουταλιά του τσαγιού τεµαχισµένη ρίζα και το αφήνουµε 8-10 ώρες. Μετά το ζεσταίνουµε και το πίνουµε πολύ ζεστό τρεις φορές την ηµέρα. Αν χρησιµοποιήσουµε βάµµα πίνουµε 1-2 ml βάµµατος τρεις φορές την ηµέρα.
Προφυλάξεις
∆εν αναφέρονται παρενέργειες. Τηρούµε την συνιστώµενη δοσολογία.
Υ.Σ. Όλα τα προηγούµενα άρθρα της στήλης µπορούµε να τα βρούµε στη διεύθυνση www.herb.gr.
Επίσης αν κάποιος φίλος αναγνώστης γνωρίζει οποιαδήποτε θεραπευτική ιδιότητα βοτάνου του τόπου µας που δεν είναι ευρέως γνωστή ή έχει κάποιο ερώτηµα µπορεί να το απευθύνει στην ηλεκτρονική διεύθυνση skouvatsos11@gmail.com