Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024

Ιστορία του χωριού Ραμνή – Αποκορώνου

Με την ευκαιρία της γιορτής του Αγίου Δημητρίου, αναδημοσιεύουμε το άρθρο μας στα “Χανιώτικα νέα” με ημερομηνία Παρασκευή 20 Μαρτίου 1992.

Στους πρόποδες των Λεύκων Ορέων και στη Ν.Δ. πλευρά της Επαρχίας Αποκορώνου, σε υψόμετρο 430 μ. πάνω στον λόφο, βρίσκεται το χωριό Ραμνή. Αποτελεί μια κοινότητα με τα χωριά Κυριακοσέλια και Χιλιομοδού.
Το χωριό στα 1977 (όταν υπηρετούσα εκεί δάσκαλος) είχε περίπου 200 κατοίκους και σχολείο διθέσιο με 32 μαθητές. Το σχολείο είναι κτισμένο πάνω σε μικρό λόφο με δύο ωραίες αίθουσες, προαύλιο και ελεύθερο χώρο, δημιουργία κυρίως του ιεροδιδασκάλου Γεωργουδάκη Μανώλη, που το υπηρέτησε 34 συναπτά έτη.
Κατά πληροφορίες των κατοίκων, σχολείο λειτουργεί στη Ραμνή από το 1864. Το χωριό είναι ορεινό και έχει κύρια προϊόντα το λάδι και τα κτηνοτροφικά. Πολιούχος του χωριού είναι ο Άγιος Δημήτριος, που χτίστηκε γύρω στα 1860. Στο κάτω μέρος του ναού υπάρχει νεκροταφείο και μικρός παλιός ναός στη μνήμη των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου. Από το πλήθος των οστών που βρέθηκαν και το παλαιόν του Ναΐσκου πιστοποιείται ότι το χωριό κατοικείται από πολύ παλιά.
Οι σημερινοί κάτοικοι του είναι αφοσιωμένοι στον Άγιο Δημήτριο, διηγούνται πλήθος παραδόσεων που αναφέρονται στις σχέσεις τους με τον Άγιο, είναι ευχάριστοι στις σχέσεις τους και φιλόξενοι.
Η Ραμνή αποτελούσε μια κοινότητα με τις Καρές από το 1915 ως το 1950 και είχαν κοινό σχολείο στη Ραμνή ως το 1930.
Στην εποχή των κατακτητών Ενετών και Τουρκών η παράδοση δεν αναφέρει για εξωμότες. Ο πληθυσμός του χωριού προήλθε από μετοίκηση των κατοίκων του συνοικισμού Λιμπιναλώνι, που τα ερείπια του σώζονται σε απόσταση 2 χιλ. νοτιοδυτικά της Ραμνής, και ύστερα από επιδημία πανώλης το 1718. Φαίνεται πως ο πληθυσμός αυτός είχε απωθηθεί παλιότερα από τους Ενετούς στη θέση Λιμπιναλώνι και έτσι έμεινε ακραιφνής ελληνικός και χριστιανικός.
Η Τουρκοκρατία κράτησε γύρω στα 250 χρόνια και υπήρξε συνέχεια της Ενετοκρατίας. Οι κάτοικοι θυμούνται σπίτια του χωριού, που κατοικούσαν Τούρκοι και τη θέση που υπήρχε τουρκικός αστυνομικός σταθμός (Καρακόλι). Στο κέντρο του χωριού σώζεται σπίτι με ρυθμό της εποχής εκείνης.
Σε μια μάχη με τους Τούρκους, ανατολικά του χωριού στη θέση Μονοδρύς, οι Τούρκοι έβλεπαν έναν καβαλάρη που διέτρεχε τις θέσεις των Χριστιανών, κι αυτοί ήταν κατά την παράδοση ο Προστάτης του χωριού Άγιος Δημήτριος. Κατάπληκτοι από το γεγονός οι Τούρκοι έλεγαν: «Χαρά σε σας τους Χριστιανούς, αν πιστεύατε πραγματικά στη θρησκεία σας». Κοινή παράδοση αναφέρει πως ζώα που έμπαιναν στην αυλή του Αγίου και τον ζημίωναν, δεν ξεχρόνιζαν (ψοφούσαν μέσα στον χρόνο).
Άλλες παραδόσεις λένε για τιμωρία από τον Άγιο σ’ ανθρώπους που ασεβούσαν στον ιερό χώρο ή παρέβαιναν τη διαβεβαίωση (όρκο) που έδιναν στην εικόνα του Αγίου, για ζωοκλοπές κυρίως, τα λεγόμενα ξεκαθαρίσματα.
Γύρω από την ονομασία Ραμνή που φέρει σήμερα το χωριό, έχουν γίνει κατά καιρούς συζητήσεις και υπάρχουν αντιτιθέμενες απόψεις, για τη σχέση του με την αναφερόμενη από τον Γεωγράφο Πτολεμαίο μικρή πόλη της Κρήτης με το όνομα Ράμνος ή Ραμνούς.
Ο Στέφανος Ξανθουδίδης λέει πως πραγματικά αναφέρεται μικρή πόλη της Κρήτης που λέγεται Ράμνος ή Ραμνούς (ράμνος= θάμνος με αγκάθια, μαυρασπάλαθος), αλλά ο Γεωγράφος Πτολεμαίος την τοποθετεί στη Δυτική παραλία της Κρήτης και υπαγόμενη στην Πολυρρήνια.
Μόνο ο Γερμανός περιηγητής Σιέμπερ το 1815 λέει ότι θα βρισκόταν στο σημερινό χωριό Ραμνή και το συμπέρασμα αυτό γράφει και ο Ψυλλάκης στην ιστορία του.
Ο Άγγλος Πάσλεϋ που περιηγήθηκε την Κρήτη το 1833 για αρχαιολογικές έρευνες και αφού επηρεάστηκε από το όνομα Ραμνή και τη βλάστηση που υπήρχε τότε στο χωριό, συμπεραίνει πως η αρχαία πόλη βρισκόταν εκεί. Ερείπια αρχαία στη Ραμνή και τα Κυριακοσέλια δεν αναφέρονται, όσα υπάρχουν είναι Μεσαιωνικά. Πάνω σε λόφο, βορειοδυτικά του χωριού σε απόσταση 800 μέτρα περίπου, βρίσκεται φρούριο που ονομάζεται Καστέλλι, ακριβώς εκεί που σμίγουν δύο χαραμάδες.
Έχει γύρω γκρεμό 20 ως 40 μ. ύψος και συνολική επιφάνεια 300*100=30.000 τ.μ. περίπου. Η είσοδος του είναι από τα δυτικά και κάτω απ’ αυτή είναι ο μικρός οικισμός Κυριακοσέλια. Στο βάθος της χαράδρας προς βορρά βρίσκεται ναός του Αγίου Νικολάου του Κυδωνιαίος, βυζαντινού ρυθμού με τοιχογραφίες δίπλα σε πηγή. Χτίστηκε κατά την εποχή των εικονομαχικών ερίδων και οι τοιχογραφίες του διατηρούνται σε καλή κατάσταση. Στα ανατολικά του φρουρίου και στη βάση του γκρεμού υπάρχει μικρός ναός στη μνήμη του Αγίου Μάμα, μέσα σε σπηλιά. Στο πάτωμα του ναού υπάρχει πηγή και σκάλα κτιστή, που ανεβαίνει πάνω στο φρούριο. Πάνω στο Καστέλλι υπάρχει μικρός ναός της Αγίας Παρασκευής, δύο στέρνες και εξαγωνικός πύργος.
Το Καστέλλι χτίστηκε από τους Βυζαντινούς ή τους Γενουάτες και διατηρείται ακόμη καλά. Ονομάζεται φρούριο Αγίου Νικολάου, από την ωραία βυζαντινή εκκλησία που υπάρχει κοντά, καλά διατηρημένη. Ο Κόμης της Μιλίτης Ερρίκος Πισκατόρε, αφού κατέλαβε την Κρήτη μετά τους Γενουάτες και πριν από την κατάληψη της από τους Ενετούς, για να στερεώσει την εξουσία του και να μπορέσει να πολεμήσει τους Ενετούς έχτισε ή επιδιόρθωσε, όπως λένε, 14 μικρά φρούρια ανάμεσα στα οποία ήταν και του Αγίου Νικολάου. Σημάδια της επιδιόρθωσης φαίνονται, όπως έχω πληροφορηθεί.
Το φρούριο είχαν καταλάβει, κατά τον λεγόμενο πόλεμο των δύο Συβριτών το 1230 οι Σκορδύλοι, οι Μελισσινοί και οι Ανατολικοί (δηλ. εκείνοι που στάλθηκαν από τον Αυτοκράτορα Βατάτση σαν ενίσχυση), και μόνο το 1236 παραδόθηκε με συνθήκη στους Ενετούς.
Το Καστέλλι βρίσκεται σε λόφο απότομο και βραχώδη, ήταν πολύ οχυρό, δύσκολο να το πλησιάσουν και να το καταλάβουν. Πρόκειται για μεσαιωνικό φρούριο και όχι για αρχαία πόλη, και η σημασία του είναι περισσότερο ιστορική παρά αρχαιολογική· κανείς από τους περιηγητές δεν αναφέρει λείψανα ή σημάδια αρχαίας εποχής.
Ο Μανώλης Γεωργουδάκης ιεροδιδάσκαλος είχε πληροφορίες ότι ο Ελευθέριος Βενιζέλος διάβασε σε ενετική βιβλιοθήκη κώδικα που έγραφε:
Την εποχή των εικονομαχικών ερίδων ένας Επίσκοπος από το Βυζάντιο εικονολάτρης, ξορίστηκε στο χωριό Φονέ- Αποκορώνου, από εκεί πήγε στο χωριό Νίππος και έχτισε την εκκλησία Τίμιος Σταυρός, είχε δε ζευγάδες την οικογένεια Κουρήδες.
Επειδή διώχτηκε από εκεί πήγε στη θέση Λουτρό της περιφέρειας του ίδιου χωριού και έχτισε εκκλησάκι στη μνήμη της Παναγίας, που σώζεται σήμερα και δίπλα του είναι ερείπια μικρού σπιτιού και πηγή με αρκετό νερό.
Ο Επίσκοπος αυτός καταδιώχτηκε και πάλι, γι’ αυτό πήγε στη Ραμνή. Εκεί έχτισε την εκκλησία Άγιος Νικόλαος και τη στόλισε με τις τοιχογραφίες που σώζονται ως σήμερα, και πάνω τους είναι χαραγμένα ονόματα και χρονολογίες Ενετών.
Ο τεχνίτης που έχτισε την Εκκλησία και την ιστόρησε λεγόταν Κυριάκος Σελλάς και προς τιμήν του ονομάστηκε ο οικισμός Κυριακοσέλια, που σώζεται σήμερα.
Από το Νίππος ο Επίσκοπος έφερε μαζί του την οικογένεια Κουρήδες, που κατοικούν σήμερα στο μικρό χωριό.

* δάσκαλος


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα