ΕΛΕΝΗ ΧΩΡΕΑΝΘΗ – ΜΑΡΙΟN ΧΩΡΕΑΝΘΗ
«Καλοί μου φίλοι, καλό Σαββατοκύριακο!
Σε κάποιες από τις ομορφιές του καλοκαιριού, του ελληνικού καλοκαιριού, “σταματά” σήμερα ο Παιδότοπος. Από καρδιάς το ευχαριστώ μου στην και καλή μου φίλη ιδιαίτερα γνωστή στους αναγνώστες της στήλης καταξιωμένη ποιήτρια και συγγραφέα Ελένη Χωρεάνθη που ανταποκρίθηκε με προθυμία στην πρότασή μου και μου έστειλε ηλεκτρονικά κάποια απ’ τα καλοκαιρινά ποιήματα της συνοδεύοντάς τα με βινιέτες της και εικονογράφου αλλά και συγγραφέα κόρης της Μάριον Χωρεάνθη. Καλή συνέχεια σε όλα τα ωραία που κάνετε, Ελένη και Μάριον! Ποίηση είναι ζωγραφική που μιλά, ζωγραφική είναι ποίηση που σωπαίνει…
Σας χαιρετώ με αγάπη όλους
Βαγγέλης Θ. Κακατσάκης
δάσκαλος
Από τις ομορφιές του καλοκαιριού
ΟΜΟΡΦΗ ΠΛΑΣΗ
Τι όμορφη, Θεέ μου, που ‘ναι η πλάση!
Να μπόραγε η ματιά μου να χορτάσει
με τούτη εδώ την άνθινη πλημμύρα
που ευωδιά τριγύρα μύρια μύρα…
Θεέ μου, τι όμορφος που είναι ο κόσμος!
Ανθοβολάει το κρίταμο κι ο δυόσμος,
έχουν οι κήποι κι οι ροδώνες κοκκινίσει.
κι οι κάμποι ως πέρα και τα πλάγια ροδαμίσει,
Η ΕΚΚΛΗΣΟΥΛΑ
Κάτασπρη στο ξερονήσι,
μοναχή μ’ ένα σταυρό
κι ένα μαύρο κυπαρίσσι
η εκκλησούλα. Θησαυρό
τα χαλίκια έχουν σκορπίσει.
Κι ένα τσούρμο βιαστικό
κάθε αυγή να προσκυνήσει
έρχεται τ’ αερικό.
Όταν βγαίνει το φεγγάρι
κύκλους στην αυλή της κάνει.
Τρέχει ολόγυρα με χάρη
την ερμιά της να γλυκάνει.
Συντροφιά της νύχτα μέρα
μόνο η σιωπή. Κι ο Θεός
τη λησμόνησε στην ξέρα.
Και την προσπερνά ο καιρός.
Η ΖΩΗ ΣΤΗ ΛΙΜΝΗ
Βούρλα, καλάμια και ψαθιά
φυτρώνουν τώρα τόσα χρόνια
και παραμέσα στα βαθιά
βουτούν τ’ αχόρταγα γλαρόνια.
Ψαρόβαρκες δίχως πανί
δεμένες καρτερούν το βράδι.
Κι ο μπαρμπα Λιας ρίχνει κι ανοιεί
το δίχτυ, καφετί μαγνάδι.
Λουφάζουν ώρα οι βαθρακοί,
θωρούν με του ματιού τ’ ασπράδι
το Μπάρμπα Λια με το βρακί
που ασπρίζει ολόρθος στο σκοτάδι.
ΕΙΔΥΛΛΙΑΚΟ
Μες στο βαθύσκιωτο ρουμάνι
άκου πώς πέφτει το νερό.
Άκου τ’ αηδόνι στο πλατάνι!
Πώς πεταρίζει το φτερό
του κότσυφα που καμαρώνει
κρυμμένος μες στη φλαμουριά.
Δες την τρυγόνα που ζαρώνει
μόνη στην απανωμεριά
καθώς ο γέρακας σηκώνει
στα νύχια του σταχτιάν οχιά.
κι η σιγαλιά πώς ζευγαρώνει
του λόγγου τ’ ‘αγρια θεριά.
Εδώ μια πέρδικα πετιέται,
εκεί μια σαύρα ακροβατεί,
ο σπίνος ώρα απολογιέται,
καρπό ένας σκίουρος κρατεί.
Μια κίσσα κρύβεται στα φύλλα,
κούμαρο πέφτει παρακεί.
Κράζοντας χάνεται μια τσίχλα,
και χώνεται μες στο καυκί
κάποια χελώνα και κοιτάει.
Και μια λαφίνα μοναχή
στ’ απόσκια αλαφροπερπατάει
κι έχουν τα πόδια της βραχεί.
ΤΟ ΑΗΔΟΝΙ
Μόνο στο δάσος κελαηδεί
σταχτί, γλυκόφωνο πουλάκι,
αόρατο μες στο κλαδί
με τη δροσούλα το βραδάκι.
Σα μοσχομύριστη αναπνιά
η μουσική περνά απ’ τα φύλλα
και στου βραδιού την καταχνιά
τρέμουν του πλάτανου τα μήλα.
Μικρό πουλάκι, μοναχό
υμνεί στο σύθαμπο τον Πλάστη
και στο λαγκάδι απ’ τον αχό
ως κι ένα αγρίμι αποξεχάστη…
ΣΤΗΝ ΕΞΟΧΗ
Σαν θέλεις λίγο να χαρείς,
πρωί πρωί μη βαρεθείς
στην εξοχή να τρέξεις.
Και στα νερά τα λαγαρά,
στα φουντωμένα τα δεντρά
πουρνό να πας να δρέψεις
απ’ τα λουλούδια ευωδιές,
δροσιές από τις φυλλωσιές,
εξωτική μαγεία.
Ν’ ακούσεις γύρω τα πουλιά
που κελαηδούνε στη φτελιά,
που κάνουν συναυλία.
ΖΩΓΡΑΦΙΑ
Ολόδροσα τα γιούλια
γερμένα στα πεζούλια
σκορπούνε ευωδιές.
Μ’ ολόδροσα χειλάκια
κρυφά δίνουν φυλάκια
μέσ’ απ’ τις φυλλωσιές.
Στη χλόη που πρασινίζει
δροσούλα λαμπυρίζει
κυλώντας απαλά.
Ολάνθιστα τα κλώνια.
Γλυκολαλούν τ’ αηδόνια
κρυμμένα στα κλαδιά.
Οι μέλισσες βουίζουν,
τα γιασεμιά μυρίζουν,
ρουφούν γλυκούς χυμούς.
Τ’ αέρι καθώς πάει
αγάλια ξεψυχάει
στης λίμνης τους αφρούς.
Η ΡΙΖΟΥΛΑ
Μέσα στο βαθύ το χώμα
χώνει το μικρό της στόμα,
πίνει δροσερό νεράκι
και τροφή για το κορμάκι.
Οι φλεβίτσες της το πάνε
στα κλωνάρια το κερνάνε
και στα φύλλα δεν θ’ αργήσουν
οι ηλιαχτίδες να το ψήσουν.
Απ’ τα φύλλα θα γυρίσει
το κορμί της να ταϊσει,
τα τραφούν τα λουλουδάκια
και να γίνουν καρπουδάκια.
ΜΥΡΙΣΤΙΚΑ ΦΥΤΑ ΚΑΙ ΑΝΘΗ
Ανθοβολάει λαγομηλιά, ρείκι κι αγράμπελη,
αλεκατιά φουντώνει κι αγριοθύμαρο,
αλιφασκιά και κουμαριά κι ασπάλαθρος,
ιτιά και κουτσουπιά και δεντρολίβανο.
Μοσχομυρίζει μελισσόχορτο και ρίγανη,
δυόσμος και χαμομήλι κι ασπροθύμαρο,
φασκομηλιά και καυκαλήθρα και γλυκάνισο,
φλισκούνι, πετροσέλινο και μάραθο,
μολόχα, καμπανούλα κι αλιβάρβαρο,
στουρέκι, σπαθινάκι και σταυράγκαθο,
σπάρτος, αγριοκρινάκι και γιαλόπικρο,
δρακάκι, αναγαλλίδα και κυκλάμινο,
κήρυνθος, μανταλίδα κι αιθιόνημα,
περιπλοκάδα, λαγαυτάκι, λιβανόχορτο,
φλόμος και λαλαδάκι και υάκινθος,
κρόκος και πασχαλιά, γιούλι και νάρκισσος.
Θεριεύει η πικραλίδα, το δισκύαμο,
η κάπαρη κι ο σκίνος και το κρίταμο,
η πικραλίδα, η μυρσίνη και το δίκταμο,
αλόη κι αψιθιά και πικροράδικο.
Η πικραμυγδαλιά, η ρόκα και το μούσκαρι,
πικραγγοριά και ανεμώνη και κενταύριο,
η πειρουνιά, ο πεύκος, το χρυσόξυλο,
η μανταλίδα, η μιμόζα, ο αρκουδόβατος.
Η βατομουριά, το ρολογάκι, το λυκόχορτο,
χωνάκι, παπαρούνα, βαλσαμόχορτο,
λαψάνα,σιταρήθρα και πολύρριζο,
το χαμομήλι, η γαλατσίδα, το ασπράγκαθο.
Σαλέπι, αγριοβιολέτα κι ορνιθόγαλο,
αγριολακές, λεβάντα κι αρχοντόξυλο,
περιπλοκάδα, λιβανιά κι ασφόδελος,
αγριομαργαρίτα, αστοιβίδα και ξυλόθρουμπο.
Πικρίζουν της πατρίδας τ’ αγριοχόρταρα
μοσχομυρίζουν χίλια μύρια μοσχοβόταντα,
ασπρίζουν στις κοιλάδες τ’ ασπρολούλουδα,
και στις πλαγιές ανθίζουνε τα πούλουδα.