» Νικόλας Καλόγηρος (εκδόσεις Κέδρος)
Οφείλει να πλησιάσει κανείς το βλέμμα του, αν πραγματικά επιθυμεί να κατανοήσει κάτι που συμβαίνει μακριά, ειδάλλως θα μιλά στερεοτυπικά, στηριζόμενος στο δικό του -άγνωστο πώς- διαμορφωμένο σύστημα άντλησης της πληροφορίας, και ύστερα, αφού επεξεργαστεί την όποια πληροφορία, με βάση τις δικές του προσλαμβάνουσες και ιδιαίτερες χωροχρονικές συνθήκες, θα επιχειρήσει να συνθέσει τη μεγάλη εικόνα, θα πιστέψει πως γνωρίζει. Όμως δεν θα γνωρίζει πραγματικά. Και δεν θα αρκεστεί στη σύνθεση της εικόνας, αλλά θα προχωρήσει σε πλήρη ανάλυση της κατάστασης και θα προτείνει τι πρέπει να γίνει. Αυτό ισχύει επίσης και όταν κάποιος ισχυρίζεται πως επιθυμεί να βοηθήσει, πως θέλει να σταθεί αλληλέγγυος και υπέρμαχος ενός αγώνα. Γενικά δεν είναι κακό να δηλώνει κανείς άγνοια για κάποια ζητήματα. Όπως επίσης θα έπρεπε να μη θέτει τους κανόνες εκείνος που θα βοηθήσει αλλά εκείνος που χρειάζεται -αν όντως χρειάζεται- βοήθεια, εκτός και αν πίσω από τον μανδύα του βοηθού κρύβεται το πρόσωπο του λύκου. Τότε όλα αλλάζουν.
Αυτό που στην αρχή έμοιαζε με τον κουραστικό βόμβο ενός συνεχώς κινούμενου χάους που ξεχείλιζε άναρχα κι ανάποδα, δίχως ουρά ή μύτη, κι από ψηλά φαινόταν ένα πλήθος στροβιλιζόμενων κοπαδιών από λαμαρίνα, κατέληξε με τον καιρό να μου αποκαλύπτεται σαν μια απολύτως οργανωμένη γλώσσα, σαν ένα τακτοποιημένο σύστημα σημείων, με ξεχωριστούς για κάθε περίπτωση κώδικες. Ένας συγκροτημένος δίαυλος επικοινωνίας σαν απάντηση στην ανάγκη που έστρεφε τα νεύματα από τη σιωπηλή ιδιωτεία της δυτικής διακριτικότητας στον φωνακλά δρόμο, στον μυριόστομο δημόσιο χώρο, μέσα στ’ αυτιά της μεγάλης ανατολίτικης εικόνας.
Είναι η ιστορία του Μηνά, που βρέθηκε στο Κάιρο για να βοηθήσει στην επικείμενη επανάσταση, στην ανατροπή του δικτατορικού καθεστώτος. Μέλος ακροαριστερής οργάνωσης, με πρόσφατη την εμπειρία της εξέγερσης που πυροδοτήθηκε από τη δολοφονία του δεκαπεντάχρονου Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, ο Μηνάς, μετά από επιμονή, θα πείσει τους συντρόφους του πως η παρουσία του στην Αίγυπτο θα βοηθούσε τους εκεί καταπιεσμένους, τόσο οργανωτικά όσο και επιχειρησιακά, ενώ ταυτόχρονα θα αποτελούσε και μια απόδειξη του διεθνιστικού προσανατολισμού της οργάνωσης. Με πλαστό διαβατήριο και σύνδεσμο από την παραμονή του στη Μεγάλη Βρετανία ως φοιτητής ο Μηνάς θα βρεθεί στο Κάιρο στα τέλη της προηγούμενης δεκαετίας. Εκεί, σε μια πραγματική μητρόπολη, ο Μηνάς θα ζήσει από κοντά τα γεγονότα που θα οδηγήσουν στην Πλατεία Ταχρίρ, θα δει τις βεβαιότητές του να καταρρέουν, θα ερωτευτεί, θα νοσταλγήσει, θα μαγευτεί, θα πιστέψει ξανά πως ένας καλύτερος κόσμος είναι εφικτός.
Η επιλογή του συγκεκριμένου ήρωα από τον συγγραφέα είναι άκρως λειτουργική και κομβικής σημασίας για το μυθιστόρημα. Ο Μηνάς δεν είναι κάποιος που βρέθηκε τυχαία εκεί, δεν είναι τουρίστας ή φοιτητής, δεν είναι κάποιος από σπόντα αυτόπτης μάρτυρας. Αν ήταν τέτοιος, λίγα περισσότερα θα είχε να διηγηθεί από τον απεσταλμένο ενός τηλεοπτικού σταθμού. Ο Μηνάς θα βρεθεί στο Κάιρο με μια συγκεκριμένη αποστολή, η κινηματική του τριβή και η ιδεολογική του κατάρτιση αποτελούν εργαλεία ερμηνείας της εκεί πραγματικότητας, που επιπλέον δικαιολογούν απόλυτα τον λόγο του αλλά και τον τρόπο με τον οποίο σκέπτεται και ενεργεί. Πίσω από τον ήρωα στέκει η έρευνα και η ευρυμάθεια του συγγραφέα-δημιουργού, καθώς, δίχως αυτή, ο Μηνάς δεν θα ήταν παρά μια καρικατούρα και το Κάιρο μια μακέτα. Και οι υπόλοιποι ήρωες του Καλόγηρου είναι στο σύνολο τους αληθινοί, ανθρωπίνως ατελείς, αν και κάποιοι, όπως η Ριχάμ, ξεχωρίζουν λίγο παραπάνω. Δεν είναι ωραιοποιημένοι, δεν φοράνε στολές που να τους πέφτουν μεγάλες, δεν μιλάνε ξύλινα. Ο τρόπος με τον οποίο διακόπτεται η ροή του κειμένου ώστε να παρουσιαστεί κάποιο καινούριο πρόσωπο είναι ένα αρκετά πρωτότυπο εύρημα, που θυμίζει το πάγωμα της κινηματογραφικής εικόνας και τη voice over γνωριμία με τον ήρωα, και λειτουργεί χωρίς να ξενίζει ή να πετάει τον αναγνώστη εκτός.
Ο Καλόγηρος παραδίδει ένα απολαυστικό μυθιστόρημα, με την ιστορία να αποτελεί την αφορμή για μια μεγαλύτερη αφήγηση, για μια περιδιάβαση στη γειτονιά μας, από την πρώην Γιουγκοσλαβία μέχρι την Βόρεια Αφρική. Γνωριμία μ’ έναν κόσμο που από κοντά μοιάζει πιο γνώριμος και οικείος απ’ όσο δείχνει, που όμως διαθέτει τους δικούς του κώδικες, το δικό του μικροκλίμα, αποτέλεσμα ζυμώσεων χρόνων σε όλους τους τομείς, ιδιαιτερότητες οι οποίες πρέπει να γίνουν σεβαστές ως ένα βαθμό. Η ανοχή κάποιου σε αυτές τις ιδιαιτερότητες είναι που θα προσδιορίσει τη θέση του απέναντι στην εκεί πραγματικότητα. Ο Καλόγηρος δείχνει έναν πλουραλισμό γνώσης τον οποίο επιτυχώς ενσωματώνει στην αφήγηση, γνώση η οποία εκτείνεται σε διάφορους τομείς, όπως η γλώσσα, η θρησκεία, η μυθολογία, τα έθιμα, η λογοτεχνία, η μουσική, η τεχνολογία, η ιστορία, η γεωγραφία, η αρχαιολογία κ.α., τα οποία όλα μαζί, και καθώς η πλοκή διαδραματίζεται, συνθέτουν ένα σύγχρονο κοινωνικοπολιτικό μυθιστόρημα δρόμου. Οι προσδοκίες που καταρρίπτονται, οι παθογένειες που αποκαλύπτονται και οι έρωτες που είναι αδιέξοδοι έρχονται να συναντήσουν την ανάγκη για μια καλύτερη ζωή, την εκτόνωση μέσω της μουσικής, την αλληλεγγύη που εμφανίζεται την κρίσιμη στιγμή. Η εναλλαγή από πρωτοπρόσωπη σε τριτοπρόσωπη αφήγηση, ακόμα και μέσα στο ίδιο κεφάλαιο, είναι καλοδουλεμένη και χωνεμένη καλά. Γλωσσικά το κείμενο παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον καθώς αποτελεί ένα -πετυχημένο- μείγμα διαφόρων διαλέκτων, με αρκετούς νεολογισμούς, την ιδιόλεκτο των ηρώων στον προφορικό τους λόγο, τη δυσκολία να εκφράζεσαι σε μια γλώσσα που δεν είναι η μητρική σου, τα αποσπάσματα στα αραβικά αλλά και μια ποιητική διάθεση στις περιγραφές συναισθημάτων και τοπίων.
Ένα μυθιστόρημα όπως αυτό κρίνεται τελικά για την αληθοφάνειά του, αληθοφάνεια η οποία εδώ γεννά το εξωτικό και μαγεύει τον αναγνώστη. Διαβάζοντας το Κάιρο θυμόμουν τους ήρωες του Μπόουλς να επισκέπτονται τη Βόρεια Αφρική, στο μεταίχμιο ταξιδιώτη και φυγά, ποτέ όμως τουρίστα, με τις ενοχές της αποικιοκρατίας και την αλλοτρίωση της Δύσης να τους συντροφεύουν και την ανάγκη τους να απομακρυνθούν από έναν κόσμο ομοιόμορφο, να χαθούν. Σε αυτό το δεύτερο βιβλίο του ο γεννημένος το 1989 Νικόλας Καλόγηρος εμπνέεται από τον σπουδαίο Τσίρκα και τα καταφέρνει περίφημα.