Με λένε Fatima, με λένε Laila, με λένε Yasmin. Δε με λένε τίποτα, είμαι ένας αριθμός. Μία από τους χιλιάδες ανθρώπους, που δεν πνιγήκαμε στα νερά της Ευρώπης. Ταξιδεύαμε μέρες και μέρες. Το ταξίδι όσο κι αν είναι δύσκολο, το κάνεις χωρίς να σκέφτεσαι αν μπορείς. Πηγαίναμε να βρούμε ένα μέρος, που θα μεγαλώσουν τα παιδιά μας, χωρίς πόλεμο. Ξεφύγαμε από τον πόλεμο, μα γαντζωθήκαμε στα συρματοπλέγματα της ειρήνης.
Είμαι γυναίκα με μικρό παιδί. Γι’ αυτό βρίσκομαι στον ξενώνα κακοποιημένων γυναικών του Δήμου Χανίων. Οχι δεν είμαι κακοποιημένη όπως το εννοείτε εδώ, είμαι όμως απελπισμένη. Ολη τη νύχτα με ρωτάγανε οι γύρω μου γιατί κλαίω, όμως δεν έχω λόγια για να πω. Αφησα πίσω στην παλιά ηλεκτρική φυλακισμένο το μεγάλο μου γιο και την αδελφή μου. Σήμερα τους πήραν να τους πάνε αλλού. Πού θα τους πάνε; Πότε θα τους ξαναδώ; Θα τους ξαναδώ; Εμείς ποτέ δεν χωριστήκαμε μέχρι σήμερα. Τι θ’ απογίνω; Φοβάμαι.
Αφήστε με! Αφήστε με να φύγω, να πάω να τους βρω, να πάω μαζί τους! Καλύτερα δέσμια παρά μόνη.