«Τα Λευκά Όρη ορίζουν τον χρόνο, συνοψίζουν τη γλώσσα όπως τα δέντρα συνοψίζουν τις εποχές. Της Κρήτης κεφαλή από σκληρά χρώματα, διαρκή νοσταλγία. Οι ζωντανοί νεύουν στις πέτρες, οι πέτρες νεύουν στους νεκρούς που θέλουν κάτι να πουν. Πολλοί τη λένε ελευθερία, μα στο βάθος είναι έρωτας. Πέτρες, μνήμη με τον κώδικα των χρωμάτων που παίρνουν τα βουνά της Κρήτης…
Χτίσανε κάστρο στους βόρειους πρόποδες των Λευκών Ορέων, εκεί που ο χρόνος μπήγει τα νύχια του στη θάλασσα. Πρώτα οι Βενετοί, μετά οι Τούρκοι. Το ονόμασαν Ιτζεδίν….
Χρόνια αργότερα η κυβέρνηση έστησε τοίχο για τις εκτελέσεις. Τα φαντάσματα του τοίχου πλανιούνται τις μέρες. Τις νύχτες ψιθυρίζουν ιστορίες. Οι κραυγές τους χτυπούν το πέλαγος. Οι ξεροί κρότοι των τουφεκιών χτυπούν τις πέτρες. Λένε ότι οι πέτρες είναι αιώνιες. Γι’ αυτό και οι κραυγές των εκτελέσεων δεν χάνονται, ταξιδεύουν διαρκώς μέχρι να γίνουν απολιθώματα. Μνήμη της πέτρας. Η ιστορία δεν έχει μνήμη. Ξέρει μόνο να σβήνει πρόσωπα. Παίζει το πιο απλοποιημένο παιχνίδι πιθανοτήτων, μ’ ένα νόμισμα που έχει στη μία όψη το καλό και το κακό στην άλλη».
Γιάννης Φίλης, “Η δικαίωση”
Διανύει την πέμπτη δεκαετία από τότε που η βαριά σιδερένια πόρτα του σφάλιξε για πάντα, σημαίνοντας ουσιαστικά το τέλος των βασανιστηρίων εκατοντάδων ανθρώπων που διάβηκαν το κατώφλι του σε καιρούς χαλεπούς. Ολα αυτά τα χρόνια και μέχρι σήμερα, κάθε προσπάθεια για να περάσει στα χέρια του Δήμου, να αναδειχθεί και να παραδοθεί προς χρήση, έπεσε στο κενό.
Ο λόγος για το φρούριο Ιτζεδίν στην “καρδιά” του κόλπου της Σούδας, μόλις 15 χιλιόμετρα ανατολικά της πόλης των Χανίων. Για άλλη μία χρονιά, η γιορτή τ’ Αϊ Λευτέρη, βρίσκει το κεντρικό τμήμα του φρουρίου κλειστό για το κοινό και τον Δήμο Χανίων να αγωνίζεται πια για την άρση της ετοιμορροπίας του.
Ενα από τα τρία πιο σημαντικά μνημεία του κόλπου της Σούδας αργοσβήνει, με ορατό πλέον το ενδεχόμενο της κατάρρευσης, μπλεγμένο εδώ και δεκαετίες στα γρανάζια της γραφειοκρατίας.
Υψώθηκε το 1872 από τον διοικητή της Κρήτης Ρεούφ Πασά στο ίδιο σημείο που το 1646 οι πρώτοι Τούρκοι έχτισαν πύργο, απομακρύνοντας από την περιοχή τους Ενετούς. Ονομάστηκε Ιτζεδίν προς τιμή του γιου του Σουλτάνου Αβδούλ Αζίζ, Γιουσούφ Ιτζεντίν Εφέντι. Και αυτό γιατί ήταν η πρώτη φορά μετά από 3 αιώνες που το παιδί ενός μη κυβερνώντος αρσενικού μέλους της δυναστείας Οσμανλί αναγνωριζόταν και του επιτρεπόταν να ζήσει. Ετσι έφερε τον τίτλο του διαδόχου μέχρι που αυτοκτόνησε το 1916. Ο Αβδούλ Αζίζ ήταν ο πρώτος Οθωμανός Σουλτάνος που ταξίδεψε στο εξωτερικό και συγκεκριμένα στην Ευρώπη για λόγους αναψυχής. Τον αρχικό του ρόλο το φρούριο τον έχασε την περίοδο της Κρητικής Πολιτείας, όταν μετατράπηκε σε μία από τις σκληρότερες φυλακές της χώρας. Μαζί αλλοιώθηκε και η αρχιτεκτονική του κτηρίου, αφού προστέθηκε ο όροφος και δημιουργήθηκε η εξωτερική περίφραξη. Από τότε και μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’70 που έκλεισε οριστικά, πέρασαν τη βαριά σιδερένια πόρτα του εκατοντάδες ποινικοί και πολιτικοί κρατούμενοι.1
Τη στιγμή που το σήμαντρο τ’ Αϊ Λευτέρη θα σημάνει και πάλι φέτος την ώρα του εσπερινού, θα ξεδιπλωθούν για άλλη μία φορά οι θύμησες και οι αφηγήσεις από τους πιστούς, για τον πολύπαθο τούτο τόπο, σαν μνημόσυνο για τις ψυχές που βασανίστηκαν και εκτελέστηκαν.
Με αυτή την αφορμή ανοίγω πάλι τα αρχεία και τον Τύπο της εποχής σε μια προσπάθεια να δουν το “φως” άγνωστες πτυχές της ιστορίας της φυλακής. Η αναφορά αυτή αποτελεί συνέχεια προηγούμενου σημειώματος.
Το Φεβρουάριο και τον Μάρτιο του 1936, δημοσιεύτηκε στη λαϊκή πολιτική εφημερίδα των Χανίων, “ΕΡΕΥΝΑ”, μια επιτόπια έρευνα με τίτλο “ΕΙΣ ΦΥΛΑΚΑΣ ΙΤΖΕΔΔΙΝ”, με στόχο να βγουν στην επιφάνεια τα προβλήματα και οι συνθήκες διαβίωσης των κρατουμένων. Δημοσιεύτηκε σε τρεις συνέχειες 28, 29 Φεβρουαρίου και 1η Μαρτίου.
Το φύλλο της 28ης Φεβρουαρίου 1936 αναφέρει χαρακτηριστικά, εξηγώντας τον λόγο για τον οποίο καταπιάστηκαν με τις φυλακές του Ιτζεδίν:
«Η εφημερίς μας εσκέφθη να αρχίση κάποιαν έρευνα των κρατικών εκείνων ιδρυμάτων εις διαβιούν υπό την κοινήν στέγην πολλοί, υπό την εποπτείαν των Αρχών, οίτινες δηλαδή τρέφονται από το δημόσιον ταμείον και που διαρκώς φέρονται παραπονούμενοι και ακούονται πολύ συχνά απειλαί απεργίας πείνης. Αι συνθήκαι της ζωής των ανθρώπων αυτών, φυσικά, είναι πολύ διάφοραι της των άλλων ανθρώπων και επί των διαφορών αυτών στηρίζεται η έρευνα την οποία επιχειρόμεν. Εδώ εις την περιφέρειάν μας υπάρχουν αρκετά τοιαύτα ιδρύματα που οφείλουν πάντοτε να προσελκύουν το κοινόν ενδιαφέρον. Εν’ από αυτά είναι και οι φυλακαί από τα οποία αρχίζομεν την καταχώρισην των εντυπώσεών μας κατά της επιτοπίας μεταβάσεως και εξετάσεως.
…Γιατί εφιλοξένησε κατά περιόδους όλους τους επί Βενιζελοκρατίας κατάδικους εις θάνατον και τους ισοβίτας διά τα εγκλήματά των «επί εσχάτη προδοσία». Οι Δούσμανης, Μερκούρης, Έσλιν, Μουτζουρίδης, Παπούλας και τόσοι άλλοι εγνώρισαν επί χρόνια τους τοίχους και τα προαύλια των φυλακών αυτών και ο δικτάτωρ Πάγκαλος μετά την άδοξον πτώσιν του, εις το Ιτζεδίν εφιλοξενήθη επί συνεχείς μήνας μέχρις ότου εβαρέθηκαν να τον κρατούν και τον απέλυσαν. Ως και το τελευταίον κίνημα έστειλεν εκεί μερικούς από τους κινηματίας αξιωματικούς. Δεν γνωρίζομεν εάν αι πραγματικαί αναμνήσεις όλων αυτών είναι καλαί ή κακαί. Πάντως δεν θα έμειναν δυσαρεστημένοι από άποψιν καθαρού αέρος και κλίματος. Διότι το Ιτζεδίν είναι χτισμένον εις ένα ύψωμα επί της οδούς Χανίων – Καλυβών… Και τώρα ανοίγουν και πύλαι των κυρίων φυλακών, που περί τους 350 κατάδικοι εξ όλων των μερών της Ελλάδος, βαρυποινίται όλοι, εκτίουν τας καταδίκους των, δηλαδή τας ποινάς των προς την κοινωνίαν την οποία δια διαφόρους αιτίας ηδίκησαν.
Εσωτερική κλίμαξ οδηγεί εις τα γραφεία της διευθύνσεως, την οποία κατέχει σήμερα ο κ. Κουρινάκης υπάλληλος πεπειραμένος και μορφωμένος του οποίου το παρουσιαστικόν και το μειλίχιον του ύφους του και της φωνής του αποδεικνύουν ότι είναι ένας από τους κατάλληλους ανθρώπους για τη θέσιν του διευθυντού φυλακών, η οποία πρέπει να συγκεντρώνει διάφορα προσόντα εντελώς διαφορετικά των υπαλλήλων των άλλων κλάδων διαφορετικών υπηρεσιών.
Οταν ακούομεν ότι αλλού καταδικάζονται οι κατηγορούμενοι εις «καταναγκαστικά έργα» η φράσις μας χτυπά τόσο κακά εις τα αφτιά, ώστε αμέσως φανταζόμεθα ότι επανερχόμεθα εις εποχήν της δουλείας καθ’ ην οι άνθρωποι ως υποζύγια οδηγούντο υπό την απειλήν του πιστολιού και του καμψικιού εις την πλέον βάναυσον και κοπιώδη χειρονακτικήν εργασίαν. Εν τούτοις απεδείχθη ότι η ποινή των καταναγκαστικών αυτών έργων είναι πολύ ψυχολογημένη διότι βγάζει τον κατάδικον από την αφόρητη εκείνη μονοτονία που τον δέρνει από το πρωί έως το βράδυ και του παίρνει τον λίγο ύπνο εις τον οποίον ειμπόρει να βρη λίγη ψυχική ξεκούραση και δεν τον αφήνει να έχη διαρκώς προσηλωμένο τον νου του εις το έγκλημά του και την εκδίκησην. Δεν λέγομεν να εισαχθούν και εδώ τα καταναγκαστικά έργα, αλλά να καταβληθή κάθε προσπάθεια και κάθε ευκολία, όπως οι κατάδικοι εργάζονται αναλόγως της ειδικότητός των ή να κατωρθώνουν να μαθαίνουν εκεί μέσα κάποια τέχνη! Ανεξαρτήτους του οικονομικού μέρους του ζητήματος, το σπουδαιότερον είναι ότι είναι μέσον σωφρονισμού αλάνθαστον, διά του τρόπου δε αυτού γίνεται ευκολότατα και ο έλεγχος της καλλιτερεύσεως ή όχι του εσωτερικού ανθρώπου του κατάδικου, διότι ένας εις τον οποίον θα παρείχοντο τα μέσα να εργασθή και θα ηρνείτο θ’ αποδεικνύετο ασφαλώς ότι η ροπή του προς το έγκλημα ούτε καν ηλαττώθη.
Γνωρίζομεν ότι αυτά που γράφομεν είνε «φωνή βοώντος εν τη ερήμω», εν τούτοις εθεωρήσαμεν υποχρέωσίν μας να τα γράψωμν, θέτοντες ούτο υπό την κρίσιν και μελέτην του γεν. διοικητού μας κ. Μπακοπούλου ένα ζήτημα που εάν το λύση θ’ ανυψωθή κατά πολύ εις την συνείδησιν όλων μας και θ’ αποδείξη ότι η καλή του προαίρεσις και η ανωτερότης του ημπορεί να καινοτομήση εις το διαμέρισμά του μέχρι του σημείου να το καταστήση υποδειγματικόν υπό πολλάς απόψεις. Μας φαίνεται δε ότι δεν χρειάζονται και πολλά πράγματα. Μία κατάλληλως διασκευή ορισμένων διαμερισμάτων των φυλακών, προμήθεια εργαλείων τινών διά την άσκησιν των τεχνών αίτινες θα θεωρηθούν ως μάλλον κατάλληλοι και πρώτα από όλα καλή θέλησις και δραστηριότης.
Εκτός των ολιγοστών αυτών καταδίκων που αναφέρομεν ότι εργάζονται δ’ ίδιον λογαριασμόν, είναι και μερικοί οίτινες εργάζονται εις τα εργασίας της φυλακής, όπως είναι οι μάγειροι, οι καθαριστές, οι κόπτοντες ξύλα και τα τοιαύτα. Αυτοί έχουν και κάποιον ιδιαίτερον προνόμιον, διότι η μία ημέρα της ποινής που εκτίουν θεωρούνται ως δύο και επιπροσθέτως λαμβάνουν ως φιλοδώρημα 2,50 δραχμές ημερησίως, όπως δηλαδή γίνεται και εις τα αγροτικάς φυλακάς και κατά συνέπειαν η απόσπασις εις τας εργασίας αυτάς είναι περιζήτητος.
Αι φυλακαί του Ιτζεδίν διατηρούν και μίαν εκτεταμένην άμπελον 9 στρεμμάτων, ήτις παρήγαγε πέρυσι 6.000 οκάδες σταφύλι Αρχανιώτικο, υπολογίζεται δε ότι εφέτος θα παράγει περισσότερα. Είναι εσκαμμένη και κλαδευμένη επιστημονικότατα και η διεύθυνσις των Φυλακών απέσπασε διά τούτο τα συγχαρητήρια του προ ημερών μετά του κ. υπουργού διελθόντος εκείθεν επιθεωρητού της γεωργίας κ. Φούμη.
Αύται είναι εν συντομία αι εκ της επισκέψεώς μας εκ των φυλακών Ιτζεδίν εντυπώσεις μας, τας οποίας εθεωρήσαμεν καλόν να τας εκθέσωμεν διά να πληροφορηθή το κοινόν τον τρόπον καθ’ ον διαβιούν μερικοί ατυχήσαντες συνάνθρωποί μας τους οποίους ηνηγκάσθη η κοινωνία να εγκλείση εκεί μέσα, διά να τους καταστήση αφ’ ενός ανικάνους να εξακολουθούν να εγκληματούν εις βάρος της και αφ’ ετέρου να τους σωφρονίση εάν ημπορέση. Το πρώτον το κατορθώνει, αλλά το δεύτερον; Πολύ αμφιβάλλομεν, διότι δεν εφαρμόζεται κανένα σύστημα, κτήρια δε και περιβάλλον κάθε άλλο παρά συντελεστικά είναι προς ένα τοιούτον ανθρωπιστικόν σκοπόν».
Κάπως έτσι περιέγραφαν οι εφημερίδες της εποχής την κατάσταση εντός των φυλακών του Ιτζεδίν, έχοντας ταυτόχρονα άποψη για τα τεκταινόμενα στο εσωτερικό τους και προβάλλοντας τις δικές τους προτάσεις για την καλύτερη διαβίωση των φυλακισμένων.
Τα χρόνια πέρασαν, οι βαριές πόρτες έκλεισαν και η ζωή στο φρούριο από την εποχή της Τουρκοκρατίας, γέμισε σελίδες βιβλίων, αλλά και τις αίθουσες των κινηματογράφων. Έμεινε η τσιμεντένια πινακίδα στην πύλη να θυμίζει την αιώνια πάλη του καλού με το κακό και τον συνεχή αγώνα των ανθρώπων «με τας κακίας των». Η φετινή χρονιά βρίσκει το οχυρό σε οριακή κατάσταση, με συνεχείς καταρρεύσεις στον εσωτερικό, αλλά και στον εξωτερικό χώρο και το χρόνο να προκαλεί στη μεγαλύτερη έκτασή του ανεπανόρθωτη ζημιά.
Απομένει η Πολιτεία να κάνει το καθήκον της. Να προστατέψει την ιστορική μνήμη και κληρονομιά. Να αναδείξει το μνημείο και να το δώσει προς χρήση στους πολίτες σαν αδιάψευστο μάρτυρα των δεινών αυτού του τόπου, αλλά και ως στοιχείο αδιάλειπτης συνέχειας στον χώρο και τον χρόνο.
________________
1. Περισσότερες ιστορικές λεπτομέρειες Χανιώτικα Νέα, ένθετο “διαδρομές” 28 Ιουνίου 2014.