Οι εκκλήσεις για διατήρηση της μετεκλογικής σταθερότητας ήταν τόσες πολλές που ακινητοποιήθηκα. Το βράδυ της Κυριακής, ενημερωμένος πάνω κάτω για τα περισσότερα αποτελέσματα, με βρήκε αποσβολωμένο στον καναπέ μπροστά στην τηλεόραση. Απόλυτα σταθερό. Ισια η πλάτη. Δεν έγερνα ούτε προς τα “δεξιά” ούτε προς τα “αριστερά”. Το μεσημέρι είχα ασκήσει το ύψιστο δημοκρατικό μου δικαίωμα. Η νύχτα με έβρισκε αδιευκρίνιστα αναποφάσιστο.
Αρχικά, είχα περάσει το σοκ του απογεύματος. Οι δημοσκοπήσεις των 7 έκρυβαν εκπλήξεις. Μάτια δημοσιογράφων μεγαλοαστικών καναλιών άνοιξαν διάπλατα. Διάπλατα άνοιξαν και τα χέρια της Κουμουνδούρου για να αγκαλιάσουν τη διαφαινόμενη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ. Μου ήρθαν στο μυαλό εκλογές του παρελθόντος. Η Ντόρα Μπακογιάννη να ανεβαίνει τα σκαλιά των γραφείων της Ρηγίλλης, εκσφενδονίζοντας ένα βροντερό «είμαστε κυβέρνηση». Εκείνο το απόγευμα η ΝΔ κέρδιζε στις δημοσκοπήσεις, ενώ αργά το βράδυ ο Κώστας Σημίτης εκλεγόταν πρωθυπουργός. Στις εκλογές της περασμένης Κυριακής, απογευματινός νικητής έβγαινε ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ο κυβερνητικός σχηματισμός κατάφερε να σκοράρει στο 90’ και το παιχνίδι πήγαινε στην παράταση.
Γιατί αυτή είναι η σοφία, η ευελιξία και η αίσθηση χιούμορ του ελληνικού λαού. Ψήφισε Σακελλαρίδη στα γκάλοπ και Καμίνη στην κάλπη. Τον Σακελλαρίδη δεν τον ήξερε από πριν, αλλά είπε να στηρίξει ένα νέο πρόσωπο. Τον Καμίνη τον είχε μάθει 3,5 χρόνια τώρα και αποφάσιζε να κρατήσει επαφή με το γνώριμο. Μεγάλη πόλη η Αθήνα, μεγάλη καρδιά και οι πρωτευουσιάνοι, άρχισαν να μοιράζουν τις ψήφους αριστερά, δεξιά κι ακόμη πιο δεξιά. Κανένας να μην μείνει δυσαρεστημένος. Το 16% είχε επιλέξει τον Ηλία Κασιδιάρη. Και στις οθόνες, παρουσιαστές, πολιτικοί αναλυτές και κομματικοί τηλεοπτικοί γυρολόγοι έκρουαν τον κώδωνα του κοινοβουλευτικού προβληματισμού. Έτσι γίνεται με τις έκτακτες καταστάσεις: Συνήθως αυτός που από λάθος του βάζει τη φωτιά, είναι και αυτός που παίρνει τηλέφωνο στην Πυροσβεστική.
Οι συζητήσεις είχαν ανάψει για τα καλά. Τα πολιτικά μηνύματα του λαού είχαν αραδιαστεί σε τραπέζια ψηφιακών θαλάμων και γνωστοί επώνυμοι, πασίγνωστοι για την ανωνυμία της επιχειρηματολογίας που εκφράζουν, κατάφερναν με χειρουργικές αναλύσεις να τα εξηγούν. Και κανένας, λες και από μια απίστευτη σύμπτωση, δεν κατέληγε στο προφανές: Στο ότι ο κόσμος κουράστηκε, μπερδεύτηκε, διχάστηκε, από κουρασμένους, μπερδεμένους και διχασμένους κομματικούς μηχανισμούς που ξέμειναν από ιδεολογικά καύσιμα.
Πολλές οι εξισώσεις της κάλπης, αλλά αδυνατούσα να καταλήξω σε σαφές συμπέρασμα: Αν η Χρυσή Αυγή είναι κόμμα φιλοναζιστικό, τότε και οι ψηφοφόροι της είναι φιλοναζιστές; Οσοι από αυτούς την επόμενη Κυριακή ψηφίσουν Καμίνη, θα παραμείνουν φιλοναζιστές ή θα μετονομαστούν σε ανεξάρτητους φιλοναζιστές, επηρεασμένοι πολιτικά από τον χώρο της Δημοκρατικής Αριστεράς; Τι ψήφισε άραγε η πλειοψηφία των ανθρώπων που στις ευρωεκλογές έχουν ήδη επιλέξει να στηρίξουν το Ποτάμι; Και αφού ψήφισαν αυτό που ψήφισαν, γιατί μετά από μία εβδομάδα θα πρέπει να επιλέξουν τον Σταύρο Θεοδωράκη που έτσι κι αλλιώς θα συνεργαστεί, για το καλό της πατρίδας, με ένα από τα δύο μεγάλα κόμματα; Γιατί αφού Σαμαράς και Τσίπρας είχαν βγει το ίδιο κερδισμένοι, αυτός που χαμογελούσε περισσότερο ήταν ο Βενιζέλος; Αφού Σπηλιωτόπουλος και Κακλαμάνης υπηρετούν τα ιδεώδη της ίδιας παράταξης, γιατί δεν συνεργάστηκαν στις εκλογές; Σε περίπτωση μάλιστα εκλογής τους θα μπορούσαν να διοικούν τον Δήμο εκ περιτροπής. Όπως ακριβώς και τα αυτοκίνητα που κυκλοφορούν μονά ή ζυγά στον δακτύλιο της Αθήνας. Αν το Κ.Κ.Ε. κατάφερνε να κερδίσει τις περιφέρειες όλης της χώρας, θα συνέχιζε να δέχεται τις ευρωπαϊκές επιχορηγήσεις ή θα έκλεινε μια και καλή την πόρτα σε κάθε μονοπωλιακή, πλουτοκρατική λυκοσυμμαχία; Νεολογισμός της Αλέκας Παπαρήγα η λέξη λυκοσυμμαχία, που χάθηκε κι αυτή πίσω από το εκτόπισμα του Κουτσούμπα που με καλούσε για άλλη μια φορά σε αγώνες στους μαζικούς χώρους.
Δεν θυμόμουν την ακριβή τοποθεσία των μαζικών χώρων, ενώ η λέξη «αγώνες» μου έφερνε μια ελαφριά κούραση που σε συνδυασμό με τη χάβρα των Ιουδαίων που επικρατούσε στους περισσότερους τηλεοπτικούς θαλάμους και τη διανοητική, πολιτική μου σύγχυση, με έφερνε ένα ακόμα βήμα πιο κοντά στο κρεβάτι. Γιατί αυτή είναι η πολιτική μου διαδρομή.
Στον καναπέ αποφασίζω, στο κρεβάτι ονειρεύομαι και την επόμενη μέρα στον καναπέ επιστρέφω για να θαυμάσω τα νέα μου λάθη.