Παρασκευή, 9 Αυγούστου, 2024

“Καµίνι” η Αθήνα του µέλλοντος

» Ανησυχητικά στοιχεία από µελέτη για την άνοδο της θεµοκρασίας

 

Πάνω από 3.5 βαθµούς Κελσίου εκτιµάται ότι µπορεί να αυξηθεί η µέση θερµοκρασία αέρα στο ευρύτερο πολεοδοµικό συγκρότηµα της Αθήνας κατά την περίοδο 2041-2070 σε σχέση µε την περίοδο 1971-2000, ως συνδυασµός των επιπτώσεων της κλιµατικής αλλαγής, µε βάση τα νέα σενάρια και συγκεκριµένα το δυσµενέστερο σενάριο της ∆ιακυβερνητικής Επιτροπής των Ηνωµένων Εθνών για την Κλιµατική Αλλαγή, και της αστικής θερµικής νησίδας.

Αυτό διαπιστώνει µεταξύ άλλων έρευνα του ΕΚΠΑ και του καθηγητή και µέλους της Επιστηµονικής Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Κλιµατική Αλλαγή, Κωνσταντίνου Καρτάλη, στο πλαίσιο του ερευνητικού έργου CLIMPACT 2. Παράλληλα επισηµαίνεται ότι η αύξηση αυτού του µεγέθους θα επιδεινώσει σηµαντικά το θερµικό κίνδυνο στην Αθήνα κατά τη µελλοντική περίοδο 2041-2070. Στο επίκεντρο της έρευνας τίθεται ο θερµικός κίνδυνος στην Αθήνα µε το ευρύτερο πολεοδοµικό συγκρότηµα της πόλης να κατηγοριοποιείται σε πέντε τάξεις θερµικού κινδύνου ( πολύ χαµηλός, χαµηλός, µέτριος, υψηλός και πολύ υψηλός). Λαµβάνοντας υπόψη διάφορες παραµέτρους η έρευνα συµπεραίνει επίσης ότι κατά την παρούσα χρονική περίοδο, οι κεντρικές περιοχές του ευρύτερου πολεοδοµικού συγκροτήµατος της Αθήνας καθώς και ο Πειραιάς και δήµοι στην ευρύτερη περιοχή του, εµφανίζουν πολύ υψηλό θερµικό κίνδυνο, ενώ ο θερµικός κίνδυνος λαµβάνει τις χαµηλότερες τιµές κυρίως στις περιοχές στα βορειοανατολικά και ανατολικά της Αθήνας.

Όπως τονίζει στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο καθηγητής ΕΚΠΑ και µέλος της Επιστηµονικής Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Κλιµατική Αλλαγή, Κωνσταντίνος Καρτάλης «τα τελευταία έτη καταγράφεται αυξηµένη συχνότητα, ένταση και διάρκεια ακραίων καιρικών φαινόµενων στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου, µε τις επιπτώσεις των φαινοµένων αυτών να αποτυπώνονται και στην Αττική. Τα φαινόµενα αυτά σχετίζονται κατά κύριο λόγο µε πολύ υψηλές θερµοκρασίες και καύσωνες. Οι καταγραφές αυτές δεν συνιστούν κλιµατική ιδιαιτερότητα της Ελλάδος αλλά ουσιαστικά παρακολουθούν τις θερµοκρασιακές παρατηρήσεις σε παγκόσµια κλίµακα, οι οποίες καταδεικνύουν µία διακριτή θέρµανση του πλανήτη τα τελευταία 150 έτη λόγω ανθρωπογενούς παρέµβασης. Επιπρόσθετα, έχει παρατηρηθεί παγκοσµίως τις τελευταίες δεκαετίες ένας ιδιαίτερα µεγάλος αριθµός επεισοδίων καύσωνα, οι οποίοι τείνουν επιπλέον να είναι συχνότεροι, να διαρκούν περισσότερο, και να είναι πιο έντονοι. Χαρακτηριστικά αναφέρονται τα επεισόδια καύσωνα στην Αττική κατά τα έτη 2022 και 2023, τα οποία συνδύασαν υψηλές θερµοκρασίες µε µεγάλη διάρκεια, γεγονός που επιδείνωσε τις θερµικές συνθήκες σε πολλές αστικές περιοχές».

Σύµφωνα µε τον κ. Καρτάλη, γενικότερα οι πόλεις είναι ιδιαίτερα ευπαθείς στην κλιµατική αλλαγή καθώς αυτή προστίθεται στο φαινόµενο της Αστικής Θερµικής Νησίδας (ΑΘΝ), δηλαδή το γεγονός ότι οι αστικές περιοχές είναι θερµότερες από τις γειτονικές περιοχές υπαίθρου λόγω της χαµηλότερης κάλυψης από βλάστηση, της ισχυρότερης απορρόφησης της ηλιακής ακτινοβολίας και των ανθρωπογενών πηγών θερµότητας (αυτοκίνητα, κτήρια, βιοµηχανικές και βιοτεχνικές πηγές).

Με την Αστική Θερµική Νησίδα συνολικά να είναι κατά κανόνα ισχυρότερη τις νυκτερινές ώρες, καθώς διαµορφώνεται σε µεγάλο βαθµό από το βραδύτερο ρυθµό ψύξης των αστικών περιοχών συγκριτικά µε την ύπαιθρο, η δυσµενέστερη θερµική επιβάρυνση και η υψηλότερη ενεργειακή κατανάλωση στα κτήρια για δροσισµό φαίνεται να παρουσιάζεται τις µεσηµεριανές ώρες.

Όπως υπογραµµίζει ο κ. Καρτάλης, µεγάλος αριθµός µελετών του ΕΚΠΑ αλλά και άλλων φορέων στην Ελλάδα έχει καταδείξει ότι η κλιµατική αλλαγή επηρεάζει τη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας. Για παράδειγµα, όπως επισηµαίνει, η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας στις αστικές περιοχές έχει υπολογιστεί ότι παρουσιάζει αύξηση από 0.5 έως 4.5% (ανάλογα για την περιοχή µελέτης) για κάθε βαθµό αύξησης της θερµοκρασίας αέρα. Ειδικότερα για την Αθήνα, η παραπάνω αύξηση της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας είναι της τάξης του 4.1% για αύξηση της θερµοκρασίας του κατά ένα βαθµό Κελσίου. Επιπλέον, σύµφωνα µε τον κ. Καρτάλη, η θερµική επίδραση της πόλης συνδέεται στενά µε ισχυρό αρνητικό αντίκτυπο σε θέµατα υγείας των κατοίκων της, ιδιαίτερα όσον αφορά τις πιο ευπαθείς οµάδες του πληθυσµού. «Η συγκριτική µελέτη ηµερήσιων δεδοµένων θνησιµότητας από καρδιαγγειακά και αναπνευστικά αίτια στην Αθήνα οδήγησε στο αποτέλεσµα ότι η θνησιµότητα των ατόµων άνω των 65 αυξάνεται στις υψηλές και στις ακραίες θερµοκρασίες κατά 20% και 35% αντίστοιχα», τονίζει.

Στο πλαίσιο του ερευνητικού έργου CLIMPACT 2, έργο που αναφέρεται στο Εθνικό ∆ίκτυο για την Κλιµατική Αλλαγή και υποστηρίζεται από τη Γενική Γραµµατεία Έρευνας και Καινοτοµίας, εκτιµήθηκε από το ΕΚΠΑ ο θερµικός κίνδυνος στην Αθήνα µε τη χρήση συνδυασµού παραµέτρων όπως η επιφανειακή θερµοκρασία εδάφους (LST), ο δείκτης βλάστησης και η πληθυσµιακή πυκνότητα ως προς τα άτοµα άνω των 65 ετών. Ως αποτέλεσµα, το ευρύτερο πολεοδοµικό συγκρότηµα της Αθήνας κατηγοριοποιήθηκε σε πέντε (5) τάξεις θερµικού κινδύνου: πολύ χαµηλός, χαµηλός, µέτριος, υψηλός και πολύ υψηλός.

Όπως διακρίνεται και στο σχετικό χάρτη, οι κεντρικές περιοχές του ευρύτερου πολεοδοµικού συγκροτήµατος της Αθήνας καθώς και ∆ήµοι στον Πειραιά, εµφανίζουν πολύ υψηλό θερµικό κίνδυνο, ενώ ο θερµικός κίνδυνος λαµβάνει τις χαµηλότερες τιµές κυρίως βορειοανατολικά και ανατολικά.

Παράλληλα εκτιµήθηκε και η διαφορά θερµοκρασίας για τη χρονική περίοδο 2041-2070 σε σύγκριση µε την περίοδο 1971 – 2000 µε τη χρήση του σεναρίου SSP5-8.5 που εντάσσεται στη νέα σειρά σεναρίων των Ηνωµένων Εθνών για την Κλιµατική Αλλαγή και είναι το δυσµενέστερο (ουσιαστικά θεωρεί ότι θα συνεχιστεί αµείωτη η χρήση των ορυκτών καυσίµων και κατά συνέπεια θα αυξηθεί περαιτέρω η συγκέντρωση των αερίων θερµοκηπίου, και ιδίως του διοξειδίου του άνθρακα, στην ατµόσφαιρα). Ειδικότερα, για την εκτίµηση, όπως εξηγεί ο κ. Καρτάλης, αξιοποιήθηκαν τρία κλιµατικά µοντέλα τα αποτελέσµατα των οποίων αποτυπώθηκαν σε βελτιωµένη χωρική κλίµακα της τάξης των 12.5 km x 12.5 km, µε τη χρήση µηχανικής µάθησης και τη χρήση µιάς σειράς προγνωστικών παραµέτρων όπως η µέση επιφανειακή ροή ηλιακής ακτινοβολίας, η ταχύτητα του ανέµου στα 10 µέτρα από την επιφάνεια, κ.α.

Όπως διακρίνεται στο σχετικό σχήµα,  η αύξηση της θερµοκρασίας για το ευρύτερο πολεοδοµικό συγκρότηµα της Αθήνας ξεπερνά τους 3.5 βαθµούς Κελσίου, ως συνδυασµός της κλιµατικής αλλαγής και της αστικής θερµικής νησίδας µε εξαίρεση τις παράκτιες ζώνες και τις περιοχές βορειότερα της Αθήνας. Εκτιµάται βάσιµα ότι αύξηση αυτού του µεγέθους, θα επιδεινώσει σηµαντικά το θερµικό κίνδυνο στην Αθήνα κατά τη µελλοντική περίοδο 2041-2070.

«Για να εντοπίσεις τις λύσεις που θα ενισχύσουν την ανθεκτικότητας µίας πόλης στην κλιµατική αλλαγή χρειάζεται να την µελετήσεις σε βάθος, αξιοποιώντας επίγεια και δορυφορικά δεδοµένα καθώς και τα αποτελέσµατα κλιµατικών προσοµοιώσεων. Το ερευνητικό πρόγραµµα CLIMPACT αποτελεί ένα καινοτόµο έρευνας και συνέργειας µεταξύ Πανεπιστηµίων και Ερευνητικών Κέντρων στην Ελλάδα. Ουσιαστικά δίνει χώρο σε προηγµένη έρευνα στο εξαιρετικά κρίσιµο θέµα της κλιµατικής αλλαγής, βοηθά στην κατανόηση των πολύπλοκων ατµοσφαιρικών και κλιµατικών διεργασιών και διευκολύνει την ανάπτυξη καινοτόµων εργαλείων τόσο για την αποτύπωση των κλιµατικών επιπτώσεων, όσο και κυριότερα τον εντοπισµό των αναγκαίων λύσεων για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας της Αθήνας και των άλλων πόλεων στην Ελλάδα στις υψηλές θερµοκρασίες και τους καύσωνες», σηµειώνει ο καθηγητής Φυσικής Περιβάλλοντος και Κλίµατος στο ΕΚΠΑ κ. Καρτάλης.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα