Στο σημερινό μας σημείωμα, θα ανατρέξουμε πίσω 190 χρόνια και θ’ ασχοληθούμε με τις πρώτες μέρες του Ιωάννου Καποδίστρια ως πρώτου Κυβερνήτη της Ελλάδας. Το 1828, λοιπόν, αρχίζει με την άφιξη του Κυβερνήτη Καποδίστρια, στις 6 Ιανουαρίου, στο Ναύπλιο, όταν το Αγγλικό δίκροτο «Warspite», που τον μετέφερε, έφτασε εκεί, γιατί η θαλασσοταραχή δεν το άφησε να πλεύσει κατευθείαν στην Αίγινα, που ήταν η έδρα της προσωρινής ελληνικής κυβέρνησης. Τι βρήκε στην Ελλάδα; Χάος!
«Στη στεριά – γράφει ο Τ. Βουρνάς – επικρατούσε το δίκαιο της αρπακτικότητας του τοπάρχη κοτζαμπάση και στη θάλασσα η πειρατεία. Ο Μοριάς ήταν ρημαδιό. Κάθε μεγαλοκαπετάνιος που κρατούσε ένα κάστρο (Μονεμβασιά ο Πετρόμπεης, Ακροκόρινθο ο Κίτσος Τζαβέλλας, Παλαμήδι ο Γρίβας και ο Στράτος) τυραννούσε σαν κατακτητής το γυμνό και άστεγο πληθυσμό… Παραγωγή δεν υπήρχε, ούτε χέρια να επιδοθούν στην καλλιέργεια της γης λόγω της ανασφάλειας. Ο πληθυσμός είχε καταφύγει στα βουνά και τις σπηλιές. Είκοσι πέντε χιλιάδες μαχητές περιπλανώνταν χωρίς καμιά μισθοδοσία ή ενίσχυση, ενώ οι μοναδικές δημόσιες πρόσοδοι (δεκάτη και τελωνειακές εισπράξεις του Αναπλιού) δε λειτουργούσαν. Κράτος, δηλαδή, και στην πιο υποτυπώδη του έννοια δεν υπήρχε».
Στο καλωσόρισμα του Κυβερνήτη, όμως, ο λόγιος Θεόφιλος Καΐρης αναφέρει: « Χαίρε και Συ Κυβερνήτα της Ελλάδος, διότι μετά τοσούτον πολυχρόνιον αποδημίαν, επιστρέφεις εις την κοινήν πατρίδα, την βλέπεις, την χαιρετάς όχι πλέον δούλην και στενάζουσαν υπό τον ζυγόν, αλλ’ ελευθέραν, αλλά δεχομένην σε Κυβερνήτην, και περιμένουσαν να Σε ίδη να οδηγήσης τα τέκνα της εις την αληθινήν ευδαιμονίαν και εις την αληθινήν δόξαν. Ζήθι! Αλλ’ έχων ιερόν έμβλημα «ο Θεός και η δικαιοσύνη κυβερνήσουσι την Ελλάδα». Ζήθι! Αλλά κυβερνών ούτως ώστε να αισθανθή η πατρίδα, να καταλάβωμεν και ημείς, να επαναλάβη η αδέκαστος ιστορία, να αντηχήσωσιν όλοι οι αιώνες, ότι ου Συ, ουδέ ο υιός σου, ουδέ ο οικείος σου, ουδέ ο φίλος σου, ουδέ πνεύμα φατρίας, αλλ’ αληθώς αυτός ο νόμος του Θεού, αυτό το δίκαιον, αυτοί της Ελλάδος οι θεσμοί κυβερνώσι την Ελλάδα δια Σου.».
Ας ιδούμε, όμως, και πώς περιγράφει την κατάσταση στην Ελλάδα στις αρχές του 1828 μια Έκθεση του Α. Λόντου, Γραµµατέα των Εσωτερικών και της Αστυνοµίας, προς τον άρτι αφιχθέντα Κυβερνήτη. «Εις την Ελλάδα δεν υπάρχουσιν ούτε εµπόριον, ούτε τέχναι, ούτε βιοµηχανία, ούτε γεωργία. Οι χωρικοί δεν σπείρουσι πλέον, διότι δεν έχουσι πεποίθησιν ότι θέλουσι θερίσει και αν θερίσωσι δεν ελπίζουσι να φυλάξωσι τους καρπούς των από τον στρατιώτην. Ο έµπορος δεν είν’ ασφαλής εις τας πόλεις. Τρέµει δ’ από τον φόβον των πειρατών, οι οποίοι έχουσιν ανοικτά τα όµµατα και περιµένουσι τα πλοία εις την διάβασίν των να τα προσβάλλωσιν. Η δολοφονία καλύπτει την κλοπήν µε την µυστικότητα. Ο τεχνίτης δεν είναι βέβαιος ότι θα πληρωθή δια την εργασίαν του. Το δικαίωµα του ισχυροτέρου είναι το µόνον, όπου υπάρχει πραγµατικώς. Οι κοινωνικοί δεσµοί παρελύθησαν (…)».
Στις 11 Ιανουαρίου 1828, ως Κυβερνήτης της Ελλάδας, ο Ι. Καποδίστριας, με το «Warspite» ξανά, αποβιβάστηκε στην Αίγινα, ανακηρύσσοντάς την και σε πρωτεύουσα του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Το νησί γνώρισε τότε μια νέα, σύντομη όμως, περίοδο άνθησης. Κατασκευάστηκαν πολλά δημόσια κτίρια, ιδρύθηκαν Παρθεναγωγείο, Μουσείο, Εθνική Τράπεζα, Εθνικό Τυπογραφείο, Σχολή Ευελπίδων, Εθνική Βιβλιοθήκη, Νομισματοκοπείο. Εδώ κόπηκε και το πρώτο νεοελληνικό νόμισμα, ο φοίνικας, από το μυθικό πτηνό που αναγεννιέται από την τέφρα του. Επίσης, εγκαταστάθηκαν στο νησί αρκετοί σημαντικοί πνευματικοί άνθρωποι (Γ. Γεννάδιος, Α. Μουστοξύδης, Α. Γαζής κ.ά.) και αγωνιστές (Κανάρης, Τρικούπης, Μαυρομιχάλης). Ο πληθυσμός της Αίγινας άγγιξε τότε τις 100.000. Στις 3 Οκτωβρίου 1829, όμως, η πρωτεύουσα μεταφέρεται στο Ναύπλιο.
Τέλος, όταν το βουλευτικό κάλεσε τον Καποδίστρια, στα μέσα του Γενάρη του 1828, να ορκιστεί στο Σύνταγμα, εκείνος φέρεται ότι απάντησε: «Δεν είναι δυνατόν, αδελφοί, να ορκισθώ τον όρκον του συντάγματος, διότι δεν εμπορώ να σας υποσχεθώ να φυλάξω ό,τι δεν έχετε και ό,τι δεν με παραδίδετε. Αλλά σας υπόσχομαι να προσπαθήσω διά την ανεξαρτησίαν της Ελλάδος όσον δύναμαι». Ένα μήνα, όμως, μετά (9/2/1828), ο Ιμπραήμ καταστρέφει συθέμελα την Τρίπολη και περιορίζεται στο τρίγωνο Μεθώνης – Κορώνης – Νεοκάστρου στη Μεσσηνία. Και ο Αγώνας, στα πεδία των μαχών και της διπλωματίας, για τον Καποδίστρια και τους Έλληνες θα συνεχιστεί…
Ενδεικτική βιβλιογραφία:
Βουλή των Ελλήνων, «Αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας».
«Ιστορία του Ελληνικού Έθνους» της Εκδοτικής Αθηνών, Αθήνα, τ. ΙΒ, 1975.
«Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, 1770 – 2000», Αθήνα, τόμος 3ος, 2003, εκδόσεις «Ελληνικά Γράμματα».
Βουρνάς Τάσος, «Ιστορία της Νεότερης Ελλάδας, 1821 – 1909», Αθήνα, 20004, Εκδόσεις Πατάκη.
Κόκκινος Διονύσιος, «Ιστορία της Νεωτέρας Ελλάδος», τ. 1 – 4, Αθήνα, 1978, εκδόσεις «Mέλισσα».
Κορδάτος Γιάνης, «Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας», τ. Χ, Αθήνα, εκδόσεις «20ος αιώνας».
Κρεμμυδάς Β., «Ιστορία Νεότερη και σύγχρονη Γ’ Γυμνασίου», Ο.Ε.Δ.Β.
Παπαρρηγόπουλος Κων/νος, «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», τόμοι 7, εκδόσεις Μπούρα, Αθήνα, χ.χ..
*Διασκευή από το σχετικό κεφάλαιο ανέκδοτης Μελέτης για την Ελληνική Επανάσταση (Περισσότερα δείτε στο https://issuu.com/apteraios/docs/greek_epanastasi1821)