Τις τελευταίες ημέρες θολώνεται το πολιτικό σκηνικό από τα δημοσιεύματα στα μέσα ενημέρωσης περί την στάση του κ. Π. Καμμένου, που διαφοροποιείται, όσον αφορά την ψήφιση απ’ την Βουλή των Ελλήνων της Συμφωνίας των Πρεσπών.
Η συμφωνία συνετέλεσε, να υποστούν ρωγμή οι σχέσεις των συγκυβερνώντων, που διευρύνεται, όσο πλησιάζει ο χρόνος να στείλουν οι Σκοπιανοί τη συμφωνία ψηφισμένη απ’ τη βουλή τους, να την κυρώσουμε κι εμείς.
Ακούμε πομπώδεις εκφράσεις και μπερδεύεται ο κόσμος, τι να πιστέψει. Το πρωί, ο κ. Υπουργός, ευρισκόμενος στην 1η Στρατιά δηλώνει ότι, «αν συνεχίσει και ψηφισθεί η Συνθήκη των Πρεσπών από τη μεριά της ΠΓΔΜ, εγώ θα παραιτηθώ από υπουργός Εθνικής Άμυνας, αναλαμβάνοντας και το βάρος της ευθύνης. Θα αποσυρθώ απ’ την κυβέρνηση». Η τοποθέτησή του το πρωί έρχεται σε αντίθεση με απάντησή του σε ερώτηση δημοσιογράφων το απόγευμα: “Είναι δεδομένο ότι, αν -ο μη γένοιτο- αυτή η συμφωνία φτάσει στη βουλή, εγώ δεν θα συνεχίσω να είμαι υπουργός Εθν. Άμυνας, ούτε οι Ανεξάρτητοι Έλληνες θα συνεχίσουν ν’ αποτελούν μέλη του κυβερνητικού συνασπισμού”.
Εν προκειμένω, άλλο είναι να παραιτηθεί μόλις ψηφισθεί απ’ τη βουλή της ΠΓΔΜ και άλλο όταν κατατεθεί προς ψήφιση στη βουλή. Έτσι δίνει μια ανάσα στον πρωθυπουργό να φέρει τη συμφωνία, όταν ολοκληρωθούν οι σχεδιασμοί του και βεβαιωθεί ότι η συμφωνία θα τύχει και της έγκρισης της βουλής.
Η κυβέρνηση δεν φαίνεται να “τρομοκρατείται” από τις απειλές του κ. Καμμένου περί αποχωρήσεώς του και την απώλεια της δεδηλωμένης. Μια κυβέρνηση μπορεί να πέσει μόνο με πρόταση δυσπιστίας και να πάμε σε αναγκαστικές εκλογές. Με δεδομένη τη δήλωση Π. Καμμένου, ότι οι ΑΝ.ΕΛ. δεν θα συνδράμουν τη Ν.Δ. σε τέτοια κοινοβουλευτική διαδικασία, ο κ. Τσίπρας θα κυβερνήσει με τους δικούς του βουλευτές κι ας έχει χάσει τη δεδηλωμένη.
Αν άρουν την εμπιστοσύνη τους οι ΑΝ.ΕΛ., ο κ. Τσίπρας δεν θα αφήσει την εξουσία και θα συνεχίσει να κυβερνά με κυβέρνηση μειοψηφίας. Ως αρχηγός του πλειοψηφούντος κόμματος θα μπορεί να σχηματίσει κυβέρνηση και να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης απ’ τη βουλή (άρθρο 37, παρ. 2 Σ/ντος). “Αν κανένα κόμμα δεν διαθέτει πλειοψηφία, ο Π.τ.Δ. αναθέτει στον αρχηγό του κόμματος, που διαθέτει τη σχετική πλειοψηφία, διερευνητική εντολή σχηματισμού κυβέρνησης, που να απολαμβάνει την εμπιστοσύνη της βουλής”.
Η κυβέρνηση μπορεί να ζητά ψήφο εμπιστοσύνης, όποτε θέλει (άρθρο 86, παρ. 6 Σ/τος και 141, παρ. 6, Κοιν. Βουλής). “Απολαμβάνει την εμπιστοσύνη της βουλής αν πάρει την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων βουλευτών, που δεν επιτρέπεται να είναι μικρότερη από τα 2/5 του όλου αριθμού των βουλευτών”, δηλαδή κάτω από 120 ψήφους. Αυτούς τους έχει και δεν θα είναι η μόνη αριστερή κυβέρνηση που θα ‘χει τον χαρακτήρα της μειοψηφίας. Το ίδιο συμβαίνει με τον πρόεδρο Πέδρο Σάντζεθ στην Ισπανία, που ενώ έχει 84 βουλευτές επί συνόλου 350, το 23% κυβερνά με την ανοχή των Podemos και της Ενωμένης Αριστεράς.
Στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ, η ψήφος εμπιστοσύνης εξαρτάται από την παρουσία ή μη στη βουλή των μικρών κομμάτων. Έχουμε και το άλλο. Αν δεν μπορέσει να εξασφαλίσει τους 151 για την κύρωση της συμφωνίας θα την καθυστερήσει, μέχρι να τους βρει, ή να την αφήσει ως “καυτή πατάτα” στην επόμενη κυβέρνηση. Πάντως, είτε βρει είτε όχι την πλειοψηφία, είναι ενδεχόμενο να πάνε σε εθνικές εκλογές τον Οκτώβριο, μήπως οι ψηφοφόροι θα ‘χουν ανακτήσει την αυτοπεποίθησή τους. Αν αποφασίσει όλες τις εκλογές το Μάρτιο, τότε θα ‘χει επέλθει κομφούζιο και θα μιλάμε για πανωλεθρία.