Τη ραστώνη του εικοστού πέμπτου μεσημεριού του Ιουλίου διακόπτει βίαια ο ήχος του τηλεφώνου. Στην άλλη άκρη η φωνή ενός κοινού φίλου. Βραχνή, σπασμένη φωνή: Ε… Εφυγε ο Μιχάλης ο Μπονάτος: κεραυνός εν αιθρία δε θυμάμαι αν πρόλαβα να ψελλίσω πώς ή γιατί.
“Έχασα” τον κόσμο γύρω μου, σκοτοδίνη. Τα μηνίγγια χτυπούν δυνατά, η καρδιά πάλλεται. Γυρίζω άσκοπα από δωμάτιο σε δωμάτιο, μου φαίνεται πως τα τζιτζίκια στ’ απέναντι δέντρο άλλαξαν το μοτίβο τους, η ωδή στο καλοκαίρι μετατράπηκε σε λυρικό – λυπητερό τραγούδι αποχαιρετισμού.
Είναι δυνατόν; Ο Μιχάλης, ο φίλος μου, ο ακάματος γιατρός, ο αγωνιστής της ειρήνης, ο υπερασπιστής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ο συμπαραστάτης των ξωμάχων, δεν είναι ανάμεσά μας.
Επώδυνες, όλο θλίψη, οι ώρες ετούτες του καλοκαιριάτικου απομεσήμερου. Ερχονται στο νου μου όλες οι θύμησες, οι στερνιασμένες στην καρδιά μου:
Οι περιοδείες με τον αείμνηστο πατέρα μου στην ενδοχώρα της Κισάμου σε χαλεπούς καιρούς, τότε που άρχιζε η λαίλαπα των μπλε ή πράσινων καφενείων.
Οι συναντήσεις στα γραφεία στην Κοτσάμπαση (“απλή επιρροή” εγώ έτσι μας έλεγαν τότε, εμάς τους συμπαθούντες) με τον κοντόχοντρο χαφιέ στ’ απέναντι καφενεδάκι πάντα στην ίδια θέση.
Και μέσα όλοι οι μπαρουτοκαπνισμένοι ήρωες της πρώτης μας νιότης: Χατζηαγγελής Κοντούδης, Βλησίδης, Ηλιάκης. Και μαζί μ’ αυτούς η Σόνια, ο Μπαλωμένος, Βάλια, ο Παυλής και τόσοι άλλοι.
Ρομαντικός καθοδηγητής των ονείρων μας για να αλλάξει ρότα αυτός ο χιλιοπροδομένος λαός, για μια ιδανική κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.
Τότε που αλλάζαμε τον κόσμο… Χίμαιρες. Ισως όμως τίποτα δεν πάει χαμένο κι αυτό το ’ξερες καλά φίλε μου.
Πρωτοπόρος στο φιλειρηνικό κίνημα, με στόχο την κατάργηση των πυρηνικών εξοπλισμών και την απομάκρυνση των ξένων στρατιωτικών βάσεων από την Κρήτη.
Σπουδαίος επιστήμονας τίμησες τον όρκο σου στον Ιπποκράτη, τίμησες τη γενιά σου και τον τόπο σου. Πάντα σε ετοιμότητα, για να προσφέρεις τις υπηρεσίες σου ως την εσχατιά της Κισαμίτικης γης, να ενσταλάξεις το βάλσαμο των λόγων σου στις ψυχές των ηρώων σου, τους απλούς ανθρώπους της υπαίθρου, σ’ αυτούς που έγιναν ένα με τη γη.
Πάτησες ακριβώς πάνω στα χνάρια του μάρτυρα της Δημοκρατίας Γρηγόρη Λαμπράκη: Αγωνιστής της Ειρήνης, Ανιδιοτελής γιατρός, Ανθρωπος.
Ποτέ δεν έπαψες να αγωνίζεσαι με πάθος για τα δίκαια του ταπεινού ανθρώπου.
Με βαθιά οικολογική συνείδηση συνέβαλες στη λειτουργία της θεματικής ομάδας υγείας των Οικολόγων Πράσινων για ένα βιώσιμο ασφαλιστικό και υγειονομικό σύστημα.
Αγωνίστηκες με πάθος για την αποκάλυψη της κατασπατάλησης των ασφαλιστικών ταμείων με τις υπερκοστολογήσεις των ιατρικών συσκευών και των αναλώσιμων υλικών στο Ε.Σ.Υ.
Με συγκίνηση βαθιά θυμάμαι τις ατέρμονες συζητήσεις μας στο Καστέλι.
Τις αγωνίες σου για την πρόοδο των παιδιών σου για το μέλλον του Δήμου μας, για τα αλλοπρόσαλλα της κεντρικής πολιτικής σκηνής.
Ακόμα θυμάμαι τη χιουμοριστική μαντινάδα που μου πες λίγες μέρες μετά το δημοψήφισμα την πέμπτη του Ιουλίου: «Μαθές δεν εματάγινε τέτοιο, κουτί (κάλπη) ρημάδι όχι να ρίχνεις το πρωί, να βγαίνει ναι το βράδυ».
Με παρότρυνσή σου ιδρύθηκε το κοινωνικό φροντιστήριο στο Καστέλι και με την αμέριστη συμπαράστασή σου λειτούργησε το Σχολείο Δεύτερης Ευκαιρίας.
Μιχάλη μου, ο Χάρος σε θέρισε νέο, όμορφο, χαμογελαστό παλληκάρι, φαίνεται ήσουν απόλυτα απαραίτητος στην άλλη πλευρά του φεγγαριού…
Αφήνεις ιερή κι αμύθητη παρακαταθήκη στην αγαπημένη σου σύντροφο και στα βλαστάρια σου. Οσοι τους γνωρίζουμε ξέρουμε ότι ακολουθούν τον τίμιο δρόμο σου.
Σ’ αποχαιρετώ κι αντί για κλωνάρια από γιασεμί, αγιόκλημα και βασιλικό από μια ασβεστωμένη αυλή του Καστελιού (θα μου ’λεγες άστα να ζήσουν) με τους στίχους από το “Αρχιπέλαγος” του μεγάλου μας Μίκη.
Κλαίνε τα δέντρα
Κλαίνε τα σήμαντρα
Κι οι φίλοι σου κλαίνε
Παλληκάρι στη δουλειά, στο σπίτι παλληκάρι, μίλαγες κι η γειτονιά μας γέμιζε πουλιά. Απλωνες το χέρι σου κι έκοβες το φεγγάρι, πως σ’ έκοψε σα λούλουδο ο Χάρος μια νυχτιά. Παλληκάρι η Κίσαμος τυλίχτηκε στα μαύρα, τους φίλους σου τους τύλιξε φουρτούνα, συννεφιά το λιμανάκι ερήμωσε κι η θάλασσα ερημώθη κι ο ήλιος εκαρφώθηκε και δε σαλεύει πια.
Νίκος Σοφοκλή Βερναδάκης
Φίλος