Μπορεί η πολιτική να διαμορφώσει την Τέχνη και ακολούθως η Τέχνη να υπηρετήσει την πολιτική; Μήπως, ιδίως στις μέρες μας, η Τέχνη εγκλωβίζεται στα γρανάζια της πολιτικής; Εν μέσω της ρευστής πολιτικής κατάστασης για τη χώρα μας και όχι μόνο, συνομιλήσαμε με τη Χανιώτισσα Ιστορικό Τέχνης και δρ του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης Καλλιόπη Μηνιουδάκη επ’ αφορμής και του μεγάλου project που πρόσφατα συνεπιμελήθηκε στο Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος με τίτλο “Fireflies in the Night”.
Ησουν η μοναδική Ελληνίδα σε ένα τόσο σημαντικό για τα ελληνικά δεδομένα καλλιτεχνικό project όπως το Fireflies in the Night στο πλαίσιο του “Η Νύχτα Μέρα στο Πάρκο Σταύρος Νιάρχος”. Πώς προέκυψε αυτό;
Είμαι όμως και Ιστορικός τέχνης και επιμελήτρια με έργο που δεν περιορίζεται από εθνικά σύνορα τόσο λόγω του αντικειμένου μου όσο και των διαφορετικών τόπων που καλούμαι να εργαστώ. Αν και τα τελευταία πέντε χρόνια ζω και εργάζομαι μεταξύ Αθήνας και Ν. Υόρκης ως ελεύθερος επαγγελματίας, το έργο μου επικεντρώνεται τόσο στην Αμερικανική και Ευρωπαϊκή μεταπολεμική πρωτοπορία όσο και την σύγχρονη διεθνή τέχνη. Η πιο πρόσφατη έκθεση που επιμελήθηκα, για παράδειγμα (Carolee Schneemann) έγινε στο Αμστερνταμ, ενώ το τελευταίο μου επιστημονικό δοκίμιο μού ζητήθηκε από το Grand Palais στο Παρίσι και το επόμενο θα δημοσιευτεί σε κατάλογο της Tate Modern στο Λονδίνο. Τα τελευταία χρόνια των σπουδών μου στο Institute of Fine Arts του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης, είχα την τύχη και τιμή χάριν της διδακτορικής μου έρευνας για τις γυναίκες της Ποπ να κερδίσω την υποστήριξη του Robert Storr- σήμερα πρύτανη της Σχολής Καλών Τεχνών του Yale αλλά τότε νεόφερτου καθηγητή στο Institute και έκτακτου μέλους της Επιτροπής που επόπτευσε το διδακτορικό μου.
Πες μου για τη συνεργασία σου με μια εξέχουσα προσωπικότητα όπως ο Robert Storr.
Η συνεργασία μαζί του ήταν ένα όνειρο που ήξερα ότι μπορεί να γίνει πραγματικότητα καθώς ο Storr δεν είναι μόνο ένας από τους πιο σπουδαίους στοχαστές της τέχνης αλλά και ένας από τους πιο γενναιόδωρους υποστηρικτές νέων συναδέλφων. Οταν προσκλήθηκε από το Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος για την οργάνωση καλλιτεχνικών προγραμμάτων στο πλαίσιο των εγκαινίων του πάρκου και του Πολιτιστικού Κέντρου που θα στεγάσει την Εθνική Βιβλιοθήκη και τη Λυρική Σκηνή, πρότεινε πρώτα εμένα και την Francesca Pietropaolo, και μετά τη διάσημη Barbara London -της οποίας το όνομα και το επί 40 χρόνια έργο στο ΜοΜΑ είναι συνυφασμένα με την ιστορία της video art- για να συνεργαστούμε χωρίς ιεραρχική διάκριση υπό την καλλιτεχνική του διεύθυση ως συνεπιμελήτριες του Fireflies in the Night για τη διαφορετική εξειδίκευση, εμπειρία και εστιασμό μας στην σύγχρονη διεθνή σκηνή. Eπιδίωξη του εξαρχής ήταν το δημιουργικό ζύμωμα διαφορετικών φωνών και οπτικών γωνιών που νομίζω ότι τελικά επιτεύχθηκε αποτελεσματικά. Φυσικά το ότι είμαι Ελληνίδα έπαιξε ρόλο, όχι μόνο διευκολύνοντας την επικοινωνία με το Ίδρυμα και τη διεκπεραίωση αυτού του ιδιαίτερα απαιτητικού project στην Ελλάδα αλλά διασφαλίζοντας ότι η ομάδα είχε μια καλὐτερη κατανόηση της τοπικής σκηνἠς και των αναγκών της.
Μίλησέ μου για το “Fireflies in the Night”, που διεξήχθη εν μέσω όλης αυτής της δύσκολης συγκυρίας για τη χώρα μας.
Κατ’ αρχήν ήταν ένα τριμερές ολονύκτιο πρόγραμμα προβολὠν video art, που συμπλήρωσε τα εορταστικά πρότζεκτ του προσωρινού ανοίγματος του Πάρκου Σταύρος Νιάρχος κρατώντας το ανοικτὀ για τρεις νύχτες (από τις 11μ.μ. κάθε βραδυ μέχρι τα ξημερώματα της επομένης μέρας). Εφερε κοντά στο ευρύτερο κοινό πάνω από 50 διακεκριμένα αλλά και νέα δείγματα της πιο αξιόλογης πρόσφατης video art από όλο τον κόσμο. Στόχος μας ήταν να προσφέρουμε ένα πλούσιο και πολυσήμαντο συνοθύλευμα αισθητικών, βιωματικών και νοηματικών καλλιτεχνικών ερεθισμάτων, μια δραματική υπερδόση τέχνης από εξαιρετικά έργα που το ελληνικό κοινό στο οποίο το Πάρκο σύντομα θα ανήκει δεν έχει την ευκαιρία να απολαύσει συχνά, και ειδικότερα σε μεγάλες οθόνες, με τη μορφή ενός πειραματικού δημόσιου προγράμματος συνεχών προβολών. Η σύγχρονη κοινωνικοπολιτική κατάσταση στην Ελλάδα και στον υπόλοιπο κόσμο όμως έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην επιλογή των περισσότερων έργων.
Δεν είναι τυχαίο ότι το πρώτο βράδυ ξεκινήσαμε με τη διαμαρτυρία των αγανακτισμένων του λαού της Ισπανίας, τη χωροδιακή ανασύνθεση μηνυμάτων από διαδηλώσεις σε ένα πρόσφατο έργο του Marco Godoy.
Μια νέα επιστήμονας με ένα πολύ καλό βιογραφικό στη μεγάλη αγορά των ΗΠΑ αλλά και της Ευρώπης, γιατί να θέλει την επιστροφή της στην Ελλάδα και μάλιστα τώρα εν μέσω μιας ρευστής κατάστασης;
Συμπεριέλαβα την Ελλάδα ξανά στη ζωή μου για προσωπικούς και όχι επαγγελματικούς λόγους. Δεν σου κρύβω όμως ότι δεν το μετανιώνω. Η κρίση και η κρισιμότητα της κατάστασης της Ελλάδας είναι ένα σύμπτωμα των διεθνών εξελίξεων του νεοφιλευθερισμού, παρά τις επί μέρους τοπικές παθογένειες που μου δημιουργούν ανάμεικτα συναισθήματα. Είναι σίγουρα πιο ενδιαφέρον να βρίσκεσαι κοντά στο πρόβλημα παρά να το παρατηρείς από μακριά μέσω του απόηχού του στη διεθνή Τέχνη, και μέσα από ένα σύστημα που ευνοεί μεν τις συνθήκες εργασίας αλλά αποστειρώνει και την τέχνη και τον λόγο περί της πολιτικής τής τέχνης. Μπορεί να ακούγεται κοινοτυπία αλλά η τέχνη τρέφεται από δυσκολίες, είτε προσωπικές είτε κοινωνικές. Δεν είναι τυχαίο ότι η ελληνική σκηνή έχει βαθύτατα ωριμάσει τα τελευταία χρόνια, και ιδιαίτερα αυτά της κρίσης, μέσα από διάφορες διαδικασίες αυτοκριτικής, αυτοδιαχείρισης, συλλογικότητας, επανοικειοποίησης του δημοσίου χώρου και ιστορικοκοινωνικής και πολιτικής συνειδητοποίησης
Από τα παραπάνω… ορμώμενος αλλά και διαβάζοντας στο βιογραφικό σου ότι μέσα από την εργασία σου και τα κείμενα σου ψάχνεις για τον συσχετισμό της σύγχρονης Τέχνης και την ελπίδα που μπορεί η Τέχνη να προσδώσει στην κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα, θα ’θελα να μου πεις πώς το αντιλαμβάνεσαι όλο αυτό…
Δεν πιστεύω ότι η Τέχνη και η Ιστορία της Τέχνης ή η κριτική μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο. Μπορούν όμως να συμβάλλουν στην παραγωγή γνώσης που κριτικά φανερώνει τα κακώς κείμενα, το ιδεολογικό πλαίσιο που διαμορφώνει περιοριστικά τη ζωή μας σε κάθε ιστορική στιγμή και την καταχρηστική λειτουργία κάθε μορφής δύναμης στις κοινωνικοπολιτικές και ανθρώπινες σχέσεις, διαμορφώνοντας κριτική σκέψη και ωθώντας σε δράση. Αυτό επιδιώκω με τη δουλειά μου ως ένα μεγάλο βαθμό. Αν και η μεθοδολογία μου είναι πολυσυλλεκτική, η αν θες ad hoc, προέρχομαι από τη σχολή κοινωνικής ιστορίας της Τέχνης και εξακολουθώ να αυτοπροσδιορίζομαι ως φεμινίστρια ιστορικός…
Πώς σχετίζεται το “κοινωνικό ενδιαφέρον” με τη δουλειά σου;
Κατ’ αρχήν οφείλω να αναφέρω πως στην Ελλάδα το να είσαι φεμινίστρια ακούγεται αδίκως αναχρονιστικό και σε στιγματίζει αρνητικά. Πέραν της μεθοδολογικής αφοσίωσης στην ανάδειξη γυναικών καλλιτεχνών ή της γνώσης που το πατριαρχικό σύστημα υποβιβάζει συνδέοντάς την αρνητικά με μια στερεοτυπική κατανόηση του θηλυκού, το να είσαι φεμινίστρια επιστήμονας σε ένα πολυπολιτισμικό παγκοσμιοποιημένο γεωπολιτικό τοπίο, είναι σύγχρονη πολιτική τοποθέτηση. Σημαίνει δε την υπεράσπιση της σημασίας της διαφορετικότητας και της διαφοράς, την κριτική αποκάλυψη τής κοινωνικά, πολιτιστικά, ταξικά, ρατσιστικά, θρησκευτικά, εθνικιστικά και σεξιστικά κατασκευασμένης ομοιότητας που καθορίζει το υποκειμένο και τον πολίτη στις κοινωνίες που υπόκεινται στο νόμο τού ακόμα πατριαρχικού και απλά παγκοσμιοποιημένου καπιταλιστικού καταναλωτικού συστήματος.
Και πώς μπορεί να επιτευχθεί κάτι τέτοιο μέσα από τη δουλειά σου;
Ως ιστορικός συχνά αποκαλύπτω τις κοινωνικές δομές και τον διεπιστημονικό λόγο που πνίγουν τη φωνή όχι μόνο των γυναικών αλλά όλων των κοινωνικών μειονοτήτων, χρησιμοποιώντας την αποδιοπομπαία γνώση ως όπλο αντίστασης στο κατεστημένο. Ως κριτικός τέχνης επιλέγω να υποστηρίζω την τέχνη που προοδευτικά αναδιαμορφώνει τη σχέση της με την κοινωνία και βρίσκει νέους τρόπους να αφυπνίζει το κοινό σε σημαντικά ζητήματα, είτε αυτά είναι προσωπικά και υπαρξιακά είτε ιστορικοκοινωνικά. Τα τελευταία χρόνια παρατηρούμε μια σχετική διάλυση των ορίων της τέχνης και του ακτιβισμού, μέσω μορφών σχεσιακής και συμμετοχικής τέχνης. Αυτό δεν σημαίνει ότι άκριτα ασπάζομαι ότι εμπλέκεται στην κοινωνική ζωή ως καλλιτεχνική δράση ή πρόφαση! Η πολιτική χρειάζεται τον ακτιβισμό για να αλλάξει τον κόσμο, αλλά η τέχνη μπορεί να αφυπνίσει με πολλούς τρόπους και παρά τις μεταμορφώσεις της, αυτοί δεν αποκλείουν τις αισθητικές και συναισθηματικές εμπειρίες.
Δηλαδή θεωρείς ότι η Τέχνη λειτουργεί πλέον “εξ αντικειμένου” πολιτικά…
Κοίτα, όσο και αν επιδίδομαι στην κριτική αποκάλυψη του ότι η ίδια η τέχνη σήμερα είναι ένα ακόμα αγαθό της παγκοσμιοποιημένης καπιταλιστικής αγοράς η οποία καθιστά την σύγχρονη πολιτική τέχνη το νεότερο trendy προϊόν της, δεν θα μπορούσα να ασχολούμαι με την τέχνη αν δεν θεωρούσα ότι η εμπειρία της τέχνης εκείνης που σε κάνει να σκέφτεσαι τόσο με τον νου όσο και με τις αισθήσεις, ακόμα κρατά τα κλειδιά ενός καλύτερου κόσμου.
Οχι του κόσμου του “ναι” και του “όχι” για τον οποίο πολλά σημερινά έργα θα μιλήσουν σύντομα, αλλά του κόσμου του καθενός μας που θα συνεισφέρει στην συλλογική αλλαγή της κοινωνίας μας.