Η μετονομασία των Κέντρων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης σε «Κέντρα Εκπαίδευσης για την Αειφορία» εξαφανίζει τη λέξη “Περιβάλλον” από την ονομασία των Κέντρων και είναι ενδεικτική της υποβάθμισης της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης με αυτό το σχέδιο νόμου.
Η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση σαφέστατα υποβαθμίζεται με το σχέδιο νόμου για τις Δομές Υποστήριξης της Εκπαίδευσης τόσο με την εξαφάνισή της από την ονομασία των Κέντρων όσο και με τη μείωση των ανθρώπων που υποστηρίζουν την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση στα σχολεία. Με αυτό το σχέδιο νόμου έχουμε κατάργηση των Υπευθύνων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης των Διευθύνσεων αλλά και των Υπευθύνων Σχολικών Δραστηριοτήτων, Πολιτιστικών και Αγωγής Υγείας. Όλων αυτών οι αρμοδιότητες μεταφέρονται στα Κέντρα, χωρίς να ενισχυθούν με επιπλέον προσωπικό, αντίθετα, τα ΚΈΑ, με βάση το άρθρο 13, στελεχώνονται με “τουλάχιστον 4 εκπαιδευτικούς” που στην απλή νεοελληνική σημαίνει “το πολύ 4 εκπαιδευτικοί, κι άμα θέλετε παραπάνω, όταν βγούμε από την κρίση, το 2050 και βλέπουμε…”.
Δεν έχουν συνειδητοποιήσει οι συντάκτες του σχεδίου ότι η Παιδεία κι ιδίως η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση είναι προϋπόθεση για να βγούμε από την κρίση, δεν είναι πολυτέλεια!
Για να βγούμε από την κρίση θα πρέπει να υπάρξει μια αυτοδύναμη οικονομία η οποία έχει ανάγκη να βασίζεται στις δικές της δυνάμεις τόσο για την παραγωγή τροφίμων όσο και για την παραγωγή ενέργειας. Η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση αναδεικνύει τρόπους παραγωγής τροφίμων με σεβασμό στο περιβάλλον, με βιολογικό τρόπο. Η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση τονίζει τη σημασία των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και τις δυνατότητες να παράγουμε ενέργεια από τον ήλιο και τον άνεμο, γλιτώνοντας χρήματα από αυτά που σπαταλάμε εισάγοντας πετρέλαιο και συμβάλλοντας στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και της ατμοσφαιρικής ρύπανσης.
Η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση μιλάει για την ανάγκη προστασίας και ανάδειξης του πολιτισμού μας και των μνημείων και τη σημασία τους για μια εναλλακτική στροφή της οικονομίας προς ήπιο εναλλακτικό τουρισμό που σέβεται το περιβάλλον και τον πολιτισμό. Εδώ στον Αποκόρωνα των Χανίων υπάρχουν περιοχές που δεν κατάλαβαν καθόλου κρίση, γιατί βασίζονταν σε αυτά ακριβώς τα στοιχεία, στον εναλλακτικό τουρισμό που επισκέπτεται με σεβασμό και μένει σε αναστηλωμένα παραδοσιακά σπίτια, κι αυτός ο τουρισμός δε σταμάτησε ούτε στιγμή στη διάρκεια της κρίσης.
Τα Χανιά κι η Κρήτη έχουν να δείξουν πολλά παραδείγματα επίσης στροφής στην παραγωγή βιολογικών αγροτικών προϊόντων, μεγάλο μέρος των οποίων, αν όχι το μεγαλύτερο, πηγαίνει κατευθείαν για εξαγωγή.
Αυτές τις εναλλακτικές λύσεις για την οικονομία, την κρίση και για την επαγγελματική απασχόληση των ανθρώπων στηρίζει η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση, μαζί με την προστασία του τεράστιου φυσικού πλούτου που είναι οι περιοχές NATURA 2000 (μόνο το φαράγγι της Σαμαριάς το επισκέπτονται κάπου 150.000 τουρίστες κάθε καλοκαίρι).
Αυτή την εκπαίδευση, την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση θα πρέπει να τη στηρίξει η κυβέρνηση, χωρίς να της αλλάζει το όνομα, προσθέτοντας κι όχι αφαιρώντας εκπαιδευτικούς από τα Κέντρα (όπως γίνεται τώρα), αναγνωρίζοντας τη σημαντική διδακτική εμπειρία των εκπαιδευτικών που υπηρετούν στα ΚΠΕ, η οποία με αυτό το σχέδιο, ενώ αναγνωρίζεται στο άρθρο 2, αγνοείται στο άρθρο 24, με αποτέλεσμα να υπάρχει σοβαρότατο ενδεχόμενο, αν όχι βεβαιότητα, οι εκπαιδευτικοί των ΚΠΕ να βρεθούν απέναντι σε ένα κράτος που θα τους αναγνωρίζει την υπηρεσία τους στα ΚΠΕ ως διδακτική μόνο για να πάρουν σύνταξη, κι όχι για να βρεθούν σε θέση στελέχους ή ξανά σε ένα Κέντρο.
*Ο Φώτης Ποντικάκης
είναι υπεύθυνος του Κέντρου
Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Βάμου