Έτσι, μονολεκτικά το όνομα της Ηρώς της Ηρωίδας, θα μου άρεσε να ποτίζει την συλλογική μνήμη, όπως Λέλα, όπως Ηλέκτρα, όπως Μαρία.., όπως τόσες γυναίκες που μαρτύρησαν κι έδωσαν το αίμα τους στην Γερμανοκρατούμενη πονεμένη -ξανά- πατρίδα…
… Έχω κάνει κι άλλες τρεις – τέσσερις αναφορές, στην Ηρώ Κωνσταντοπούλου που εκτελέστηκε στην Καισαριανή τον Σεπτέμβριο του ‘44, όπως είναι γνωστό…
Τώρα, σήμερα, αφορμή παίρνω από το μικρό αφιέρωμα του Δ. Νανούρη, και επιθυμώ να πάρω μερικές περιόδους από το κείμενό του, και ν’ ακουμπήσω ένα κλωναράκι ανθισμένης αλυγαριάς στην τρυφερή και φλογερή πατριώτισσα, με το τσαγανό, το πείσμα, και το “μεθυσμένο” θυμικό, στην Ιδέα της Λευτεριάς!
«… Κάτω από την μπλε σχολική της ποδιά, κρύβει προκηρύξεις, αφίσες, κάθε λογής παράνομο υλικό, και όπλα (!) ακόμη!» (Δικό μου το θαυμαστικό).
«…Ενταγμένη στις γραμμές της ΕΠΟΝ η Κωνσταντοπούλου, δεν διστάζει να αναλάβει τις πιο παράτολμες αποστολές, τις οποίες εκτελεί μ’ ενθουσιασμό και αυταπάρνηση…»
«…Ανήμερα των δέκατων έβδομων γενεθλίων της, συλλαμβάνεται στο σπίτι της επί της Βεΐκου 57 στο Κουκάκι, από δωσίλογους των Ταγμάτων Ασφαλείας. Βασανίζεται φρικτά στα κρατητήριά τους, αλλά δεν λυγίζει. Φτύνει στα μούτρα τους διώκτες της, τους αποκαλεί προδότες, κι εκείνοι την κτυπούν με περισσότερη μανία».
«…Πιάνεται ξανά στις 31 Ιουλίου και οδηγείται, στο κολαστήριο της Κομαντατούρ, στη Μέρλιν, όπου περνάει τα πάνδεινα επί τετραήμερο. Δεν καρφώνει τους συντρόφους της, εξοργίζοντας τους επιτελείς των Ες – Ες, που την στέλνουν στο Χαϊδάρι.
Εκεί, γνωρίζεται με την Λέλα Καραγιάννη. Στις 5 Σεπτεμβρίου 1944, οδηγείται με άλλους σαράντα εννιά στο σκοπευτήριο της Καισαριανής, όπου εκτελείται με δεκαεφτά σφαίρες, όσα και τα χρόνια της»…
…«Υπομονή κι υπομονή/ καρτέρει και καρτέρει/ και τούτος ο Σεπτέμβριος/ την Λευτεριά θα φέρει.// Ως την Τετάρτη βρε παιδιά/ θ’ ανάψουνε τα φώτα/ θα ‘χουμε λεύτερο ψωμί/ και μπόλικο σαν πρώτα//…» Μερικοί από τους στίχους που άφησε στις συγκρατούμενές της, πριν εκτελεστεί. Ένα μήνα αργότερα, επιβεβαιώνονται νικητήρια και θριαμβικά αυτά τα επιθανάτια, πλην ελπιδοφόρα και γιορτινά λόγια της. Κι αγιογραφήθηκε, στην Ιστορική Δέλτο μας.
Ένθετο
«Έσκυψα, εκεί, που έπεσε το παιδί μου, πήρα στις φούχτες μου το χώμα με το αίμα του κοριτσιού μου, και το ‘φερα ασυναίσθητα, στο στόμα μου…»
Η μητέρα της Ηρώς, σε συνέντευξη πολλά χρόνια αργότερα…