Ο Ρέι περπατούσε με το κεφάλι σκυφτό, χωρίς καπέλο, και με τα χέρια χωμένα βαθιά στις τσέπες του πανωφοριού του. Τουρτούριζε. Ο νυχτερινός αέρας της Ρώμης ήταν τσουχτερός, γεμάτος από τον χειμώνα που ερχόταν. Καθόλου δεν διευκόλυνε τα πράγματα, σκεφτόταν ο Ρέι, το γεγονός ότι η Πέγκι δεν είχε αδέλφια. Σίγουρα δεν τα διευκόλυνε για τον Κόουλμαν. Ήταν σκοτεινά στον δρόμο που περπατούσαν. Ο Ρέι σήκωσε το κεφάλι ψάχνοντας για πινακίδα με το όνομα του δρόμου, αλλά δεν βρήκε καμία.
Η Πέγκι, γυναίκα του Ρέι και μοναχοκόρη του Κόουλμαν, αυτοκτόνησε πριν λίγο καιρό. Ο Κόουλμαν δυσκολεύεται να κατανοήσει αυτή την πράξη της και επιρρίπτει τις ευθύνες του ηθικού αυτουργού στον γαμπρό του, που, έτσι και αλλιώς, ποτέ δεν του γέμιζε το μάτι. Ο Ρέι επιθυμεί να του εξηγήσει. Ο Κόουλμαν αρνείται την οποιαδήποτε δικαιολογία, σ’ έναν σκοτεινό δρόμο στη Ρώμη θα τον πυροβολήσει και πιστεύοντας πως είναι πια νεκρός θα πετάξει το όπλο και θα φύγει για τη Βενετία. Όμως ο Ρέι τη γλιτώνει με μια απλή αμυχή και ακολουθεί τον Κόουλμαν στη Βενετία.
Μέσα από την αλληλοκαταδίωξη των δύο, η Χάισμιθ, η σπουδαία αυτή συγγραφέας, καταφέρνει εκτός από το σασπένς, να δώσει επιπλέον διαστάσεις στην ιστορία της, να χτίσει δύο κυρίως χαρακτήρες με πάθη και αδυναμίες, χωρίς να παίρνει ξεκάθαρη θέση υπέρ κάποιου απ’ τους δυο, και δίνοντας, ενδεχομένως, στον αναγνώστη τη δυνατότητα αυτή. Τα ανθρώπινα πάθη, τα σκοτεινά εκείνα σημεία της ψυχής, οι εμμονές και η διάθεση για εκδίκηση, ο έρωτας, οι απλοί άνθρωποι και η Βενετία με την κοσμοπολίτικη αλλά και την καθημερινή πλευρά της, ιδανικό σκηνικό δράσης για μια συγγραφέα όπως η Χάισμιθ. Κινηματογραφικό και ατμοσφαιρικό είναι δύο προφανείς χαρακτηρισμοί για να προσδιορίσει κανείς την Καταδίωξη στη Βενετία, όμως δεν θα ήταν από μόνοι τους αρκετοί, ειδικότερα αν αναλογιστεί κανείς πόσα και πόσα μυθιστορήματα δεν αρκούνται απλώς και μόνο σε αυτούς τους δύο χαρακτηρισμούς, χωρίς να έχουν κάτι παραπάνω να προσφέρουν στον αναγνώστη.
Η έννοια του ξένου, έστω και με τη μορφή του τουρίστα με την οικονομική άνεση, είναι κάτι το οποίο με γοητεύει, όπως για παράδειγμα στα έργα του Μπόουλς, η επαφή με μια ανοίκεια πραγματικότητα, οι δυσκολίες επικοινωνίας, η ελευθερία της ανωνυμίας και η ζωή που συνεχίζεται με τις αποσκευές γεμάτες από βιώματα και στοιχεία του χαρακτήρα, εκείνα που παραμένουν σταθερά και ακολουθούν τον ξένο παρά την αλλαγή σκηνικού, και στην προκειμένη περίπτωση, στην περίπτωση του πλούσιου τουρίστα, με μια αίσθηση ανωτερότητας και παντοδυναμίας να τον χαρακτηρίζει.
Η αλήθεια είναι πως δεν ένιωσα την ίδια απόλαυση όπως κατά την ανάγνωση του αριστουργήματος της, για μένα, Τα δύο πρόσωπα του Ιανουαρίου, χωρίς αυτό να σημαίνει πως η Καταδίωξη στη Βενετία δεν είναι ένα υπέροχο νουάρ μυθιστόρημα.