Είναι πασιφανές, ότι η χώρα εξακολουθεί να βρίσκεται σε κρίσιμη καμπή. Η θεσμική της συγκρότηση δεν είναι σε θέση να ικανοποιήσει τις ανάγκες και τις προτεραιότητες της κοινωνίας. Τα πολιτικά κόμματα, τα καθ’ ύλην αρμόδια για την αποκατάσταση αυτής της αναντιστοιχίας, σύρονται από τις δυνάμεις της αγοράς και τις εξελίξεις.
Εχουν καταντήσει σε ψηφοθηρικούς μηχανισμούς και εκχωρήσει τη βασική τους αποστολή, τη διαμόρφωση πολιτικής συνείδησης, στους βαρόνους των Μίντια. Οι δε ηγεσίες τους είναι κατώτερες των περιστάσεων. Ο λαός είναι δέσμιος κεκτημένων και εγκλωβισμένος σε παρωχημένες αντιλήψεις, νοοτροπίες και πρακτικές. Οι παθογένειες που συντηρούσαν και αναπαρήγαγαν την υπανάπτυξη και τη μιζέρια έχουν εξαντλήσει τα όρια και τις αντοχές τις δικές του και της χώρας. Αυτή δε βρίσκεται μπροστά σε σταυροδρόμι. Εχει να επιλέξει ανάμεσα στον ανηφορικό δρόμο της δημιουργίας, της θεσμικής και παραγωγικής ανασυγκρότησης και στον κατήφορο της “Ψωροκώσταινας”, δηλαδή η Ελλάδα, σαν φτωχή χώρα, είναι υποχρεωμένη ες αεί να δανείζεται κατά το ιδεολόγημα των κοτζαμπάσηδων.
Στην επιλογή αυτή, κομβικό ρόλο θα διαδραματίσουν τα μεσαία αστικά στρώματα, που αποτελούν την πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Από τη στάση τους θα εξαρτηθεί ο δρόμος που θα πάρει η χώρα, δοθέντος ότι ο ρόλος τους είναι, ανάλογα με τις εκάστοτε συνθήκες, σταθεροποιητικός και δημιουργικός ή αποσταθεροποιητικός.
ΕΚΚΡΕΜΕΣ ΤΑ ΜΕΣΑΙΑ ΣΤΡΩΜΑΤΑ
Τα μεσαία αστικά στρώματα δεν αποτελούν τάξη με συγκεκριμένα κοινωνικά χαρακτηριστικά, πέραν του ότι, τμήματα τους είναι διαταξιακά. Αποτελούν μία ενδιάμεση διαστρωμάτωση ανάμεσα στα ανώτερα και κατώτερα κοινωνικά. Είναι σαν ένα εκκρεμές που ταλαντεύεται ανάμεσα στους δύο πόλους ενός μαγνήτη και οι κοινωνικές εντάσεις είναι η δύναμη που το κινεί. Το πλήθος των ατόμων που τα απαρτίζει εξαρτάται από το εκάστοτε βιοτικό και μορφωτικό επίπεδο. Σε περίοδο οικονομικής ύφεσης, οι ανικανοποίητες κοινωνικές ανάγκες παράγουν κοινωνικές εντάσεις, οι οποίες αυξάνουν την ελκτική δύναμη των δύο πόλων και ο αριθμός τους μειώνεται, καθώς μετακινούνται προς τα άκρα. Αντιθέτως, αυξάνεται σε περιόδους οικονομικής ανάπτυξης, όπου με την άνοδο του βιοτικού και μορφωτικού επιπέδου εκτονώνονται οι κοινωνικές εντάσεις και υπερισχύουν οι δυνάμεις κοινωνικής αδράνειας, οπότε η κοινωνία τείνει σε ισορροπία, σε ηρεμία. Και όσο διευρύνονται τα μεσαία στρώματα, τόσο περισσότερο πιο ισχυρές κοινωνικές εντάσεις απαιτούνται για τη μετακίνηση τμημάτων τους προς τα δύο άκρα.
ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΜΕΣΑΙΩΝ ΣΤΡΩΜΑΤΩΝ
Υπό την οπτική αυτή αναδεικνύεται η συνάρτηση του εύρους των μεσοαστικών στρωμάτων με την κατάσταση της οικονομίας. Επίσης είναι εμφανής ο σταθεροποιητικός και υποστηρικτικός τους ρόλος στο κοινοβουλευτικό πολίτευμα, καθώς και η κινητικότητα τους. Η αμφιταλάντευσή τους όμως ανάμεσα σε δύο διαφορετικούς κοινωνικούς χώρους και αξιακά συστήματα τα κάνει να μην είναι προσηλωμένα σε σταθερές κοινωνικές και αξιακές αναφορές, ούτε εγκλωβισμένα σε παρωχημένες ιδεοληψίες ή αγκυρωμένα σε κοινωνικές δομές. Το συνεπαγόμενο κενό αναπληρώνουν, ως επί το πλείστον, με πρόταξη του ατομικού συμφέροντος και της οικογένειας τους, αλλά και με το έχειν και το κατέχειν, που χρησιμοποιούν ως μέσο κοινωνικής καταξίωσης και κοινωνικής ενσωμάτωσης. Ως εκ τούτου τα αγγίζουν, περισσότερο, οι διακυμάνσεις της οικονομίας, απ’ ότι τα ανώτερα ή κατώτερα κοινωνικά στρώματα. Ακόμα είναι ανοιχτά σε νέες ιδέες, ευέλικτα και ευαίσθητα σε κοινωνικές αλλαγές, καθώς και στην ανάληψη ρίσκου. Και υπό συνθήκες κοινωνικών εντάσεων, εκκολάπτονται στους κόλπους των, οι μειοψηφίες, οι οποίες και πρωταγωνιστούν στις μεγάλες κοινωνικές αλλαγές, όπως καταδεικνύει η ιστορία.
ΚΡΑΤΙΚΟΔΙΑΙΤΗ
ΑΣΤΙΚΗ ΤΑΞΗ
Στη χώρα μας, η αστική τάξη δεν διαδραμάτισε προοδευτικό και πρωταγωνιστικό ρόλο, όπως σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες στις οποίες αναπτύχθηκε φυσιολογικά, επειδή είναι είδος εισαχθέν εξ εσπερίας. Και ακόμη, γιατί αναπτύχθηκε και γαλουχήθηκε στους κόλπους ενός ξενόφερτου, εγκάθετου και ξένου στην ελλαδική πραγματικότητα κρατικού θεσμού, ο οποίος εξυπηρετούσε πρωτίστως τα γεωπολιτικά συμφέροντα των αποκαλούμενων “προστάτιδων” ή “συμμαχικών” δυνάμεων και δευτερευόντως του ελληνικού λαού. Οι εκάστοτε “προστάτες” ή “σύμμαχοι” ήθελαν να έχουν υπό επιτήρηση τη κρατική εξουσία και τη χώρα υπανάπτυκτη, καχεκτική, για να έχει ανάγκη την προστασία τους. Κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις, η αστική τάξη αναπτύχθηκε με όρους κρατικής εξάρτησης και μεταπρατισμού (σε οικονομικό και πολιτισμικό επίπεδο). Λειτούργησε ως ιμάντας μεταφοράς των σχέσεων εξάρτησης της χώρας στην κοινωνία, όσο και ως μέσο εξάρτησης της κοινωνίας από το κράτος. Κοντολογίς διαμορφώθηκε και λειτούργησε σαν υποστύλωμα της κρατικής εξουσίας και σαν αμορτισέρ κοινωνικών κραδασμών.
ΜΕΤΑΠΡΑΤΙΚΑ ΚΑΙ ΚΡΑΤΙΚΟΔΙΑΙΤΑ
Υπό αυτές τις συνθήκες, τα μεσαία αστικά στρώματα έφτασαν να αποτελούν τη συντριπτική πλειονότητα του πληθυσμού, αλλά και διαμόρφωσαν χαρακτηριστικά, που ακόμα και σήμερα επηρεάζουν σημαντικά τις πολιτικές εξελίξεις. Οπως για παράδειγμα, η ασυνήθιστα μεγάλη κοινωνική κινητικότητα, οριζόντια και κάθετη, ο κρατικοδίαιτος και μεταπρατικός τους χαρακτήρας. Η υπανάπτυξη του βιομηχανικού τομέα σε συνάρτηση με την εγκατάλειψη της αγροτικής υπαίθρου προκάλεσε τη μετακίνηση μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού προς τα αστικά κέντρα του εσωτερικού και του εξωτερικού. Τροφοδότησε και γιγάντωσε το φαινόμενο του μεταπρατισμού, τη μάστιγα του υπερεπαγγελματισμού και το υπερτροφικό κράτος. Δραστηριότητες, που από τη μία ήταν, εν πολλοίς, συνυφασμένες με την εύνοια της κρατικής εξουσίας και από την άλλη δημιουργούσαν εισόδημα, χωρίς να παράγουν προϊόντα αντίστοιχης αξίας. Ετσι ώστε το δίπολο, ελλειμματική παραγωγή και άκρατος καταναλωτισμός, οδήγησε τη χώρα να ζει πάνω από τις δυνάμεις της. Στη μεταπολίτευση εντάθηκε αυτό το πρόβλημα με την καταναλωτική μανία, που διαδέχθηκε την έως τότε εγκράτεια και τη διεύρυνση των μεσοαστικών στρωμάτων από το κύμα αστικοποίησης και εκδημοκρατισμού, εξαιτίας του ανοίγματος του κράτους στην κοινωνία.
ΠΟΛΥΠΛΕΥΡΗ ΚΡΙΣΗ
Η παρούσα οικονομική κρίση, εκδηλώθηκε, γενικά, υπό τον αστερισμό του νεοφιλελευθερισμού και σε μία περίοδο που η άνοδος του βιοτικού και μορφωτικού επιπέδου είχε αναδείξει τις ανάγκες εξατομίκευσης σε πρώτη προτεραιότητα. Ενώ ταυτόχρονα εξαντλούνται τα όρια της διαρκούς οικονομικής μεγέθυνσης, των αντοχών του ανθρώπου και των ανοχών της φύσης. Μετατρέπεται δε, σε κοινωνικο-πολιτισμική κρίση, στο βαθμό που απειλούνται τα αγοραία υποκατάστατα (καταναλωτικά πρότυπα, αγοραίες αξίες, το έχειν, το κατέχειν, τα κοινωνικά ξυλοπόδαρα του φαίνεσθαι), στα οποία κατέφυγε το άτομο για να αναπληρώσει την αδυναμία της θεσμικής συγκρότησης της κοινωνίας, να ικανοποιήσει τις ανάγκες του εξατομικευμένου αυτοπροσδιορισμού και της κοινωνικής του συσσωμάτωσης, όσο και της όποιας αυτοπραγμάτωσης του. Καθ’ότι ο μαζικός χαρακτήρας της δομής και της λειτουργίας των θεσμών, ισοπεδώνει την ατομικότητα, ο δε γενικός τους, δεν την αναγνωρίζει και ο συγκεντρωτικός τους, στραγγαλίζει τις ελευθερίες που είναι προϋπόθεση για την ανάπτυξή της. Ετσι αναζήτησε διέξοδο στην ελεύθερη οικονομία, η οποία προσφέρει μεγάλη γκάμα και ελευθερία στις επιλογές εξατομίκευσης, που δεν έδινε, λ.χ. η διευθυνομένη οικονομία στις χώρες του πάλαι ποτέ υπαρκτού σοσιαλισμού, οι οποίες και κατέρρευσαν. Δηλαδή η ελεύθερη οικονομία αναπληρώνει κοινωνικές λειτουργίες στη τρέχουσα συγκυρία.
Συμπερασματικά, στη παρούσα κρίση, δεν δοκιμάζονται μόνο οι θεσμοί και οι δομές της νεωτερικότητας (αντιπροσωπευτικοί θεσμοί, κράτος-έθνος, κεφαλαιοκρατικό σύστημα κ.α.), αλλά και τα όρια του δυτικού πολιτισμικού παραδείγματος. Είναι δε πολύ βαθύτερη από τη μεγάλη κρίση του 1929.
ΣΕ ΑΔΙΕΞΟΔΟ ΤΑ ΜΕΣΑΙΑ ΣΤΡΩΜΑΤΑ
Στη χώρα μας, τα άτομα των μεσαίων αστικών στρωμάτων πλήττονται από τη παρούσα οικονομική κρίση, περισσότερο και πιο έντονα, από ότι τα άλλα στρώματα. Απειλούνται να περάσουν ή πέρασαν από τη μια στιγμή στην άλλη, από την ευμάρεια και την πολυτέλεια στην πενία, αλλάζοντας, έτσι, άρδην η ζωή τους. Εκεί που είχαν ως προτεραιότητα τις ανάγκες εξατομίκευσης και θεωρούσαν δεδομένη και αυτονόητη την ικανοποίηση των βιοτικών τους αναγκών, τώρα αγωνίζονται να εξασφαλίσουν τα στοιχειώδη για την επιβίωση τους. Και ακόμη απειλούνται τα αγοραία υποστυλώματα της κοινωνικής τους στέγης και της προσωπικής και κοινωνικής τους ταυτότητας. Αγονται στην εξαθλίωση και στο χείλος υπαρξιακού κενού.
Η συνακόλουθη συναισθηματική φόρτιση αποκλείει τις λογικές διεργασίες. Ανατρέπει την ιεράρχηση των επιλογών τους. Οι δε ανάγκες επιβίωσης και η προσήλωση στα κεκτημένα εκτοπίζουν τις ανάγκες εξατομίκευσης από την πρώτη θέση που κατείχαν στις προτεραιότητες τους. Ως εκ τούτου, προτιμούν να στερηθούν ελευθερίες, δικαιώματα, παρά να διακυβεύσουν την επιβίωση και τα κεκτημένα τους. Γεγονός που τα κάνει παθητικά και πειθαρχικά άτομα, έρμαια δημαγωγών και λαϊκιστών. Πράγμα που επιβεβαιώνεται από την τωρινή στάση τους, από κοινωνικές έρευνες και από ιστορικά γεγονότα.
ΑΚΡΟΔΕΞΙΑ ΜΟΡΦΩΜΑΤΑ
Η εν λόγω συναισθηματική φόρτιση λειτουργεί σαν κινητήρια δύναμη που τα ωθεί να δραστηριοποιηθούν στον πολιτικό χώρο. Η δε πληγωμένη τους ατομικότητα και η ακρωτηριασμένη τους κοινωνική οντότητα, υποθάλπει τη τάση να στραφούν σε ακροδεξιά πολιτικά μορφώματα. Τα μορφώματα αυτά προτείνουν προνεοτερικής εποχής σταθερές αυτοπροσδιορισμού και κοινωνικής συσσωμάτωσης. Προσφέρουν την ασφάλεια του λιμένα της κλειστής εθνικοπολιτισμικής κοινότητας με φυλετική καθαρότητα, με μία και μοναδική αλήθεια και με αυταρχικά δομημένη εξουσία. Καθώς και μία μορφή οργάνωσης, που ανταποκρίνεται στις κοινωνικές και συναισθηματικές ανάγκες της συγκυρίας. Προσφέρουν ένα καταφύγιο ασφάλειας, λύτρωσης και σωτηρίας. Ως λύτρωση προσφέρουν τον αφανισμό του εθνοπολιτισμικά διαφορετικού, αφού και μόνο η παρουσία του γρατζουνά τη χαίνουσα πληγή στην ατομική και κοινωνική ταυτότητα του κοινού τους. Το αναγάγουν δε σε αποδιοπομπαίο τράγο ή αναζητούν ξένο δάκτυλο για την απόσειση ευθυνών που δεν μπορούν να σηκώσουν τα αδύναμα πόδια της μειωμένης αυτοεκτίμησης του ακροατηρίου τους. Και τέλος υπόσχονται να ικανοποιήσουν τη δίψα για τιμωρία και εκδίκηση με τη “νομιμοποίησή” της με βίαιο τρόπο εκδήλωσης του θυμού και της οργής του, όσο και με προσφορά θυμάτων για την εκτόνωση του.
Ως εκ τούτου, λιγότερο αρθρώνουν πολιτικό λόγο και περισσότερο απευθύνονται στις ψυχολογικές και κοινωνικές ανάγκες του κοινού τους. Επικεντρώνονται στο πεδίο αυτό. Το μονοπωλούν, αφού τα παραδοσιακά κόμματα περιορίζονται στην αλίευση ψήφων. Γι’ αυτό, ο λόγος, οι συμβολισμοί και οι μορφές δράσης απευθύνονται στο θυμικό του κοινού τους και όχι στη λογική. Ενεργοποιούν και εκμεταλλεύονται τους φόβους, τα εθνικιστικά, ρατσιστικά και αντιδυτικά αντανακλαστικά. Για επούλωση πληγών και κάλυψη κενών που η ατομική αποτυχία, άφησε πίσω της, χρησιμοποιούν ψυχολογικές μεθόδους, εργασιοθεραπείας, κοινών βιωμάτων, προσήλωση σε στόχους κ.ά. Προσφέροντας ως δεκανίκι την υποταγή και την αλληλεγγύη και υποκατάστατα αυτοπροσδιορισμού και κοινωνικής συσσωμάτωσης, το έθνος, την πατρίδα, τη φυλή, τη θρησκεία και την προγονολατρεία. Συμπερασματικά θα έλεγε κανείς ότι λειτουργούν για τα θύματα της κρίσης, περισσότερο ως ψυχοθεραπευτήριο παρά ως πολιτικό κόμμα. Θα πρέπει ακόμα να σημειωθεί ότι στηρίζονται, έμμεσα ή άμεσα, από μεγάλα κατεστημένα συμφέροντα, κρατικοδίαιτα στη πλειονότητα τους, που ορέγονται ένα κράτος ξέφραγο αμπέλι, χωρίς περιορισμούς και ελέγχους από την Ε.Ε.
ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΗ Η ΑΠΗΧΗΣΗ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ
Ο οραματικός πολιτικός λόγος της Αριστεράς, δεν προσφέρεται για να βγάλουν τα θύματα της κρίσης από μέσα τους την οργή και τον θυμό, καθ’ότι απευθύνεται στη λογική. Ιδίως αυτά που βρίσκονται υπό το κράτος του άγχους της επιβίωσης και της δίψας για τιμωρία και εκδίκηση, δεν έχουν αυτιά να ακούσουν τη φωνή της λογικής, ούτε ουσιαστικό πολιτικό λόγο. Ούτε υποσχέσεις για ένα καλύτερο αύριο, αφού με νύχια και με δόντια παλεύουν στο σήμερα για να σταθούν στα πόδια τους. Τα ενδιαφέροντα τους είναι επικεντρωμένα στην εδώ και τώρα ικανοποίηση των στοιχειωδών βιοτικών τους αναγκών. Η δε προσοχή τους είναι στραμμένη στο παρελθόν, στο οποίο αναζητούν γνώριμους και δοκιμασμένους τρόπους διεξόδου. Προτιμούν να στερηθούν ελευθερίες και δικαιώματα, από το να αναλάβουν το ρίσκο της όποιας αλλαγής. Ο δε λαός μας δεν εμπιστεύεται απρόσωπες δομές και δημοκρατικές διαδικασίες και απρόσωπο πολιτικό λόγο, όπως της Αριστεράς, όντας μαθημένος σε προσωποπαγείς δομές, προσωπικές σχέσεις και προσωποκεντρικές αναφορές. Και τέλος, δεν διακρίνεται για θετική προδιάθεση σε κοινωνικές αλλαγές που το κόστος τους προσωπικά τον αγγίζει. Ο εγκλωβισμός του, ακόμα και υπό ομαλές συνθήκες, στην αποσπασματική και κοντόφθαλμη θεώρηση των πραγμάτων, τον κάνει να βλέπει μόνο το βραχυπρόθεσμο κόστος της θεσμικής αλλαγής και όχι το μακροπρόθεσμο όφελος που από αυτή προκύπτει.
ΠΥΡΩΝΟΥΝ ΤΟ ΑΒΓΟ ΤΟΥ ΦΙΔΙΟΥ
Επίσης, προς ακροδεξιά κατεύθυνση ωθούνται τα κοινωνικά και πολιτικά πράγματα, με τον απειλούμενο αφανισμό των μεσαίων στρωμάτων, από τα αδιέξοδα μετρά της κυβέρνησης και από το επιχείρημα που προβάλει, ότι τα παίρνει κατ’ εντολή της τρόικας. Οπως επίσης και από την αντιπολίτευση που την προβάλει ως εκτελεστικό όργανο της τρόϊκα, αλλά και με τον αντιμνημονιακό της λόγο. Ετσι, κυβέρνηση και αντιπολίτευση επιτείνουν την αίσθηση της εθνικής ταπείνωσης και της απώλειας της εθνικής ανεξαρτησίας στον ελληνικό λαό, ενεργοποιώντας λανθάνοντα εθνικιστικά και αντιδυτικά αντανακλαστικά. Και μάλιστα τη στιγμή που ο λαός αναζητά στήριγμα στην εθνική ταυτότητα, προμαχώνα στην εθνική ανεξαρτησία, χείρα βοήθειας από την Ευρώπη και μια στιβαρή και υπεύθυνη ηγεσία που θα τον βγάλει από το αδιέξοδο. Κοντολογίς, η οικονομική κρίση, συνεπικουρούμενη από τα ΜΜΕ και τις λαθεμένες κινήσεις των κομμάτων, πυρώνουν το αυγό του φιδιού στους κόλπους των μεσοαστικών στρωμάτων, κυοφορώντας τον κίνδυνο να μετατραπούν αυτά, σε πραιτοριανούς ενός αυριανού ολοκληρωτικού καθεστώτος.
ΣΕ ΑΔΙΕΞΟΔΟ ΟΙ ΛΑΪΚΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ
Η άνοδος της ακροδεξιάς σημειώνεται σε μία κρίσιμη συγκυρία για τη χώρα. Σε μία περίοδο, που οι ενδημικές παθογένειες έχουν εξαντλήσει τα όρια του κοινωνικού κράτους δικαίου, τις αντοχές της χώρας και τις ανοχές του λαού, και ενώ είναι υπαρκτά σχέδια για επαναχάραξη του πολιτικού χάρτη της ευρύτερης περιοχής. Και ο λαός, αφοπλισμένος από θεωρητικά και οργανωτικά εργαλεία, με το βλέμμα προσηλωμένο στο παρωχημένο χθες, είναι δεμένος, με αλυσίδες τα κεκτημένα, στο κύτος σκάφους, που κλυδωνίζεται, χωρίς ρότα και πυξίδα, με ξεχαρβαλωμένες μηχανές και σάπιο σκαρί, στο φουρτουνιασμένο πέλαγος. Ενώ την ίδια στιγμή το πλήρωμα της γέφυρας αυτοσχεδιάζει και τα δε συντεχνιακά συμφέροντα, ποτισμένα με το αφιόνι του νεοφιλελευθερισμού, ξεπετσώνουν σανίδες από το περίβλημα του σκάφους, για να φτιάξουν καρυδότσουφλο, προκειμένου να σωθούν από το επερχόμενο ναυάγιο. Ο λαός, όντας κυριευμένος από απόγνωση, αναζητά εναγωνίως από κάπου να πιαστεί.
ΑΦΥΠΝΙΣΗ
Σε αυτή λοιπόν την κρίσιμη συγκυρία, θα διαδραματίσει καταλυτικό ρόλο η πολιτική αφύπνιση και ενεργοποίηση των μεσαίων στρωμάτων. Από τη στάση και τη συμπεριφορά των θα εξαρτηθεί, αν η χώρα πάρει τον κατήφορο της Ψωροκώσταινας ή τον ανήφορο της θεσμικής και παραγωγικής ανασυγκρότησης. Αν μεταμορφωθούν από στυλοβάτες του φιλελευθερισμού, σε ζηλωτές ακροδεξιών σχημάτων και ενός αυριανού ολοκληρωτικού καθεστώτος. Αν δηλαδή, από τη μήτρα τους γεννηθεί το φίδι του φασισμού ή η μειοψηφία που θα πρωταγωνιστήσει για να βγει η χώρα από το αδιέξοδο. Η ιδιότυπη κοινωνική τους θέση, τα έχει προικίσει με τις απαραίτητες ικανότητες. Εχουν ανοιχτούς ορίζοντες και μυαλά, δεν είναι εγκλωβισμένα σε μονολιθικές αντιλήψεις και αλήθειες. Δεν είναι αγκυλωμένα σε παρηκμασμένες κοινωνικές δομές, για να αγωνίζονται για τη διατήρηση τους. Είναι ανοιχτά σε κοινωνικές αλλαγές, έχουν τόλμη και αποφασιστικότητα. Μπορούν να πρωταγωνιστήσουν, χωρίς μεσσία. Αρκεί να πιστέψουν στις δυνάμεις τους και να κλείσουν τα αυτιά στις σειρήνες της μισαλλοδοξίας, του λαϊκισμού και όσων αργυρώνητων ή μη κηρύττουν την έμμεση αποδοχή της μίζερης κατάστασης πραγμάτων, ανάγοντας τα αίτια της στα γονίδια του Ελληνα. Αρκεί να δουν την προκοπή των ομογενών της διασποράς, για να πειστούν ότι αυτά βρίσκονται στις παθογένειες του Ελλαδικού κράτους.
Η ΥΣΤΑΤΗ ΣΤΙΓΜΗ
Είναι η ύστατη στιγμή να αναδειχθεί από τις δημιουργικές, πατριωτικές και δημοκρατικές δυνάμεις, η μειοψηφία που θα πρωταγωνιστήσει. Να αναλάβει πρωτοβουλίες και δράση, για να ανακοπεί η διαφαινόμενη στροφή των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων προς την ακροδεξιά, προκειμένου να μπει η χώρα σε αναπτυξιακή τροχιά. Να κινητοποιήσει τη νεολαία αλλά και τους ομογενείς της διασποράς, ως υγιές μπόλι για κοινωνικές αλλαγές. Να συστήσει έναν πολιτικό φορέα με αξιόπιστο σχέδιο θεσμικής και παραγωγικής ανασυγκρότησης, που απαντά στα προβλήματα του σήμερα και διανοίγει φερέγγυα προοπτική. Ενα σχέδιο με ευρωπαϊκό προσανατολισμό, που βασίζεται στις δυνάμεις του λαού και αξιοποιεί τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας, αλλά και ανταποκρίνεται στις ανάγκες και προτεραιότητες της κοινωνίας καθώς και στις πολιτισμικές και συναισθηματικές ανάγκες του Ελληνα στην τρέχουσα συγκυρία.
Δεν πρέπει να περιμένει να έρθει η λύση, από τα σημερινά μεγαλοαστικά στρώματα ούτε από την τωρινή πολιτική και επιχειρηματική ηγεσία, ούτε και από άλλους εντεταλμένους ή μη κρατικοδίαιτους αιρετούς αξιωματούχους ή πεφωτισμένους του τριγώνου του Κολωνακίου. Υπό την ηγεσία τους έφτασε η χώρα στο σημερινό αδιέξοδο. Ιδίως οι εκδότες, οι μεγαλοεργολάβοι και οι μεγαλοπρομηθευτές του δημοσίου, που θέλησαν να καλύψουν εξωθεσμικά, το κενό στην άσκηση εξουσίας που άφησαν πίσω τους, ο θρόνος και οι ξένες πρεσβείες, ύστερα από την κατάρρευση της χούντας των συνταγματαρχών. Το επιχείρησαν και απέτυχαν παταγωδώς.
ΑΡΧΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΟΠΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Το χτίσιμο του φορέα της εθνικής ανασυγκρότησης πρέπει και μπορεί να αρχίσει από τις τοπικές κοινωνίες, που κατά τον Ξ. Ζολώτα υπάρχει η τελευταία ικμάδα ζωής στη χώρα μας. Σε αυτές υπάρχουν οι βασικές προϋποθέσεις για τη συγκρότηση του. Συγκεκριμένα, στην κιβωτό της τοπικής κοινωνίας φυλάσσονται οι αξίες του έθνους αλλά και διαχρονικές σταθερές και δεσμοί, που έχουν παραμείνει εν πολλοίς αλώβητοι από την παρακμή δομών της νεωτερικότητας, το σαράκι της ανωνυμίας, του καταναλωτισμού και του νεοφιλελευθερισμού. Στις τοπικές κοινωνίες ξέρει ο ένας τον άλλο, χωρίς τη μιντιακή διαμεσολάβηση. Σε αυτές λειτουργεί, έστω στοιχειωδώς, ο ενεργός και ο δυνητικός κοινωνικός έλεγχος, αλλά υπάρχουν ακόμη και δεσμοί εθιμικής αλληλεγγύης, που καλύπτουν τα κενά της πολιτικής αλληλεγγύης. Και τέλος, οι τοπικές κοινωνίες μπορούν να δώσουν στην ορφανή από ηγεσία χώρα, τους φυσικούς της ηγέτες, χωρίς να έχουν περάσει από το ταμείο ή να βγουν από τον “μιντιακό σωλήνα” των “εθνικών νταβατζήδων”.
ΝΑ ΜΗ ΧΑΘΕΙ Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΥΚΑΙΡΙΑ
Δεν πρέπει να χαθεί η ευκαιρία που αναδύεται μέσα από τη σημερινή συστημική κρίση. Η απώλειά της δεν πρέπει να προστεθεί στις χαμένες ευκαιρίες που το βαρύ τίμημά τους ακόμα πληρώνουμε. Η πρώτη χάθηκε κατά την περίοδο της Α’ Ελληνικής Δημοκρατίας 1821/22-1832, όταν πήγε να περάσει η διαχείριση των υποθέσεων της χώρας σε ελληνικά χέρια. Αντί αυτού, είχαμε εμφύλιους πολέμους, αρχηγό των στρατιωτικών δυνάμεων τον Βρετανό στρατηγό Τζωρτζ και αρχηγό του στόλου τον επίσης Βρετανό, λόρδο Κόχραν, για να περάσουν, τελικά, οι τύχες της χώρας στα χέρια των “προστάτιδων δυνάμεων”, επιβάλλοντας την απόλυτη μοναρχία, το 1830 με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου, εν αγνοία του Ελληνικού λαού, αν και είχαμε Δημοκρατία και κυβερνήτη τον I. Καποδίστρια. Η δεύτερη φορά ήταν κατά την περίοδο της Β’ Ελληνικής Δημοκρατίας, 1924-1935, που βάθυνε ο εθνικός διχασμός με κατάληξη τη μοναρχία και η χώρα να περάσει σε αγγλικό έλεγχο. Η τρίτη φορά ήταν κατά την διάρκεια του έπους της Εθνικής Αντίστασης, το 1941 – 45, που και τότε παρουσιάστηκε πάλι η ευκαιρία να αποκτήσει η χώρα ελληνική πατριωτική και ακηδεμόνευτη διακυβέρνηση, όμως και τότε είχαμε πάλι τον πρώτο εμφύλιο, με αρχηγό των ελληνικών στρατιωτικών δυνάμεων τον Βρετανό Σκόμπυ, και πάλι παλινόρθωση της μοναρχίας και η χώρα τεθεί υπό αγγλική και μετά αμερικανική κηδεμονία. Και η τελευταία παρουσιάζεται στην παρούσα μεταπολιτευτική περίοδο. Αυτή η νέα ιστορική ευκαιρία δεν πρέπει να χαθεί. Τα ιστορικά αυτά παθήματα θα πρέπει να μας γίνουν μαθήματα. Πότε επιτέλους θα αρχίσουμε να μαθαίνουμε από την ιστορία μας;
* dimkantilierakis@