Επά σε τούτο το νησί τα μάθια μας ανοίγουν
αυτός τέλεια τα ‘φτιαξε, κι εκείνανά ξανοίγουν.
Γνωρίσαμε τσοι εποχές, χειμώνα, καλοκαίρι
ότι ο Ύψιστος Θεός εις τη ζωή μας φέρει.
Μια είν’ η πια χαρούμενη, καλιά απ’ ούλες τσ’ άλλες
το καλοκαίρι το τρανό π’ ανοίγει τσοι αγκάλες.
Ολημερνίς ήλιος λαμπρός τον κόσμο μας γεμίζει
το φως του διαχέεται και τα βουνά φωτίζει.
Θάλασσες γαληνεύουνε επάψανε τα κρύα
εκλείσανε και τα σκολειά, ξεκούραση αργία.
Στσοι παραλίες τρέχουνε, γέροι και κοπελούδια
φωνές ξεχύνονται παντού, γεμίζ’ η γης λουλούδια.
Αγέρι πνέει δροσερό τη φύση ξεσηκώνει
ζώα, περβόλια καρπερά, με νιους καρπούς φορτώνει.
Ο γεωργός τα έχει ντου χαίρεται και ξανοίγει
πλούσια νάναι η σοδειά τσοι κόπους ανταμείβει.
Ούλοι να ζούμε μια ζωή χαρούμενη, ωραία
μέσα στα χέρια του Θεού, στον έρωτα παρέα.
Η κοινωνία θα γλεντά μ’ αγάπη και φιλία
το έθνος μας να προχωρά με θεία ευλογία.